σημεία και τέρατα των καιρών:
β μέρος
Πάνω: μικρό δείγμα εικονικής (πολιτικής) πραγματικότητας, όπου η “ανατροπή” ψηφίζεται... Τουλάχιστον εκείνη η “αλλαγή”, που επίσης ψηφιζόταν, ήταν πιο σεμνή. Αλλά βέβαια πέρασαν τα χρόνια, οι λέξεις έχασαν το νόημά τους, και οι έμποροι τις βγάζουν στο καλάθι..
Κάτω: και όμως, η “ανατροπή” έγινε! Ανατράπηκε το “σκηνικό”!!! Έπεσαν καδρονάκια, τελάρα, στηρίγματα... Μόνο τα κουστούμια έμειναν στη θέση τους.
Ακόμα πιο κάτω: ανατροπή που δεν την ψήφισε κανένας...
|
|
νεοκρατισμός και εργατική συνείδηση:
μια “αντικαπιταλιστική” ελληνική περίπτωση
Προκειμένου να γίνει κατανοητό από πόσες μεριές τρέφεται ο νεοκρατισμός στα μέρη μας (και από πόσες, αντίστοιχα, μεριές δηλητηριάζεται η εργατική συνείδηση) επιλέγουμε να σχολιάσουμε κάπως αναλυτικά μια ορισμένη πολιτική ανάλυση. Θα μπορούσαν, στη θέση της, να είναι αρκετές άλλες. Όμως επιλέξαμε κάτι από μια μεριά της αριστεράς που, με βάση τα κηρύγματά της, θα θεωρούνταν “υπεράνω υποψίας”: η αντ.αρ.συ.α. Διαλέξαμε, επίσης, ένα χαρακτηριστικό κείμενο απ’ την εφημερίδα “πριν” επειδή, σε αντίθεση μια διάφορα κομματικά ντοκουμέντα, το υλικό μιας πολιτικής εφημερίδας απευθύνεται “στους πολλούς”, άρα κάνει την πολιτικοϊδεολογική δουλειά που οι εκδότες της θεωρούν την σημαντικότερη να γίνει. Τέλος, επιλέξαμε οι προς σχολιασμόν θέσεις να είναι απ’ το φύλλο της 27ης Μαΐου, όχι μόνο επειδή αυτό ήταν αρκετά προεκλογικό, αλλά επειδή το πρωτοσέλιδο σχόλιο της σύνταξης τέλειωνε όπως δείχνουμε σε διπλανή φωτογραφία.
Να θυμίσουμε ότι η δική μας άποψη είναι ότι το να γίνονται, στη διάρκεια μιας καπιταλιστικής κρίσης τέτοιας έντασης και έκτασης σαν την τωρινή, “κεντρικά ζητήματα” στοχεύσεις του είδους “να φύγουμε απ’ την ε.ε.”, “να φύγουμε απ’ το ευρώ” κλπ, δεν είναι αντικαπιταλισμός. Είναι κακοχωνεμένος και κακοποιημένος λενινισμός, και στην πράξη είναι αποπροσανατολισμός και ακύρωση των εργατικών συμφερόντων και της εργατικής αυτονομίας, υπέρ διαταξικών συμμαχιών που βολεύουν τ’ αφεντικά.
Παρακάτω αναδημοσιεύουμε εκτενή αποσπάσματα του υπό κρίση άρθρου. Τα πλάγια γράμματα είναι το κείμενο της εφημερίδας “πριν” (με την ορθογραφία του), τα όρθια γράμματα ο δικός μας σχολιασμός.
