Πιθανόν, όσο περνάει ο καιρός, λιγοστεύουν εκείνοι που πιστεύουν ότι εφόσον η οικονομική διασύνδεση των καπιταλιστικών κρατών του πλανήτη είναι τόσο έντονη, είναι αδύνατο να γίνει (ξανά) παγκόσμιος πόλεμος. Αλλά παραμένουν αρκετοί. Αρκετοί που πιστεύουν ότι οι οικονομικές ή/και εμπορικές σχέσεις δεν είναι ανταγωνιστικές και, σε κάθε περίπτωση, είναι ασύμβατες με την μεγάλης κλίμακας καταστροφή κεφαλαίου (: πόλεμος).
Δύσκολο (αν και όχι ακατόρθωτο) να καταλάβουν τέτοιου είδους “αισιόδοξοι” τι είναι ο καπιταλισμός. Δύσκολο ακόμα κι αν διαβάσουν το επόμενο κείμενο. Αλλά εμείς το θεωρούμε χρήσιμο. Επειδή φωτίζει (και σε ορισμένα σημεία λέει ανοικτά) τι ακριβώς είναι αυτή η πλανητική “οικονομική διασύνδεση”· ή, πιο σωστά, πως την εννοούν εκείνοι που θεωρούν ότι την καθοδηγούν. Πρόκειται για ομιλία του αμερικάνου πρεσβευτή Michael Froman στο συμβούλιο διεθνών σχέσεων του αμερικανικού κογκρέσου, στις 16 του περασμένου Ιούνη, με τίτλο η στρατηγική λογική του εμπορίου. Ποιος ξέρει; Μπορεί κάπου, κάποτε να (σας / μας) φανεί χρήσιμο:
Την προηγούμενη εβδομάδα συμπληρώθηκαν 80 χρόνια απ’ το νόμο “αμοιβαίων εμπορικών συμφωνιών” [reciprocal trade agreement act] του 1934. Εκείνος ο νόμος, που εγκρίθηκε απ’ το κογκρέσσο του New Deal και υπογράφτηκε απ’ τον Franklin Roosevelt, ήταν επανάσταση στην εμπορική πολιτική και προπομπός εκείνου που σήμερα ονομάζουμε trade promotion authority. Είχε επίσης σημαντικές συνέπειες στην εξασφάλιση της αμερικανικής ηγεμονίας στις παγκόμιες υποθέσεις.
Ο νόμος αμοιβαίων εμπορικών συμφωνιών ήταν διανοητικό παιδί του υπουργού εξωτερικών του Roosevelt, του Cordell Hull. Βλέποντας πως οι μεγάλοι δασμοί έπνιγαν το αμερικανικό εμπόριο στις αρχές της δεκαετίας του 1930, ο Hull κατάλαβε ότι η οικονομική ανάκαμψη στο εσωτερικό εξαρτιόταν απ’ την επέκταση του εμπορίου εκτός συνόρων. Σαν πρώην γερουσιαστής ο Hull καταλάβαινε επίσης ότι οι Ηπα θα πρέπει να διαπραγματεύονται τις εμπορικές συμφωνίες τους με άλλα κράτη με μια ενιαία φωνή. [1Αυτό σημαίνει ότι οι διακρατικές εμπορικές συμφωνίες δεν θα πρέπει να επικυρώνονται από θεσμούς όπως το κογκρέσσο ή η γερουσία, επειδή εκεί διαφορετικά και αντικρουόμενα συμφέροντα θα μπορούσαν να τις ακυρώνουν. Αντίθετα, θα πρέπει να εξουσιοδοτείται ο αμερικάνος πρόεδρος και η κυβέρνησή του να τις διαπραγματεύεται (με τους ειδικούς της) και να τις υπογράφει• πράγμα το οποίο όντως συμβαίνει.]
Με την σύμφωνη γνώμη του κογκρέσσου η κυβέρνηση Roosevelt έκλεισε 19 τέτοιες εμπορικές συμφωνίες στα 5 πρώτα χρόνια του προγράμματος. Και κάνοντάς το, θεμελίωσε την βασική στρατηγική λογική του εμπορίου. Επεκτείνοντας το εμπόριο οι Ηπα έκτισαν την δική τους οικονομία, επεξέτειναν την ευημερία και δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για την απόκτηση ισχυρού στρατού και δύναμης και επιρροής διεθνώς.
Η φιλελευθεροποίηση του εμπορίου φρέναρε με την έναρξη του Β παγκόσμιου πολέμου, αλλά μετά το τέλος του οι πρόεδροι Truman και Eisenhower δεν καθυστέρησαν καθόλου να γυρίσουν στο σημείο που είχε αφήσει τα πράγματα ο Roosevelt. Ως το 1962 ο νόμος αμοιβαίων εμπορικών συμφωνιών είχε αναθεωρηθεί 11 φορές, εμπνέοντας το πρόεδρο Kennedy να πει ότι αποτελεί “μια έκφραση της ηγεσίας της Αμερικής στον ελεύθερο κόσμο· ένα σύμβολο του αμερικανικού στόχου να ενθαρρυνθούν τα ελεύθερα έθνη να αναπτυχθούν μαζί”.
Το πρόγραμμα αμοιβαίων εμπορικών συμφωνιών του Franklin Roosevelt έριξε τον σπόρο αυτού που σήμερα είναι το παγκόσμιο σύστημα εμπορίου. Σαν βασικός αρχιτέκτονας και φύλακας αυτού του συστήματος, η Αμερική έχει υπάρξει ένας ανάμεσα στους κυριότερους ωφελημένους, ακόμα κι αν προσέφερε δυσανάλογη πρόσβαση στην αγορά της σε ορισμένους συνεταίρους της, έτσι ώστε να ανασυγκροτηθούν και να αναπτύξουν τις οικονομίες τους. Κάναμε αξιοσημείωτες υποχωρήσεις κοντοπρόθεσμα γιατί είχαμε την σιγουριά ότι μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα θα είμαστε οι κυριότεροι ωφελημένοι αυτού του συστήματος. Αυτό το σύστημα έφερε δουλειές στο έδαφός μας, συμμάχους στην άμυνά μας, ειρήνη και ευημερία σ’ όλο τον κόσμο, σ’ όσους επέλεξαν την ανοικτοσύνη, την ελευθερία και την τιμιότητα.
Τα τελευταία χρόνια ωστόσο οι τεκτονικές αλλαγές όπως η παγκοσμιοποίηση, οι τεχνολογικές αλλαγές και η άνοδος των αναπτυσσόμενων οικονομιών έχουν μετασχηματίσει το διεθνές περιβάλλον, προκαλώντας ερωτήματα για το κατά πόσο οι ισχύοντες κανόνες και τα θεσμικά πλαίσια πρέπει να αναβαθμιστούν και για το κατά πόσον άλλοι είναι διατεθειμένοι να ζήσουν με τους υπολογισμούς που κάνουμε εμείς σαν οργανωτές του παγκόσμιου συστήματος. Όπως είπε ο πρόεδρος Obama τον περασμένο μήνα στο West Point, “Όπως αλλάζει ο κόσμος έτσι πρέπει να αλλάξει κι αυτή η αρχιτεκτονική”.
