οι τράπεζες ήταν - απ’ την αρχή! Και, στα ξαφνικά υποτίθεται, μια τεράστια “σαν ανθρωποειδές ρομπότ” [1] μύγα, τσίμπισε την ελληνική αριστερά. Ο Όλι Ρεν. Ο οποίος, απαντώντας σε μια επιτροπή του ευρωκοινοβουλίου που ερευνά την δράση της “τρόικας” σε όλες τις ευρωκρατικές περιπτώσεις όπου επιβλήθηκαν έξωθεν “μέτρα λιτότητας” (και αναδιάρθρωσης), στα μέσα Γενάρη, είπε (απευθυνόμενος στον ευρωβουλευτή του συ.ριζ.α. Ν. Χουντή): “... Την άνοιξη του 2010 και κάποιο διάστημα μετά, αν είχε άμεσα αναδιαρθρωθεί το ελληνικό χρέος, θα είχαμε αντιμετωπίσει δραματικές συνέπειες μετάδοσης τόσο σε άλλα κράτη - μέλη όσο και μέσω του τραπεζικού διαύλου στην Ευρώπη...” Περσινά ξινά σταφύλια, χρήσιμα όμως στην ευρωπαϊκή προεκλογική εκστρατεία του προέδρου της κυβερνοαριστεράς. Το τραγικό (για τη νοημοσύνη) είναι ότι η ίδια εφημερίδα (η “εφ. συν”), ο ίδιος ρεπόρτερ, στο ίδιο κείμενο, την ίδια ημέρα, κάτω απ’ τους βαρύγδουπους τίτλους “άφησαν το χρέος να πνίγει την ελλάδα - δια στόματος Όλι Ρεν επιβεβαιώνεται ότι οι ευρωπαίοι θυσίασαν την ελλάδα για να σώσουν τις τράπεζες και τις οικονομίες τους”, γράφει μεταξύ άλλων αγανακτισμένων πατριωτικών και τα εξής: ... Πριν 6 μήνες, λοιπόν, άλλοι (καταραμένοι) αξιωματούχοι, άλλα “ανθρωποειδή ρομπότ”, είχαν πει τα ίδια πράγματα. Κι όχι μόνο πριν 6 μήνες. Αλλά πριν και 10, και 15, και 20 και 30. Και μάλιστα καθόλου υποχρεωτικά σε σχέση με το “ελληνικό χρέος”. Αλλά, κυρίως, σε σχέση με την κατάσταση των τραπεζών στην ε.ε. Υπάρχει ένα παλιό γνωμικό που λέει: αν χρωστάς ένα χιλιάρικο σε μια τράπεζα έχεις πρόβλημα· αν χρωστάς ένα εκατομμύριο το πρόβλημα το έχει η τράπεζα. Ισχύει. Δεν πρόκειται, όμως, για λεκτικό σόφισμα. Και στις δύο περιπτώσεις, και του ενός χιλιάρικου και του ενός εκατομμυρίου υπάρχει ένα “χρέος”. Υπάρχουν, επίσης, ο πιστωτής και ο οφειλέτης. Το ζήτημα είναι ότι ανάλογα με το μέγεθος αυτού του χρέους, το κέντρο βάρος του προβλήματος μετακινείται: όσο μεγαλύτερο είναι το χρέος τόσο περισσότερο το πρόβλημα πηγαίνει στη μεριά του πιστωτή. Ωστόσο (είναι παράξενο;) απ’ το 2009 (ή, κατ’ άλλους, απ’ το 2007) έως τώρα ούτε οι ευρωπαϊκές, ούτε οι αμερικανικές, ούτε (βέβαια!) οι ελληνικές τράπεζες “έχουν σωθεί”, παρά τα κάθε είδους “μέτρα” και “τεστ” που έχουν εφευρεθεί και ληφθεί για την καλή τους υγεία. Υποτίθεται πως το βασικότερο πρόβλημα του χρηματοπιστωτισμού, αμερικανικού, αγγλικού και πολλών ακόμα εθνικοτήτων, ήταν το τεράστιο ύψος της “μόχλευσης” κεφαλαίων. Της αναλογίας, δηλαδή, μεταξύ “πραγματικών” αξιών και “προσδοκόμενων” οφελών, που είχαν (και έχουν) στα κιτάπια τους. Αρκεί να φανταστεί κανείς το εξής απλό, που χρειάζεται για να αντιληφθεί τι σημαίνει “πρόβλημα” για τους πιστωτές (τις τράπεζες) όταν τα προς αυτές “χρέη” ξεφεύγουν: μπορεί οποιαδήποτε τράπεζα να γράφει στους λογαριασμούς της ότι έχει λαμβάνειν τα Χ ή Ψ ποσά από δάνεια που έχει δώσει. Εάν όμως αυτά τα δάνεια δεν πληρώνονται, κι αν οι “υποθήκες” που τα καλύπτουν είναι σημαντικά μικρότερης αξίας απ’ αυτά τα δάνεια, τότε η τράπεζα κατέχει, απλά, αέρα κοπανιστό. Πως, όμως, θα μπορούσε να ειναι αλλιώς; Ο πραγματικός λόγος εξ αιτίας του οποίου ο χρηματοπιστωτισμός έγινε ο μοναδικός αυτοκράτορας, ο πραγματικός λόγος εξ αιτίας του οποίου τα δάνεια (και οι μοχλεύσεις) ξέφυγαν διεθνώς στη στρατόσφαιρα της φαντασίας, παραμένει πάντα στη θέση του. Η βασική καπιταλιστική αντινομία μεταξύ της ραγδαία αυξημένης παραγωγικότητας της εργασίας και της εξίσου ραγδαίας υποτίμησής της όχι μόνο δεν έχει “γεφυρωθεί”, αλλά έχει ενταθεί ακόμα περισσότερο - κι όχι μόνο στην ευρώπη. Υποτίθεται ότι η βασική δουλειά των τραπεζών στον καπιταλισμό είναι να μαζεύουν τον περισσευάμενο πλούτο (με την μορφή των καταθέσεων ή άλλες συγγενείς από λειτουργική άποψη μορφές) και να τον διοχετεύουν, σαν χρήμα, προς εκείνες τις “παραγωγικές επενδύσεις” που θα αυξήσουν κι άλλο τον πλούτο· κι όχι μόνο των αφεντικών. Το γεγονός ότι σπουδαιότερη “παραγωγική επένδυση” εδώ και πάνω από 20 χρόνια έγινε η λογιστική αλχημεία του “το χρήμα - γεννάει - χρήμα” προφανώς οφείλεται στο ότι πολλές άλλες (πραγματικές) “παραγωγικές επενδύσεις” έπαψαν να είναι κερδοφόρες σε ικανοποιητικό βαθμό. Το να περιορίζουν, κατά συνέπεια, οι τράπεζες την βασική τους δουλειά σαν μέθοδο “σωτηρίας” μπορεί να μοιάζει με χριστιανική μεταμέλεια, αλλά δεν αλλάζει τα βασικά καπιταλιστικά δεδομένα. Το Βερολίνο, που “ακούει” διάφορα (και διαφορετικά μεταξύ τους...) έχει ένα σαφές καπιταλιστικό σχέδιο για την ευρωζώνη: θέλει να την κάνει, στο σύνολό της, “εξαγωγική μηχανή” - προς τρίτους. Η “εσωτερική ευρωπαϊκή αγορά” είναι μεν παράγοντας κερδοφορίας (και κοινωνικών ισορροπιών), αλλά όχι ο κεντρικός. Οι ανταγωνιστές είναι ο στόχος. Είναι ένα φιλόδοξο ιμπεριαλιστικό σχέδιο, που σημαδεύει οτιδήποτε μπορεί να ονομαστεί αμερικανικές (ή και ιαπωνικές) εξαγωγές. Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί “ορθόδοξο”, από καπιταλιστική άποψη: ο μεν δευτερογενής θα πρέπει να είναι επιθετικά προσανατολισμένος (και η καλύτερη εκδοχή αυτού του προσανατολισμού είναι εκτός ευρωσυνόρων· εντός η ευρωζώνη θα πρέπει να λειτουργεί σαν ενιαίο παραγωγικό / καταναλωτικό σχέδιο, “αποκρούοντας” όσο μπορεί τις ανταγωνιστικές εισαγωγές), οι δε τράπεζες να υποστηρίζουν αυτόν τον προσανατολισμό. [2] Η δημιουργία ενός ωκεανού φτηνής εργασίας εντός ευρωζώνης (φτηνής κατά κύριο λόγο σε σχέση με τις ηπα και την ιαπωνία) είναι οργανικό τμήμα αυτού του σχεδιασμού· άλλωστε το Βερολίνο τον εφάρμοσε πρώτα εντός των δικών του συνόρων. Εάν αυτό το σχέδιο πετύχαινε στην κλίμακα της ευρωζώνης, εμείς μεν, σαν το μεγαλύτερο μέρος της εργατικής τάξης στην ευρώπη, θα παραμέναμε για πολλές γενιές “εργαζόμενοι φτωχοί” (“φτωχοί” σίγουρα σε σχέση με την παραγωγικότητα της δουλειάς μας...) - όμως οι κυριότερες ευρωπαϊκές τράπεζες θα αποκαθιστούσαν την βασική λειτουργία τους (και την ορθόδοξη κερδοφορία τους). Είναι ξεκάθαρο ότι η “σωτηρία” των τραπεζών στην ευρώπη (και πάντως όχι όλων) είναι ένα άλλο όνομα για την εκτεταμένη παραγωγική / καπιταλιστική αναδιάρθρωση στην “ευρωζώνη”. Προς το παρόν αυτό που συμβαίνει είναι μάλλον απλό: η “δημιουργική ύφεση” που αποτελεί την τρέχουσα διατήρηση της κρίσης, εκτός απ’ το να υποτιμάει άγρια μεγάλα τμήματα της εργασίας, κτυπάει και αρκετές από εκείνες τις καπιταλιστικές επιχειρήσεις που ήταν στραμμένες στις εθνοκρατικές εσωτερικές αγορές, συμβάλλοντας σε μια ορισμένη “συγκεντροποίηση κεφαλαίου”. Αυτό, με την σειρά του, μετατρέπεται σε διόγκωση των “μη εξυπηρετούμενων δανείων” (είτε ατομικών είτε επιχειρηματικών), και άρα σε πρόβλημα των τραπεζών. Και, ας το επαναλάβουμε, παρότι παντού οι τραπεζίτες (και τα κράτη) κρατούν την ρομφαία των κατασχέσεων, η πραγματική ανάγκη δεν είναι για συζητήσιμης αξίας “περιουσιακά στοιχεία” αλλά για ρευστό. Τέτοιες “προβληματικές” τράπεζες εξακολουθούν να είναι πολλές στην ισπανία, στην ιταλία, οι τοπικές τράπεζες στη γερμανία - και, βέβαια, οι “συστημικές” ελληνικές. [4] Το πρόβλημα είναι ότι η απαραίτητη “εξαγωγική” αναδιάρθρωση κινείται πολύ αργά (και σε ορισμένες περιπτώσεις, σαν την ελληνική, καθόλου) ενώ το “πρόβλημα” των τραπεζών παραμένει διαρκώς οξυμένο· άρα θα πρέπει να βρεθούν ενδιάμεσες λύσεις για δαύτο. [5] Οι ονομαζόμενες “συστημικές” big4 τράπεζες του ελλαδιστάν μπορεί να είναι κρίσιμες για τον ελληνικό καπιταλισμό, αλλά με ευρωπαϊκά κριτήρια ανήκουν (στην καλύτερη των περιπτώσεων) στις “μικρομεσαίες”. Και περιλαμβάνονται πάντα στον όμιλο των χρηματοπιστωτικών zombie. ... Η κρατική συνδρομή [σ.