Είναι το ομολογημένο όνειρο των γαλλικών αφεντικών, ειδικά εκείνων που κάνουν εξαγωγές: μια ισοτιμία ευρώ προς δολάριο 1:1. Είναι λογικά χρήσιμο για κάθε ευρωαφεντικό που εξάγει εκτός ευρωζώνης· ακόμα και για τα ελληνικά. Για πολλά χρόνια η ισοτιμία αυτή κυμαινόταν κάπου μεταξύ 1,3 ή 1,4 δολάρια προς 1 ευρώ: το ευρωπαϊκό νόμισμα εμφανιζόταν πιο ισχυρό στο διεθνές εμπόριο, και πιο ακριβό (απ’ το δολάριο). Αλλά η απόφαση της ευρωπαϊκής κεντρικής τράπεζας να προχωρήσει, τους επόμενους μήνες, στην τακτική που ακολουθεί απ’ το 2009 η αμερικανική κεντρική τράπεζα, στην “ποσοτική χαλάρωση” (δηλαδή στο “τύπωμα ευρώ”) μέσω της αγοράς συγκεκριμένων ποσοτήτων ομολόγων των κρατών της ευρωζώνης (60 δισ. ευρώ κάθε μήνα, και μέχρι το ποσό του 1,1 τρισ. ευρώ· αλλά με προοπτική επέκτασης...), έχει ρίξει ήδη την ισοτιμία κοντά στο 1,1 (δολάρια) προς 1 ευρώ. Καλώς ήρθατε στην όξυνση του παγκόσμιου ενδοκαπιταλιστικού ανταγωνισμού!
Στην πραγματικότητα ανταγωνιστικές υποτιμήσεις νομισμάτων γίνονται, με αυξανόμενη ένταση, διαρκώς απ’ το 2008 και μετά. Είναι ένας πόλεμος τιμών στα εξαγώμενα (από κάθε κράτος ή ομάδα κρατών) εμπορεύματα, προς τις αγορές ανταγωνιστών (κρατών ή ομάδων κρατών). Αν, για παράδειγμα, κάτι που παράγεται στην ευρωζώνη και κοστολογείται 1 ευρώ πουλιέται στις ηπα για 1,1 δολάριο (ή ακόμα και 1) θα είναι - στην αμερικανική αγορά - 25% με 30% φτηνότερο απ’ ότι πριν. Και κάποιον ανταγωνιστή στο ίδιο εμπόρευμα θα πετάξει στα σκοινιά...
Η “τέχνη” του συγκεκριμένου πολέμου δεν είναι άγνωστη. Τα ίδια έγιναν στο παγκόσμιο εμπόριο την δεκαετία του 1930, στη διάρκεια εκείνης της (τόσο όμοιας με την τωρινή) “Μεγάλης Κρίσης”. Με διαφορές βέβαια, που είναι τεχνικές μάλλον παρά ουσίας. Τότε ίσχυε ο “κανόνας του χρυσού”, η σταθερή πρόσδεση, δηλαδή, των εθνικών νομισμάτων (και της τιμής τους) με μια ορισμένη ποσότητα χρυσού που είχε στα υπόγειά της κάθε κεντρική τράπεζα. Όμως προκειμένου να κρατήσουν τις “εθνικές παραγωγές” τους σε ανεκτό επίπεδο τα κράτη, ειδικά τα “μεγάλα” της εποχής (ηπα, αγγλία, γαλλία, γερμανία), θα έπρεπε να αυξήσουν τις εξαγωγές τους στις αγορές όπου κυριαρχούσαν οι ανταγωνιστές τους. Το ένα μετά το άλλο άρχισαν να εγκαταλείπουν τον “κανόνα του χρυσού” και να υποτιμούν τα νομίσματά τους, που ήταν και τα διεθνούς χρήσης τότε. Αυτό οδήγησε σε ένα σπιράλ υποτιμήσεων, αφού η υποτίμηση του ενός νομίσματος απ’ το ένα κράτος οδηγούσε σε παρόμοια απόφαση τους ανταγωνιστές του, κ.ο.κ. Η “λύση” του να κατακτηθούν αγορές σε βάρος ανταγωνιστών με νομισματικά μέσα ήταν υποχρεωτικά ατελής και προσωρινή. Οι λογαριασμοί έπρεπε να γίνουν και να λυθούν με αμείλικτο και μεσομακροπρόθεσμα μη αμφισβητήσιμο, οριστικό τρόπο: αυτή ήταν η πραγματική αιτία του Β παγκόσμιου. Οι ηπα νίκησαν όχι μόνο τη ναζιστική γερμανία αλλά και τις “συμμαχικές” αγγλία και γαλλία...
