... Για μας η τέχνη και η μουσική είναι οι άνθρωποι που μας διασκεδάζουνε, αλλά ποτέ δεν περάσανε να πάρουνε τον ιδρώτα σας απ’ τα υπουργεία πολιτισμού και δήθεν κουλτούρας... και του κώλου τα εννιάμερα... Είναι ο Καρράς ο κουμπάρος μου, είναι πως λέμε “της Πάολας θα γίνει”,
είναι ο Ρέμος, ο Παντελίδης, ο Οικονομόπουλος, αυτοί που τους πληρώνουμε εμείς...
Αχιλλέας Μπέος, μπράβος και δήμαρχος Βόλου, 25 Μάη 2014
... Διεκδικώ για πρώτη φορά το δικαίωμα να είμαι κοινωνικά ανάλγητος, αντιδημοκρατικός, αισθητικός φασίστας,
θύμα των κοσμικών της Νίνας Βλάχου και των ξέκωλων της παραλιακής...
Πέτρος Κωστόπουλος, λαοφιλής γκουρού της “αποενοχοποίησης του πλούτου”, περιοδικό ΚΛΙΚ, αρχές 1992 [1Απ’ το ελληνοσερβική φιλία, 1991 - 1995, εκδ. αντισχολείο, σειρά anti-imp]
Τι χωρίζει αυτά τα δύο; Εικοσιδύο χρόνια. Και η διαφορά “πλαισίου αναφοράς”. Το 1992 είναι η αγορά που επικυρώνει (και πρέπει να επικυρώνει) τον μαζικό λουμπενισμό. Το 2014 είναι η πολιτική εξουσία που ολοκληρώνει.
Τι τα ενώνει; Αυτό που σαν αυτόνομοι έχουμε ονομάσει κοινωνικός ιμπεριαλισμός. Ο γκουρού, το 1992, εισηγείται, υποδεικνύει (ή, από ορισμένες απόψεις, εκφράζει και νομιμοποιεί) την κατεύθυνση. Ο μπράβος, το 2014, επιβεβαιωνει την μακρόχρονη αλήθεια. Το 1992 τα “ξέκωλα”, οι νταβάδες τους, επίσημοι και ανεπίσημοι, και όλοι οι λιγούρηδες του ντόπιου μικροαστισμού, άντρες και γυναίκες, πολλές εκατοντάδες χιλιάδες κεφάλια, ο “νέος ελληνικός κόσμος”, αποθεώνει τον προφήτη του. Το 2014 το ίδιο κοινωνικό υποκείμενο, θυμάται τον παλιό καλό εαυτό του που έχει χλωμιάσει, και αποθεώνει τον μπράβο αυτοπροσώπως· τον μπράβο που θα τα κάνει - όλα - επιχειρήσεις.
Όμως ο απολαμβάνω - να - είμαι - κοινωνικά - ανάλγητος - και - αισθητικά - φασίστας του 1992 είχε κι άλλες εισηγήσεις, υποδείξεις (ή εκφράσεις και νομιμοποιήσεις):
... Σύντομα ... θα πρέπει να επανέλθει αναπροσαρμοσμένο στα στόματα των Ελλήνων πολιτικών και το θέμα της Βορείου Ηπείρου... Η περιοχή αυτή είναι τόσο ελληνική όσο και τα Γιάννενα. Το να μην έχει διεκδικήσεις εκεί - όταν και η κουτσή Μαρία διεκδικεί τη Θεσσαλονίκη - δεν αποτελεί απλώς ιστορικό κρετινισμό αλλά ισοδυναμεί
με εθνική προδοσία...
... Η έννοια εθνικισμός έχει περάσει πολλές φάσεις... Σήμερα, με την ιδεολογική απαγκύλωση, είναι ίσως η μοναδική διέξοδος για μια “ανάδελφη” χώρα να κρατήσει και να διεκδικήσει αυτά που της ανήκουν. Όποιος ακόμα ενοχοποιείται στις σημερινές συνθήκες από τα φαντάσματα του παρελθόντος, είναι είτε ηλίθιος είτε μειοδότης...
Πέτρος Κωστόπουλος, περιοδικό ΚΛΙΚ, Φλεβάρης 1992 [2Ο.π.]
Ποιά “χρυσή αυγή”; Ποιοί “φασίστες”;
Υπάρχουν πολλοί και διάφοροι που παριστάνουν ότι πιστεύουν πως μόλις συμβεί “στον κόσμο” μια μεγάλη κατάπτωση της υλικής του κατάστασης, τότε αυτός ο “κόσμος” “συνειδητοποιείται”, “ριζοσπαστικοποιείται”, κλπ. Αν υπήρχε έστω και η ελάχιστη πιθανότητα για έναν τέτοιο ανατρεπτικό αυτοματισμό, τότε (για να παραφράσουμε τον κυρ Κάρολο) οι καπιταλιστικές κρίσεις θα ήταν παράνομες!
Συνεπώς ο ελληνικός μικροαστισμός και ένα μέρος του ελληνικού μεσοαστισμού μπορεί να θύμωσε στην τετραετία 2010 - 2014, αλλά δεν αυτοκτόνησε! Αντίθετα, ο ντόπιος πληθυσμός, κατά μεγάλη του πλειοψηφία, από μια ηλικία και πάνω, τράβηξε και τραβάει στα όριά τους αυτά που έμαθε, αγάπησε, υιοθέτησε, απ’ τα τέλη της δεκαετίας του ‘80 και μετά.