τίτλος: αναγκαία και δυνατή η έξοδος από ευρώ - εε
κείμενο: Η Ελλάδα δεν πρόκειται ποτέ να σηκώσει κεφάλι όσο είναι αναγκασμένη να αποπληρώνει ένα χρέος που θα κουρεύεται μόνο τόσο, όσο να παραμένει και πάλι αδυνατο να εξοφληθεί. Θα αποστραγγίζεται για την αποπληρωμή του κάθε δημόσιο έσοδο, θα ιδιωτικοποιηθούν και τα τελευταία απομεινάρια της κρατικής περιουσίας, θα καταλυθεί ακόμα περισσότερο η εθνική κυριαρχία.
Και μόνο η αναφορά σε “ελλάδα” που μπορεί (ή δεν μπορεί) “να σηκώσει κεφάλι” δείχνει απ’ την αρχή την “πατριωτική” (εμείς λέμε: εθνικιστική) έγνοια των αρθρογράφων. Αναμενόμενο λοιπόν που στα περιγραφόμενα δεινά δεν υπάρχει κανένα εργατικό τέτοιο, αλλά μόνο τα κακά που περιμένουν την “χώρα”. Αναμενόμενο, επίσης, που οποιοσδήποτε φασίστας δεν θα διαφωνούσε ούτε σ’ ένα γιώτα με μια τέτοια τοποθέτηση.
Συνεχίζουμε την αντιγραφή:
Μονομερής παύση πληρωμών και άρνηση του χρέους, που εμείς το θεωρούμε μονόδρομο, σημαίνει προβλήματα των ελληνικών (και όχι μόνο) τραπεζών, χωρίς τη δυνατότητα προσφυγής σε Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και ΕΕ, οπότε είναι απαραίτητος ο εθνικός έλεγχος του νομίσματος και βεβαίως η εθνικοποίηση των τραπεζών. Αυτός είναι ένας μόνο από τους λόγους που κάνει επιτακτική την έξοδο από την ευρωζώνη.
Και πάλι καμία διαφωνία από φασιστική σκοπιά. Αυτός ο “εθνικός έλεγχος” του νομίσματος σπάει κόκκαλα. Δεν θα μπορούσε, όμως, να είναι “εργατικός έλεγχος” (αν και διάφορες τέτοιες φουτουριστικές διατυπώσεις μπορούν να ξεφυτρώσουν οπουδήποτε!) μιας και όλα θα πρέπει να γίνουν για - να - σηκώσει - κεφάλι - η - ελλάδα.
Συνέχεια:
Η έξοδος όμως από την ευρωζώνη δεν είναι αρκετή, το χρέος δεν είναι αιτία αλλά σύμπτωμα μιας προβληματικής οικονομικής πορείας, αφού τόσο η αγροτική παραγωγή όσο και η μεταποίηση αποδιαρθρώθηκαν μετά την ένταξή μας στην ΕΟΚ το 1981, όταν εκτέθηκαν σε ανταγωνισμό χωρίς καμία προστασία, με τις κατά πολύ ισχυρότερες οικονομίες του ευρωπαϊκού κέντρου. Από τότε αρχίζουν να διογκώνονται τα δημόσια ελλείμματα και το χρέος (29,7% του ΑΕΠ το 1981, 65,7% του ΑΕΠ το 1989, 120% του ΑΕΠ το 2010, κ.ο.κ.).
