Τα χαμπέρια για το ποια είναι η πραγματικότητα της διαχείρισης της κρίσης μπορεί να έρχονται, μεν, πότε πότε· αλλά παιρνούν απαρατήρητα. Αίφνης, για παράδειγμα, σαν μια σκιά στον κατάφωτο ορίζοντα του “η παλιοΜέρκελ φταίει” (κλπ) μαθαίνουμε ότι οι έλληνες πολυεκατομυριούχοι (αυτοί που έχουν δηλωμένη περιουσία από 30 μύρια και πάνω) που ήταν 709 το 2012 αυξήθηκαν σε 721 το 2013. Δεν ξέρουμε εάν και πόσο αύξησαν όχι μόνο τον αριθμό της τάξης τους αλλά και τις περιουσίες τους. Δεν ξέρουμε πόσοι ακόμα είναι στην ίδια κατηγορία αλλά “μαύροι”. Δεν ξέρουμε πόσοι είναι ακριβώς απο κάτω (“λιγοεκατομυριούχοι”), ή κάπως χαμηλότερα (“ελαχιστοεκατομυριούχοι”). Ξέρουμε, ευτυχώς, ότι δεν τα σκιάζει όλα η φοβέρα και η σκλαβιά. Τα (πολλά εκατομύρια) ευρώ που χάνονται απ’ τους μισθούς των εργατών ή απ’ τις συντάξεις, μαζεύονται ξανά στις σωστές τσέπες. Είναι μια παρηγοριά κι αυτό.
Απ’ την άλλη, εκείνοι που υποτίθεται μας παίρνουν την μπουκιά απ’ το στόμα, το γερμανικό ή/και το γαλλικό κράτος, ζορίζονται. Κι αυτό παρήγορο: μπορεί το παραμύθι να λέει ότι αυτοί, οι παλιοξένοι, μας πίνουν το αίμα, αλλά τους κάθεται στο λαιμό...
Το δυσάρεστο με την αυξανόμενη προκοπή (= συσσώρευση) των πετυχημένων συνελλήνων δεν είναι το ότι μπορεί να γίνουν αντικείμενο ζήλιας. Αλλά το ότι η ύπαρξή τους χαλάει το καλοστημένο παραμύθι ενός έθνους που υποφέρει, μιας πατρίδας που βρίσκεται υπό κατοχή, μιας λύτρωσης που θα έρθει σαν “εθνική απελευθέρωση”. Κι αν οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι (μέσα στην κρίση και την διαχείρισή της), αυτό δεν είναι η μοίρα. Γίνονται πλουσιότεροι επειδή εκείνοι που γίνονται φτωχότεροι τους το επέτρεψαν. Όμως, απ’ την άλλη, είναι ανόσιο να χρεωθούν οι αναξιοπαθούντες (πραγματικοί ή και φανταστικοί) την ευθύνη και την ενοχή του ταξικού συμβιβασμού τους. Συνεπώς, το φρόνιμο είναι τα παραμύθια να κρατήσουν πολύ. Ίσως κάποιος σύγχρονος μεγΑλέκος να βρει τα Γαυγάμηλα που τον περιμένουν (στις Βρυξέλες ή στο Βερολίνο) και να κατατροπώσει τους εχθρούς...
Οπότε;
Κάποιος γράφει επαγγελματικά τον επιτάφιο:
Πένθιμο μούδιασμα. Καταστάσεις που γεννούν αίσθηση ανοικείου - κάτι που “δεν το χωράει ο νους”. Άνθρωποι που μοιάζουν “τρελαμένοι”. Ψυχές επιρρεπείς στον φθόνο, την επιθετικότητα, τη στοχοποίηση και το μίσος απέναντι σε όποιον (άτομο ή κοινωνική ομάδα) διαφέρει ή εμφανίζεται ως διαφορετικός... Η απαξίωση των υλικών στοιχείων συμπορεύεται με τη διάβρωση του ανθρώπινου στοιχείου: στο πλαίσιο του ολικού κοινωνικού γεγονότος, που συνιστά την ελληνική κρίση, το τοπίο της καταστροφής μετά την κραιπάλη δεν αφορά μόνο τους αριθμούς. Ερείπια σωμάτων, ψυχών, ιδεών και σχέσεων είναι ο φοβερός ορίζοντας του παρόντος, του μέλλοντος μα και του παρελθόντος - μέσα από μια διαδικασία που παραπαίει μεταξύ αυτοκριτικής, αυτογνωσίας, αποποίησης ευθυνών και ενοχοποίησης του άλλου ή και όλων αδιακρίτως, δίχως διαβάθμιση και μέτρο.
Μια εικόνα: άγονη αναμονή των καταραμένων σ’ έναν σταθμό απ’ όπου πια δεν περνάει τρένο. Περιμένοντας, όσοι γονάτισαν καταριούνται κι άλλο όποιον δεν γονατίζει ίδια μ’ αυτούς, επειδή... τι; Όλοι υποφέρουν, αλλά δεν κινούνται. Ο χρόνος των ψυχών έχει αποκοπεί από τον χρόνο της ιστορίας. Τα ρολόγια δεν δείχνουν πια την ώρα. Αρρυθμία του παντός. Ελεγεία του τέλους που δεν έρχεται.