Η δεκαετία του 1990, σε δύο φάσεις, μία στο πρώτο μισό της και δεύτερη στο τέλος της, έχει αποτελέσει το τεράστιο ιστορικό πεδίο σχεδόν όλων των κοινωνικών, ιδεολογικών μετασχηματισμών που τώρα, την τελευταία τετραετία, είτε κλιμακώνονται με ιδιαίτερη άνεση, είτε λυσσάνε ψάχνοντας την κλιμάκωσή τους. Η ανάληψη “αυτοπροσώπως” από τμήματα του (κρατικοποιημένου) οργανωμένου εγκλήματος, με ευρύτατη “λαϊκή συναίνεση”, τμημάτων της πολιτικής εξουσίας εδώ κι εκεί, ήταν γραμμένη (με “αόρατο μελάνι”) σαν ισχυρότατη πιθανότητα στα κατάστιχα της δεκαετίας του ‘90. Το είπαμε, το φωνάξαμε, το τεκμηριώσαμε έγκαιρα, με κάθε τρόπο που είχαμε στη διαθεσή μας· μια χούφτα αυτόνομοι έχουμε υπάρξει οι μόνοι καθαροί πολιτικά, διανοητικά, συνειδησιακά. Απελπιστικά λίγοι...
...
Είναι ενδεικτική ... η ανάδειξη γνωστών ελλήνων υποκοσμιακών σε ειδικούς συνεργάτες του βαθέος κράτους, για λογιαριασμό της ελληνοσερβικης φιλίας. Για παράδειγμα, το καθεστωτικό Βήμα, έγραφε στις 10 Δεκέμβρη του 2006, [όταν αυτοί που αναφέρει επώνυμα είχαν “συνταξιοδοτηθεί” οριστικά, με τον τρόπο που αυτό συμβαίνει στον υπόκοσμο] ανάμεσα σε άλλα και τα εξής:
...
Η συνεργασία του Θέμη Καλαποθαράκου με τον Θέμη Παπαμάλη απέκτησε “διεθνείς” διαστάσεις, με τη συμμετοχή του έλληνα βομβιστή στον πόλεμο της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Το ξεκίνημα της ειδικής αποστολής του Παπαμάλη στον πόλεμο της Βοσνίας βρίσκεται στην προγενέστερη γνωριμία του Θέμη Καλαποθαράκου με τον διαβόητο σέρβο παραστρατιωτικό Ζέλικο Ρασνάτοβιτς, γνωστότερο με το ψευδώνυμο Αρκάν (δολοφονήθηκε στις 16 Ιανουαρίου 2000).
...
Παράλληλα ο Θέμης Καλαποθαράκος εκείνο το διάστημα είχε έλθει σε επαφή με γνωστό έλληνα στρατιωτικό, [3Φωτογραφίζεται ο στρατηγός Γρυλλάκης...] ο οποίος διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο στην ΕΥΠ και στο πολιτικό παρασκήνιο. Ο άνθρωπος αυτός ζήτησε από τον Καλαποθαράκο να λάβει μέρος σε μυστικές “επιχειρήσεις” στην Αλβανία, στη Βοσνία και αλλού για να προωθήσει τα ελληνικά σμφέροντα. Ό,τι κι αν σήμαινε αυτό...
Μάλιστα οι ειδικές αυτές αποστολές της ομάδας Καλαποθαράκου ήταν σε γνώση υψηλόβαθμων αξιωματικών της Αστυνομίας που υπηρετούν ακόμη και σήμερα στην ΕΛ.ΑΣ. και μιλούν με... κολακευτικά λόγια για τον “εθνικό ρόλο της ομάδας Καλαποθαράκου”!
Έτσι, λοιπόν, ο Θέμης φρόντισε να στείλει μερικούς δικούς του ανθρώπους στο πλευρό του Αρκάν και ανάμεσα σε αυτούς τον Παπαμάλη, ο οποίος απέκτησε στον κόσμο της ελληνικής νύχτας το παρατσούκλι “ο Βόσνιος”.
...
Η όσμωση μυστικών υπηρεσιών, υπόκοσμου και ακροδεξιών δεν είναι, από μόνη της, πρωτότυπη. Στα ‘90s όμως πρέπει να “διαβαστεί” μέσα στο συγκεκριμένο γεωπολιτικό, ιδεολογικό και ιστορικό περιβάλλον. Ο “νονός της νύχτας” γίνεται “εθνικός ήρωας” στη βοσνία, ενόσω (ταυτόχρονα):
- ο αριστερός ευρωβουλευτής Αλέκος Αλαβάνος [ναι, ο γνωστός τωρινός εκπορθητής της ε.ε. και του ευρώ...] προσλαμβάνει ως ιδιαίτερα γραμματέα του στις Βρυξέλες πράκτορα του Μιλόσεβιτς, ώστε να (της) εξασφαλίσει διπλωματικό διαβατήριο και ελευθερία κινήσεων στην ευρώπη·
- η νεοφιλελεύθερη persona Ανδρέας Αδριανόπουλος [ναι, ένας απ’ τους φίλους της πειραιώτικης μαφίας...] προτείνει την στρατιωτική κατάκτηση εδαφών της ο.δ. της Μακεδονίας·
- δήμαρχοι και συνδικαλιστές όλων των πολιτικών αποχρώσεων “στηρίζουν” με κάθε μέσο τον “δίκαιο αγώνα” των σερβοφασιστών χασάπηδων στη βοσνία·
- όλο το παπαδαριό και σχεδόν όλοι οι δημοσιογράφοι αγωνίζονται για τον ίδιο σκοπό, την πετυχημένη έκβαση των σφαγών στη βοσνία (οι δεύτεροι χρηματοδοτούμενοι γενναία απ’ τα μυστικά κονδύλια του υπουργείου εξωτερικών) [ναι, και του τωρινού πρωθυπουργού...]·
- δεκάδες “εθελοντές” δολοφόνοι ευλογούνται, όχι μόνο από παπάδες και τους φασίστες, αλλά και από τον ογκόλιθο του “αντιναζισμού” Μανώλη Γλέζο και τον άλλοτε αγωνιστή τροτσκιστή Πάμπλο·
- σε συγκεντρώσεις χιλιάδων, εκατοντάδων χιλιάδων, ο λαός φλέγεται απ’ την επιθυμία για σύνορα - με - την - σερβία·
- επιχειρηματίες και έμποροι στήνουν τις δουλειές τους στη μαύρη (και άγρια) πλευρά της καπιταλιστικης συσσώρευσης·
- τραπεζίτες και δικηγόροι φροντίζουν για την λεύκανση των “μαύρων” εσόδων του πολέμου·
- δικαστές, μπάτσοι και καραβανάδες φροντίζουν για την “δημόσια τάξη” της εθνικής ενότητας, στο μέγιστο δυνατό εύρος της·
- διανοούμενοι και καλλιτέχνες κάθε διαμετρήματος συμπληρώνουν την περιγραφή των “εθνικών ιδεωδών” (με το αζημίωτο).
