|
replay: οι αιχμάλωτες λέξεις Οι κοινοτοπίες με όσα κρύβουν, εργάζονται για την κυρίαρχη οργάνωση της ζωής. Μια απ’ αυτές τις κοινοτοπίες, υποστηρίζοντας ότι το γλωσσικό σύστημα δεν είναι διαλεκτικό, απαγορεύει την χρήση κάθε διαλεκτικής. Ωστόσο τίποτα δεν υποτάσσεται τόσο φανερά στη διαλεκτική όσο το γλωσσικό σύστημα σαν ζωντανή πραγματικότητα. Όλες οι κριτικές του παλιού κόσμου έγιναν με την γλώσσα αυτού του κόσμου, και παρ’ όλο αυτά εναντίον του - άρα, αυτομάτως, με μια άλλη γλώσσα. Κάθε επαναστατική θεωρία χρειάζεται να εφεύρει τις δικές της λέξεις, να καταστρέψει την κυρίαρχη έννοια των υπόλοιπων λέξεων και να ορίσει καινούργιες θέσεις μέσα στον “κόσμο των νοημάτων” - θέσεις που αντιστοιχούν στην καινούργια πραγματικότητα, η οποία μόλις σχηματίζεται και πρέπει να απαλλαγεί από την επικρατούσα σύγχιση. Οι ίδιοι λόγοι που εμποδίζουν τους αντιπάλους μας (τους αφέντες του Λεξικού) ν’ απολιθώσουν τη γλώσσα, επιτρέπουν σήμερα σ’ εμάς να εκφράσουμε καινούργιες θέσεις που αρνιούνται το υπάρχον νόημα. Ωστόσο ξέρουμε από τα πριν ότι οι ίδιοι ακριβώς λόγοι δεν μας επιτρέπουν να προβάλλουμε μια οριστική βεβαιότητα. Ένας ορισμός είναι πάντα ανοικτός, ποτέ οριστικός. Και οι δικοί μας ορισμοί ισχύουν ιστορικά, για μια συγκεκριμένη περίοδο, στενά συνδεδεμένη με μια συγκεκριμένη ιστορική πράξη. Σε μια πειραματική φάση, από τον Ρεμπώ μέχρι τους σουρρεαλιστές, η ανυποταξία των λέξεων αποκάλυψε ότι η θεωρητική κριτική του κόσμου της εξουσίας είναι ταυτόσημη με μια πρακτική που τον καταστρέφει - και αυτό αποδεικνύει δυστυχώς η επαναφομοίωση όλης της τέχνης από την εξουσία και ο μετασχηματισμός της σε καταπιεστικές κατηγορίες του κυρίαρχου θεάματός της. “Ότι δεν σκοτώνει την εξουσία σκοτώνεται απ’ αυτήν”. Πρώτοι οι Ντανταϊστές έδωσαν στις λέξεις τη δυσπιστία τους, μαζί με μια θέληση “γι’ αλλαγή της ζωής”. Μετά τον Σάντ αυτοί διακήρυξαν το δικαίωμα να λέγονται τα πάντα, ν’ απελευθερωθούν οι λέξεις και “ν’ αντικατασταθεί η αλχημεία του ρήματος με μια αληθική χημεία” (Μπρετόν). Στο εξής η αθωότητα των λέξεων καταγγέλεται συνειδητά και το γλωσσικό σύστημα φανερώνεται σαν “η χειρότερη απ’ όλες τις συμβάσεις” που πρέπει να καταστραφούν, να αποφενακιστούν, και ν’ απελευθερωθούν. Οι σύγχρονοι του Νταντά δεν παρέλειπαν να υπογραμμίζουν τη θέλησή του να καταστρέψει τα πάντα (“Επιχείρηση καταστροφής” έλεγε ανήσυχος ο Αντρέ Ζιντ) και πόσο επικίνδυνο ήταν για το κυρίαρχο νόημα. Με το Νταντά έγινε παράλογο να πιστεύουμε ότι μια λέξη είναι αιώνια δεμένη με μια ιδέα: το Νταντά πραγμάτωσε όλες τις δυνατότητες του λέγειν και γκρέμισε μια για πάντα την τέχνη ως ειδικότητα.’Εθεσε οριστικά το πρόβλημα της πραγμάτωσης της τέχνης. Ο υπερρεαλισμός έχει αξία μόνο ως προέκταση αυτής της απαίτησης και γι’ αυτό είναι αντίδραση όσον αφορά τα λογοτεχνικά έργα του. Η πραγμάτωση της τέχνης, η ποίηση (με την καταστασιακή έννοια), σημαίνει ότι δεν μπορούμε να πραγματωθούμε σ’ ένα “έργο”, αλλά ότι απλώς μπορούμε να πραγματωθούμε. Το “να λέγονται τα πάντα”, που εγκαινίασε ο Σαντ, επέβαλε κιόλας τη κατάργηση του πεδίου της διαχωρισμένης λογοτεχνίας (όπου μόνον ό,τι είναι λογοτεχνικό μπορεί να ειπωθεί). Μόνο που αυτή η κατάργηση - την οποία διακήρυξαν συνειδητά οι Ντανταϊστές, μετά τον Ρεμπώ και