Προφανώς η “προβληματική οικονομική πορεία” έχει το νόημα “προβληματικός καπιταλισμός”. Επιπλέον η άποψη ότι η “προβληματικότητα” του ντόπιου καπιταλισμού, τουλάχιστον της αγροτικής παραγωγής και της μεταποίησης, οφείλεται στο ότι “εκτέθηκαν στον ανταγωνισμό χωρίς καμία προστασία”, είναι νοσταλγία της κρατικής προστασίας. Όμως εδώ υπάρχει ένα βασικό ψέμα, που είναι χρήσιμο μόνο για φτηνή (και καθόλου αντικαπιταλιστική) προπαγάνδα: επί χρόνια η εοκ (και ύστερα η ε.ε.) χρηματοδοτούσε γενναία την αναδιάρθρωση και τον εκσυγχρονισμό τόσο της μεταποίησης όσο και της αγροτικής παραγωγής. Στον ελληνικό καπιταλισμό, και όχι μόνο. Για χρόνια, επίσης, αυτό το ευρωπαϊκό ημικρατικό μόρφωμα προστάτευε το εισόδημα των αγροτών κρατώντας παράλληλα σχετικά χαμηλές τις τιμές. Το τι έκαναν οι αγρότες (και τα αγροτοαφεντικά) τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις είναι, προφανώς, ζήτημα που δεν μπορεί να χρεωθεί στην ε.ε.· όπως δεν μπορεί να χρεωθεί σ’ αυτήν η βίαιη εκμετάλλευση των μεταναστών στις αγροτικές δουλειές, απ’ τα ‘90s ως τώρα - η βίαιη εκμετάλλευση που (όποιος ξέρει τα βασικά του καπιταλισμού το καταλαβαίνει εύκολα) αύξανε κι άλλο τα “έσοδα” (δηλαδή: κέρδη) των αγροτοαφεντικών.
Ενός ψέμματος δοθέντος μύρια έπονται: η διατύπωση περί διόγκωσης των δημόσιων ελλειμμάτων αφήνει να εννοηθεί ότι το ελληνικό κράτος προσπαθούσε να διορθώσει την “αποδιάρθρωση” της μεταποίησης και της αγροτικής παραγωγής, και γι’ αυτό χρεωνόταν....
Συνέχεια:
Τα δάνεια που έπαιρνε ο δημόσιος τομέας χρηματοδοτούσαν δημόσιες δαπάνες που στη συνέχεια διαχέονταν εν μέρει ως εισόδημα στην ιδιωτική οικονομία. (Ένα άλλο μέρος επέστρεφε αυτούσιο στις δανείστριες μέσω της αγοράς εξοπλισμών και των μεγάλων έργων). Αυτός ήταν ο μόνος τρόπος να βιώσουν οι Έλληνες για κάποια χρόνια την ένταξή στην ΕΕ ως ευημερία και όχι ως καταστροφή. Η κρίση του 2008 που δυσκόλεψε τη δανειοδότηση, φανέρωσε τα προβλήματα που κρύβονταν τα προηγούμενα χρόνια αλλά έσπρωχναν σταθερά σε αδιέξοδο. Έτσι, σήμερα, ακόμη κι αν μας χαριζόταν το χρέος, θα επανεμφανιζόταν σε λίγα χρόνια, όσο μένουμε εντός της ΕΕ, λόγω της ανισορροπίας πλεονασματικού κέντρου - ελλειμματικής περιφέρειας.
Ήδη η περιγραφή και η εννόηση του “προβλήματος” γίνεται με όρους κράτους, κρατικής εξουσίας, κλπ. Η προσοχή έχει εστιαστεί εκεί και μόνον εκεί. Υπάρχουν “έλληνες” που βίωσαν ή δεν βίωσαν· τάξεις με αντίπαλα συμφέροντα που κέρδισαν ή έχασαν δεν υπάρχουν όμως.