Η πίεση των περιστάσεων δεν εξηγεί αυτή τη διάχυτη, περιπαθή και εμπαθή αρνητικότητα - τη δυσανεξία όλων εναντίον όλων. Ιδιαίτερα δε, δεν εξηγεί το ότι η παρουσία και η ένταση αυτής της αρνητικότητας φτάνουν σε επίπεδα “περίεργα” ή “ακατανόητα” (έτσι λέγεται συνήθως) σε άτομα και ομάδες που πλήττονται βαρύτατα από την κρίση. Και όμως, αντί να δείχνουν αλληλεγγύη σε όσους πλήττονται κι εκείνοι και να διεκδικούν το καλύτερο για όλους, κάνουν κάτι “παράξενο”: εκδηλώνουν, με τρόπο έως και ανατριχιαστικό, την ευχή ‘να πάθουν και οι άλλοι κακό ίδιο με το κακό που έχω πάθει εγώ’.
Αυτά είναι λόγια ενός πανεπιστημιακού / ψυχαναλυτή / ψυχολόγου. [1Νίκος Σιδέρης, το κατά διαβόλου ευαγέλιο, πολιτική ψυχολογία της κρίσης, εκδ. μεταίχμιο, 2014.] Νοιώθετε τον πειρασμό να σχολιάσετε “καλώς τους κι ας άργησαν - οι ψυχολόγοι -, τους πρόλαβαν οι οικονομολόγοι”, ε; Λάθος. Ενόσω οι οικονομολόγοι μεγαλουργούσαν σαν οι Μεγάλοι Εξηγητές (απ’ το 2010), οι ψυχολόγοι έβλεπαν την πελατεία τους να φουσκώνει εκθετικά, χρόνο με το χρόνο. Μπορεί να θεωρηθεί και λογικό: ο οικονομολόγος πουλάει ερμηνεία· ο ψυχολόγος διάγνωση και θεραπεία.
Παράδοξο ή όχι, ήταν κυρίως η κυβερνοαριστερά και οι περίξ της που έχουν στεγάσει και τα δύο. Και τις οικονομολογικές ερμηνείες, και τις πολιτικοψυχολογικές διαγνώσεις. Το γενικό ιδεολογικό περίγραμμα είναι το ίδιο: αυτό μιας χώρας, της ελλάδας (και όχι ενός συστήματος εκμετάλλευσης, του ελληνικού καπιταλισμού) που γίνεται θύμα μιας διεθνούς κακοήθειας. Κατά συνέπεια (το γενικό ιδεολογικό περίγραμμα): μιας κοινωνίας στην οποία ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ (με τίποτα) να γίνει συνειδητή η ταξική πόλωση, και να εκφραστεί απ’ τους “απο κάτω” με την ίδια βία που υφίστανται. Εν τέλει: μιας κοινωνίας όπου δεν αυξάνονται οι εκατομμυριούχοι, ούτε καλοπερνάνε οι πλούσιοι σε βάρος άλλων. Όλοι υποφέρουν.
Σε μια πρόσφατη συνέντευξή του σε εφημερίδα της κυβερνοαριστεράς, [2Εφ. “εποχή”, 13 Οκτώβρη 2013, μια κουβέντα για την πολιτική ψυχολογία της κρίσης με τον ψυχίατρο - ψυχαναλυτή Νίκο Σιδέρη.] ο πιο πριν ειδικός ρωτιέται και απαντάει:
ερώτηση: Θεωρείς ότι αυτό έγινε σκόπιμα και συστηματικά στην Ελλάδα. Χρησιμοποιήθηκε, δηλαδή, η χώρα ως πειραματόζωο;
απάντηση: Όπως γνωρίζετε, η Χιλή του δικτάτορα Πινοσέτ ήταν το πειραματικό εργαστήριο του νεο-φιλελευθερισμού, ως προς την οικονομική πολιτική του. Θεωρώ ότι, αντιστοίχως, η Ελλάδα του μνημονίου είναι το πειραματικό εργαστήριο της στρατηγικής που έχει στόχο την κατάλυση του ευρωπαϊκού κοινωνικού κεκτημένου, του κράτους προνοίας και κάθε πολιτικής ρύθμισης του νεο-φιλελεύθερου αγριανθρωπισμού, χωρίς αντίσταση, με εργαλείο ακριβώς τον ευνουχισμό της πολιτικής (και όχι μόνο) σκέψης των ανθρώπων. Η Ελλάδα φαίνεται να είναι ένα εξαιρετικό πειραματόζωο: έχει μικρό μέγεθος και “παράξενους”, δύστροπους ανθρώπους. Αν αυτοί υποταχθούν θα πει ότι και άλλοι λαοί, που είναι πιο πειθήνιοι - οι Ελβετοί ή οι Βόρειοι, για παράδειγμα -, είναι πολύ πιο εύκολο να τους χειριστείς. Πιστεύω ότι εξελίσσεται ένα αληθινό κοινωνικό πείραμα. Και δεν χρειάζεται πάντα η συνομωσία για να έχεις ένα κέντρο που οργανώνει τις ψυχολογικές επιχειρήσεις επηρεασμού της κοινής γνώμης. Κάθε κράτος και κάθε κόμμα, που σέβεται τον εαυτό του, έχει αντίστοιχες “υπηρεσίες”. Και επισήμως, άλλωστε, υφίσταται σε διάφορες χώρες και περιόδους “Υπουργείο τύπου και πληροφοριών”, δηλαδή προπαγάνδας! Άλλωστε, η ενορχήστρωση των μνημονιακών μέσων, εντός και εκτός Ελλάδος, είναι θαυμαστή και πασίδηλη. Αν και αυτό δεν είναι πειστήριο ως προς τον παρατεταμένο ψυχολογικό πόλεμο που διεξάγεται με στόχο τα μυαλά των πολιτών, τότε ζούμε σε μια υπερκόσμια, παραδείσια χώρα, όπου στην πολιτική δεν υφίσταται σκοπιμότητα, δόλος, στρατηγική και προπαγάνδα.