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, απ’ το 1991 / 1992 ως και το 1995, διαμορφώθηκε, αναμορφώθηκε και διευρύνθηκε εντυπωσιακά ο ελληνικός εθνικός κορμός, στη μέγιστη δυνατή έκταση και ένταση: απαλλαγμένος απ’ τα ψυχροπολεμικά, “αντικομμουνιστικά” περιεχόμενά του, που τον χαρακτήρισαν απ’ την δεκαετία του ‘40 και μετά (χαρακτηριστικά που ήταν πια ξεπερασμένα), αρθρωμένος πια σ’ έναν καινούργιο συνδυασμό ρατσισμού, εθνικισμού, σεξισμού, μικροαστικού τσαμπουκά - και χρήματος, χρήματος, χρήματος. Το γεγονός ότι σ’ αυτό τον μετασχηματισμό ξεπεράστηκαν τα παλιά “αντικομμουνιστικά” κλισέ είχε την (ευεργετική για το βαθύ κράτος) συνέπεια ότι εντάχτηκε ομαλά στον καινούργιο εθνικό κορμό και η αριστερά, στο συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος της.
...
Λένε ότι η συμφωνία που έκανε το αμερικανικό πεντάγωνο με την σικελική μαφία για να βοηθήσει η δεύτερη τον αμερικανικό στρατό στην απόβαση στη Σικελία το καλοκαίρι του 1943 είναι το καθοριστικότερο μεμονωμένο γεγονός για την πορεία του ιταλικού κράτους (και μεγάλου μέρους της ιταλικής κοινωνίας) ως και σήμερα. Άπαξ και το κράτος, το παρακράτος και το οργανωμένο έγκλημα αγκαλιαστούν, δεν θα χωρίσουν ποτέ. Εκτός εάν “κάποιος” τα καταστρέψει όλα μαζί.
Αυτό ισχύει σίγουρα για την ελλάδα. Το πρώτο μισό της δεκαετίας του ‘90 το κράτος, το παρακράτος και το οργανωμένο έγκλημα σφικταγκαλιάστηκαν. Και δεν θα χωρίσουν ποτέ. Εκτός εάν...
Ας πούμε: “εκτίμηση εκλογικών αποτελεσμάτων, εκ μέρους μη ειδικών”...
ο εκχρηματισμός των κοινωνικών σχέσεων
Μπορεί κάποιοι να νομίζουν ότι ένα τέτοιο σφικταγκάλιασμα είναι μακριά, κάπου κρυφά· και πάντως δεν αφορά το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας. Λάθος! Αυτές οι σχέσεις αναπαράγονται (και εν τέλει επικυρώνονται) όχι μόνο συνωμοτικά, αλλά και με μαζικούς, κοινωνικούς όρους, στο άπλετο φως της ημέρας.
Την πενταετία 1987 - 1992 (χοντρικά) ο ελληνικός μικροαστισμός έκανε ένα τεράστιο ποιοτικό άλμα. Από την φάση των ιδεολογικών (συντηρητικών περισσότερο ή λιγότερο) σταθερών, στην άγρια επιθετικότητα του γενικού εκχρηματισμού. Το προοίμιο αυτού του άλματος ανήκει, αναμφισβήτητα, στην κοινωνική αριστερά. [4Γύρω στα 1985 / 1986 εμφανίστηκε στους ευρύτατους κύκλους της ελληνικής κοινωνικής αριστεράς, σίγουρα στην Αθήνα, το "παιχνίδι αεροπλανάκι”: ήταν ένας τρόπος να βγάζεις λεφτά επειδή μόνο έχεις φίλους και γνωστούς. Όταν εξάντλησε τα όριά του το “παιχνίδι”, όπως άλλωστε ήταν αναμενόμενο, άφησε τους λίγους να έχουν “πετάξει” με τα πολλά λεφτά, και τους πολλούς να μένουν ρέστοι. Όλοι όμως, κερδισμένοι και χαμένοι, είχαν αποδεχτεί πως οι κοινωνικές σχέσεις σαν τέτοιες μπορούν (και πρέπει) να μετατρέπονται σε χρήμα.Το “παιχνίδι” επαναλήφθηκε μία ή δύο φορές, την δεκαετία του ‘90, σε διάφορους κύκλους πανελλαδικά, ανεξάρτητους πια από ιδεολογία. Στα τέλη της δεκαετίας το “πανελλήνιο” χώθηκε όσο μπορούσε στην πιο μεγάλη εκδοχή του “παιχνιδιού”, σ’ αυτήν που λέγεται χρηματιστήριο.] Το κοινό “ρευστό” που θα κυκλοφορεί στα συγκοινωνούντα δοχεία κράτους / παρακράτους / οργανωμένου εγκλήματος απ’ τις αρχές της δεκαετίας του ‘90 και μετά δεν θα είναι πια η ιδεολογία. Θα είναι το χρήμα. Το χρήμα θα γίνει το καθολικό μέσο για τα πάντα· το χρήμα θα τραγουδηθεί και θα υμνηθεί· τα Εγώ θα κτίζονται πάνω στην κατανάλωση και την επιδειξή της· οι κοινωνικές σχέσεις, απ’ τις ερωτικές και τις φιλικές έως ακόμα και τις οικογενειακές, θα γίνουν σχέσεις ισολογισμού κερδών και ζημιών. Μικροσκοπικοί (και θρασύδειλοι) γιάπηδες θα φυτρώνουν μαζικά παντού.