Δεν θα έπρεπε να κατηγορήσει κανείς την ευρωζώνη, την ευρωπαϊκή κεντρική τράπεζα (και το Βερολίνο, το οποίο είχε προσχηματικές μόνο αντιρρήσεις στην τωρινή “ποσοτική χαλάρωση”, δηλαδή την οργανωμένη υποτίμηση του ευρώ) ότι αυτοί είναι που άρχισαν τον καυγά! Η αμερικανική fed ξεκίνησε ένα κτηνώδες στο μέγεθος του πρόγραμμα “ποσοτικής χαλάρωσης” (εκτύπωσης, δηλαδή, δολαρίων, μέσω δανεισμού του αμερικανικού κράτους) σχεδόν αμέσως μετά την κατάρρευση της Lehman Borthers, το φθινόπωρο - χειμώνα του 2008. Αυτό που είναι κοινότοπο να κατηγορείται σαν “γερμανικό σχέδιο για την ευρώπη” είχε άλλες προτεραιότητες το 2009, το 2010, το 2011, το 2012, παρότι την αμερικανική κεντρική τράπεζα ακολούθησαν, στην ίδια ακριβώς τακτική “ποσοτικής χαλάρωσης” / υποτίμησης τόσο η αγγλική όσο και η ιαπωνική. [1Το περασμένο Νοέμβρη η ιαπωνική κεντρική τράπεζα ανακοίνωσε επέκταση του ισχύοντος προγράμματος “ποσοτικής επέκτασης” μέσω της αγοράς κρατικών ομολόγων της τάξης των 700 δισ. δολαρίων το χρόνο - με σκοπό (τι άλλο;) να κρατήσει την διεθνή ισοτιμία του γιέν όσο πιο χαμηλά γίνεται. Στο Λονδίνο “τρώγονται”, επίσης, να κατεβάσουν την ισοτιμία της στερλίνας προς το δολάριο απ’ το 1,5:1 που είναι τώρα στο 1:1. Εννοείται ότι θα πέσει η ισοτιμία της και απέναντι στο ευρώ. Αλλά η στερλίνα έχει πάψει προ πολλού να είναι νόμισμα παγκόσμιας χρήσης.] Οι προτεραιότητες ήταν να δημιουργηθούν κάποιοι ευρωζωνικοί θεσμοί χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, ώστε να αναπληρωθεί (όσο είναι δυνατόν με τέτοιο τρόπο, δηλαδή σχετικά λίγο) το κενό της ομοσπονδιακής πολιτικής συγκρότησης της ευρωζώνης σε ένα ενιαίο καπιταλιστικά πολιτικο-οικονομικό υποκείμενο.