Χα!!! Εθνική μυθολογία (εθνική ψύχωση) με την βούλα: οι “παράξενοι”, δύστροποι κάτοικοι μιας φτωχής αλλά τίμιας χώρας! Το είπε κι ο γιατρός!!! Της χώρας που απ’ την πολύ φτώχια, την πολύ τιμιότητα, την πολλή παραξενιά και την πολλή δυστροπία κατάφερε να κάνει ρεκόρ cayenne αναλογικά με τον πληθυσμό, ρεκόρ ανεξιχνίαστων δολοφονιών μεταναστών, ρεκόρ βιασμών “δίμετρων ουκρανικών ή μολδαβικών μωρών”...
Το κυρίαρχο, αποδεκτό και πολιτικά αγαπημένο οικονομολογικό σχήμα είναι, ως γνωστόν, το εξής: η θηριώδης ε.ε., με αφέντη την θηριώδη γερμανία της θηριώδους Μέρκελ, “τρώει” τον εαυτό της, αρχίζοντας απ’ τον “αδύνατο νότο” κι ακόμα περισσότερο απ’ την “αδύνατη ελλάδα”. Το “πολιτικά ψυχολογικό” σχήμα, που έγινε γνωστό απ’ τα κηρύγματα όχι λίγων “απελευθερωτών”, είναι ανάλογο: η ελλάδα (οι έλληνες) είναι θύμα(τα) μιας οικονομικής και ψυχολογικής επίθεσης, ένας ψυχολογικός “δοκιμαστικός σωλήνας”. Ορισμένοι, κάπως ναΐφ, την είδαν και την βλέπουν αυτήν την ψυχο-επίθεση: μας ψεκάζουν...
Πρόκειται για σχήματα ανομολόγητα μεν αλλά ξεκάθαρα εθνικιστικά. Ο πόλεμος ΔΕΝ είναι “εσωτερικός”· έρχεται απ’ έξω. Ο εχθρός ΔΕΝ είναι γερά εδραιωμένος εδώ· έρχεται απ’ έξω (παρότι βρίσκει εδώ διάφορους δειλούς που τον υπηρετούν...). Η επίθεση ΔΕΝ είναι ταξική, είναι εθνοκρατική. Τα λάφυρα της επίθεσης ΔΕΝ τα νέμονται τα ντόπια αφεντικά· τα απολαμβάνουν οι “ξένοι δανειστές”. Εν τέλει ΔΕΝ υπάρχουν στην ελλάδα πολλοί πλούσιοι που ευημερούν, που έχουν επωφεληθεί απ’ την κρίση· ούτε υπάρχουν αφεντικά που σταθερά μετέφεραν τις απαιτήσεις τους στην περιβόητη “τρόικα” για να τις παρουσιάζει για δικές της. Προφανώς, επίσης, δεν υπάρχει (ούτε υπήρχε ποτέ) καπιταλισμός, με ό,τι συνεπάγεται αυτό. Υπάρχουν όμως πολιτικοί και μήντια...
Οι οικονομολόγοι, απέναντι στην καπιταλιστική πολιτική οικονομία, έχουν ένα προκαταβολικό χαρτί δήθεν αθώωτητας: την ερμηνεύουν και (κατά συνέπεια) μπορεί να κάνουν και λάθος. Όμως για τους πολιτικούς ψυχολόγους / (μαζικούς) ψυχαναλυτές τα πράγματα είναι πιο ζόρικα. Εάν αντιλαμβάνονται την πραγματικότητα εντελώς διαφορετικά απ’ ό,τι είναι, τότε είναι και οι ίδιοι παρανοϊκοί. Κι όσο περισσότερο επιμένουν να παρουσιάζουν σαν ανάλυση την παραμόρφωση της πραγματικότητας, τόσο περισσότερο παρανοϊκοί είναι.