Το χρήμα είναι το λάδι που θα λιπαίνει τα πάντα. Και η απόκτησή του δεν υπακούει (δεν μπορεί να υπακούσει) σε περιορισμούς ηθικής τάξης. Αυτή είναι, ενδεχομένως, μια απ’ τις ουσιαστικές δυναμικές μιας μικροαστικής κοινωνίας με μακρύ παρελθόν “ψωροκώσταινας”, σε σχέση με άλλες με μακρόχρονη αστική συγκρότηση: ο λαός θέλει τις μακρόχρονες προοπτικές της κοινωνικής (άρα, κυρίως, οικονομικης) ανόδου, αλλά επειδή δεν είναι σίγουρος, δεν έχει καμία υπομονή και καμία αυτοσυγκράτηση. Αρπάζει. Και αρπάζει με λύσσα, φανερή ή κρυφή, που την εκδηλώνει σαν έπαρση και κυνισμό.
Τα κύρια πεδία αρπαγής θα είναι (τι άλλο;) η εργασία και η λιμπιντική “αγορά”. Να τα θυμίσουμε; Είναι άγνωστος ο αριθμός των μεταναστών απ’ την αλβανία που δολοφονήθηκαν, σίγουρα εκατοντάδες· είναι γνωστός όμως ο αριθμός των ελλήνων που καταδικάστηκαν για δολοφονία μετανάστη στα ‘90s: αν δεν κάνουμε λάθος ένας. Πολλοί περισσότεροι αθωώθηκαν κατά συρροή, δείγμα των “λαϊκών ευαισθησιών” των ελληνικών δικαστηρίων. Είναι άγνωστο το μέγεθος της οικονομικής υπεξαίρεσης μέσω της λεηλασίας της δουλειάς εκατοντάδων χιλιάδων μεταναστών εργατών και εργατριών, για πάρα πολλά χρόνια· σίγουρα πολλές “μονάδες του αεπ”... Είναι άγνωστος ο αριθμός των μεταναστριών απ’ το πρώην ανατολικό μπλοκ που βιάστηκαν στα σκλαβοπάζαρα και στα διαμερίσματα ή κωλόμπαρα φυλακές την ίδια δεκαετία. Και ενώ έχει βάση η αστικής προέλευσης άποψη ότι δεν μπορεί να υπάρξει “συλλογική ευθύνη”, το μέγεθος των εγκλημάτων, η διάρκειά τους, η πανελλαδική διασπορά τους, η εθελοντική συμμετοχή σ’ αυτά, άμεση και έμμεση, πολλών εκατοντάδων χιλιάδων, και η τεράστια έκταση της ατιμωρησίας και της σιωπής, δεν μπορούν να συγκλίνουν σε τίποτα άλλο από την συλλογική ενοχή της πολύ μεγάλης πλειοψηφίας των ελλήνων. Προφανώς δεν αρέσει καθόλου να το ακούνε, ούτε στους ίδιους ούτε σ’ όλους τους “απελευθερωτές” και λοιπούς “εκπροσώπους” τους που τους κολακεύουν για να συντηρούν τις δικές τους μεγάλες και μικρές εξουσίες, αλλά το μεγαλύτερο μέρος αυτής εδώ της κοινωνίας έγινε πρακτικά φασιστικό, οικονομικά, ηθικά, συναισθηματικά, ιδεολογικά, πολιτιστικά, με μεγάλη του χαρά και απόλαυση, στη δεκαετία του ‘90. Και έγινε πρακτικά φασιστικό το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής κοινωνίας, όχι επειδή λάτρεψε έναν “ηγέτη”, αλλά επειδή λάτρεψε με το πάθος του νεοφώτισμου και του άπληστου τον “βασιλιά χρήμα”, και όλες τις παραδηλώσεις του, όλη την “αυλή” του. Και τις απολαύσεις του ο ελληνικός λαός τις έβγαλε, σε μεγάλο βαθμό, από διάχυτα στρατόπεδα εργασίας και από διάχυτα joy division.
Σχεδόν μια δεκαετία μετά το μεγάλο πανηγύρι του χρηματιστηρίου, και της βαθιάς πεποίθησης ότι το χρήμα - γεννάει - χρήμα, το αισθητήριο και το κριτήριο αυτής της πολυ μεγάλης λαϊκής πλειοψηφίας ήταν σταθερό: λεφτά! Θέλουμε λεφτά! Εκείνος που τους υποσχέθηκε ότι “λεφτά υπάρχουν” και ύστερα διέψευσε την υπόσχεσή του, ανέβηκε στον Όλυμπο και έπεσε στα τάρταρα σχεδόν με την ταχύτητα του φωτός. Ο λόγος είναι απλός. Σε μια κοινωνία άγριου και επιθετικού μικροαστισμού, όπου τα λεφτά - είναι - τα - πάντα, εάν δεν υπάρχουν λεφτά δεν υπάρχει τίποτα.
οι οικονομολόγοι, και το “να γίνει κάτι”
Ο ελληνικός λαός θα μπει στη δίνη της “αυστηρότητας” (δηλαδή της μεγάλης λιτότητας) σα να έμπαινε στον ίλιγγο μιας χρηματικής πτώχευσης, ενώ είχε ήδη χρεοκοπήσει από καιρό σε όλα τα υπόλοιπα: την ηθική, την αισθητική, τα συναισθήματα, τις διανοητικές ικανότητες, τις πολιτικές αντιλήψεις. Αν είσαι ό,τι αγοράζεις, τότε αν δεν αγοράζεις δεν είσαι. Ποιές θα μπορούσαν να είναι οι αντιδράσεις, λαμβάνοντας υπ’ όψη ότι το πρόσφατο παρελθόν, η εικοσαετία 1990 - 2010 χαρακτηρίζει και θα χαρακτηρίζει για πάντα τις γενιές που τις έζησαν, ακόμα κι αυτές (αν και λιγότερο...) που πρόλαβαν να εκπαιδευτούν ηθικά και συναισθηματικά στην ευδαιμονία;
Όποιες και να ήταν οι πρώτες, οι ανακλαστικές αντιδράσεις, το σίγουρο είναι πως ήταν χειραγωγήσιμες πανεύκολα. Μπορεί οι μικροαστοί να έχουν μεγάλη ιδέα για τον Μοναδικό Εαυτό τους, αλλά ακόμα κι ένας μεσαίος διαφημιστής ξέρει την απέραντη ματαιοδοξία τους και την ακατανίκητη ροπή τους σε μαζικές συμπεριφορές. Στο κάτω κάτω στο δικό τους θυμικό απευθύνεται η μεγάλη μάζα των διαφημίσεων.