Αυτή η δουλειά έχει προχωρήσει τώρα. Και η τωρινή (καθυστερημένη κατά λίγα χρόνια) απόφαση για συμμετοχή και της ευρωζώνης στον παγκόσμιο νομισματικό πόλεμο διευκολύνθηκε απ’ την απόφαση των ηπα (δια της συμμάχου τους σαουδικής αραβίας) να “πνίξει” οικονομικά την ρωσία, [2Για την περίπτωση της ρωσίας χρειάζεται μια ιδιαίτερη αναφορά: η δραστική μείωση της τιμής του πετρελαίου (σε δολάρια) θεωρήθηκε κάτι σαν “τελειωτικό κτύπημα” στον ρωσικό καπιταλισμό• το γεγονός ότι την ίδια περίοδο η διεθνής ισοτιμία του ρουβλιού έπεσε επίσης πολύ, θεωρήθηκε (απ’ τους δημαγωγούς) σαν απόδειξη ότι το “κτύπημα” πέτυχε. Ελάχιστοι στο δυτικό καπιταλιστικό κόσμο ασχολήθηκαν με το γεγονός ότι αυτές οι δύο ταυτόχρονες πτώσεις είχαν αντιθετικά μεταξύ τους αποτελέσματα. Και ότι συνέβη το εξής (καθόλου) παράδοξο: ενώ η τιμή του πετρελαίου έπεφτε ραγδαία, το γεγονός ότι εξίσου ραγδαία έπεφτε η διεθνής ισοτιμία (και με το δολάριο) του ρουβλιού, σήμαινε ότι με όρους ρουβλιού, το ρωσικό κράτος “έβγαζε” περισσότερα απ’ ότι πριν απ’ το εμπόριο πετρελαίου!
Τι έχει συμβεί; Το ρωσικό καθεστώς είχε αποφασίσει απ’ το 2014 να “ξεκλειδώσει” την σταθερή ισοτιμία του ρουβλιού με άλλα διεθνή νομίσματα, και να το σπρώξει στην υποτίμηση (ανταγωνιστική, όπως και των άλλων)• κάτι που έκανε απ’ τον περασμένο Σεπτέμβρη, πριν ξεκινήσει η πτώση της τιμής του πετρελαίου. Έτσι, στην πράξη, το ρούβλι άρχισε να υποτιμιέται “έγκαιρα”. Αλλά αυτό (θα) είχε υποχρεωτικά συνέπειες σε όλες τις ρωσικές επιχειρήσεις, κρατικές ή ιδιωτικές, που “δραστηριοποιούνται” εκτός ρωσίας. Το ρωσικό κράτος ανέλαβε να “στηρίξει” (δηλαδή να δανειοδοτήσει) τόσο τις κρατικές (αυτονόητο) όσο και τις ιδιωτικές, σε “σκληρό νόμισμα” (απ’ τα πολύ μεγάλα αποθέματά της κεντρικής του τράπεζας), αλλά αυτές τις δεύτερες επιλεκτικά. Που σημαίνει “δένοντάς” τες ακόμα περισσότερο στο κράτος.
Η ραγδαία πτώση της τιμής του πετρελαίου σήμαινε ότι αυξημένο προβλήματα “ρευστότητας” σε σκληρό νόμισμα απέκτησαν και οι κρατικοί κολοσσοί τύπου gazprom. Αυτό ήταν κάτι έξτρα. Που λύθηκε πάλι απ’ τα κρατικά αποθέματα. Αλλά αφού μεγαλύτερα ποσά (απ’ αυτά τα αποθέματα) διατέθηκαν για την περίσταση, το ρούβλι - έχοντας πια ελεύθερη διακύμανση - υποτιμήθηκε ακόμα περισσότερο. Προς στιγμήν η κεντρική τράπεζα προσπάθησε να το “ανεβάσει” αυξάνοντας τα επιτόκια καταθέσεων και αγοράζοντας μεγάλες ποσότητες ρουβλιών (με “σκληρό νόμισμα”). Αλλά ύστερα σταμάτησε, αφήνοντας το ρούβλι στην “τύχη” του.
