|
|
μηχανές στα πρόθυρα νευρικής κρίσης
Η χρηματοπιστωτική θριαμβολογία έχει υποχωρήσει απ’ το 2009, παρότι αυτός ο τομέας εξακολουθεί να παίζει (και πολιτικά...) κεντρικό ρόλο στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές κοινωνίες. Η μηχανοποίηση του χρηματοπιστωτισμού απ’ την μεριά της, είναι μέρος της γενικής τεχνικής εξέλιξης. Τον Απρίλιο του 2012, σ’ ένα αφιέρωμα στον χρηματοπιστωτισμό, ο καθεστωτικός economist έγραφε ανάμεσα στα άλλα:
Στις 3 Φεβρουαρίου του 2010, ώρα 01.26.28 μμ., ένα αυτόματο σύστημα αγοραπωλησίας χρηματιστηριακών προϊόντων που ανήκε στη χρηματιστηριακή εταιρεία συναλλαγών υψηλής συχνότητας (high frequency trader - HFT) Infinium Capital Management, παρουσίασε δυσλειτουργία. Μέσα σε 3 δευτερόλεπτα απέστειλε 6.767 εντολές αγοράς προθεσμιακών συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης (futures) αργού πετρελαίου στο Χρηματιστήριο Εμπορευμάτων της Νέας Υόρκης (New York Mercantile Exchange - NYMEX), το οποίο διευθύνεται από το Χρηματιστήριο Εμπορευμάτων του Σικάγο (CME). Αρκετές από αυτές τις εντολές καλύφθηκαν από αντισυμβαλλόμενους πωλητές, εκτινάσσοντας τη σχετική αγορά στα ύψη.
Μια επιτροπή διερεύνησης εργασιών του NYMEX ανέλαβε τις έρευνες για το τι ακριβώς συνέβη εκείνη την ημέρα. Το Νοέμβριο του 2011, η επιτροπή δημοσίευσε έναν κατάλογο των υποτιθέμενων αστοχιών της Infinium σε ό,τι αφορά τη διαχείριση κινδύνου και επέβαλε πρόστιμο 300.000 δολαρίων στην εταιρεία. Η Infinium από την πλευρά της δεν παραδέχεται, αλλά ούτε και αρνείται την παράβαση των κανόνων του χρηματιστηρίου. Την ίδια περίοδο, επιβλήθηκε πρόστιμο 500.000 δολαρίων στο ίδιο το CME για παραβάσεις που φέρεται να διέπραξε το 2009.
Οι εν λόγω αποτυχίες εξέθεσαν κάποιες από τις δικλείδες ασφαλείας που υποτίθεται ότι προστατεύουν τους χρηματιστές, τα χρηματιστήρια και εν γένει τις αγορές από την απρόβλεπτη συμπεριφορά των αλγορίθμων. Η επιτροπή του NYMEX ανακάλυψε πως η Infinium είχε ολοκληρώσει τον αλγόριθμο μόλις μια ημέρα πριν τον χρησιμοποιήσει για πρώτη φορά στο χρηματιστήριο, ενώ τον είχε δοκιμάσει για μόλις δύο ώρες σε προσομοιωμένο περιβάλλον χρηματιστηριακής αγοράς, ώστε να ελέγξει τις επιδόσεις του. Οι συνηθισμένες δοκιμαστικές περίοδοι της εταιρείας διαρκούν έξι με οκτώ εβδομάδες. Όταν ο αλγόριθμος ξεκίνησε τις φρενήρεις αγορές του, τα συστήματα που είχαν σχεδιαστεί για να τον σταματήσουν αυτόματα, δεν λειτούργησαν. Μία από τις δικλείδες ασφαλείας υποτίθεται πως θα σταματούσε το σύστημα αγοραπωλησίας, εάν η παραγγελία ξεπερνούσε ένα ορισμένο μέγεθος. Όμως, η εν λόγω δικλείδα “παραβιάστηκε”, καθώς το σύστημα έστειλε πολλές μικρές παραγγελίες, αντί για μόνο μία μεγάλη. Μια άλλη δικλείδα που υποτίθεται ότι θα απαγόρευε στο σύστημα να αγοράσει ή να πουλήσει πάνω από ένα συγκεκριμένο αριθμό συμβολαίων, επίσης απέτυχε να εντοπίσει το σφάλμα εξαιτίας ενός λάθους στη σχεδίαση του αλγόριθμου. Κλείνοντας τον κατάλογο των παραβάσεων, η εταιρεία παραβίασε έναν ακόμη κανονισμό του CME, όταν ένας εργαζόμενος της χρησιμοποίησε την ταυτότητα ενός συναδέλφου του, για να “καλύψει” τις θέσεις του από πιθανές απώλειες.