Αλλά ακόμα κι έτσι, οι αρθρογράφοι υιοθετούν τα βασικά της μυθολογίας περί δημόσιου χρέους, και παρακάμπτουν εκείνα που η επίσημη μυθολογία θέλει να ξεχαστούν. Από στενά οικονομική άποψη, το “πρόβλημα” του ελληνικού κράτους (και η αιτία του σταθερού και αυξανόμενου δανεισμού του) είναι ότι δεν εισπράτει τους φόρους απ’ τα “μεσαία” και “υψηλά” εισοδήματα, όπως κάνει κάθε καπιταλιστικό κράτος που θέλει να είναι στοιχειωδώς ορθολογικό. Το “πρόβλημα”, σα να λέμε, δεν είναι τόσο τα “πολλά έξοδα” όσο τα “λίγα έσοδα”. Είναι, άλλωστε, κοινοτυπία το γεγονός ότι στον ελληνικό καπιταλισμό οι έμμεσοι φόροι (τσιγάρα, βενζίνη, φ.π.α.) αποφέρουν στα κρατικά έσοδα δυσανάλογα μεγάλο ποσοστό σε σχέση με τους άμεσους (φορολογία εισοδήματος, ακίνητης περιουσίας, κλπ) ακριβώς επειδή οι άμεσοι φόροι είτε είναι μικροί, είτε δεν εισπράτονται, είτε και τα δύο. Οι έμμεσοι φόροι όμως επιβαρύνουν δυσανάλογα πολύ τους προλετάριους. Η συλλογή των φόρων στην ελλάδα έχει σαφέστατα σκληρούς ταξικούς προσανατολισμούς, και παρ’ όλα αυτά είναι ανεπαρκής επί πολλά χρόνια. Γιατί, όμως, οι αντικαπιταλιστές μας αποφεύγουν να το αναγνωρίσουν στη θέση που πρέπει όταν μιλούν για το χρέος; Και γιατί αποφεύγουν να αναγνωρίσουν ότι, από λογιστική τουλάχιστον άποψη, δεν θα υπήρχε κανένα σοβαρό “δημόσιο έλλειμμα” (και αντίστοιχα το κρατικό χρέος θα ήταν πολύ μικρότερο) μέσα, εντελώς μέσα στην εε και το ευρώ, αν το ελληνικό κράτος έκανε αυτό που κάνουν πολλά άλλα καπιταλιστικά κράτη; Μήπως επειδή έτσι θα αδυνάτιζε ο verbal και προσχηματικός αντικαπιταλισμός (τους);
Όσο για τις “ανισορροπίες μεταξύ πλεονασματικού κέντρου και ελλειματικής περιφέρειας”, αναφέρονται βέβαια στο εμπόριο. Εισαγωγές, εξαγωγές, κλπ. Το κακό μ’ αυτόν τον συλλογισμό, σ’ αυτό το θέμα, είναι διπλό. Αφενός υπήρχε επί 30 χρόνια η ανάποδη ανισορροπία σε άλλο επίπεδο: το κέντρο χρηματοδοτούσε την περιφέρεια κι όχι το ανάποδο. Δεύτερον, την ίδια ακριβώς ανισορροπία μπορεί να την ανακαλύψει κανείς και σε οποιαδήποτε “εθνική” επικράτεια. Τι σημαίνει, λοιπόν, το συμπέρασμα; Ότι κάθε φορά που υπάρχει τέτοια ανισορροπία το “αδύνατο” κομμάτι (μια περιφέρεια, ένας νομός, μια πόλη, ένα χωριό, μια γειτονιά) σηκώνεται και φεύγει, γινόμενο χωριστό μαγαζί, για να λύσει τα προβλήματά του; Είναι παράλογο, όχι μόνο για αντικαπιταλιστές αλλά και για στοιχειωδώς λογικούς.