σ.: με το νόμο 3723, 2 Δεκέμβρη 2008, κυβέρνηση Καραμανλή του Β] συνίστατο επομένως στη χορήγηση 5 δισ. ευρώ σε ρευστό μέσω της αγοράς από το ελληνικό δημόσιο προνομιούχων τραπεζικών μετοχών· 15 δισ. ευρώ σε εγγυήσεις· και 8 δισ. ευρώ σε ομόλογα του ελληνικού δημοσίου. Το ελληνικό δημόσιο αύξησε το χρέος του το 2008 κατά 13 δισ. ευρώ για τη διάσωση των τραπεζών. Το 2009 ... το δημόσιο χρέος ανερχόταν στα 295 δισ. ευρώ. Το 4,5% του χρέους το 2010 ήταν αποτέλεσμα ... του νόμου 3723. Για να μην κουράζουμε. Σύμφωνα με τραπεζική έκθεση (πάντα απ’ τα στοιχεία του aristeroblog.gr) την άνοιξη του 2012: ... το συνολικό ύψος της ενίσχυσης που έχουν λάβει οι τράπεζες από το Δημόσιο ανέρχεται περίπου σε 145 δισ. ευρώ, με το 90% να αφορά εγγυήσεις. Και κάπως συγκεντρωτικά: ... Από τα στοιχεία που παρουσιάσαμε το ελληνικό κράτος έχει δώσει στις τράπεζες ρευστό 60 δισ. ευρώ το οποίο έχει εγγραφεί φυσικά στο δημόσιο χρέος... το ποσό αυτό αντιστοιχεί στο 18,7% του δημόσιου χρέους όπως αυτό είχε διαμορφωθεί στο καλοκαίρι του 2013. Κι ενώ η σταθερή μείωση των καταθέσεων και η σταθερή αύξηση των ανεξόφλητων δανείων είναι ένα διαρκές πραγματικό πρόβλημα, εκείνο που έχουν αποφύγει ως τώρα οι διοικήσεις των τραπεζών (ειδικά των big4) είναι το να δώσουν λογαριασμό για το τι έκαναν με τα λεφτά των καταθετών πριν τις αρχές του 2012, ειδικά μάλιστα την εποχή της ευδαιμονίας. Και πόσο βούλιαξαν τα μαγαζιά (τους) οι ίδιοι. Οι τραπεζικές πρακτικές του Λαυρεντιάδη στην proton bank (βρίσκεται προφυλακισμένος, αλλά υπάρχουν κάμποσοι που υποστηρίζουν ότι ο Λαυρεντιάδης ήταν απλά “βιτρίνα”), του Βγενόπουλου στη marfin και στην τράπεζα κύπρου (ακόμα καταφέρνει να είναι εκτός φυλακής) ή της διοίκησης του ταχυδρομικού ταμιευτηρίου δεν ήταν καθόλου “περιθωριακή έμπνευση”. Ούτε, φυσικά, το “πρόβλημα” ήταν η κομματική προέλευση και διασύνδεση του ενός ή του άλλου τραπεζικού δ.σ. Όσο περισσότερο ήταν το συγκεντρωμένο χρήμα (δηλαδή όσο μεγαλύτερη η τράπεζα) τόσο χοντρύτερα ήταν τα κόλπα - σε σχέση, φυσικά, με τους έλληνες επιχειρηματίες, το ξέπλυμα, τις καταχρήσεις και τα υπόλοιπα ωραία. Η απόδοση δικαιοσύνης ανάλογα με τα (οικονομικά) εγκλήματα των ελλήνων τραπεζιτών, και ceo, και golden boys, δεν θα αναιρούσε φυσικά την χρεωκοπία των τραπεζών - θα ήταν όμως μια πράξη τυπικής αναγνώρισης της μαζικής ιδεολογικής εξαπάτησης σε ότι αφορά την “κρίση”, το “δημόσιο χρέος”, κλπ. Πέραν αυτού η κατάσταση των τραπεζών δεν είναι κάτι που μπορεί να αλλάξει με “πατέντες”. Ο wegonnabe συ.