Δεν θα (ξανα)αναφερθούμε στην 5η Μάη του 2010. Θα θυμίσουμε όμως την μεγάλη επέλαση των οικονομολόγων / διαφωτιστών / σωτήρων. Λαπαβίτσας, Βαρουφάκης, Καζάκης (κατά κύριο λόγο) έγιναν οι ειδικοί - σεισμολόγοι - της - κρίσης που, χάρη στα μήντια, φώτισαν κάθε σαλόνι, μέσα απ’ το μπλε φως της τηλεόρασης. Το βασικό ερώτημα που έπρεπε να απαντήσουν (ακόμα κι αν δεν τέθηκε ποτέ τόσο ωμά ήταν πανταχού παρόν) ήταν πως θα ξαναβρεθούν τα λεφτά. Για 1,5 - 2 περίπου χρόνια (2010 - 2011) οι “οικονομολόγοι” αναγορεύτηκαν απ’ τους παραζαλισμένους έλληνες μικροαστούς σαν οι εν δυνάμει “φορείς της Αλήθειας”. [5Ένας από δαύτους, ο Καζάκης, έφτιαξε και πατριωτικό κόμμα, απ’ αυτά της δεκάρας: έξω απ’ το ευρώ, και τα λοιπά. Βρέθηκαν αρκετοί που είδαν το φως τους στις ρητορείες του. Αλλά ο “έξω απ’ το ευρώ”, όταν τον Δεκέμβρη του 2012 κλήθηκε να πει τη γνώμη του (ποιά γνώμη; αποψάρα καλύτερα!) για τις κυπριακές τράπεζες, είχε μια μονάχα συμβουλή: πάρτε τα λεφτά από εκεί, και τρέξτε! Σκεφτείτε τι θα έπρεπε να κάνει κάθε “μικροκαταθέτης” εάν και όταν πλησίαζε ο λυτρωτής Καζάκης στην εν ελλάδι βασιλεία του...] Ο χαμένος θησαυρός θα βρεθεί αν...
Όπως ήταν αναμενόμενο, αυτοί οι τεχνικοί της εξουσίας άρπαξαν την ευκαιρία να γίνουν ιερείς της απελευθέρωσης. Εκτός απ’ το να κάνουν “όνομα” δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι έπεισαν τους μικροαστούς, που έχουν πολύ πιο απτές εννοήσεις περί σκληρού ή μαλακού νομίσματος· ειδικά εκείνοι που έκαναν την τύχη τους με την δραχμή και την πολλαπλασίασαν με το ευρώ. Η σημαντικότερη προσφορά των οικονομολόγων - της - απελευθέρωσης είναι ότι (είτε το είχαν απ’ την αρχή στο μυαλό τους είτε όχι) επιβεβαίωσαν την μικροαστική υποψία πως όλα είναι μια συνωμοσία. Δεν χρειάζεται να πεθαίνεις για δραχμές για να μισήσεις την Μέρκελ και τον Σόιμπλε. Κι αυτό το μίσος ήταν αληθινά λυτρωτικό. Γιατί προέκτεινε την μεγάλη εθνική έπαρση του μποϋκοτάζ στα ολλανδικά τυριά και στα ιταλικά μακαρόνια (επί ελληνοσερβικής φιλίας και “μακεδονικού”) καθώς και την βαριά υποψία διεθνούς δάκτυλου στις κατηγορίες για ντοπάρισμα των εθνικών μας πρωταθλητών (επί ολυμπιακών αγώνων). Η ύπαρξη διεθνούς συνωμοσίας κατά των ελλήνων (απ’ το ψέκασμα ως το νόμισμα, και απ’ το μνημόνιο ως τον “γαπ”) επιβεβαίωνε πόσο - σημαντικοί - είναι. Και το να νοιώθεις σπουδαίος ήταν η μεγάλη ιδέα των ημερών της ευδαιμονίας, μια ιδέα που κανείς έλληνας δεν θα εγκατέλειπε.
Το δεύτερο στοιχείο που έκανε τους οικονομολόγους ελκυστικούς, ήταν η σιγουριά τους για την δύναμη της μαγείας. Ο καθένας από δαύτους μπορούσε μέσα σε μισή ώρα, ένα τέταρτο, ακόμα και σε λίγα λεπτά ομιλίας, να βγάλει - τον - λαγό - απ’ - το - καπέλο: ένα υπονοούμενο, μια εναλλακτική ερμηνεία, ακόμα και μια παρεξήγηση ότι, τελικά, λεφτά υπάρχουν, απλά οι άχρηστοι (πολιτικοί, κυβερνητικοί) εκπρόσωποι δεν ξέρουν (ή δεν θέλουν, ή δεν μπορούν) να τα βρουν. [6Για να είμαστε δίκαιοι, οικονομολόγοι που θα έλεγαν “την έχετε γαμήσει” και “no future” δεν θα μπορούσαν να κάνουν καριέρα!] Ο κάθε λαγός και το κάθε καπέλο έπειθαν σχετικά λίγο. Αλλά ο κοινός τόπος, το “μαγικό”, έπειθε. Ταίριαζε. “Κούμπωνε” με τις λαϊκές φαντασιώσεις.
Ο φιλόσοφος της συμφοράς (και της αρπακτής) Σλαβόι Ζίζεκ, που έγινε κι αυτός διάσημος στα μέρη μας τα 2 με 3 χρόνια της τετραετίας (αλλοίμονο! υπάρχει κανάς απατεώνας που έχασε την ελληνική ευκαιρία;) είπε μεσούσης της κρίσης: δεν ξέρετε τι να κάνετε, αλλά κάντε το γρήγορα! Πρόκειται για μαλακία υψηλού επιπέδου, με την έννοια ότι χρειάζεται μεγάλο θράσος για να πεις στο πόπολο (κι όχι μόνο στο ελληνικό) ότι “είστε ηλίθιοι, αλλά τουλάχιστον προσπαθείστε να το φχαριστηθείτε”. Μεγάλο θράσος και βεβαιότητα ότι αυτοί που ακούν την σοφία σου είναι καθόλα ικανοί να τους φτύνεις και να νομίζουν ότι βρέχει.
