Απ’ τις αρχές Σεπτέμβρη τα κράτη μέλη της ε.ε. θα γίνουν πλουσιότερα. Βέβαια πρόκειται για λογιστικό πλουτισμό, αλλά πια τι δεν είναι λογιστική, και μάλιστα (if possible) δημιουργική; Συνεπώς ένα μέρος της “μαύρης οικονομίας” (δηλαδή των λιγότερο ή περισσότερο εγκληματικών - σύμφωνα με τους νόμους - οικονομικών δραστηριοτήτων) θα βγει απ’ το σκοτάδι και θα περιλαμβάνεται στον υπολογισμό του α(καθάριστου) ε(θνικού) π(ροϊόντος). Η πορνεία (που στην ευρώπη είναι βασικά απλή σωματεμπορία), το εμπόριο ναρκωτικών αλλά και το λαθρεμπόριο τσιγάρων, αναμένεται να αναγνωριστούν, επιτέλους, σαν πυλώνες μια ορισμένης ανάπτυξης. Φυσικά δεν είναι εύκολη διαδικασία, και δεν θα είναι καθόλου ακριβής. Θα γίνει κατ’ εκτίμηση, και με στατιστικές. Όμως δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά: δεν πρόκειται για αναγνώριση ενός πολύχρονου έρωτα μεταξύ λευκού και μαύρου καπιταλισμού, αλλά για κάτι σαν συνοικέσιο, όπου εύλογα υπάρχουν ασάφειες και αβεβαιότητες.
Ορισμένοι αποδίδουν αυτήν την εξέλιξη στην προσπάθεια διάφορων κρατών να μειώσουν το λόγο δημόσιου χρέους προς αεπ αυξάνοντας, έστω κι έτσι, το δεύτερο. Αν πρόκειται γι’ αυτό, τότε ο άλλοτε υπ.οικ. Γ. Αλογοσκούφης πρέπει να πάρει νόμπελ οικονομίας. Όμως, παρότι ο νεωτερισμός στον υπολογισμό του αεπ βολεύει και σ’ αυτό, ούτε η από Σεπτέμβρη διεθνής τακτική ούτε ο έλληνας Αλογοσκούφης είναι πρωτοπόροι. Αυτές οι κινήσεις εδράζονται σε μια σχετική οδηγία του οηε ήδη απ’ το 2008. Κι αυτή, με τη σειρά της, σε μια σειρά “οικονομολογικών προβληματισμών” που είναι παλιότεροι.
Ό,τι έχετε ευχαρίστηση... Για την εθνική ανάπτυξη ρε γαμώτο!
Αυτοί οι προβληματισμοί έχουν αξία (για εμάς) επειδή έχουν ένα φανερό τεχνικό σκέλος κι ένα λιγότερο φανερό πολιτικό. Περιστρέφονται γύρω απ’ τα ερωτήματα τι είναι ο πλούτος (των κοινωνιών) και πως μετριέται αυτό που είναι ο πλούτος (των κοινωνιών). Το αεπ είναι ο πιο αγαπημένος τρόπος μέτρησης, παρότι περικλείει λογικές αντιφάσεις και ηθικά γκρεμοτσακίσματα: ένα πολύνεκρο τροχαίο ή σιδηροδρομικό ή αεροπορικό ατύχημα αυξάνει το αεπ ενός καπιταλιστικού κράτους, εφόσον μ’ αυτό εμπλέκεται ένα φάσμα παροχής υπηρεσιών, ιδιωτικών (π.χ. κηδείες) ή δημόσιων (π.χ. δίκη για τις ευθύνες) που μπορούν να αποτιμηθούν σε χρήμα· θεωρούμε ότι οι απώλειες σε μισθούς ή κατανάλωση θα καλυφθούν γρήγορα από άλλους. Το ίδιο, ασφαλώς, συμβαίνει και με μια βόμβα - στο - ψαχνό...