Βρισκόμαστε λοιπόν σ’ αυτό το σημείο αναδόμησης: να ξαναζωντανέψουμε τους κανόνες, τις σχέσεις και τους θεσμούς που αποτελούν τις προϋποθέσεις του παγκόσμιου εμπορικού συστήματος. Αναπτύσσουμε πολυμερείς συμφωνίες για να προωθήσουμε το άνοιγμα των αγορών και την υιοθέτηση υψηλού επιπέδου προδιαγραφών, μετασχηματίζουμε βασικά προγράμματα και αναζωογονούμε το πολυμερές σύστημα λαμβάνοντας υπ’ όψη τις αλλαγές στο τοπίο της παγκόσμιας οικονομίας. Μπορεί να μην κρατήσουμε την ίδια θέση που είχαμε στο τέλος του Β παγκόσμιου πολέμου, αλλά σαν η χώρα με τη μεγαλύτερη αγορά στον κόσμο και ένα πλούσιο δίκτυο συμμαχιών και συνεταιρισμών, συνεχίζουμε να καθοδηγούμε τις μεταρρυθμίσεις και τις καινοτομίες στα διεθνή fora. [2Είναι γνωστό ότι οι ηπα δεν είναι η χώρα με τη μεγαλύτερη εσωτερική αγορά παγκόσμια... Άλλο θέμα οι συμμαχίες και οι συνεταιρισμοί....]
Η στρατηγική λογική αυτής της ατζέντας είναι εξίσου σημαντική όπως η οικονομική· αλλά τι σημαίνει αυτό πρακτικά;
Η αμερικανική ηγεσία όπως ασκείται μέσω του εμπορίου μπορεί να ενισχύσει τη δύναμή μας - τη δύναμη της οικονομίας των Ηπα, μέσω της καθιέρωσης κανόνων που αντιπροσωπεύουν τόσο τα συμφέροντά μας όσο και τις αξίες μας. Μπορεί να ενισχύσει τις μεταρρυθμίσεις που προωθούν την ανοικτοσύνη και τον πλουραλισμό, μπορεί να δυναμώσει τις συμμαχίες και τους συνεταιρισμούς μας, και να συμβάλλει στην παγκόσμια ανάπτυξη.
Μπορώ να δείξω σύντομα πως η εμπορική πολιτική των Ηπα εξυπηρετεί τον καθένα απ’ αυτούς τους πέντε στρατηγικούς σκοπούς.
Για το μεγαλύτερο μέρος του 20ου αιώνα, η στρατηγική σημασία του εμπορίου - και της διεθνούς οικονομικής πολιτικής, πιο γενικά - έχει ειδωθεί μέσα απ’ το πρίσμα της στρατιωτικής ισχύος. Στο βαθμό που η οικονομική πολιτική σχετίζεται με την εξωτερική πολιτική και την εθνική πολιτική ασφάλειας, η εμπορική πολιτική έχει αντιμετωπιστεί σαν κάτι που δουλεύει για τις άλλες. Μια δυνατή οικονομία επιτρέπει στις Ηπα να έχουν ένα δυνατό στρατό, και ένας δυνατός στρατός, απ’ την άλλη, είναι η βαση για την προώθηση της αμερικανικής ισχύος και επιρροής.
Σήμερα το εμπόριο ενδυναμώνει πάντα την πιο θεμελιώδη πηγή της ισχύος μας: την οικονομία. Όμως εκείνο που έχει αλλάξει είναι ότι το οικονομικό αποτέλεσμα, από πολλές απόψεις, έχει γίνει το βασικό μέτρο για το τι είναι η ισχύς η ίδια. [3Πιθανότατα αναφέρεται έμμεσα στο κατά πόσον οι ηπα θα συνεχίσουν να είναι αξιόπιστοι οφειλέτες.] Σ’ ένα κόσμο όπου οι δυνάμεις της αγοράς έχουν αποκτήσει τόσο βάρος όσο ο στρατός, το εμπόριο είναι ένας πολλαπλασιαστής δύναμης, μια επένδυση στην αμερικανική ισχύ, σκληρή και μαλακή. Η αμερική είναι η μήτρα νέων ιδεών, των αυριανών καινοτομιών, και ο καθοδηγητής των καινοτομιών παγκόσμια. Είναι το κέντρο της έρευνας και της ανάπτυξης, και της ψηφιακής οικονομίας. Η οικονομική ισχύς δεν μετριέται απλά με το αεπ, παρότι η συμβολή του εμπορίου στην οικονομική ανάπτυξη είναι σημαντική. Το εμπόριο μετράει επίσης την ανταγωνιστικότητα των Ηπα και την ικανότητά τους να παίρνουν αυτό που δημιουργείται εδώ και να το κάνουν κανόνα της οικονομικής δραστηριότητας παγκόσμια.
Αυτός είναι ο λόγος που ο πρόεδρος Obama έχει κάνει το εμπόριο κεντρικό μέρος της οικονομικής του στρατηγικης για την δημιουργία θέσεων εργασίας, για την ενίσχυση της ανάπτυξης και την ενδυνάμωση της μεσαίας τάξης. Μερικά νούμερα: υπό την ηγεσία του προέδρου Obama οι εξαγωγές των Ηπα έχουν φτάσει σε επίπεδα ρεκόρ, στα 2,3 τρισεκατομμύρια δολλάρια τον χρόνο. [4Το ποσό δεν λέει τίποτα από μόνο του. Οι Ηπα είναι μόνιμα ελλειματικές στο εμπόριό τους με την ε.ε., επί ολλά χρόνια - για παράδειγμα.] Η αύξηση στις εξαγωγές ευθύνεται για το ένα τρίτο του συνόλου της αμερικανικής ανάπτυξης τα τελευταία 5 χρόνια. Κάθε επιπλέον 1 δισ. δολάρια εξαγωγών υποστηρίζει από 5.400 ως 5.900 θέσεις εργασίας στις ηπα. Τα τελευταία 4 χρόνια οι αυξημένες εξαγωγές έχουν στηρίξει 1,6 εκατομμύρια θέσεις εργασίας· θέσεις εργασίας που αμείβονται με 13% έως 18% παραπάνω, κατά μέσο όρο, σε σχέση με τις θέσεις εργασίας που δεν σχετίζονται με εξαγωγές.