Συνέχεια, παρακάμπτοντας μια παράγραφο χωρίς ιδιαίτερο βάρος:
Για να αποβεί σε όφελος των λαϊκών στρωμάτων η έξοδος από ευρωζώνη και ΕΕ πρέπει να συνοδευτεί από: Ακύρωση όλων των δανειακών συμβάσεων, μνημονίων και εφαρμοστικών νόμων με παράλληλη ολοκληρωτική στάση εξωτερικών πληρωμών. Αναγκαστική απαλλοτρίωση χωρίς αποζημίωση κάθε κοινού αγαθού και δημόσιας περιουσίας που έχει ιδιωτικοποιηθεί. Έλεγχο στην κίνηση αγαθών, κεφαλαίων και υπηρεσιών (τελωνειακοί έλεγχοι, συναλλαγματικοί έλεγχοι, ποσοστώσεις κ.λ.π.) ώστε να θωρακιστεί η οικονομική αυτοδυναμία της χώρας. Εθνικοποίηση των τραπεζών και των στρατηγικών κλάδων της οικονομίας, ειδικότερα εκείνων που καλύπτουν βασικές βιοτικές ανάγκες. Επαναεισαγωγή της δραχμής και μερική υποτίμησή της, με παράλληλη μετατροπή των καταθέσεων σε δραχμές και μέτρα ώστε να μην πληγούν τα λαϊκά εισοδήματα και οι μικροκαταθέτες. Επαναφορά μισθών και συντάξεων στα προ μνημονίων επίπεδα. Υποστήριξη και βελτίωση των κοινωνικών παροχών, αναπροσανατολισμό της φορολογικής πολιτικής σε βάρος των πλουσιότερων στρωμάτων και μέτρα δημοκρατικού ελέγχου της οικονομίας.
Η έξοδός μας από ευρωζώνη και ΕΕ επείγει: Η συνεχιζόμενη συρρίκνωση της παραγωγής μας, ιδιαίτερα στην παρούσα περίοδο της ύφεσης κάνει δυσκολότερο το έργο της οικονομικής ανασυγκρότησής στο μέλλον.
Να τι παθαίνει όποιος κάνει δικές του τις έγνοιες του αφεντικού του: φτιάχνει ένα πρόγραμμα κυβερνητικής / κρατικής εξουσίας (στην πραγματικότητα μια λίστα με “θα” φτιαγμένα στο πόδι, τύπου φοιτητικών εκλογών), λες και είναι στα πρόθυρα να... Αν δεν κάνουμε λάθος η αντ.αρ.συ.α. είναι ένα νόμιμο κόμμα, που συμμετέχει στις εκλογές· άρα έχει διαλέξει τον “ειρηνικό δρόμο” για την κατάληψη της εξουσίας. Απέχει όμως πάρα πολύ απ’ αυτήν την τόσο ποθητή στιγμή· και άλλωστε, σ’ αυτόν τον ειρηνικό - δρόμο - για - την - κατάληψη - της - εξουσίας, προηγείται κατά κάμποσο τοις εκατό το κκε, που είναι μια νταλίκα σε σχέση με το ακόμα φιατάκι της αντ.αρ.συ.α. Γιατί, λοιπόν, υπάρχει τέτοια καούρα για “πρόγραμμα εξουσίας” και “άμεσα κυβερνητικά μέτρα” (για το καλό της παραγωγής “μας”....) αφού το εν λόγω πολιτικό υποκείμενο δεν πρόκειται ποτέ να βρεθεί σε θέση να τα εφαρμόσει;
Ο ένας λόγος είναι προφανής. Χάρη σ’ αυτή τη λίστα “μέτρων” τα μέλη και οι οπαδοί της αντ.αρ.συ.α. θα μπορούν να τσακώνονται με τα μέλη και τους οπαδούς του συ.ριζ.α. στα καφενεία, στους φοιτητικούς συλλόγους ή στα σωματεία, παιρνώντας έτσι (επαναστατικά και αντικαπιταλιστικά) τον καιρό τους.
Ο δεύτερος λόγος είναι αφανής. Μεταφέροντας την κουβέντα σε τέτοια έξοχα κυβερνητικά μέτρα αφενός μπορεί να συμμετέχει ο καθένας, άσχετα από ταξική θέση, ταξικά συμφέροντα, κλπ· αφετέρου οι όποιες πρακτικές αποτυχίες μπορεί να δικαιολογούνται στη βάση της “μεγαλοσύνης των σκοπών μας”. Κι έτσι όλοι (ειδικά οι κομματικές δομές και τα στελέχη) να είναι ευχαριστημένοι. Αν πιστεύεις ότι σαν πολιτικό υποκείμενο είσαι πλασμένος για επιβάλλεις ελέγχους στην κίνηση αγαθών, κεφαλαίων και υπηρεσιών (για παράδειγμα) ε, μπορείς να ζήσεις και εκατό ζωές περιμένοντας την στιγμή που... Αν, πάλι, κοροϊδεύεις τον εαυτό σου, μπορείς να το κάνεις επ’ άπειρο...