Όταν το “τι είναι ο πλούτος” συνδέεται άμεσα και οργανικά με το “πως μετριέται αυτός ο πλούτος” τότε έχουμε ένα οικονομολογικό ερώτημα, όπου η ανίχνευση των απαντήσεων (δηλαδή η χρηματοδότηση ερευνών) μπορεί από μόνη της να αυξήσει λίγο ένα αεπ εδώ κι ένα εκεί. Αλλά το ζήτημα έχει μετατοπιστεί στην τεχνική του πλευρά, αφού η μέτρηση είναι, κατά κάποιον τρόπο, κριτήριο του προσδιορισμού. Εννοείται ότι το ποιός παράγει πραγματικά αυτόν τον πλούτο και το τι απολαμβάνουν οι πραγματικοί παραγωγοί του πλούτου απ’ το έργο τους είναι ερωτήματα εκτός συζήτησης.
Μία καταγωγή του προβληματισμού προέρχεται απ’ τις παγκόσμιες αρνήσεις των ‘70 (και μην πείτε “πάλι αυτές;” Ε, ναι, πάλι αυτές!!!) Το παράδειγμα που χρησιμοποίησαν οι προβληματιζόμενοι οικονομολόγοι είναι αυτός της νοικοκυράς, που μαγειρεύει για το μεσημεριανό τραπέζι. Είναι άμμισθη δουλειά (είπαν...) και συνεπώς η συγκεκριμένη παραγωγή δεν καταγράφεται πουθενά. Όμως είναι παραγωγή πλούτου, ειδικά αν οι νοικοκυρές / μαγείρισσες είναι εκατομύρια. Ανεκδοτολογώντας ένας διάσημος οικονομολόγος σχολίασε ότι “αν παντρευτώ μαγείρισσα - και σταματήσω να τρώω σε εστιατόρια - θα ρίξω το αεπ”. (Όταν όμως η μαγείρισσα τον χωρίσει το αεπ θα ξανανέβει - θα προσθέταμε). Οι προσπάθειες να προσδιοριστεί με χρηματικούς όρους ο πλούτος που παράγει μια νοικοκυρά απέτυχαν ωστόσο. Η πιο τολμηρή προσπάθεια υποστήριξε ότι η παραγωγή της νοικοκυράς θα πρέπει να αποτιμηθεί με το ίδιο ποσό που θα λάμβανε σαν μισθό εάν δούλευε στην επίσημη παραγωγή αντί να δουλεύει “οικιακά”. Μόνο που στην επίσημη παραγωγή υπάρχουν καθαρίστριες αλλά και διευθύνουσες σύμβουλοι· μια ιεραρχική γκάμα θέσεων και μισθών. Συνεπώς;
Η δεύτερη καταγωγή του προβληματισμού περί πλούτου και μέτρησής του αφορά την ραγδαία επέκταση της μαύρης οικονομίας στον καπιταλιστικό κόσμο. Σύμφωνα με αυτήν την προσέγγιση “εάν σε μια χώρα οι μισθωτοί χαλάνε τον μισό μισθό τους για ναρκωτικά, αφού αυτό το ποσό δεν καταγράφεται πουθενά σαν επίσημη δαπάνη / κατανάλωση, θα οδηγούνταν (οι ειδικοί) στο συμπέρασμα ότι αποταμιεύεται· πράγμα εντελώς λανθασμένο”. Στην ίδια κατηγορία με την υπηρεσία εμπόριο ναρκωτικών είναι και η υπηρεσία εμπόριο ερωτικών υποκειμένων / αντικειμένων: ελάχιστα ευρωπαϊκά κράτη έχουν νομιμοποιήσει την πορνεία, πράγμα που γενικά σημαίνει ότι η πληρωμή στους νταβατζήδες, μη εμφανιζόμενη επίσημα, θα οδηγούσε επίσης στο λανθασμένο συμπέρασμα της αποταμίευσης.