Πέρα απ’ την επίδρασή τους στις θέσεις εργασίας, στην ανάπτυξη και στην ισχύ της αμερικανικής οικονομίας, οι εμπορικές διαπραγματεύσεις είναι στρατηγικής σημασίας επειδή είναι ο μηχανισμός μέσω του οποίου καθορίζουμε τους κανόνες του παιχνιδιού, τις προδιαγραφές στις οποίες θα πρέπει να υπακούουν τα κράτη, τους κανόνες που θα δημιουργήσουν μια αίσθηση δικαιοσύνης μεταξύ των οικονομιών, και τις διαδικασίες μέσα απ’ τις οποίες οι διαφωνίες - που αναπόφευκτα προκύπτουν - θα λύνονται ειρηνικά. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό σε εποχές γρήγορων αλλαγών.
Καλωσορίζουμε την άνοδο των αναδυόμενων οικονομιών, αλλά έχουμε ανησυχίες για το κατά πόσο είναι διατεθειμένες να αναλάβουν τις ευθύνες που προκύπτουν απ’ τον αυξανόμενο ρόλο τους στην παγκόσμια οικονομία. Κι αυτό ήταν πρόκληση στην ολοκλήρωση των πολυμερών συμφωνιών του γύρου της Ντόχα. Υπογραμμίζει επίσης την αξία του να πιέσουμε προς πολυμερείς πρωτοβουλίες και να δουλέψουμε μαζί με χώρες που έχουν ανάλογους με τους δικούς μας στόχους έτσι ώστε να δημιουργηθούν υψηλά στάνταρ για το άνοιγμα των αγορών και την αντιμετώπιση των νέων προκλήσεων που αφορούν το παγκόσμιο εμπόριο. Πιέζοντας προς τα μπροστά μπορούμε να οδηγήσουμε άλλους να υιοθετήσουν νέους, υψηλού επιπέδου κανόνες, και να συμφωνήσουν σε πολυμερείς συνομιλίες.
Αυτή είναι η κινητήρια δύναμη πίσω απ’ τον συνεταιρισμό του Ειρηνικού [Trans-pacific Partnership, TPP] μια αναλυτική, υψηλού επιπέδου και φιλόδοξη διαπραγμάτευση μεταξύ των Ηπα και 11 άλλων ασιατικών κρατών του ειρηνικού. Ο TPP είναι σημαντικός στρατηγικά όσο και οικονομικά. Από οικονομική άποψη ο TPP θα ομαδοποιήσει μια ομάδα κρατών που αντιπροσωπεύουν το 40% του παγκόσμιου αεπ και περίπου το ένα τρίτο του παγκόσμιου εμπορίου. Από στρατηγική άποψη, ο TPP είναι μια λεωφόρος μέσω της οποίας οι Ηπα, δουλεύοντας με σχεδόν μια δωδεκάδα άλλα κράτη (και άλλη μισή δωδεκάδα που είναι σε αναμονή) θα παίξει ηγετικό ρόλο στη διαμόρφωση των κανόνων του παιχνιδιού σε μια κρίσιμη περιοχή του κόσμου.
Μέσω του TPP μπορούμε να φτιάξουμε το πεδίο για τους αμερικάνους εργαζόμενους και τις αμερικανικές επιχειρησεις. Διαμορφώνοντας ένα δυνατό σετ εργασιακών και περιβαλλοντικών κανόνων, μπορούμε να προωθήσουμε τον δίκαιο και βιώσιμο συναγωνισμό. Διαμορφώνοντας κανόνες για τις κρατικής ιδιοκτησίας εταιρείες σε κάθε εμπορική συμφωνία, μπορούμε να σιγουρευτούμε πως όταν τέτοιες εταιρείες ανταγωνίζονται ιδιωτικές επιχειρήσεις, το κάνουν σε εμπορική βάση και όχι με την άδικη χρήση κρατικών επιδοτήσεων που λαμβάνουν χάρη στην εύνοια της κυβέρνησής τους. Εισάγοντας τις παραδοσιακές εμπορικές αρχές στην ψηφιακή εποχή, θα σιγουρευτούμε ότι το παγκόσμιο εμπορικό σύστημα αντανακλά τις νέες τεχνολογικές εξελίξεις, έτσι ώστε να υπάρχει ένα ελεύθερο και ανοικτό Internet, ανεμπόδιστη ροή δεδομένων, και η δυνατότητα των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων να ενταχθούν αποτελεσματικά στην παγκόσμια οικονομία. Όλες αυτές οι προσπάθειες συγκλίνουν στην αναβάθμιση των κανόνων του παιχνιδιού για το παγκόσμιο εμπορικό σύστημα του 21ου αιώνα - μια αναβάθμιση που θα γίνει με τρόπο που να είναι συμβατός όχι μόνο με τα συμφέροντά μας αλλά και με τις αξίες μας. Εάν γίνει αυτό θα ενδυναμωθεί η οικονομία των Ηπα και, κατά συνέπεια, η ασφάλειά τους.
Είναι όμως σημαντικό ότι μια τέτοια εξέλιξη στηρίζει μια ευρύτερη ατζέντα αλλαγών.... Η εμπορική πολιτική των Ηπα είναι στρατηγικής σημασίας επειδή, επιπλέον, ενισχύει τους συνεταιρισμούς μας διεθνώς. Οι Ηπα είναι μια δύναμη του Ειρηνικού και ο TPP είναι μια σημαντική απόδειξη των προσανατολισμών μας σ’ αυτή την περιοχή μέσω της θεσμοποίησης της εμπλοκής μας. Ανάλογα, η λογική της δημιουργίας βαθύτερων δεσμών με την Ευρώπη μέσω του διατλαντικού εμπορικού και επενδυτικού συνεταιρισμού [Transatlantic Trade and Investment Partnership, T-TIP] είναι εξίσου ισχυρή. Οι οικονομικοί δεσμοί μας την Ευρώπη είναι ήδη ισχυροί: 1 δισ. δολλάρια εμπορίου κάθε χρόνο, 4 τρισ. δολλάρια επενδύσεων, 13 εκατομμύρια εργατών και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού που χρωστάνε τις θέσεις εργασίας τους σ’ αυτή την διατλαντική σχέση. Ο T-TIP αποτελεί μια σημαντική οικονομική ευκαιρία για την αύξηση των αμερικανικών εξαγωγών στη μεγαλύτερη αγορά των προϊόντων μας, και την προώθηση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας, ειδικά εάν γεφυρώσουμε τις μεταξύ μας αποκλίσεις στις προδιαγραφές και στα στάνταρτς χωρίς να κατεβάσουμε το επίπεδο ασφάλειας, υγιεινής και προστασίας του περιβάλλοντος.