Ξενώνας ανοικτής φιλοξενίας οικογένειας με διπολική διαταραχή
τα εξαίσια θύματα
Η θυματοποίηση αποτελεί (μπορεί και το κεντρικό) ιδεολογικό συστατικό της κυρίαρχης ελληνικής κουλτούρας πολύ πριν την κρίση. Είναι βασικό στοιχείο της εθνικής ιδεολογίας. [3Υποψιαζόμαστε, αλλά δεν το έχουμε μελετήσει, ότι η θυματοποίηση έχει άμεση σχέση με την (λεγόμενη) ορθόδοξη εκδοχή του χριστιανισμού - γι’ αυτό και είναι συνηθισμένη σ’ όλους τους πληθυσμούς της ανατολικής ευρώπης με αυτό το θρήσκευμα.] Τα “τετρακόσια χρόνια σκλαβιάς” σαν η γενική εξήγηση είναι ένα κοινότοπο σημείο της εθνικής θυματοποίησης.
Θυματοποίηση δεν είναι το να είναι κάποιος ή κάποιοι όντως θύματα, αλλά η κατασκευή της κατάστασης του θύματος εκεί που τα πραγματικά δεδομένα είναι διαφορετικά, έτσι ώστε να αποσιωπηθούν οι (όποιες) ευθύνες του υποτιθέμενου “θύματος”. Σαν τέτοια, η θυματοποίηση, παρόλο που (προφανώς) έχει και συναισθηματικές ή ψυχολογικές πλευρές, είναι κυρίως μια κατασκευή για κοινωνική χρήση. [4Για παράδειγμα είναι πολύ συνηθισμένο στο ελληνικό ethos το να εμφανίζονται σαν “θύματα” ακόμα και οι δράστες βίαιων πράξεων, ακόμα και δολοφονιών. Σύμφωνα μ’ αυτήν την θυματοποίηση, δεν ευθύνονται αυτοί, σαν θύτες, για τις πράξεις τους, αλλά και τα ίδια θύματα που...] “Έπεσα θύμα” (σα σκηνοθεσία) σημαίνει:
- ότι δεν μπορούσα ή δεν ήξερα να κάνω αλλιώς: με ξεγέλεσαν, επειδή έδειξα εμπιστοσύνη, καλή πίστη, κλπ·
- ότι δεν φταίω αφού δεν μπορούσα ή δεν ήξερα να κάνω αλλιώς: δεν έχω καμία ευθύνη για την κατάστασή μου·
- ότι χρειάζομαι (ή απαιτώ) την συμπαράσταση, την βοήθεια, την αγάπη, την προσοχή των άλλων·
- ότι δικαιούμαι την ενίσχυση των άλλων, όχι μόνο συναισθηματική αλλά και υλική / οικονομική·
- ότι δικαιούμαι, επίσης, και τις δικαιολογήσεις των άλλων, υπέρ μου·
- ότι, αφού είμαι θύμα, νομιμοποιούμαι ηθικά να χρησιμοποιήσω μελλοντικά οποιαδήποτε βία ή σκληρότητα σαν εκδίκηση·
- ότι παραμένω σπουδαία προσωπικότητα, που δεν κάνει λάθη (κι ούτε πληρώνει τις συνέπειες των λαθών της), απλά πρέπει να είμαι ακόμα περισσότερο καχύποπτος.
Αν η θυματοποίηση, δηλαδή η πόζα, η κατασκευή του “είμαι θύμα”, στην καθημερινή ζωή, είναι η σημαδούρα της διαρκούς αθωότητας κάθε μικρομεσαίου εγκληματία ή κάθε μικρομεσαίου μνησίκακου, στη μεγάλη κλίμακα είναι το λαδωμένο γρανάζι της υποτέλειας - που - βιώνεται - ευχάριστα. Στην καθημερινή ζωή “θύμα” παριστάνει ότι είναι ο οφελούμενος κάθε μικροεξουσίας λη αυτλός που την ασκει. Στη μεγάλη κλίμακα, μέσω της θυματοποίησης του, ο υποτελής, σαν αδύναμος κι ανεύθυνος, κρατάει ζωντανή την σχέση του με την πατριαρχική εκδοχή της εξουσίας: απαιτώ την βοήθειά σου ω Κύριε, είσαι υποχρεωμένος να μου την δώσεις! Οι προσοδικές δομές νομιμοποιούνται σαν αποζημίωση (!) προς θύματα.
Η αντίθεση σ’ αυτή την εθνική κουλτούρα, που παράγει και αναπαράγει ταυτόχρονα την μισοκακομοιριά και την εκδικητικότητα, την ψευτοαθωότητα και την σκληρότητα, ήρθε δυναμικά και αποτελεσματικά όχι μέσω κάποιας μαζικής ψυχοθεραπείας, αλλά σαν η αφετηρία της (ταξικής) αυτοσυνείδησης των εργατών. Ήταν η ιστορική πολιτική κουλτούρα των κομμουνιστών (και των αναρχικών) που έβγαλε την υποτελή και εκμεταλλευόμενη τάξη μας απ’ την θέση του “αιώνιου θύματος” (που θα αγιάσει στην άλλη ζωή) βάζοντάς την στη θέση της συνειδητής και έλλογης μάχης. Στη θέση της τάξης που είναι υπεύθυνη για τον εαυτό της· υπεύθυνη και για τον κόσμο, σαν επαναστατική. Το γεγονός ότι το ξεπέρασμα της κουλτούρας της εθνικής θυματοποίησης σήμαινε ταυτόχρονα την αποφασιστική θεωρητική και πρακτική κριτική της τάξης μας απέναντι στην κυρίαρχη ιδεολογικά και πολιτικά τάξη, ήταν οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Αργότερα, η ίδια πολεμική άρνηση της θυματοποίησης, εκδηλώθηκε από διάφορα υποκείμενα: τις γυναίκες, σαν φύλο· τις μειονότητες των μητροπόλεων· τους μετανάστες· κ.α. Παντού και πάντα, η άρνηση της μισοκακόμοιρης υποτέλειας (και, ας το σημειώσουμε έντονα: των ψυχολογικών προβλημάτων που διαγιγνώσκονταν σχετικά) δεν έγινε μέσω της ... ομαδικής ψυχοθεραπείας! Έγινε μέσα απ’ την πολιτική ανακατασκευή ενός εμπόλεμου “εμείς”, του οποίου οι αρνήσεις ήταν πολύ δημιουργικότερες απ’ την περιδιάβαση στα τρίσβαθα της (ατομικής ή συλλογικής) “ψυχής” ή το αγνάντεμα του ανάγλυφου του ψυχολογικού πολέμου οποιασδήποτε εξουσίας, απ’ αυτήν του πατέρα αφέντη ή του μπάτσου ως εκείνη του καπιταλιστικού κράτους.