Αλλά η σοφία Ζίζεκ είχε μια πραγματική, υλική πηγή: σε κοινωνίες του θεάματος και του χρήματος, αν δεν υπάρχει το δεύτερο (τα λεφτά) “δεν ξέρεις τι να κάνεις”· αλλά αν το πρώτο υπάρχει (το θέαμα), “just do it”! Πάρε το πικέτο σου και κατέβα παρέα με τα άλλα· κρεμάσου ανάποδα· βγάλε φωτιές· πέσε στα χάπια· τράβα ψόφα πανηγυρικά· σε κάθε περίπτωση μην το πολυσκέφτεσαι. Κάντο!
Συνεπώς αφού η γενική κουλτούρα του θεάματος είναι “είσαι ικανός για τα πάντα”· αφού οι υποδείξεις των ειδικών άφηναν μεγάλο περιθώριο για την προσμονή κάποιου Batman, κι αφού κάθε δυνατότητα πρακτικών λογισμών και σχεδιασμών χωρίς φράγκα είχε χαθεί απ’ την ελληνική κοινωνία από καιρό, το “πολιτικό ζητούμενο” των αντιδράσεων ακαριαία έγινε (και συνεχίζει να είναι) το “να γίνει κάτι”. Πρώτα πρώτα σε τρίτο ενικό πρόσωπο: “να γίνει”, κάπως μόνο του, έτσι ώστε αν δεν είναι βολικό να είναι εύκολη η αποστασιοποίηση... Και ύστερα “κάτι”. Αυτό το “κάτι”, που ο μόνος συγκεκριμένος προσδιορισμός του ήταν το “να φύγουν” (οι κυβερνώτες, βασικά ο τρισκατάρατος), αποτελεί την αποθέωση της μεταφυσικής στις κοινωνίες του ώριμου θεάματος. Σε άλλες εποχές το “δεν ξέρεις τι θέλεις” ήταν απόδειξη μεγάλη σύγχισης, σχεδόν συνώνυμο του “δεν ξέρεις τι σου γίνεται”. Στην εκχρηματισμένη, θεαματική, εμπορευματοποιημένη ελληνική κοινωνία, το “να γίνει κάτι” (δηλαδή η απεριόριστη σύγχιση) έγινε ικανός και ικανοποιητικός λόγος “κινητοποίησης” των μικροαστικών μαζών (στις αλλεπάλληλες υποτιθέμενα πανεργατικές απεργίες / παρελάσεις το “να γίνει κάτι” ήταν αυτό που ενοποιούσε τα πιο ετερόκλητα κοινωνικά υποκείμενα και συμφέροντα), ακόμα και ανάθεσης εκ μέρους τους (οπουδήποτε, κυρίως όμως στην κυβερνοαριστερά και στα βοθρολύματα).
Το μείζον πολιτικό γεγονός που μπόρεσε να παράξει ο ελληνικός μικροαστισμός ήταν ένα τεράστιο event, απ’ αυτά που ανατροφοδοτούνται απ’ τον θεατρινισμό και τον καιροσκοπισμό του είμαι κι εγώ εκεί. Φυσικά οι “αγανακτισμένοι”, απ’ την αρχή ως το τέλος, απ’ την πρώτη τους μέρα ως την τελευταία, εκδήλωναν με απόλυτη ακρίβεια τα μικροαστικά χαρακτηριστικά του σύγχρονου νεοπλουτισμού που νοιώθει (ή παριστάνει) ότι τραβιέται το χαλί κάτω απ’ τα πόδια του: ένα τέρας, που στο κεφάλι του είχε την γαλανόλευκη και στην ουρά του φοιτητικές φλυαρίες και πόζες περί “άμεσης δημοκρατίας”. Το φιλοσοφικό “δεν ξέρεις τι να κάνεις αλλά κάντο γρήγορα” απέκτησε μια μαζική υλική μορφή, ίσως την μόνη που θα μπορούσε: το πλήθος που θαυμάζει το είδωλό του. Κι αφού οι “αγανακτισμένοι” έκαναν αυτό που δεν ήξεραν, ήλπιζαν κρυφά (και μάλιστα άσχετα από ιδεολογία) στα “γεγονότα” της όποιας αστυνομικής καταστολής και βίας. Είναι σα να έλεγαν: δεν ξέρουμε τι (να) κάνουμε, αλλά για να μας την πέφτουν οι μπάτσοι πάει να πει ότι κάνουμε το σωστό!
καπιταλιστική κρίση; ποιά καπιταλιστική κρίση;
Πρόκειται για συνωμοσία (κατά του “λαού”, του “έθνους”, κλπ)... Ο εχθρός είναι έξω (στο Βερολίνο)... Κάπου υπάρχουν λεφτά (δραχμές;)... Εργατική τάξη δεν υπάρχει (φτύστε τον κόρφο σας!) κι ούτε κατά διάνοια η κρίση και η διαχείρισή της είναι κλιμάκωση της βίαιης επίθεσης των ντόπιων αφεντικών εναντίον των σύγχρονων εργατών και εργατριών... Δεν θα ρωτήσουμε ποιοί τα υποστήριξαν αυτά (και τα υποστηρίζουν ακόμα). Θα ρωτήσουμε: υπάρχουν κάποιοι που είπαν τ’ αντίθετα;
Κάτι πολύ περιθωριακοί, μόνο... Η ρητορική περί “κρίσης”, “χρέους”, “προδοσίας”, “γερμανών” και “ε.ε.”, μ’ όλες τις παραλλαγές της, γεννήθηκε ακαριαία και ταυτόχρονα από κάτω και από πάνω, επειδή αυτό το υπονοούμενο και μόνο, το υπονοούμενο της “εθνικής απελευθέρωσης” δηλαδή, θα άφηνε άθικτα τα ουσιαστικά χαρακτηριστικά (απ’ τα καθημερινά μικροαστικά ήθη και έθιμα ως τους μηχανισμούς και τα κυκλώματα του κράτους, του παρακράτους, του οργανωμένου εγκλήματος) του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού, όπως αυτά διαμορφώθηκαν και κατακτήθηκαν απ’ την αρχή των ‘90s και μετά.