Οι δυτικοί, και ειδικά οι αμερικάνοι, ελπίζουν ότι αφού με τόσο υποτιμημένο ρούβλι θα γίνουν πολύ ακριβότερες οι εισαγωγές (και μάλιστα των ειδών κατανάλωσης της ρωσικής “μεσαίας τάξης”), αυτή η μεσαία τάξη αργά ή γρήγορα θα ξεσηκωθεί εναντίον του καθεστώτος Πούτιν. Το καθεστώς απ’ την μεριά του κάνει τους δικούς του λογαριασμούς. Πρώτον, η μείωση των εισαγωγών εμπορευμάτων τιμολογημένων σε σκληρό νόμισμα θα δώσει μια ώθηση της παραγωγής ρωσικών “υποκατάστατων”. Δεύτερον, το διεθνές εμπόριό του σε “εθνικά νομίσματα” με διάφορους “εταίρους” (απ’ την κίνα ως τα λατινοαμερικάνικα κράτη) θα εξισορροπήσει διάφορες (αν και όχι όλες τις) ελλείψεις. Και τρίτον, θα γίνουν πιο φτηνές (με όρους ρουβλιού) οι άλλες εξαγωγές του, εκτός από πετρέλαιο και φυσικό αέριο: όπλα και πυρηνικά εργοστάσια...] το ιράν και την βενεζουέλα ρίχνοντας θεαματικά την τιμή του πετρελαίου μέσω υπερπαραγωγής του. Το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, ως γνωστόν, τιμολογούνται διεθνώς ως τώρα σε δολάρια (αποτέλεσμα της ήδη ξεπερασμένης παγκόσμιας αμερικανικής οικονομικής ηγεμονίας: έχει αρχίσει ήδη η “περιφερειακή” τιμολόγησή του με “περιφερειακά” νομίσματα, όπως το ρωσικό ρούβλι και το κινεζικό γουάν). Συνεπώς, εάν η τιμή ήταν, ας πούμε ενδεικτικά, 100 δολάρια το βαρέλι, με ισοτιμία 1,4 δολάρια προς 1 ευρώ θα χρειάζονταν 71,5 ευρώ· με ισοτιμία 1,1:1, 91 ευρώ: το πετρέλαιο θα ακρίβαινε για την ευρωζώνη εξαιτίας της υποτίμησης του ευρώ. Αλλά με τιμές λίγο κάτω ή λίγο πάνω απ’ τα 50 - 60 δολάρια το βαρέλι, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα.
Η χρονική συγκυρία ήταν, λοιπόν, ιδανική. Και η κεντρική ευρωπαϊκή τράπεζα την άρπαξε. Όχι μόνον οι εξαγωγές που τιμολογούνται σε ευρώ θα γίνουν φτηνότερες, δηλαδή θα αυξηθούν, αλλά και οι εισαγωγές (στην ευρωζώνη) που τιμολογούνται σε ανταγωνιστικά νομίσματα (δολάρια, στερλίνες, γιεν) θα γίνουν ακριβότερες και θα περιοριστούν. Φυσικά ούτε ο Ντράγκι ούτε άλλος ευρωαξιωματούχος λένε ότι αυτός είναι ο βασικός στόχος της “ποσοτικής χαλάρωσης”. Βρίσκουν άλλες εξηγήσεις. Όμως τέτοια είναι η μόδα. Ούτε η Ουάσιγκτον, ούτε το Λονδίνο, ούτε το Τόκιο ούτε κανένα άλλο απ’ τα αφεντικά του πλανήτη μιλάει ανοικτά για νομισματικό πόλεμο. Απλά τον κάνουν.
Ο Κέυνς είχε ονομάσει αυτή την διαδικασία κάνω τον γείτονα ζητιάνο: η εμπορική εξολόθρευση δεν είναι καθόλου αναίμακτη! Ο ίδιος, φυσικά, σαν άγγλος, είχε πρωτοστατήσει στην αποσύνδεση, τότε, της στερλίνας απ’ τον “κανόνα του χρυσού”. Απλά είδε στη συνέχεια που οδηγεί αυτή η διαδικασία: δεν μπορεί να λύσει την αντινομία μεταξύ παραγωγικής και καταναλωτικής δυνατότητας (αντινομία που είναι ενδημική στον καπιταλισμό) παρά μεταφέρει (ή προσπαθεί να μεταφέρει) τις δυσκολίες του ενός στις πλάτες του άλλου.