Δυστυχώς, στα μέρη μας, μετά την ήττα στον εμφύλιο, ακόμα και η κομμουνιστική αριστερά βολεύτηκε στην υιοθέτηση των σχημάτων (και των άλλοθι) του εξαίσιου θύματος. Σταδιακά έκτοτε, και απ’ το 1974 πολύ γρήγορα, η θυματοποίηση έγινε ξανά η εθνική κοινοτοπία, με δεξιές και αριστερές εκδοχές. Για παράδειγμα, η εξήγηση (σίγουρα προς μαζική κατανάλωση) για την χούντα ήταν το ήταν “αμερικανοκίνητη”. Προφανώς, το μεγάλο ποσοστό φασιστών και “νομοταγών” των ‘60s και των ‘70s δεν είχε καμία ευθύνη. Ούτε τα ντόπια αφεντικά είχαν την βασική ευθύνη.
Ας το επαναλάβουμε. Όσες ψυχο-πολιτικές εξηγήσεις ή ερμηνείες κι αν δωθούν στην εθνική θυματοποίηση των ελλήνων (ή όποιον άλλων) έναν μόνο αντίπαλο έχει: την συνειδητοποίηση της πραγματικής ταξικής κατάστασης και των αιτίων της για εκείνους κι εκείνες που “πρέπει να είναι” μόνιμα “θύματα”, δηλαδή αδρανείς, μοιρολάτρες, μνησίκακοι· δουλικοί. Αντίστροφα, οτιδήποτε άλλο πέρα απ’ αυτήν την ταξική συνειδητοποίηση μπορεί να δηλητηριαστεί εύκολα (αν δεν την κουβαλάει ήδη) απ’ την θυματοποίηση.
Οι οικονομολόγοι (τόσο της δεξιάς όσο και της αριστεράς) εμφανίζονται σα “γιατροί” ή “σωτήρες” μόνο και μόνο για να παρουσιάσουν (και κάνουν δημόσια μνημεία / σημεία αναφοράς) τα εργαλεία (τις έννοιες, τις τεχνικές αλληλουχίες) διατήρησης των καπιταλιστικών ισορροπιών, του ενός ή του άλλου είδους. Οι “πολιτικοί ψυχολόγοι” κάνουν κάτι ανάλογο απ’ την μεριά τους: εμφανίζονται σα “γιατροί” ή “σωτήρες” μόνο και μόνο για να “αναλύσουν” (και να κάνουν σημείο αναφοράς) την όποια λειτουργικότητα έχει πάνω στους υποτελείς η δομική παράνοια της καπιταλιστικής και της κρατικής εξουσίας. Είναι λογικό από μια μεριά: σαν ειδικοί δεν μπορούν παρά να μιλούν τη γλώσσα της ειδικότητάς τους· τη γλώσσα των επιμέρους “αληθειών” του διαχωρισμένου, διαλυμένου κόσμου των καπιταλιστικών προσταγών. Τη γλώσσα του ειδικευμένου ψέμματος.
Χωρίς αμφιβολία απ’ το 2010 και ύστερα διαμορφώθηκε μια ορισμένη ζήτηση, και η αντίστοιχη προσφορά, για “οικονομο-λογο-ποίηση” των “εξηγήσεων” περί κρίσης, και της διαχείρισής της. Και, λιγότερο φανερά, για “πολιτικο-ψυχολογικο-ποίησή” της. Ενώ η πρώτη τακτική υπήρξε η βασιλική οδός της “μερκελοποίησης” και της “γερμανοποίησης” των αιτίων και των ευθυνών, η δεύτερη υπήρξε η επιβεβαίωση του “σφίξτε τα δόντια”, αλλά σεμνά.
Προσέξτε το απόσπασμα στη συνέχεια: [5Εφ. “ελευθεροτυπία”, 9/10/2013, από τη θυματοποίηση στον απανθρωπισμό και την καταπίεση; Αρθρογράφος ο Γιάννης Μάρκοβιτς, διδάκτορας εργασιακής / οργανωσιακής ψυχολογίας.]