Όμως πέρα απ’ την οικονομική λογική, ο T-TIP αποτελεί μια ιστορική ευκαιρία να δέσουμε τις οικονομικές μας σχέσεις με την ασφάλειά μας. Επιπλέον, πολλοί στην Ευρώπη βλέπουν τον T-TIP σαν ένα μηχανισμό που θα υποστηρίξει τις προσπάθειές τους να μεταρρυθμίσουν τις ενεργειακές πολιτικές τους και να διαφοροποιήσουν τις πηγές ενέργειας. [5Ή, με απλά λόγια: στόχος δικός μας και των φίλων μας στην ευρώπη είναι η ρωσία...]
Εν τέλει, η εμπορική πολιτική των Ηπα είναι στρατηγική επειδή συμβάλει στην παγκόσμια ανάπτυξη. Τροφοδοτώντας την οικονομική ανάπτυξη, το εμπόριο προσφέρει ευκαιρίες γι’ αυτούς που αλλιώς δεν θα είχαν καμία ελπίδα. Προωθώντας την καλή διακυβέρνηση, το εμπόριο είναι μια δύναμη σταθεροποίησης που προλαμβάνει την κατάρρευση των κρατών. Χάρη σε μεγάλο μέρος του παγκόσμιου εμπορίου, εκατοντάδες εκατομμύρια, μπορεί ένα ένα δισεκατομμύριο ανθρώπων, βγήκαν απ’ την φτώχια τις τελευταίες δεκαετίες κι αυτό, με τη σειρά του, δίνει την ευκαιρία να αντιμετωπιστούν τοπικά και διεθνή προβλήματα. Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν μερικές απ’ τις φτωχότερες αναπτυσσόμενες χώρες είναι μεγάλες, αλλά είναι ευκολότερο να αντιμετωπιστούν στο πλαίσιο της οικονομικής ανάπτυξης που προκαλεί το εμπόριο.
Αυτός είναι ο λόγος που ετοιμαζόμαστε για την πρώτη συνάντηση των ηγετών της Αφρικής και των Ηπα, την οποία ο πρόεδρος Ομπάμα έχει καλέσει για τον Αύγουστο, έτσι ώστε να προτείνουμε μηχανισμούς που θα ενισχύσουν τους οικονομικούς δεσμούς μας μ’ αυτήν την σημαντική περιοχή του κόσμου...
Έτσι η στρατηγική λογική του εμπορίου είναι ολοφάνερη. Κι αν δεν είναι, φανταστείτε τον 20ο αιώνα χωρίς το εμπόριο σαν μέσο για την επίτευξη στρατηγικών στόχων:
Φανταστείτε την ανάκαμψη της Αμερικής απ’ την Μεγάλη Ύφεση εάν το κογκρέσσο δεν είχε επιτρέψει στον Roosevelt να καταργήσει το νόμο Smoot-Hawley για τους δασμούς στις εισαγωγές, απλώνοντας το εμπόριο της χώρας.
Φανταστείτε το Σχέδιο Μάρσαλ, που έβγαλε την δυτική Ευρώπη απ’ τα ερείπα του Β παγκόσμιου πολέμου, χωρίς τα μέτρα εκείνα που υπήρξαν καταλύτης στην ανοικοδόμησή της.
Φανταστείτε σχεδόν 1 δισεκατομμύριο ανθρώπους να βγαίνουν απ’ τη φτώχια μεταξύ 1990 και 2010 χωρίς την επέκταση του παγκόσμιου εμπορίου.
Η στρατηγική λογική του εμπορίου διατρέχει σχεδόν κάθε σημαντική πλευρά της εξωτερικής πολιτικής των Ηπα.
...
Το ερώτημα και οι επιλογές που πρέπει να κάνουμε σήμερα αφορούν το αν θα εγκαταλείψουμε τα εργαλεία της αμερικανικής οικονομικής ηγεσίας και θα δούμε το μέλλον μας να σχηματίζεται απ’ την παγκοσμιοποίηση ή το αν θα μορφοποιήσουμε έγκαιρα τις εξελίξεις, προς όφελός μας.
Το τίμημα αυτής της δεύτερης προσέγγισης είναι ανεκτό, οικονομικά και στρατηγικά. Και θα είναι ακόμα μικρότερο μελλοντικά εξαιτίας του γεγονότος ότι εάν δεν δράσουμε εμείς θα το κάνουν άλλοι. Όπως είχε πει ο Roosevelt πριν 80 χρόνια “Ο κόσμος δεν μένει ακίνητος”.
Εάν δεν ηγηθούμε εμείς, κάποιος άλλος θα καλύψει το κενό ή, ακόμα χειρότερα, το κενό θα μείνει τέτοιο. Η επιρροή ακολουθεί το εμπόριο. Εάν οι Ηπα καθοδηγούν το εμπόριο, η επιρροή τους θα επεκταθεί. Εάν δεν κινηθούμε εμείς, άλλοι θα επωφεληθούν. Και μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι η οπτική τους θα είναι αντίθετη με τα αμερικανικά συμφέροντα και τις αμερικανικές αξίες.
Ωστόσο, σε μια εποχή αυξανόμενων εντάσεων στην Ασία και στην περιφέρεια της Ευρώπης, σε μια εποχή που η στρατηγική λογική του TPP και του T-TIP είναι καθαρή περισσότερο από ποτέ, η εμπορική πολιτική μας έχει γίνει πιο δύσκολη απ’ ότι το παρελθόν. Στον TPP για παράδειγμα η ομαδική δυναμική της διαπραγμάτευσης μεταξύ 12 κρατών είναι διαφορετική είτε με μια διμερή είτε με μια πολυμερή συμφωνία. Και επειδή η αγορά μας είναι σε μεγάλο βαθμό ανοικτή με τους περισσότερους απ’ τους εμπορικούς μας εταίρους, δεν είναι απλά η καλύτερη πρόσβαση στην αγορά μας ένας λόγος για να διαμορφωθούν ισχυρότεροι κανόνες. Αντίθετα, πρέπει να βρούμε τους κοινούς τόπους στα συμφέροντά μας.
Υπάρχει κι άλλος λόγος που τώρα τα πράγματα είναι πιο δύσκολα απ’ ότι στο παρελθόν. Οι βασικές παραδοχές που ιστορικά στήριξαν το εμπόριο έχουν ξεφτίσει. Πρέπει να ξανακτίσουμε αυτές τις παραδοχές διασφαλίζοντας ότι το εμπόριο γίνεται σωστά, ότι δημιουργεί ευκαιρίες για τους αμερικάνους εργαζόμενους και τις οικογένειές τους, μέσα απ’ την βελτίωση των εργασιακών και περιβαλλοντικών κανόνων σ’ όλο τον κόσμο· μέσα απ’ την εξασφάλιση του ότι μέσα απ’ τους νόμους προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας θα μπορούμε να προωθούμε την καινοτομία έχοντας ταυτόχρονα πρόσβαση σε προσιτά φάρμακα· εξασφαλίζοντας ότι εμείς διαμορφώνουμε το γήπεδο για κάθε μεγέθους επιχείρηση, ακόμα περισσότερο για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις· και φροντίζοντας να υπάρχει ένα ανοικτό Internet που επιτρέπει την ελεύθερη ροή των ιδεών και την ανάπτυξη της ψηφιακής οικονομίας.