Από συναισθηματική και ψυχολογική άποψη, ατομική και μαζική, το να ενισχύεται κάθε συντηρητισμός σε συνθήκες “διάψευσης των προσδοκιών”, είναι το πιο “λογικό”. Είναι λογικό, όταν οποιαδήποτε προσδοκία είναι αφενός προκαταβολικά εκχρηματισμένη και αφετέρου ισχυρά ανταγωνιστική: σκαρφάλωμα πάνω στα πτώματα των άλλων. Μόνο η οργανωμένη εργατική συνείδηση και κριτική θα μπορούσε να κάνει το σωστό: να πανηγυρίσει γι’ αυτή την “διάψευση των προσδοκιών”, να υποδείξει την καπιταλιστική πραγματικότητα μέσα στην εντατικοποίηση της σκληρότητάς της, να στραφεί πολεμικά τόσο ενάντια στους παραγωγούς αυτών των “προσδοκιών” όσο και ενάντια στους καταναλωτές του. Αλλά τέτοιο πράγμα, οργανωμένη εργατική συνείδηση και κριτική, δεν έχει υπάρξει ως τώρα στο μέγεθος που απαιτούν οι καιροί.
Τα υπόλοιπα είναι οι αναμενόμενες συνέπειες της “λογικής” του μικροαστισμού. Μερικοί εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν τα βοθρολύματα και τους ψηφόφορους τους σαν μικροαστούς που κάνουν λάθος. Όχι, δεν κάνουν κανένα λάθος! Είναι συνεπείς εκφραστές, οπαδοί, ακόμα και αυτουργοί του καπιταλιστικού κακουργήματος, όπως αυτό εξελίσσεται εδώ και 2,5 δεκαετίες. Δεν αποστασιοποιούνται απ’ το έγκλημα. Πρώτον επειδή πιστεύουν σ’ αυτό, μερικοί με πλήρη συνείδηση και άλλοι ασυνείδητα αλλά συμφεροντολογικά· και δεύτερον επειδή “νοιώθουν” ότι οποιαδήποτε κατηγορία εναντίον τους ως εγκληματιών, είναι σκευωρία και συνωμοσία. Στα ‘90s οι έλληνες δεν ήταν ρατσιστές· οι μετανάστες εργάτες απ’ την αλβανία ήταν κακοποιοί... Στα ‘90s και στα ‘00s οι έλληνες δεν ήταν φιλοχρήματοι, άπληστοι, κυνικοί· ο Σημίτης τους έσπρωξε στη Σοφοκλέους, με το ζόρι... Στα ‘90s και στα ‘00s οι έλληνες δεν ήθελαν, ατομικά και συλλογικά, να κερδίζουν με οποιοδήποτε, οσονδήποτε βρώμικο τρόπο, σε οποιοδήποτε “στίβο”, απ’ τα σπορ μέχρι τις δουλειές και τις καθημερινές τους σχέσεις· ήταν ανθελληνική συνωμοσία ότι οι πρωταθλητές τους ντοπάρονται και ότι οι ομάδες τους στήνουν τα μάτς... Κατά φυσική προέκταση, στα ‘10s οι έλληνες δεν είναι φασίστες και εγκληματίες· οι προδότες του έθνους είναι τέτοιοι...
Η (δήθεν) αριστερά του μικρομεσοαστισμού παριστάνει ότι αποτελεί τον αντίθετο πόλο, και μάλιστα τον ηγεμονικό. Σε κάμποσες λεπτομέρειες (με σημασία) ναι, αποτελεί αντίθετο πόλο. Αλλά αυτό που λέγεται “ιδεολογική ηγεμονία” το έχει χάσει εδώ και 30 χρόνια. Δεν την έχασε την ιδεολογική ηγεμονία επειδή τα πολιτικά της γραφεία ακολούθησαν “λάθος γραμμή” - αυτό είναι παράγωγο. Την έχασε γιατί το γλυκό του νεοφιλελευθερισμού ήταν πολύ γλυκό! Τα μέλη των κομμάτων της ντόπιας αριστεράς, τα στελέχη, οι ψηφοφόροι έζησαν επί μακρόν μέσα στο μέλι, όπως το μεγαλύτερο μέρος του “λαού”· και πάντως δεν το αρνήθηκαν, δεχόμενοι και τις συνέπειες που θα είχαν τέτοιες αρνήσεις. Εκμεταλλεύτηκαν τη δουλειά μεταναστών και μεταναστριών (έστω, πληρώνοντας λίγο καλύτερα...). Ταυτίστηκαν με (και ξέπλυναν) κάθε εθνικιστικό παραλήρημα... Σα διανοούμενοι, σαν ελεύθεροι επαγγελματίες, σαν μισθωτοί, έπαιξαν το παιχνίδι της κοινωνικής ανόδου με τους κανόνες του... Απόλαυσαν τον εκχρηματισμό των κοινωνικών σχέσεων όπως όλοι οι υπόλοιποι... Και, κατά συνέπεια, δεν είχαν καμία αμφιβολία για την μακροζωία του θαύματος, ούτε κανένα λόγο να το μισούν και να το συχαίνονται, όταν αυτό το θαύμα ήταν ακόμα (ή έμοιαζε να είναι) ζωντανό.