...
Τα οικονομικά μέτρα, οι εργασιακές αλλαγές και οι κοινωνικές τους επιπτώσεις επιδρούν αρνητικά τόσο σε κοινωνικό όσο και σε ατομικό επίπεδο. Μία εξ αυτών, είναι η θυματοποίηση. Είναι εκείνη η αντίληψη με την οποία ο άνθρωπος είναι πεπεισμένος ότι για την κατάστασή του δεν φταίει αυτός, αλλά κάποιοι άλλοι, π.χ. η κοινωνία, οι φίλοι, τα αφεντικά, το κράτος, οι πολιτικοί. Ο πολίτης πιστεύει ότι είναι θύμα των καταστάσεων, των συνθηκών, των συγκυριών και ότι οι άλλοι είναι κακοί και τον επιβουλεύονται. Οι εργαζόμενοι που χάνουν τη δουλειά τους και συνωστίζονται στις ατελείωτες ουρές της ανεργίας και της ανέχειας είναι από τις βασικές ομάδες που μπορούν να εμφανίσουν το σύνδρομο της θυματοποίησης. Ποια όμως είναι τα συμπτώματα του ανέργου που πιστεύει ότι θυματοποιείται; Είναι η ντροπή (“έχασα τη δουλειά μου, να μην το μάθουν στον οικογενειακό ή φιλικό μου χώρο”), η αναζήτηση προσωπικών ευθυνών (“και εγώ έφταιξα που με απέλυσαν”), η υποδούλωση της προσωπικότητας και της βούλησης (“είμαι αδύναμος, δεν αισθάνομαι καλά, δεν υπάρχει άλλη λύση”), το νοσηρό μίσος (“φταίνε οι άλλοι, όσοι εργάζονται, αλλά και οι πολιτικοί”), η παράδοξη και παράλογη ευγνωμοσύνη προς τον υπαίτιο (“θα μπορούσε να ήμουν και χειρότερα, τουλάχιστον μου δίνουν επίδομα ανεργίας”), η παραίτηση (“τίποτα δεν μπορεί να γίνει, δεν αλλάζουν τα πράγματα”), το δεύτερο τραύμα (εμφάνιση ψυχοσωματικών προβλημάτων λόγω της μακροχρόνιας ανεργίας) και η υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου και του τρόπου ζωής (εξαφάνιση ελεύθερου χρόνου, παραμονή στο σπίτι, προβλήματα διατροφής, κοινωνική απομόνωση).
Ο άνθρωπος που βιώνει για μεγάλο χρονικό διάστημα τη θυματοποίηση οδηγείται στον απανθρωπισμό. Αυτός είναι η απόρριψη της ανθρώπινης φύσης και εμφανίζεται ως ζωώδης απανθρωπισμός στις σχέσεις των κοινωνικών ομάδων (ρατσισμός, φασισμός και ναζισμός στηρίζονται σε αυτόν, καθώς εχθρεύονται και μισούν κοινωνικές, φυλετικές, θρησκευτικές ή πολιτικές ομάδες) και ως μηχανιστικός απανθρωπισμός στις διαπροσωπικές σχέσεις (ο άνθρωπος νοείται ως μηχάνημα που εκτελεί εντολές και δεν του αποδίδονται βασικά στοιχεία της ανθρώπινης φύσης, ούτε έχει συναισθήματα, επιθυμίες και ανάγκες). Επίσης, το διαρκές αίσθημα θυματοποίησης οδηγεί στην καταπίεση, δηλαδή στην άδικη και βάρβαρη επιβολή εξουσίας και δύναμης μέσω της κυριαρχίας, της καταδυνάστευσης και της εκμετάλλευσης.
...
Από πρώτη ματιά η παρανοϊκή γλώσσα της (ψυχολογικής) εξουσίας παριστάνει πως η περιγραφή (ή η φαινομενολογία) των καταστάσεων είναι και η εξήγησή τους. Δόλια (ή αφελώς) η θυματοποίηση εισάγεται απ’ την αρχή (αναφερόμενη σε κοινωνικά υποκείμενα ή κοινωνικές καταστάσεις όπου όντως, κατ’ αρχήν, υπάρχουν στόχοι / θύματα - του ταξικού πολέμου εκ μέρους των αφεντικών)· μόνο που δεν πρόκειται για την πόζα - του - είμαι - το - θύμα· ή δεν είναι αυτό το θέμα. Το θέμα είναι το υποκείμενο, και η περιγραφή του: ο “άνθρωπος”, ο “πόλιτης”, ο “εργαζόμενος”. Το τι σημαίνει αυτό, φαίνεται αμέσως στη συνέχεια.
...