Βρισκόμαστε ενώπιον μιας κρίσιμης επιλογής γι’ αυτή τη χώρα: είτε θα ηγηθούμε, είτε θα μείνουμε στην άκρη. Οικονομικά και στρατηγικά η σωστή απάντηση είναι μόνο μία.
Σας ευχαριστώ.
Μπορεί αυτή η ομιλία θα θεωρηθεί βαρετή. Για εμάς όχι. Ο Michael Froman δεν είναι όποιος κι όποιος. Εδώ και πάνω από ένα χρόνο είναι ο επικεφαλής της αμερικανικής αντιπροσωπείας στις διαπραγματεύσεις με την ε.ε. για τον T-TIP. Πριν είχε διατελέσει προεδρικός σύμβουλος για τις διεθνείς οικονομικές υποθέσεις, όντας ταυτόχρονα μέλος του εθνικού συμβουλίου ασφαλείας των ηπα. Πιο πριν είχε περάσει απ’ το επιτελείο της citigroup. Είναι, σαν να λέμε, “κάποιος που ξέρει για τι πράγμα μιλάει”. Η συγκεκριμένη ομιλία του έγινε επ’ ευκαιρία της συμπλήρωσης ενός χρόνου απ’ την ανάληψη της θέσης του στις διαπραγματεύσεις με την ε.ε.
Η συσχέτιση των εξαγωγών με την ισχύ ενός κράτους (ή μιας ομάδας κρατών, π.χ. ε.ε....), επιπρόσθετα και με την στρατιωτική ισχύ, έχει ακόμα μεγαλύτερη αξία εάν αποκασταθεί στη θέση του ένας κρίκος που λείπει απ’ την έκθεση του Michael Froman: το νόμισμα στο οποίο τιμολογούνται αυτές οι εξαγωγές. Άρα και η διεθνής αξία αυτού του νομίσματος, με βάση το ποσοστό του παγκόσμιου εμπορίου που τιμολογείται σ’ αυτό... Η αναγκαστική γέφυρα ανάμεσα στην εμπορική και την στρατιωτική ισχύ των ηπα είναι το δολλάριο. Αυτό είναι κάτι που ο Froman, και ο καθένας στη θέση του, θα προτιμούσε να μην θίξει.
Σαν καπιταλιστικό κράτος οι ηπα έχουν μόνιμα εμπορικό έλλειμμα. Ο αποπάνω πίνακας δίνει μια ιδέα επ’ αυτού. Τον Σεπτέμβρη του 2014, δυο μήνες μετά την ομιλία του Froman, το εμπορικό έλλειμμα των ηπα με την ε.ε. ήταν 11,8 δισ. δολάρια, με την κίνα 35,6 δισ. δολάρια, με τον καναδά 3,9 δισ. δολάρια. Το πρόβλημα (το οποίο ο Froman αναφέρει μεν αλλά δεν περιγράφει αναλυτικά) είναι πως τόσο η ε.ε. όσο και η κίνα θεωρούνται (και είναι) εμπορικοί / οικονομικοί ανταγωνιστές των ηπα. Κι αν η συσχέτιση μεταξύ εμπορίου και ισχύος έχει βάση, δεν είναι απλά “εμπορικοί / οικονομικοί” ανταγωνιστές...
Είναι γι’ αυτό το λόγο που έχει αποκτήσει σχεδόν υπαρξιακή σημασία για τις ηπα το να καταφέρουν να “δέσουν” αυτούς τους ανταγωνιστές με συμφωνίες τέτοιες - κι εδώ ο Froman είναι ακριβής και ειλικρινής - που να ταριάζουν με τα αμερικανικά συμφέροντα: να φρενάρουν τους ανταγωνιστές τους, να ενισχύουν τις ίδιες. Ο T-TIP, “συνεταιρισμός” που προτείνουν οι ηπα στην ε.ε. είναι τετοιου είδους· εν τω μεταξύ, και για να μην υπάρχουν παρεξηγήσεις, η Ουάσιγκτον προσπαθεί (και καταφέρνει) να ενισχύσει την στρατιωτική της παρουσία στην ευρώπη, ειδικά στην ανατολική, φτιάχνοντας και αξιοποιώντας το πραξικόπημα στην ουκρανία. Στην άλλη μεριά του κόσμου, ο TPP, αφήνει απέξω την κίνα (δεν είναι άραγε αυτή μια “δύναμη του ειρηνικού”;) και, φυσικά, την ρωσία· ούτε κι αυτή έχει καμιά σχέση με τον ειρηνικό. Με τον TPP η Ουάσιγκτον δεν προσπαθεί να “δέσει” την κίνα, αλλά να τις αφαιρέσει τις σημαντικές εμπορικές / οικονομικές επιρροές της στην ανατολική ασία, να την “στριμώξει” οικονομικά, την ίδια ώρα που προσπαθεί να την κυκλώσει στρατιωτικά.
Έχει το ενδιαφέρον του το ότι αυτές οι “εμπορικο/οικονομικές” κινήσεις της Ουάσιγκτον αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες· πράγματι, αισθητά μεγαλύτερες απ’ ότι στο παρελθόν όπως παραδέχεται ο Froman, χωρίς να δίνει στη συγκεκριμένη έκθεση περισσότερες λεπτομέρειες. Πρώτα πρώτα με τον TTP. “Κεντρικός συνεταίρος” σ’ αυτό το κόλπο θα έπρεπε να είναι το Τόκιο. Αλλά ο ιαπωνικός καπιταλισμός καθόλου δεν έχει ξεχάσει τι έπαθε απ’ τον αμερικανικό νομισματικό και χρηματοπιστωτικό πόλεμο στις αρχές της δεκαετίας του ‘90, τότε που η “κίτρινη απειλή” για την Ουάσιγκτον δεν ήταν ο κινέζικος καπιταλισμός αλλά ο ιαπωνικός. Ενώ το Τόκιο θέλει τις στρατιωτικές πλάτες της Ουάσιγκτον, δεν σκοπεύει να παραδοθεί αποδεχόμενο την κατάργηση διάφορων δασμών στις εισαγωγές, που προστατεύουν σημαντικά τμήματα της ντόπιας παραγωγής.