Μια τρίτη καταγωγή (που δεν εμπλέκεται στην τωρινή αλλαγή ωστόσο έχει παίξει έναν κάποιο ρόλο στους πρόσφατους προβληματισμούς) είναι οι λεγόμενες “άυλες καταστάσεις”. Η χαρά ή η λύπη, η αισιοδοξία ή η απαισιοδοξία, κλπ. Τ αισθήματα των πληθυσμών δεν είναι παράνομα (γενικά), οπότε υπάρχουν διάφοροι τεχνικοί της εξουσίας που υποστηρίζουν ότι θα έπρεπε να αποτιμώνται κάπως σαν “πλούτος”, επειδή (λένε) τα “καλά αισθήματα” είναι τελικά συντελεστές της παραγωγής στον υπό αναδιάρθρωση καπιταλισμό. Μια “χαρούμενη” κοινωνία (ακόμα και χαζοχαρούμενη) θα πρέπει να θεωρείται πλουσιότερη από μια κοινωνία σε κατάθλιψη, ακόμα κι αν τα συμβατικά μετρήσιμα μεγέθη του πλούτου τους είναι παρόμοια.
Απ’ αυτούς τους προβληματισμούς επιλέχτηκε τελικά η κατεύθυνση της “παράνομης παροχής υπηρεσιών”, σαν αφανής μεν πλούτος δε. Το ενδιαφέρον είναι ότι αυτή η επιλογή ΔΕΝ οδήγησε και ΔΕΝ οδηγήσει σε κάποιες μορφές νομιμοποίησης (εντός ή εκτός εισαγωγικών) έτσι ώστε οι σχετικές υπηρεσίες να περάσουν, εν μέρει ή ολικά στη λευκή, και άρα ευκολότερα μετρήσιμη πλευρά των πρωτοκοσμικών καπιταλισμών. Με έναν ακροβατισμό που είναι βαθιά πολιτικός (και άμεσα ή έμμεσα ταξικός) και κάνει σκόνη τις τεχνικές απαιτήσεις περί ακρίβειας στις μετρήσεις, τα καπιταλιστικά κράτη προτιμούν να μην ενοχλήσουν την εγκληματική οικονομία· απλά να προσθέσουν κατ’ εκτίμηση τις επιδόσεις της στους επίσημους λογαριασμούς τους. Σε άλλες εποχές, όχι πολύ παλιές, η απαίτηση για νομιμοποίηση της χρήσης οποιουδήποτε ναρκωτικού για ενηλίκους (και, άρα, της απαλλαγής πολλών τοξικοεξαρτημένων απ’ τις παράπλευρες, υποχρεωτικές εγκληματικές δραστηριότητες...) θα ήταν η φιλελεύθερη κοινοτοπία. Όχι τώρα όμως!!! Τώρα φαίνεται ότι η “γραμμή” είναι η εντελώς αντίθετη: αφ’ ενός να διατηρηθεί στο σύνολό της η εγκληματική οικονομία, εν προκειμένω η σχετική άμεσα ή έμμεσα με τους ναρκοβαρώνους (οποιαδήποτε μείωση της θα σημαίνει μείωση του αεπ!!!)· αφετέρου να υπολογιστεί χοντρικά σαν “εθνικός πλούτος”. Βαράτε και σνιφάρετε: κάνει καλό στο λογιστήριο της πατρίδας!
Το οξύμωρο αυτής της κατάστασης ξεπερνιέται μόνο εάν την αντιμετωπίσει κανείς υπό το πρίσμα του κρατικοποιημένου εγκλήματος και της γενικής επέκτασής του. Η κερδοφορία του εγκληματικού κεφάλαιου είναι συντριπτικά υψηλότερη απ’ του νόμιμου, με την εξαίρεση ίσως του χρηματοπιστωτισμού, με τον οποίο όμως τα αφεντικά του εγκλήματος έχουν άμεση και οργανική σχέση. Η ίδια η κρίση και η διαχείρισή της ευνοούν ακόμα περισσότερο την “μαύρη οικονομία”, κι αυτό δεν είναι (υποστηρίζουμε) ένα ατύχημα, μια αθέλητη παρενέργεια, αλλά η πιο καθαρή μορφή των “απορρυθμίσεων”.