Ένα άτομο που θυματοποιείται μπορεί να οδηγηθεί στον απανθρωπισμό. Γίνεται ευάλωτο σε ρατσιστικές και ναζιστικές απόψεις, αποκτά μισανθρωπικά χαρακτηριστικά, βλέπει γύρω του εχθρούς, η κοινή λογική και ο ορθολογισμός σταδιακά εξαφανίζονται από τη σκέψη του και με ευκολία καθοδηγείται σε βίαιες και επιθετικές ενέργειες. Ταυτόχρονα, το άτομο καταπιέζεται τόσο οικονομικά όσο και ψυχολογικά και το εκμεταλλεύονται για να προωθηθούν ιδιοτελή και αντικοινωνικά πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα της εξουσίας και των ισχυρών. Ο άνεργος είναι σημαντικό “εργαλείο” στα χέρια της εκάστοτε εξουσίας, αλλά και των ναζιστικών μορφωμάτων. Αντιμετωπίζεται απάνθρωπα, με υπολογισμό και με κακή πρόθεση. Αυτός από την πλευρά του, λόγω της θυματοποίησης, γίνεται δεκτικός στη χειραγώγηση και στην εκμετάλλευση.
...
Μπορείτε να μυρίσετε την ατέλειωτη πτωμαΐνη που αναδύουν αυτές οι διαπιστώσεις - του - ειδικού· ίδια κι απαράλακτη με την πτωμαΐνη του αποσπάσματος (και ολόκληρου του βιβλίου) του Σιδέρη. Οι ειδικοί της ψυχολογικοποίησης δεν πρόκειται να υψώσουν σημαίες πολεμικής απελευθέρωσης (δεν είναι αυτή η δουλειά τους άλλωστε!)· μόνο τις διαπιστώσεις του πόσο γερή, πολλαπλή και βαθιά είναι η επίθεση των αφεντικών. Πουθενά δεν υπάρχει το έδαφος της σύγχρονης εργατικής / κοινωνικής άρνησης, πουθενά δεν υπάρχει το πρακτικό κτίσιμο αυτού του εδάφους με υλικά απ’ την καθημερινή πραγματικότητα των μικρών και μεγάλων αρνήσεων. Εάν, όμως, δεν είναι η εργατική υπερηφάνεια, η εργατική ευθύνη (και, έντονα, το εργατικό μίσος) που στεγνώνει τους βάλτους της συναισθηματικής μικροαστικής πανούκλας και των αναδιπλώσεών της (μαζί με τις θυματοποιήσεις), τότε τι είναι; Η σοφία της ψυχο-διάγνωσης; To prozac και τα εξελιγμένα μοντέλα του; Ο post χριστιανικός κομφορμισμός της ψυχανάλυσης;
Συγγνώμη για το ολίσθημα, αλλά τα εξαίσια θύματα έχουν, μεταξύ άλλων, μνήμη χρυσόψαρου. Αυτές οι δεκάδες χιλιάδες που διάβαζαν και γούσταραν π.χ. αυτό (περί “φτώχειας”, “καλοπέρασης”, κλπ) τον Αύγουστο του 1993 τι έγιναν; Άνοιξε η γη και τους κατάπιε;
Απ’ το 2010 κι ύστερα ενώ οι οικονομολόγοι (και, κυρίως, η μικροαστική ζήτηση για την άποψη των ειδικών) ανασυνέθεσαν ένα ωμό, απλοϊκό και εθνικιστικό πεδίο αναμέτρησης (το έθνος κράτος κόντρα στο ομόσπονδο ευρωπαϊκό κράτος), οι πολιτικοί ψυχολόγοι έφτιαξαν μια μετα-γλώσσα για τον πυρήνα της ελληνικής εθνικής ιδεολογίας, του “ντύνομαι με κουρέλια και παριστάνω το θύμα”. Μετα-γλώσσα εδώ είναι η περιγραφή των συμπτωμάτων της μικροαστικής πανούκλας (τα “ότι” που αναφέραμε λίγο πριν) σα να είναι είτε αναπόφευκτα, είτε αυτο-εξηγούμενα. Η αλήθεια είναι ότι δεν βρίσκονται ούτε όλοι οι άνεργοι ούτε όλοι οι εργάτες στην κατάσταση που περιγράφει ο εργασιακός / οργανωσιακός ψυχολόγος. Το τελικό υπονοούμενο είναι ότι εάν κάποιοι δεν βρίσκονται σε τέτοια κατάσταση, αν δεν έχουν τέτοια μυαλά, τότε είναι σ’ έναν κενό χώρο, σε κάτι σαν το limbo των καθολικών.
συνταγή
Η δεξιά και η άκρα δεξιά θα έπαιζαν (και παίζουν) στα δάκτυλα τη μοιρολατρεία, την κακομοιριά και την τυφλή εκδικητικότητα της θυματοποίησης. Είναι μέρος της πολιτικής τους αποστολής εδώ και πάνω από ενάμισυ αιώνα. Γι’ αυτό, αυτά τα τελευταία 4 δύσκολα και κρισιμα χρόνια, ήταν η στάση της αριστεράς και της άκρας αριστεράς που θα έκρινε εάν (και σε ποιο βαθμό) η πανούκλα της πεποίθησης περί εξαίσιων θυμάτων θα περιοριζόταν - ή όχι.