τον Λοτρεαμόν - δεν ήταν και ξεπέρασμα. Δεν υπάρχει ξεπέρασμα χωρίς πραγμάτωση, και δεν μπορούμε να ξεπεράσουμε την τέχνη χωρίς να την πραγματώσουμε. Πρακτικά μάλιστα δεν υπήρξε ούτε κατάργηση εφόσον μετά τον Τζόυς, τον Ντυσάν και το Νταντά μια καινούργια θεαματική λογοτεχνία εξακολουθεί να κατακλύζει τον κόσμο. Το “να λέγονται τα πάντα” δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την ελευθερία να γίνονται τα πάντα. Όπου η διαχωρισμένη εξουσία αντικαθιστά την αυτόνομη δράση των μαζών - συνεπώς όπου η γραφειοκρατία διευθύνει όλες τις πλευρές της κοινωνικής ζωής - επιτίθεται στο γλωσσικό σύστημα και υποβιβάζει την ποίησή του στη χυδαία πρόζα της πληροφόρησής της. Ιδιοποιείται αποστερητικά το γλωσσικό σύστημα (όπως και όλα τ’ άλλα) και το επιβάλλει στις μάζες. Έτσι το γλωσσικό σύστημα αναλαμβάνει να μεταδώσει τα μηνύματα της εξουσίας και να περικλείσει την σκέψη της. Είναι το υλικό υπόβαθρο της ιδεολογίας της. Η γραφειοκρατία αγνοεί ότι το γλωσσικό σύστημα είναι κατά πρώτο λόγο ένα μέσον επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων. Εφόσον κάθε επικοινωνία περνάει απ’ αυτήν, οι άνθρωποι φτάνουν στο σημείο να μην έχουν ανάγκη να μιλήσουν ο ένας στον άλλον: πρώτ’ απ’ όλα οφείλουν ν’ αναλάβουν το ρόλο του δέκτη μέσα σ’ αυτό το δίκτυο πληροφορικής επικοινωνίας, στο οποίο έχει υποβιβαστεί ολόκληρη η κοινωνία. Πρέπει να γίνουν δέκτες των διαταγών που τους επιβάλλουν να εκτελέσουν. Η παρακμή της ριζοσπαστικής σκέψης μεγαλώνει σε μεγάλο βαθμό την εξουσία των λέξεων, τις λέξεις της εξουσίας. “Η εξουσία δεν δημιουργεί τίποτα, επαναφομοιώνει” (Κ.Δ. 8). Οι λέξεις που σφυρηλατεί η επαναστατική κριτική είναι σαν τα όπλα που άφησαν οι παρτιζάνοι στο πεδίο της μάχης: περνούν στα χέρια της αντεπανάστασης και, όπως οι αιχμάλωτοι πολέμου, υποτάσσονται στο καθεστώς των καταναγκαστικών έργων. Οι πιο άμεσοι εχθροί μας είναι οι εκπρόσωποι της ψεύτικης κριτικής, οι αφοσιωμένοι υπάλληλοί της. Το διαζύγιο ανάμεσα στη θεωρία και την πρακτική αποτελεί την θεμελειώδη βάση της επαναφομοίωσης, της απολίθωσης της επαναστατικής θεωρίας σε ιδεολογία που μετασχηματίζει τις πραγματικές πρακτικές απαιτήσεις σε συστήματα ιδεών. Οι κάθε λογής ιδεολόγοι, τσοπανόσκυλα του κυρίαρχου θεάματος, είναι οι εκτελεστές αυτού του έργου. Μ’ αυτόν τον τρόπο ακόμα και οι πιο διαβρωτικές έννοιες χάνουν το περιεχόμενό τους και ξαναμπαίνουν σε κυκλοφορία στην υπηρεσία της συντηρούμενης αλλοτρίωσης. Οι έννοιες της ριζικής κριτικής γνωρίζουν την ίδια τύχη με το προλεταριάτο: τις στερούν από την ιστορία τους, τις ξεκόβουν από τις ρίζες τους. Είναι καλές, έτσι, μόνο για τις σκεψομηχανές της εξουσίας. Αν για την ιδεολογία το πρόβλημα είναι να γνωρίζει με ποιον τρόπο κατεβαίνει κανείς από τον ουρανό των ιδεών στον πραγματικό κόσμο, το λεξικό μας θα είναι συνεισφορά στην επεξεργασία της καινούργιας επαναστατικής θεωρίας που το πρόβλημά της είναι να γνωρίσει πως μπορούμε να περάσουμε από την γλώσσα στη ζωή. Η πραγματική οικειοποίηση των λέξεων που εργάζονται δεν μπορεί να γίνει εφικτή έξω από την ιδιοποίηση της ίδιας της εργασίας. Η νίκη της απελευθερωμένης, δημιουργικής δραστηριότητας θα φέρει τη νίκη της επιτέλους απελευθερωμένης αυθεντικής επικοινωνίας.
Mustafa Kayati |
||
Sarajevo