Επιπλέον το Πεκίνο δεν κάθεται με σταυρωμένα χέρια! Πέρα απ’ το πολιτικοστρατιωτικό “σύμφωνο της Σαγκάης” [6To “σύμφωνο της Σαγκάης” [Shanghai Cooperation Organisation / SCO] είναι ένα πολιτικο/στρατιωτικό σύμφωνο που περιλάμβάνει την κίνα, την ρωσία, το καζακστάν, το κιργιζιστάν, το τατζικιστάν και το ουζμπεκιστάν. Το ιράν και το πακιστάν έχουν κάνει επίσημη αίτηση συμμετοχής, αλλά παρά την κατ’ αρχήν θετική γνώμη των μελών του SCO για διάφορους λόγους δεν έχουν γίνει ακόμα επίσημα μέλη, διατηρούν όμως το status του “παρατηρητή”. Το ίδιο status έχει και η τουρκία, η ινδία, το αφγανιστάν, η μογγολία, και η λευκορωσία.] το Πεκίνο προωθεί μια δική του version “εμπορικής / οικονομική συνεργασίας”, την “περιοχή ελεύθερου εμπορίου της ασίας / ειρηνικού” - FTAAP. Σε αντίθεση με τον αμερικανικής έμπνευσης TTP ο FTAAP δεν αποκλείει κανέναν, συμπεριλαμβάνει δηλαδή και τις ηπα, αλλά κι όλα τα (21) μέλη του νυν APEC, που είναι ο τρέχων (αλλά όχι ιδιαίτερα λειτουργικός πια) “σχηματισμός για την προώθηση του ελεύθερου εμπορίου” γύρω απ’ τον ειρηνικό... Αν και έχει προς το παρόν συμβολική παρά πρακτική σημασία, στην πρόσφατη σύνοδο των μελών του APEC, στο Πεκίνο, παρόντος τόσο του Ομπάμα όσο του Πούτιν και των υπόλοιπων πολιτικών βιτρινών της περιοχής, η κινεζική πρόταση εγκρίθηκε “προς μελέτη”. Θα πάρει κανά δυο χρόνια να γίνει αυτή η μελέτη... Το βασικό είναι ότι το Πεκίνο προσπαθεί να μπλοκάρει τον αμερικανικό TTP με μια σχετικά παρόμοια πρόταση, που όμως χωράει περισσότερους και, το κυριότερο, δεν είναι του είδους που περιγράφει πιο πριν ο Froman: να αναγκάσουμε τους άλλους να υπηρετούν τα αμερικανικά συμφέροντα. Είναι του είδους να δελεάσουμε (ή να εξαγοράσουμε) τους άλλους να υπηρετήσουν τα κινεζικά συμφέροντα...
Τα δεδομένα δεν είναι καλύτερα για την Ουάσιγκτον στην άλλη διαπραγμάτευση, αυτήν του T-TIP. Προφανώς τα “εμπόδια” και τα “σουρσίματα” δεν ανακοινώνονται· εξάλλου οι διαπραγματεύσεις είναι μυστικές, πράγμα που έχει προκαλέσει ένα μεγάλο κύμα αντιδράσεων (και όχι μόνο μέσω υπογραφών...) στην ε.ε. Η οποία ε.ε. έχει μόνιμα εδώ και πολλά χρόνια σημαντικό πλεόνασμα στο εμπόριό της με τις ηπα (πράγμα που σημαίνει ότι “δεν καίγεται”), και επιπλέον έχει ένα όπλο που δεν έχει χρησιμοποιήσει ακόμα στον μέγιστο βαθμό: μια αξιόλογη υποτίμηση του ευρώ. [7Τα γαλλικά αφεντικά θέλουν μια ισοτιμία ευρώ δολαρίου 1:1• και ποιο ευρωπαϊκό αφεντικό δεν θα την ήθελε; Το θέμα είναι “πως” και, κυρίως, “πότε”. ] Απ’ την άλλη μεριά οι απαιτήσεις της Ουάσιγκτον (απ’ την ελεύθερη καλλιέργεια μεταλλαγμένων βασικών φυτών ως το δικαίωμα των εταιρειών να πηγαίνουν στα δικαστήρια τις κυβερνήσεις όταν θεωρούν ότι θίχτηκαν) είναι υπερβολικές ακόμα και με κριτήρια ευρω-καπιταλιστικά. Ποιός ξεχνάει την αργεντινή και την αμερικανική δικαστική γνωμοδότηση για το χρέος της; Ποιός μπορεί να ξεχάσει πως ακριβώς εννοεί την “ελευθερία του internet” η Ουάσιγκτον; Και, φυσικά, ποιός αγνοεί την σχέση εμπορίου και ισχύος; Ακόμα κι αν, λοιπόν, η ε.ε. (πιο σωστά: το Βερολίνο και οι συμμαχοί του...) δηλώνουν αδυναμία μπροστά στους στρατιωτικούς ελιγμούς της Ουάσιγκτον στο ευρωπαϊκό έδαφος (ελιγμούς στους οποίους οι ίδιοι άνοιξαν την πόρτα), όπως συμβαίνει και με το Τόκιο, δεν έχουν λόγους “να κατεβάσουν τα βρακιά” εκεί που έχουν όντως δύναμη.
Το πρώτο σημαντικό πολιτικό συμπέρασμα που μπορούμε να βγάλουμε με σιγουριά είναι ότι η περιβόητη “παγκοσμιοποίηση” έχει τελειώσει. Αν, μάλιστα, θέλουμε να είμαστε ακριβείς, το τέλος της μετράει επτά χρόνια, απ’ το 2007, όταν απέτυχαν οριστικά οι υπό την αιγίδα του π(αγκόσμιου) ο(ργανισμού) ε(μπορίου) διαπραγματεύσεις για την πλήρη απελευθέρωση του διεθνούς εμπορίου, ο λεγόμενος “γύρος της Ντόχα”. Ως τότε τα αρχικά π.ο.ε. ήταν, σχεδόν, στην ημερήσια διάταξη. Πόσες φορές τα έχει ακούσει κάποιος τα τελευταία χρόνια;
Αυτό που ακολούθησε το ναυάγιο της “παγκόσμιας απελευθέρωσης του εμπορίου” (τόσο εξαιτίας των πρωτοκοσμικών ενδοκαπιταλιστικών αντιθέσεων όσο και των αντιδράσεων των “φτωχών”, “αναπτυσσόμενων” κρατών) είναι αυτό που περιγράφει, από αμερικανική σκοπιά, ο Froman: προσπάθειες και αντίπαλες προσπάθειες για την δημιουργία είτε “περιφερειακών μπλοκ” εμπορικής / οικονομικής / νομισματικής συνεργασίας, είτε οι μάλλον απελπισμένες προσπάθειες της Ουάσιγκτον να συγκρατήσει όσα περισσότερα μπορεί απ’ την παλιά ηγεμονία της.