Επειδή δεν υπάρχει σε χρήση εδώ και μισό αιώνα “κανόνας του χρυσού” για να εγκαταλειφθεί τώρα, αυτές οι ανταγωνιστικές υποτιμήσεις ακολουθούν διαρκώς μια σπειροειδή κίνηση, χωρίς να υπάρχει απόλυτο μέτρο του πόσο υποτιμιέται, τελικά, κάθε νόμισμα. Οι ισοτιμίες είναι σχετικές. Έτσι, ενώ τώρα η ισοτιμία δολαρίου ευρώ είναι 1.12:1 μπορεί σε ένα χρόνο να είναι πάλι 1.3:1· εάν, φυσικά, η fed και το αμερικανικό κράτος / κεφάλαιο βρουν έναν τρόπο ακόμα μεγαλύτερης υποτίμησης του δολαρίου. Ως τώρα, απ’ το 2008 και μετά, αυτές οι ανταγωνιστικές υποτιμήσεις είχαν αποτέλεσμα (για κάθε νόμισμα) χωριστά μόνο μέχρις ότου πάρουν αντιμέτρα οι ανταγωνιστές του. Αλλά τέτοιο είναι, σε γενικές γραμμές, το πρακτικό αδιέξοδο της διαδικασίας αυτής, που απομένει τελικά στην ιστορία σαν μια “ενδιάμεση φάση” της όξυνσης του ενδοκαπιταλιστικού ανταγωνισμού. Το κάνω τον ανταγωνιστή μου ζητιάνο είναι, για να το πούμε ωμά, ένα στάδιο πριν το κάνω τον ανταγωνιστή μου πτώμα.
Στην ευρωζώνη γιορτάζουν λοιπόν. Η υποτίμηση του ευρώ θεωρείται ένα “απρόσδοκητο πρόγραμμα ανάπτυξης”. Αναμένεται ότι οι ρυθμοί “μεγέθυνσης” (αύξησης του α.ε.π.) θα μεγαλώσουν το 2015, και όχι μόνο για την γερμανία αλλά για κάθε ευρωεξαγωγέα. Ανάλογα θα αυξηθούν τα εμπορικά πλεονάσματα (για όσα κράτη έχουν τέτοια) και θα μειωθούν τα εμπορικά ελλείματα (για τα υπόλοιπα): κάθε υποτίμηση του ευρώ κατά 0,5% υποτίθεται ότι προσφέρει μια επιπλέον “ανάπτυξη” κατά 0,3% για το σύνολο της ευρωζώνης. Φυσικά, αυτή η “ανάπτυξη” αφαιρείται απ’ τους ανταγωνιστές...
Τι θα κάνουν όλοι αυτοί οι ανταγωνιστές που, μετά την επίσημη είσοδο και της ευρωζώνης στον παγκόσμιο νομισματικό πόλεμο, βλέπουν με ανησυχία το γήπεδο να μικραίνει; Η φυσιολογική τάση των ενδικαπιταλιστικών αναμετρήσεων με τέτοια μέσα είναι ότι αφού οι ανταγωνιστικές υποτιμήσεις των νομισμάτων δεν καταφέρνουν να εξασφαλίσουν οριστικά πλεονεκτήματα σε κανέναν αρχίζουν και οι δασμοί στις εισαγωγές. Η λέξη “δασμοί” είναι απαγορευμένη υποτίθεται στο περιβάλλον της “παγκόσμιας εμπορικής ελευθερίας”, αλλά αυτά είναι σχετικά. Όχι μόνο επειδή οι ηπα επιβάλλουν ήδη δασμούς σε εισαγωγές απ’ την κίνα, αλλά επειδή υπάρχουν διάφοροι “έξυπνοι” τρόποι να δημιουργούνται εμπόδια στις εισαγωγές, χωρίς να λέγονται “δασμοί”.