Ενώ παρίσταναν (και παριστάνουν) ότι είναι οι πλέον κατάλληλοι (σαν “γνώσεις”) να κρίνουν τον καπιταλισμό, τον απήλαυσαν με την ψυχή τους. Την όξυνση της καπιταλιστικής κρίσης ούτε την είδαν έγκαιρα, ούτε την κατάλαβαν ακόμα κι όταν ξέσπασε αλλού, το 2007 ή το 2008. Περί καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης σαν συστατικού στοιχείου της κρίσης; Ούτε κατά διάνοια...
Κι αφού έφτασε η κρίση μπροστά την πόρτα τους κατάλαβαν, απλά, το ίδιο που κατάλαβαν και οι υπόλοιποι: ότι “λεφτά δεν υπάρχουν”. Στα γρήγορα, όπως και κάθε συνεπής μικρομεσοαστός, ανακάλυψαν τι φταίει: οι προδότες (της κυβέρνησης) και οι ανθέλληνες της ε.ε. (ή της γερμανίας ειδικά). Η ακροδεξιά ιδέα ότι “η ελλάδα είναι πειραματόζωο” (“η πατρίς κινδυνεύει”!) είναι δική τους κατασκευή. Το ελικόπτερο με το οποίο θα έφευγαν (οι προδότες πολιτικοί) είναι δική τους κατασκευή. Η “γερμανική κατοχή” είναι δική τους ιδέα. Το ρεφάρισμα του ελληνικού δημόσιου χρέους με τις “γερμανικές αποζημιώσεις” είναι δική τους ιδέα. Η “εθνική ενότητα” είναι και δική τους ιδέα. Η “προστασία της μεσαίας τάξης” σαν το πρώτιστο πολιτικό καθήκον είναι και δική τους ιδέα. Οι φτηνοί βερμπαλισμοί και η ανερμάτιστη συνθηματολογία είναι και δικά τους εργαλεία. Οι απλουστεύσεις και οι διανοητικοί πρωτογονισμοί είναι και δική τους μεθοδολογία.
Το πιο πρόσφατο που υπέπεσε στην αντίληψή μας απ’ αυτή τη μεριά, μετεκλογικά, [7Ρ/σ “στο κόκκινο”, 31 Μάη, θεωρία στο κόκκινο.] είναι η καινούργια μεγάλη αποστολή που η κυβερνοαριστερά σκέφτεται να αναθέσει στον εαυτό της. Α) Να αλλάξει την κοινωνία (τα κοινωνικά ήθη, στερεότυπα, φαντασιακά)· Β) Να αλλάξει το κράτος (την κουλτούρα και την λειτουργία της δημόσιας διοίκησης)· Γ) Να αλλάξει την κομματική της λειτουργία...
Φαίνεται ότι μετά την επιτυχία του “τρεις κάλπες, μια επιλογή” το πράγμα προχωράει σε κάτι ακόμα πιο εντυπωσιακό: ένα καπέλο, τρεις λαγοί!
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1 - Απ’ το ελληνοσερβική φιλία, 1991 - 1995, εκδ. αντισχολείο, σειρά anti-imp
[ επιστροφή ]
2 - Ο.π.
[ επιστροφή ]
3 - Φωτογραφίζεται ο στρατηγός Γρυλλάκης...
[ επιστροφή ]
4 - Γύρω στα 1985 / 1986 εμφανίστηκε στους ευρύτατους κύκλους της ελληνικής κοινωνικής αριστεράς, σίγουρα στην Αθήνα, το "παιχνίδι αεροπλανάκι”: ήταν ένας τρόπος να βγάζεις λεφτά επειδή μόνο έχεις φίλους και γνωστούς. Όταν εξάντλησε τα όριά του το “παιχνίδι”, όπως άλλωστε ήταν αναμενόμενο, άφησε τους λίγους να έχουν “πετάξει” με τα πολλά λεφτά, και τους πολλούς να μένουν ρέστοι. Όλοι όμως, κερδισμένοι και χαμένοι, είχαν αποδεχτεί πως οι κοινωνικές σχέσεις σαν τέτοιες μπορούν (και πρέπει) να μετατρέπονται σε χρήμα.
Το “παιχνίδι” επαναλήφθηκε μία ή δύο φορές, την δεκαετία του ‘90, σε διάφορους κύκλους πανελλαδικά, ανεξάρτητους πια από ιδεολογία. Στα τέλη της δεκαετίας το “πανελλήνιο” χώθηκε όσο μπορούσε στην πιο μεγάλη εκδοχή του “παιχνιδιού”, σ’ αυτήν που λέγεται χρηματιστήριο.
[ επιστροφή ]
5 - Ένας από δαύτους, ο Καζάκης, έφτιαξε και πατριωτικό κόμμα, απ’ αυτά της δεκάρας: έξω απ’ το ευρώ, και τα λοιπά. Βρέθηκαν αρκετοί που είδαν το φως τους στις ρητορείες του. Αλλά ο “έξω απ’ το ευρώ”, όταν τον Δεκέμβρη του 2012 κλήθηκε να πει τη γνώμη του (ποιά γνώμη; αποψάρα καλύτερα!) για τις κυπριακές τράπεζες, είχε μια μονάχα συμβουλή: πάρτε τα λεφτά από εκεί, και τρέξτε! Σκεφτείτε τι θα έπρεπε να κάνει κάθε “μικροκαταθέτης” εάν και όταν πλησίαζε ο λυτρωτής Καζάκης στην εν ελλάδι βασιλεία του...
[ επιστροφή ]
6 - Για να είμαστε δίκαιοι, οικονομολόγοι που θα έλεγαν “την έχετε γαμήσει” και “no future” δεν θα μπορούσαν να κάνουν καριέρα!
[ επιστροφή ]
7 - Ρ/σ “στο κόκκινο”, 31 Μάη, θεωρία στο κόκκινο.
[ επιστροφή ]
Μάρτης του 2010: δεν υπάρχει ακόμα “κατοχή”...
Αλλά αυτοί οι περιθωριακοί της εργατικής αυτονομίας “τρώγονται” ότι πριν την “οικονομική χρεωκοπία” έχουν συμβεί χαρούμενα όλες οι υπόλοιπες (χρεωκοπίες)...
(Αφίσες του “καφενείου των ανέργων”)