Αυτά τα μπλοκ, ή καλύτερα η περίμετρος του καθενός, δεν είναι οριστικοποιημένα· πράγμα λογικό αφού φαίνεται να υπάρχουν “κράτη πυρήνα” που ηγούνται, και άλλα που παζαρεύουν την θέση τους εδώ ή εκεί. Υπάρχουν διάφορες συνομαδόσεις, παλιότερες ή νεώτερες· ακόμα και η “ευρασιατική ένωση”, στην οποία ηγείται η Μόσχα, πρέπει να ληφθεί κάπως υπ’ όψη. Το σίγουρο είναι ότι διεξάγεται ήδη ένας πόλεμος, που υποχρεωτικά θα οξυνθεί όσο περνάει ο καιρός, για να συγκροτηθούν ή/και να διαλυθούν τέτοια οικονομικά μπλοκ. [8] Υπάρχει μια ρευστότητα λοιπόν, που διαδέχεται την αποτυχία της “παγκόσμιας απελευθέρωσης του εμπορίου” και βρίσκεται ένα ή λίγο περισσότερα στάδια πριν την ωμή και τελική όξυνση του τρέχοντος ενδοκαπιταλιστικού ανταγωνισμού.
Τα όπλα, σ’ αυτή τη φάση συγκροτήσεων και αποσυγκροτήσεων δεν είναι οι δασμοί στις εισαγωγές· ή, έστω, όχι μόνον αυτοί. Είναι οι ανταγωνιστικές υποτιμήσεις των νομισμάτων. Είναι οι στοχευμένες κινήσεις / επιθέσεις του συγκεντρωμένου (πραγματικού ή λογιστικού) χρήματος. Είναι οι προδιαγραφές και τα στάνταρ διάφορων εμπορευμάτων (για το καλό της εργασίας, για το καλό της φύσης, κλπ). Είναι οι “ελευθερίες” και οι “προστασίες” στον κυβερνοχώρο. Είναι τα “πνευματικά δικαιώματα”. Είναι οι πολιτικές μεσολαβήσεις και οι διακρατικές (εμπορικές / οικονομικές) συμφωνίες. Είναι οι βίαιες μετακινήσεις εργατών και εργατριών. Είναι η προπαγάνδα και η ιδεολογία, “υπέρ” ή “κατά” πολιτικών, κρατών, κλπ. Είναι η αξιοποίηση της μικροαστικής βαρβαρότητας που εμφανίζεται σαν το μόνο που μπορεί, σαν ελαφρύς ή βαρύς [μετα]φασισμός.
Η ομιλία του Froman “μυρίζει”, και σε κάποια σημεία παραδέχεται, συγκρούσεις. Συγκρούσεις που ήδη γίνονται, συγκρούσεις που έρχονται. Οι “αναδυόμενες οικονομίες” δείχνουν να είναι “ανεύθυνες” σύμφωνα με την αμερικανική οπτική, δηλαδή δεν υιοθετούν τα αμερικανικά συμφέροντα. Επιπλέον, αυτοί που θα επωφεληθούν απ’ τους αμερικανικούς δισταγμούς, τις καθυστερήσεις ή τις αποτυχίες, είναι “εχθροί”. Και χωρίς να κατονομάζονται, δεν θα πρέπει να είναι αδύναμοι· διαφορετικά δεν θα χρειαζόταν καν η υπόμνηση ενός τέτοιου ενδεχόμενου.
Όμως αφού τα πράγματα έχουν ζορίσει, καμία υπεύθυνη αμερικανική (και όποια άλλη στον καπιταλιστικό κόσμο) κυβέρνηση δεν μπορεί να αφήσει τα πράγματα στην τύχη ή στη μοίρα. Δεν παίζονται μερικά ποσοστά του αεπ. Κρίνεται η ισχύς, η αναγνώρισή της, η άσκησή της. Οπότε;
(Αυτά που καταλήγουν στο “οπότε;” δεν τα λέμε εμείς... Ο Froman τα υπονοεί. Δηλαδή το αμερικανικό κράτος.)
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1 - Αυτό σημαίνει ότι οι διακρατικές εμπορικές συμφωνίες δεν θα πρέπει να επικυρώνονται από θεσμούς όπως το κογκρέσσο ή η γερουσία, επειδή εκεί διαφορετικά και αντικρουόμενα συμφέροντα θα μπορούσαν να τις ακυρώνουν. Αντίθετα, θα πρέπει να εξουσιοδοτείται ο αμερικάνος πρόεδρος και η κυβέρνησή του να τις διαπραγματεύεται (με τους ειδικούς της) και να τις υπογράφει· πράγμα το οποίο όντως συμβαίνει.
[ επιστροφή ]
2 - Είναι γνωστό ότι οι ηπα δεν είναι η χώρα με τη μεγαλύτερη εσωτερική αγορά παγκόσμια... Άλλο θέμα οι συμμαχίες και οι συνεταιρισμοί....
[ επιστροφή ]
3 - Πιθανότατα αναφέρεται έμμεσα στο κατά πόσον οι ηπα θα συνεχίσουν να είναι αξιόπιστοι οφειλέτες.
[ επιστροφή ]
4 - Το ποσό δεν λέει τίποτα από μόνο του. Οι Ηπα είναι μόνιμα ελλειματικές στο εμπόριό τους με την ε.ε., επί ολλά χρόνια - για παράδειγμα.
[ επιστροφή ]
5 - Ή, με απλά λόγια: στόχος δικός μας και των φίλων μας στην ευρώπη είναι η ρωσία...
[ επιστροφή ]
6 - To “σύμφωνο της Σαγκάης” [Shanghai Cooperation Organisation / SCO] είναι ένα πολιτικο/στρατιωτικό σύμφωνο που περιλάμβάνει την κίνα, την ρωσία, το καζακστάν, το κιργιζιστάν, το τατζικιστάν και το ουζμπεκιστάν. Το ιράν και το πακιστάν έχουν κάνει επίσημη αίτηση συμμετοχής, αλλά παρά την κατ’ αρχήν θετική γνώμη των μελών του SCO για διάφορους λόγους δεν έχουν γίνει ακόμα επίσημα μέλη, διατηρούν όμως το status του “παρατηρητή”. Το ίδιο status έχει και η τουρκία, η ινδία, το αφγανιστάν, η μογγολία, και η λευκορωσία.
[ επιστροφή ]
7 - Τα γαλλικά αφεντικά θέλουν μια ισοτιμία ευρώ δολαρίου 1:1· και ποιο ευρωπαϊκό αφεντικό δεν θα την ήθελε; Το θέμα είναι “πως” και, κυρίως, “πότε”.