Εν τέλει, στη λίστα υπάρχει και ο στόχος του “αναπροσανατολισμού της φορολογικής πολιτικής...” Τελευταίος, αλλά υπάρχει. Όμως είναι μάλλον απίθανο εάν είναι ρεαλιστικός χωρίς ένοπλες εργατικές φοροεισπρακτικές ομάδες...
Παρακάτω:
Είναι δυνατή η απεξάρτησή μας από την ΕΕ; Σήμερα εξαρτιώμαστε απο τους “Ευρωπαίους εταίρους” μας για να ισοσκελίσουμε: Το δημόσιο έλλειμμα, που σημαίνει ότι τα κρατικά έξοδα είναι μεγαλύτερα από τα έσοδα. Εδώ βασίζονται όσοι μας τρομοκρατούν ότι βγαίνοντας από ευρωζώνη και ΕΕ δεν θα μπορούμε να πληρώσουμε μισθούς και συντάξεις. Το ισοζύγιο πληρωμών, που σημαίνει ότι τα αγαθά και οι υπηρεσίες που εξάγουμε συν κάποιες πληρωμές προς την Ελλάδα, είναι μικρότερης αξίας από αυτά που εισάγουμε. Εδώ βασίζονται όσοι μας τρομοκρατούν ότι βγαίνοντας από ευρωζώνη και ΕΕ δεν θα μπορούμε να εισάγουμε πετρέλαιο, φάρμακα, τρόφιμα κ.λπ.
Ξεκινώντας από το δημόσιο έλλειμμα, αν υποθέσουμε ότι σταματάμε να πληρώνουμε το χρέος και τους τόκους, όπως εμείς προτείνουμε, δεν υπάρχει έλλειμμα: Για το 2011 οι δαπάνες, πλην τοκοχρεωλυσίων, είναι 55,9 δισ., εκ των οποίων τα 3 δισ. είναι “άλλες δαπάνες εξυπηρέτησης χρέους τόκων κ.λπ.”, ποσό που φυσικά πρέπει να αφαιρεθεί και τότε οι δαπάνες αντιστοιχούν ακριβώς στα έσοδα, που είναι 52,9 δισ., χωρίς να επαναλαμβάνουν τα έκτακτα χαράτσια και χωρίς να υπολογίζουμε καθόλου εισροές από την ΕΕ. Ωστόσο, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι ο ισοσκελισμός των εσόδων και των εξόδων και η ιεράρχηση των δαπανών δεν είναι τόσο λογιστικό όσο πολιτικό ζήτημα: Αν για παράδειγμα, η πληρωμή μισθών, συντάξεων, δαπανών υγείας και παιδείας, προηγούνται των δαπανών για εξοπλισμούς ή αν τα έσοδα πρέπει να αυξηθούν με φορολογία της μεγάλης περιουσίας ή με αύξηση του ΦΠΑ, είναι πολιτικό ζήτημα. Σε κάθε περίπτωση, είναι νομίζουμε φανερό ότι ακόμα κι έτσι, τα έσοδα επαρκούν για την κάλυψη των πιο καίριων αναγκών. Είναι όμως ανάγκη η σημερινή κατάσταση να βελτιωθεί και αυτό θα γίνει με μετατόπιση του φορολογικού βάρους από τις πλάτες των φτωχότερων στρωμάτων στη μεγάλη περιουσία, τους εφοπλιστές, την Εκκλησία κ.λπ. και μείωση των άχρηστων δαπανών, π.χ. για εξοπλισμούς, ασφάλεια, προγράμματα ΜΚΟ, βιτρίνες (αθλητικές ή προβολής, π.χ. έκθεση Θεσσαλονίκης) κ.λπ.