ριζ.α., για παράδειγμα, που στα λόγια επιμένει στην “κρατικοποίησή” τους, έχει προσθέσει ένα ακόμα μαγικό: την δημιουργία μιας (κρατικής) bad bank, όπου θα μεταφερθούν όλα τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των εμπορικών τραπεζών, για να εξυγιανθούν οι δικοί τους προϋπολογισμοί. Κάτι τέτοιο έχει σαν προϋπόθεση το να μην αυξάνονται τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και άλλες πηγές “ζημιάς” των τραπεζών. Πέρα απ’ αυτό, όπου έχει δοκιμαστεί το κόλπο, συνεπάγεται επιπλέον κρατική χρηματοδότηση για ό,τι απομείνει σαν “good banks”, γιατί μένουν με μικρό “good stuff” στα κιτάπια τους. Κι αυτό σημαίνει λεφτά, λεφτά, λεφτά. Τι μπορούν, λοιπόν, να περιμένουν οι ελληνικές τράπεζες (και όχι μόνο); Η καπιταλιστική πραγματικότητα είναι γνωστή: το χρήμα είναι ο ενδιάμεσος, το γενικό ισοδύναμο των αξιών· αξίες όμως (δηλαδή πραγματικός πλούτος) παράγονται μόνο απ’ την εργασία.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1 - Αυτός είναι ο πατριωτικός χαρακτηρισμός που απέδωσε ένας απ’ τους συντάκτες της “εφ. συν” στον φινλανδό επίτροπο. Όλα τα στερεότυπα στην πίστα... 2 - Στο εμπόριο μεταξύ ηπα και ε.ε. (συνολικά η ευρωπαϊκή ένωση, όχι μόνο η ευρωζώνη) οι ηπα έχουν διαρκώς έλλειμμα, και αντίστοιχα η ε.ε. πλεόνασμα. Ενδεικτικά, 3 - Υπάρχει άλλο ένα: η μερική ή ολική διάλυση της ευρωζώνης. Σ’ ένα τέτοιο ενδεχόμενο οι διάφοροι επιμέρους εθνοκρατικοί ιμπεριαλισμοί της ευρώπης θα γίνουν δορυφόροι είτε της Ουάσιγκτον, είτε της Μόσχας (μάλλον απίθανο του Πεκίνου). 4 - Μια πρόσφατη έρευνα (στην οποία αναφέρθηκε η deutsche welle στις 21/1ου) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι 109 απ’ τις συνολικά 124 τράπεζες της ευρωζώνης έχουν, όλες μαζί, μια τρύπα μεγέθους 770 δισ. ευρώ. Οι γαλλικές μόνες τους χρειάζονται 285 δισ. ευρώ, και η επόμενη μεγάλη παρτίδα είναι οι τοπικές γερμανικές landesbanken. 5 - Ο όρος zombie banks χρησιμοποιείται ιδιαίτερα για διάφορα ευρωπαϊκά μαγαζιά. 6 - Το ενδιαφέρον είναι ότι το δντ επιχειρηματολόγησε στα τέλη του 2013 υπέρ μιας τέτοιας λύσης επειδή (υποστηρίζουν τα τσακάλια του) εάν επιχειρηθεί bail in περίπτωση - την - περίπτωση θα προκληθούν μεγάλες κοινωνικές αναστατώσεις και εντάσεις, ενώ εάν εφαρμοστεί καθολικά θα είναι δυνατόν να πουληθεί σαν “δίκαιη”. Αλλά για να είναι πανευρωζωνιακό ένα τέτοιο μέτρο θα πρέπει να εφαρμοστεί και στον ευρωζωνικό βορρά, που έχει τις καλύτερες δυνατότητες διαχείρισής τους. Πράγμα εξαιρετικά απίθανο. |
|||
Sarajevo