Για παράδειγμα το κινέζικο καθεστώς αποφάσισε στα τέλη του Φλεβάρη να απαιτήσει, απ’ τις αμερικανικές εταιρείες πληροφορικής που ενδιαφέρονται να συνεχίσουν να κάνουν δουλειές μαζί του, πλήρη πρόσβαση στα “μυστικά” των λογισμικών τους, την κρυπτογράφηση, κλπ κλπ. Επικαλείται, βέβαια, λόγους “εθνικής ασφάλειας”. Αλλά τέτοια πρόσβαση (και, επίσημα, όχι πλήρη) είχε μέχρι τώρα μόνο το αμερικανικό κράτος. Πίσω απ’ την “εθνική ασφάλεια” του Πεκίνου, την οποία κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει σα “δικαίωμα”, κρύβεται (ούτε καν...) η επιλογή του κινεζικού καθεστώτος να πετάξει τις αμερικανικές εταιρείες έξω απ’ τις κρατικές εργολαβίες τους (και προοπτικά να τις περιθωριοποιήσει και στην ιδιωτική αγορά της κίνας) δίνοντας αντίστοιχα χώρο ανάπτυξης στις κινεζικές εταίρειες. Αυτό είναι προστατευτισμός - αλλά δεν ονομάζεται έτσι...
Επιπλέον ας μην ξεχνάμε το εμπόριο εργαλείο / όπλο που λέγεται “οικονομικές και εμπορικές κυρώσεις”. Ως τώρα το μονοπώλιο στη χρήση του το έχουν βασικά οι ηπα. Η διαίσθησή μας υποδεικνύει ότι αυτό το μονοπώλιο δεν θα κρατήσει για πολύ καιρό ακόμα...
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1 - Το περασμένο Νοέμβρη η ιαπωνική κεντρική τράπεζα ανακοίνωσε επέκταση του ισχύοντος προγράμματος “ποσοτικής επέκτασης” μέσω της αγοράς κρατικών ομολόγων της τάξης των 700 δισ. δολαρίων το χρόνο - με σκοπό (τι άλλο;) να κρατήσει την διεθνή ισοτιμία του γιέν όσο πιο χαμηλά γίνεται. Στο Λονδίνο “τρώγονται”, επίσης, να κατεβάσουν την ισοτιμία της στερλίνας προς το δολάριο απ’ το 1,5:1 που είναι τώρα στο 1:1. Εννοείται ότι θα πέσει η ισοτιμία της και απέναντι στο ευρώ. Αλλά η στερλίνα έχει πάψει προ πολλού να είναι νόμισμα παγκόσμιας χρήσης.
[ επιστροφή ]
2 - Για την περίπτωση της ρωσίας χρειάζεται μια ιδιαίτερη αναφορά: η δραστική μείωση της τιμής του πετρελαίου (σε δολάρια) θεωρήθηκε κάτι σαν “τελειωτικό κτύπημα” στον ρωσικό καπιταλισμό· το γεγονός ότι την ίδια περίοδο η διεθνής ισοτιμία του ρουβλιού έπεσε επίσης πολύ, θεωρήθηκε (απ’ τους δημαγωγούς) σαν απόδειξη ότι το “κτύπημα” πέτυχε. Ελάχιστοι στο δυτικό καπιταλιστικό κόσμο ασχολήθηκαν με το γεγονός ότι αυτές οι δύο ταυτόχρονες πτώσεις είχαν αντιθετικά μεταξύ τους αποτελέσματα. Και ότι συνέβη το εξής (καθόλου) παράδοξο: ενώ η τιμή του πετρελαίου έπεφτε ραγδαία, το γεγονός ότι εξίσου ραγδαία έπεφτε η διεθνής ισοτιμία (και με το δολάριο) του ρουβλιού, σήμαινε ότι με όρους ρουβλιού, το ρωσικό κράτος “έβγαζε” περισσότερα απ’ ότι πριν απ’ το εμπόριο πετρελαίου!