Οι πρόσθετες κρατικές δαπάνες για παραγωγικές επενδύσεις θα μπορούν να χρηματοδοτηθούν από κόψιμο χρήματος που δεν θα είναι πληθωριστικό, γιατί θα κατευθυνθεί στην παραγωγή και όχι στην κατανάλωση, οπότε θα έχει αντίκρισμα σε πραγματικές αξίες.
Μέσα στον πυρετό οικονομολόγων και την στόφα αυριανών (;) υπουργών οικονομικών, είναι λογικό που ξεφεύγουν στους αρθρογράφους περίεργοι πληθυντικοί, του είδους “(δεν) θα μπορούΜΕ να πληρώσουΜΕ μισθούς και συντάξεις...”. Όμως όσο και να ψάξει κανείς, σαν εργάτης ή εργάτρια, που και πως χωράει μέσα στα νούμερα της κρατικής κλίμακας, τα δισ. του ελλείματος, των εσόδων και των εξόδων, δεν θα βρει. Πρέπει να μάθει, λοιπόν, ότι δεν έχει σάρκα και κόκκαλα, στομάχι και μυαλό, ανάγκες και επιθυμίες, και πως είναι ένα φαντασιακό άτομο, που κυβερνάει (δι’ αντιπροσώπων φυσικά), και που έχει την ευθύνη να συγυρίσει τα οικονομικά του κράτους πριν από οτιδήποτε άλλο.
Προσπερνάμε, πάλι, δύο παραγράφους, για να πάμε προς το τέλος:
Το ποσοστό υποτίμησης της δραχμής θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από το πόσο ελλειμματικό θα είναι το ισοζύγιο των τρεχουσών συναλλαγών, καθώς όσο μεγαλύτερη θα είναι η υποτίμηση, τόσο θα μικραίνει το έλλειμμα. Η υποτίμηση θα έχει ως αποτέλεσμα να ακριβύνουν τα εισαγόμενα αγαθά, όχι αυτά που θα παράγονται εγχώρια. Όσα από τα εισαγόμενα αγαθά καλύπτουν βασικές ανάγκες, κι επομένως η αύξηση της τιμής τους θα πλήξει το εισόδημα των λαϊκών στρωμάτων, πρέπει να επιδοτηθούν, εν μέρει από τους δασμούς στην εισαγωγή πολυτελών αγαθών.
Είναι η χαρακτηριστική στιγμή που ο “αντικαπιταλιστής” οικονομολόγος και αυριανός (;) υπουργός οικονομικών έχει τόσο πολύ θολώσει απ’ τον ίδιο του τον οίστρο, ώστε πρέπει να είναι κανείς ιδιαίτερα υπομονετικός για να καταλάβνει τι ακριβώς εννοεί.