Ο συνυπολογισμός, λοιπόν, τομέων των δραστηριοτήτων του εγκληματικού κεφάλαιου στα “ακαθάριστα εθνικά προϊόντα” διάφορων καπιταλιστικών κρατών (και μάλιστα πρώτης γραμμής) είναι κάτι παραπάνω από μια λογιστική επανόρθωση. Είναι, κατά κάποιον τρόπο, η μέσω λογιστηρίου πολιτική νομιμοποίηση του οργανωμένου (κρατικοποιημένου) εγκλήματος, και της βίας που ασκεί. Όπως συμβαίνει με το νόμιμο έτσι και με το εγκληματικό κεφάλαιο, δεν πρόκειται για “λεφτά”. Πρόκειται για σχέσεις, ειδικά σχέσεις εκμετάλλευσης. Αυτές οι σχέσεις παραμένουν βυθισμένες στη βία την ίδια στιγμή που η βία τους αναγνωρίζεται σαν παραγωγός πλούτου. Και μάλιστα εθνικού. Το γεγονός ότι προς το παρόν περιλαμβάνονται η πορνεία (στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων η βίαιη, απάνθρωπη δράση των διεθνών κυκλωμάτων σωματεμπορίας), τα ναρκωτικά (εδώ τι να πει κανείς; για το υπό ποιές συνθήκες παράγεται η κόκα / σκόνη; για τα βίτσια των ελίτ; ή για την εξαθλίωση των χαμηλότερων κρίκων εμπορίου των “χημικών”;), και τα λαθραία τσιγάρα είναι σχετικό. Μπορεί να γίνει μελλοντικά, μπορεί όχι, αλλά ανήκουν στην ίδια κατηγορία “παράνομης παροχής υπηρεσιών”: η απαγόρευση μετακίνησης των μεταναστών εργατών εκτός ευρώπης κι άρα τα κυκλώματα παράνομων διελεύσεών τους απ’ τα σύνορα· το εμπόριο ανθρώπινων οργάνων· οι νοικιασμένες μήτρες· το (λαθρ)εμπόριο όπλων· το (λαθρ)εμπόριο χρυσού· το εμπόριο νοθευμένων ποτών· το ξέπλυμα χρήματος γενικά· κλπ. Για κάθε ένα απ’ αυτά είναι αλήθεια ότι κάποιοι / κάποιες είναι στόχοι άγριας εκμετάλλευσης, και ότι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο “παράγεται πλούτος” που κάποιοι τον απολαμβάνουν χωρίς να καταγράφεται επίσημα. Για κάθε ένα απ’ αυτά, και για οτιδήποτε παρόμοιο, μπορεί να ανοίξει ένα κωδικός στα εθνικά λογιστήρια, και να καμαρώνουν οι αρμόδιοι για την “ανάπτυξη”.
Μπερδεύτηκα... Να πάρω την κατασκευαστική ή το υπουργείο οικονομικών;
Το ξέρουμε ότι φαίνεται υπερβολικό, για όσους / όσες εξακολουθούν να σκέφτονται ότι η νομιμότητα είναι ο αυστηρός κανόνας της καπιταλιστικής λειτουργίας. Επιμένουμε ωστόσο: εδώ έχουμε την ηχηρή πρώτη απόδειξη ότι ο καπιταλισμός πηγαίνει εκεί που τον βολεύει, όπως μπορεί, “εκτός νόμου”· και, ταυτόχρονα, εκπληρώνει τα εθνικά του καθήκοντα πανηγυρίζοντας.