[ επιστροφή ]
8 - Ένα τέτοιο οικονομικό μπλοκ που βρίσκεται ξεκάθαρα στο αμερικανικό στόχαστρο είναι η ε.ε. Αν όχι να διαλυθεί εντελώς, σίγουρα να συρρικνωθεί, “χάνοντας” διάφορα κράτη - μέλη, εάν είναι δυνατόν προς τον ευαίσθητο γεωπολιτικά “νότο”. Οι δημαγωγικές, ιδεολογικές προσπάθειες μ’ αυτό το στόχο διάφορων αμερικανικών και αγγλικών media, “ειδικών”, κλπ, είναι αναρίθμητες τα τελευταία πέντα χρόνια, με αφορμή την όξυνση της κρίσης και την διαχείρισή της. Φυσικά, αυτές οι προσπάθειες, εμφανίζονται σαν “κριτική” στο Βερολίνο και σαν “φιλία” προς τα αναξιοπαθούντα καπιταλιστικά κράτη του ευρωπαϊκού νότου.
Το έχουμε ξαναπεί, αλλά μας δίνεται δυστυχώς μια αφορμή να το ξαναπούμε: μιας και δεν υπάρχει από καπιταλιστική γεωπολιτική (και γεωστρατιωτική...) άποψη “νεκρός χώρος” στην ευρύτερη περιοχή όπου ζούμε, ο “αντιευρωπαϊσμός” (ή και ο “αντιγερμανισμός”) είναι πανεύκολα “φιλοαμερικανισμός” ή (ακόμα πιο εύκολο) “φιλοαγγλισμός”, ακόμα και σιωπηλά. Αυτά, φυσικά, όταν δεν υπάρχει (και δεν υπάρχει!!!!) μια καθαρά εργατική αντιπαλότητα, απαλλαγμένη από “εθνικές οικονομίες”, διαταξικές συμμαχίες, αντιμνημονιακές και αντι-Μέρκελ εθνικιστικές παπαριές.
Η αφορμή: μόνο που δεν άναψαν πυροτεχνήματα σε μια (ηλεκτρονική) γωνιά της κυβερνοαριστεράς, αναδημοσιεύοντας ένα άρθρο των αμερικανικών / καθεστωτικών financial times, την Κυριακή 24 Νοέμβρη, με τίτλο: τα κατεστημένα κόμματα οδηγούν την ευρώπη σε οικονομικό πυρηνικό χειμώνα.
Η εντυπωσιακή αρχή του αμερικανικού άρθρου είναι η εξής πρόταση:
Μπορεί να μην θεωρείτε τον εαυτό σας υποστηρικτή της ριζοσπαστικής αριστεράς, αν όμως ζούσατε στην ευρωζώνη το να υποστηρίζατε αυτές τις πολιτικές ίσως να ήταν η μοναδική επιλογή σας....
Και η τελευταία είναι η εξής:
... Εκτός αν τα κατεστημένα κόμματα μετακινηθούν από τις θέσεις τους και κάνουν ένα μεγάλο άνοιγμα προς τους οπαδούς του Podemos και του ΣΥΡΙΖΑ.
Εννοείται ότι οι διαχειριστές της ιστοσελίδας (και της υποτιθέμενης “αριστερής”, “φιλολαϊκής” κλπ πολιτικής) δεν θορυβήθηκαν καθόλου από ένα άρθρο γεμάτο ύμνους για τον συ.ριζ.α. αλλά και το ισπανικό podemos από τους καθεστωτικώτατους financial times. Ούτε ασχολήθηκαν να εξηγήσουν αυτήν την όψιμη αλλά ορμητική “φιλία”. Τι περιμένουν άραγε; Να βγει το αμερικανικό κογκέσσο φωνάζοντας “viva la revolution”; Μόνο έβαλαν την παραπάτω εισαγωγή στην αναδημοσίευση / μετάφραση του άρθρου, γνήσιο δείγμα στην τακτική της σύγχυσης. Την αφήνουμε ασχολίαστη:
Έκπληξη που αγγίζει τα όρια του σοκ , προκαλεί άρθρο του Wolfgang Münchau στους Financial Times, μία κατεξοχήν εφημερίδα της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, με το οποίο επαινείται η ριζοσπαστική αριστερά ειδικά για τις θέσεις της όσον αφορά το χρέος στην ευρωζώνη.
Ο αρθρογράφος συμφωνεί ευθέως με μια ριζοσπαστική αντιμετώπιση του χρέους στην ευρωζώνη, ως προϋπόθεση για μια αναζωογόνηση της οικονομίας της, πράγμα άλλωστε καθόλου ασύμβατο με μια καπιταλιστική λογική.
Άλλωστε η διαγραφή του χρέους δεν αντιπροσωπεύει κατ' ανάγκη αυτή καθεαυτή ένα αντινεοφιλελεύθερο μέτρο και πολύ περισσότερο ένα αντικαπιταλιστικό μέτρο, όσο και αν είναι προϋπόθεση για πολιτική προοδευτικού και σοσιαλιστικού προσανατολισμού.
Για εμάς τους περιθωριακούς δεν υπάρχει κανένα “σοκ”. Ποτέ δεν ήταν γι εμάς το “χρέος” ζήτημα που θα έπρεπε να ενδιαφέρει την τάξη μας. Και ποτέ δεν φάγαμε το παραμύθι ότι η περιβόητη “παγκοσμιοποίηση” (καθόλου πρωτότυπη για τον καπιταλισμό και την ιστορία του· ο κυρ Κάρολος είχε πει αρκετά γι’ αυτήν...) ήταν, ή θα μπορούσε να είναι, “αδέσποτη”· δεν ήταν, άραγε, το γαλλικό κράτος γενναιόδωρος υποστηρικτής των απανταχού antiglobal; Ήταν, θα έπρεπε να είναι, αυτή η “παγκοσμιοποίηση”, υπό την ηγεμονία κάποιας ομάδας αφεντικών. Κι αν αυτή η συγκεκριμένη “ομάδα αφεντικών” (αμερικανο-άγγλοι) βλέπει πια ότι χάνει το έδαφος κάτω απ’ τα πόδια της (“ο κόσμος έγινε πολυπολικός” λένε διάφοροι με χαρά - ωραία, να σβήσουμε τα φώτα να το φχαριστηθούμε!!!), είναι ικανή να λατρέψει για “πέντε λεπτά δημοσιότητας” ακόμα και την “ριζοσπαστική αριστερά”, εκεί, στη νοτιοανατολική πτέρυγα του νατο: εύκολο είναι, για εραστές της εξουσίας πρόκειται.
Τώρα η “ερώτηση σοκ”: τα αισθήματα είναι αμοιβαία;
(Κάποιος είπε κάποτε: όταν σε χαϊδεύει ο αντίπαλος ψάξε να βρεις το λάθος σου...)
[ επιστροφή ]