Ξέρουμε τι ακριβώς έκανε η αριστερά, σε συγχρονισμό οι ηγεσίες και τα μέλη / οπαδοί. Θεώρησαν ότι η κακομοιριά, η μοιρολατρεία και η εκδικητικότητα προς τα δήθεν “πρόσωπα της εξουσίας” (ποιά;) είναι το προνομιακό τους πεδίο. Με άλλα λόγια θεώρησαν ότι η ιστορική, εθνική, μικροαστική σαπίλα του “αποδιοπομπαίου τράγου” είναι ο.κ., αρκεί να αλλάξει “πρόσημο”. [6Κι έτσι η λέξη “πρόσημο” μπήκε στο καθημερινό λεξιλόγιο διάφορων βαθυστόχαστων αναλυτών της αριστεράς και της άκρας αριστεράς. Αναθεμα κι αν ήξεραν για τι μιλάνε!!!] Ούτε λόγος ότι έτσι έστρωσαν με “αριστερό πρόσημο” τον δρόμο για την επίσημη ανάδυση των (μετα)φασιστών. Αυτό δεν πρόκειται να το παραδεχτούν ποτέ, όπως άλλωστε οι γερμανοί σοσιαλδημοκράτες της δεκαετίας του ‘1930 δεν παραδέχτηκαν ποτέ το πως βοήθησαν τη νομιμοποίηση της εθνικοσοσιαλιστικής καπιταλιστικής παράνοιας.
Η οικονομολογία και η πολιτική ψυχολογία της κρίσης υπήρξαν, ίσως, επικουρικά εργαλεία σ’ αυτήν την αριστερή υποστήριξη του κράτους και του κεφάλαιου. Προφανώς το μικροαστικό έδαφος που απορρόφησε και απορροφά αυτή τη βρώμικη βροχή εξηγήσεων και διαγνώσεων είναι σημαντικότερο απ’ την ίδια την βροχή. Ας μην υποτιμάμε όμως το ρόλο των ειδικών στην επιβεβαίωση, στο τσιμέντωμα των mainstream κοινωνικών ροπών. Στη καθημερινή ζωή είναι πολλοί εκείνοι που προτιμούν να εννοήσουν τα κοινωνικά τους προβλήματα σαν ψυχολογικά προβλήματα, και, παραπέρα, να τα θεωρήσουν ελέγξιμα, κατευνάσιμα, με φάρμακα. Γιατί αν τα κοινωνικά τους προβλήματα τα αντιμετωπίσουν σαν τέτοια, τότε θα πρέπει να δράσουν, και σίγουρα να εκτεθούν. Αντίθετα, η θυματοποίηση (και η εσωτερίκευση, με την μορφή κάποιου είδους “αρρώστιας”) τους φαίνονται πιο βολικά. Πρέπει όμως να βρουν και τους (ψυχο)γιατρούς που θα τους επιβεβαιώσουν αυτή τη ροπή, συνταγογραφόντας τους την θεραπεία που θα ψωνίσουν απ’ τα φαρμακεία. Η προτίμηση της μετάθεσης απ’ το κοινωνικό στο ψυχολογικό είναι η πρώτη ύλη· η επικύρωσή της είναι η σφραγίδα, η αναγνώριση της άρρωστης, παρανοϊκής ορθότητας.
Εν τω μεταξύ οι πολυ-εκατομυριούχοι της κρίσης αυξάνονται... Μπορεί να έχουν κι αυτοί ψυχολογικά προβλήματα: τι να την κάνουν τόση επιτυχία;
Ή όχι;
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1 - Νίκος Σιδέρης, το κατά διαβόλου ευαγέλιο, πολιτική ψυχολογία της κρίσης, εκδ. μεταίχμιο, 2014.
[ επιστροφή ]
2 - Εφ. “εποχή”, 13 Οκτώβρη 2013, μια κουβέντα για την πολιτική ψυχολογία της κρίσης με τον ψυχίατρο - ψυχαναλυτή Νίκο Σιδέρη.
[ επιστροφή ]
3 - Υποψιαζόμαστε, αλλά δεν το έχουμε μελετήσει, ότι η θυματοποίηση έχει άμεση σχέση με την (λεγόμενη) ορθόδοξη εκδοχή του χριστιανισμού· γι’ αυτό και είναι συνηθισμένη σ’ όλους τους πληθυσμούς της ανατολικής ευρώπης με αυτό το θρήσκευμα.
[ επιστροφή ]
4 - Για παράδειγμα είναι πολύ συνηθισμένο στο ελληνικό ethos το να εμφανίζονται σαν “θύματα” ακόμα και οι δράστες βίαιων πράξεων, ακόμα και δολοφονιών. Σύμφωνα μ’ αυτήν την θυματοποίηση, δεν ευθύνονται αυτοί, σαν θύτες, για τις πράξεις τους, αλλά και τα ίδια θύματα που...
[ επιστροφή ]
5 - Εφ. “ελευθεροτυπία”, 9/10/2013, από τη θυματοποίηση στον απανθρωπισμό και την καταπίεση; Αρθρογράφος ο Γιάννης Μάρκοβιτς, διδάκτορας εργασιακής / οργανωσιακής ψυχολογίας.
[ επιστροφή ]
6 - Κι έτσι η λέξη “πρόσημο” μπήκε στο καθημερινό λεξιλόγιο διάφορων βαθυστόχαστων αναλυτών της αριστεράς και της άκρας αριστεράς. Αναθεμα κι αν ήξεραν για τι μιλάνε!!!
[ επιστροφή ]