Τι έχει συμβεί; Το ρωσικό καθεστώς είχε αποφασίσει απ’ το 2014 να “ξεκλειδώσει” την σταθερή ισοτιμία του ρουβλιού με άλλα διεθνή νομίσματα, και να το σπρώξει στην υποτίμηση (ανταγωνιστική, όπως και των άλλων)· κάτι που έκανε απ’ τον περασμένο Σεπτέμβρη, πριν ξεκινήσει η πτώση της τιμής του πετρελαίου. Έτσι, στην πράξη, το ρούβλι άρχισε να υποτιμιέται “έγκαιρα”. Αλλά αυτό (θα) είχε υποχρεωτικά συνέπειες σε όλες τις ρωσικές επιχειρήσεις, κρατικές ή ιδιωτικές, που “δραστηριοποιούνται” εκτός ρωσίας. Το ρωσικό κράτος ανέλαβε να “στηρίξει” (δηλαδή να δανειοδοτήσει) τόσο τις κρατικές (αυτονόητο) όσο και τις ιδιωτικές, σε “σκληρό νόμισμα” (απ’ τα πολύ μεγάλα αποθέματά της κεντρικής του τράπεζας), αλλά αυτές τις δεύτερες επιλεκτικά. Που σημαίνει “δένοντάς” τες ακόμα περισσότερο στο κράτος.
Η ραγδαία πτώση της τιμής του πετρελαίου σήμαινε ότι αυξημένο προβλήματα “ρευστότητας” σε σκληρό νόμισμα απέκτησαν και οι κρατικοί κολοσσοί τύπου gazprom. Αυτό ήταν κάτι έξτρα. Που λύθηκε πάλι απ’ τα κρατικά αποθέματα. Αλλά αφού μεγαλύτερα ποσά (απ’ αυτά τα αποθέματα) διατέθηκαν για την περίσταση, το ρούβλι - έχοντας πια ελεύθερη διακύμανση - υποτιμήθηκε ακόμα περισσότερο. Προς στιγμήν η κεντρική τράπεζα προσπάθησε να το “ανεβάσει” αυξάνοντας τα επιτόκια καταθέσεων και αγοράζοντας μεγάλες ποσότητες ρουβλιών (με “σκληρό νόμισμα”). Αλλά ύστερα σταμάτησε, αφήνοντας το ρούβλι στην “τύχη” του.
Οι δυτικοί, και ειδικά οι αμερικάνοι, ελπίζουν ότι αφού με τόσο υποτιμημένο ρούβλι θα γίνουν πολύ ακριβότερες οι εισαγωγές (και μάλιστα των ειδών κατανάλωσης της ρωσικής “μεσαίας τάξης”), αυτή η μεσαία τάξη αργά ή γρήγορα θα ξεσηκωθεί εναντίον του καθεστώτος Πούτιν. Το καθεστώς απ’ την μεριά του κάνει τους δικούς του λογαριασμούς. Πρώτον, η μείωση των εισαγωγών εμπορευμάτων τιμολογημένων σε σκληρό νόμισμα θα δώσει μια ώθηση της παραγωγής ρωσικών “υποκατάστατων”. Δεύτερον, το διεθνές εμπόριό του σε “εθνικά νομίσματα” με διάφορους “εταίρους” (απ’ την κίνα ως τα λατινοαμερικάνικα κράτη) θα εξισορροπήσει διάφορες (αν και όχι όλες τις) ελλείψεις. Και τρίτον, θα γίνουν πιο φτηνές (με όρους ρουβλιού) οι άλλες εξαγωγές του, εκτός από πετρέλαιο και φυσικό αέριο: όπλα και πυρηνικά εργοστάσια...
[ επιστροφή ]