Εδώ, λοιπόν, η αρχική ιδέα είναι ότι παρά την θύελλα “φιλολαϊκών” μέτρων κάθε είδους (συμπεριλαμβανόμενης της “μετατόπισης του φορολογικού βάρους”) θα εξακολουθεί να υπάρχει εντός συνόρων μια ικανή σε μέγεθος μπουρζουαζία, η οποία θα εισάγει (γενικά πανάκριβα λόγω της υποτίμησης της δραχμής) πολυτελή αγαθά, σε τέτοια ποσότητα μάλιστα που οι δασμοί σ’ αυτά (δασμοί που θα τα κάνουν ακριβότερα) να βοηθούν στην επιδότηση των εισαγόμενων που καλύπτουν βασικές ανάγκες... Ή, μήπως, δεν θα είναι αρκετή αυτή η πηγή; Φαίνεται ότι οι αρθρογράφοι διστάζουν οι ίδιοι να πιστέψουν την έστω σχετική αξιοπιστία των ίδιων τους των λόγων, γι’ αυτό και προσθέτουν ένα διακριτικό “εν μέρει”. Εν μέρει; Και τα υπόλοιπα έξοδα επιδότησης των λαϊκών εισαγωγών;
Αν έχει αξία το πιο πάνω κείμενο (και σε δεύτερο βαθμό ο ενδεικτικός σχολιασμός μας) είναι επειδή “εικονογραφεί” τι σημαίνει νεοκρατισμός, γοητευτικός ακόμα και σε “αντικαπιταλιστικούς” κύκλους. Πρόκειται για την εύκολη, άνετη, φυσιολογική μετάθεση της σκέψης (και της φαντασίας...) στους πιο ψηλούς ορόφους της εξουσίας, εκεί που (υποτίθεται ότι) λαμβάνονται οι αποφάσεις. Και η αντ.αρ.συ.α. (όπως και το σύνολο σχεδόν της εντόπιας αριστεράς) έχει κυβερνητικές ανησυχίες και προτάσεις, επειδή πιστεύει ότι μόνο μέσω τέτοιων κυβερνητικών προτάσεων μπορεί να γίνει “αντιπολίτευση”. Τηρουμένων των αναλογιών μεταφέρει σε επίπεδο πολιτικής (και μάλιστα “αντικαπιταλιστικής” κατά τα λεγόμενα των στελεχών της) το μωρέ ας γινόμουνα εγώ πρωθυπουργός για μια βδομάδα και θα σου ‘λεγα!
Εννοείτε ότι υπάρχει η συναίσθηση ότι δεν βρίσκεται η κυβερνητική πλειοψηφία προ των πυλών της αντ.αρ.συ.α.! Όμως αυτό δεν αλλάζει τίποτα, επειδή (σύμφωνα με τις προδιαγραφές του νεοκρατισμού) η αντιπαράθεση με τους ιδεολογικούς ή/και πολιτικούς αντιπάλους μπορεί να γίνεται μόνο (ή κυρίως) με όρους σχεδίων εξουσίας. Το βασικό είναι ότι σ’ αυτό το επίπεδο, στο επίπεδο του “σχεδίου εξουσίας”, χάρη στον γενικευμένα μικροαστικό χαρακτήρα του ντόπιου σώματος των ψηφοφόρων, μπορεί κανείς να δοκιμάσει την τύχη του στην ταξική “πολυσυλλεκτικότητα” - ψήφων και (ίσως) και μελών. Βασικό, επίσης, είναι να πείσει τους εργάτες που επηρρεάζει, ότι ναι μεν τα εργατικά συμφέροντα είναι διακριτά και δεν συμψηφίζονται με άλλα, όμως για το καλό του κόμματος...
Να τα μηχανευόταν και να τα προωθούσε κάποιος αυτά σε μια εποχή και σε κάποιο κοινωνικό σχηματισμό όπου οι εργάτες ήταν μια αισχρή μειονότητα, θα λέγαμε έστω... Το να το κάνει όμως σε μια εποχή και σ’ έναν κοινωνικό σχηματισμό όπου η μισθωτή εργασία είναι γενικευμένη σχέση, και όπου οι εργάτες είναι η πλέον μαζική κοινωνική τάξη, ένα νόημα έχει: να τους θάψει ζωντανούς κάτω απ’ τον ίδιο τους τον μικροαστισμό.
Εδώ που τα λέμε, κι αν ακόμα αυτό δεν το καταφέρνει η αντ.αρ.συ.α. στον βαθμό (και με την αναγνώριση) που θα ήθελε, το καταφέρνουν άλλοι. Είναι μια εργολαβία με πολλούς εργολάβους, που δουλεύουν παράλληλα, ακόμα κι αν δεν γουστάρει ο ένας τον άλλο. Αλλά η δουλειά γίνεται, κι αυτό είναι που έχει σημασία (για το καλό της χώρας...). |
|