Αυτά τα περιστατικά σπάνια καταλήγουν σε επιβολή προστίμου, αν και από μια άλλη άποψη δεν είναι και τόσο ασυνήθιστα. Το “Κραχ - Αστραπή” (“”Flash Crash”) στις 6 Μαΐου του 2010, το οποίο οδήγησε στην πτώση των αμερικανικών αγορών μετοχών κατά σχεδόν 10% μέσα σε λίγα αγωνιώδη λεπτά, βρέθηκε στο επίκεντρο της προσοχής. Αν και οι χρηματιστές υψηλής συχνότητας δεν ήταν αυτοί που προκάλεσαν το εν λόγω συμβάν, επίσημες αναφορές αφήνουν να εννοηθεί ότι τελικά συνέβαλαν στην επιδείνωσή του. Ωστόσο, ο John Bates, διευθυντής υπηρεσιών τεχνολογίας της εταιρείας λογισμικού Progress Software, υποστηρίζει πως τέτοια περιστατικά συμβαίνουν συνεχώς σε μικρότερη κλίμακα.
Συχνά, μάλιστα, προκύπτουν εξαιτίας της αλληλεπίδρασης μεταξύ διαφορετικών αλγορίθμων, η οποία διαμορφώνει έναν ατέρμονα βρόγχο. Ας δούμε ένα απλό παράδειγμα: σκεφτείτε δύο αλγόριθμους που έχουν προγραμματιστεί να “χτυπούν” την καλύτερη προσφορά της αγοράς. Καταλήγουν, έτσι, ο καθένας να “ανεβάζει” συνεχώς την προσφορά του άλλου. Συνήθως, τέτοια φαινόμενα εντοπίζονται και ακυρώνονται είτε χειροκίνητα, είτε αυτόματα, περνώντας απαρατήρητα από τους περισσότερους συμμετέχοντες. Το γεγονός, όμως, ότι συμβαίνουν ενισχύει την εντύπωση πως τα σημερινά χρηματιστήρια έχουν μετατραπεί σε έναν οργανισμό που κινείται στη σφαίρα της επιστημονικής φαντασίας παρά σε ένα μηχανισμό αποτελεσματικής κατανομής κεφαλαίου. Οι επικριτές διερωτώνται: πώς είναι δυνατόν να αξιολογήσει κανείς τα θεμελειώδη μεγέθη μιας εταιρείας εντός ενός κλάσματος του δευτερόλεπτου; Πώς είναι δυνατόν οι μεγάλοι θεσμικοί επενδυτές και ακόμα περισσότερο ένας μικροεπενδυτής να ανταγωνιστούν τους HFT; Και, κυρίως, τι θα μπορούσε να αποτρέψει μια νέα ομάδα αλγορίθμων από το να προκαλέσει χάος;
...
Είναι απολύτως αληθές ότι οι HFT στέλνουν και ακυρώνουν εντολές συνεχώς. Μέρος αυτής της πρακτικής μπορεί να αφορά μια τεχνική χειραγώγησης που λέγεται “quote-stuffing”. Αυτό σημαίνει πως μια πλημμύρα εντολών αγοράς και πώλησης προκαλεί συμφόρηση στα δίκτυα των υπολογιστών, δημιουργώντας ένα σύντομο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε κάποιους επενδυτές. Βέβαια, η επίσημη εξήγηση για την προαναφερθείσα πρακτική είναι ότι οι market-makers δεν μπορούν να είναι στατικοί σε περίπτωση που η αγορά κινείται εναντίον τους, καθώς και ότι σε μία ταχύτατα μεταβαλλόμενη αγορά, οι HFT πρέπει αντίστοιχα να γίνονται και αυτοί πιο γρήγοροι, ώστε να προσαρμόζουν τις τιμές.
...
Το να φανταστεί κανείς έναν κόσμο χωρίς HFT είναι εύκολο και δύσκολο συγχρόνως. Η ευκολία έγκειται στο γεγονός ότι ο παλιός κόσμος των market-makers και του floor trading υπήρχε μόλις λίγα χρόνια πριν, οπότε είναι εύκολο να τον θυμηθεί κανείς. Προφανώς, δεν υπάρχει ιδιαίτερος ενθουσιασμός ως προς την επιστροφή στο παλιό μοντέλο: όχι μόνο το κόστος συναλλαγών ήταν υψηλότερο, αλλά οι διαφωνίες σχετικά με άδικα πλεονεκτήματα σε συναλλαγές υπήρχαν και τότε με διαφορετικές μορφές. Σήμερα τα παράπονα αφορούν το πλεονέκτημα των χιλιοστών του δευτερολέπτου που διαθέτουν οι HFT σε σχέση με τους απλούς επενδυτές, μιας και οι servers τους βρίσκονται δίπλα στα κέντρα δεδομένων των χρηματιστηρίων. Οι θεσμικοί επενδυτές, από την πλευρά τους, μπορεί να διαμαρτύρονται που αναγκάζονται να συναλλάσσονται μέσω των “dark pools” (εξωχρηματιστηριακά κέντρα όπου μπορεί κανείς να πραγματοποιεί συναλλαγές ανώνυμα), για να αποφύγουν τους HFT. Ωστόσο, ακόμα και πριν από την εποχή των HFT, οι εν λόγω “χώροι” υπήρχαν, εν μέρει για να αποφευχθεί η πληρωμή των πρόσθετων προμηθειών σε χρηματιστές.
Παρόλα αυτά, το να φανταστεί κανείς έναν κόσμο χωρίς HFT παρουσιάζει και κάποιες δυσκολίες. Αυτό συμβαίνει γιατί, όπως ισχυρίζεται ο Larry Tabb της ερευνητικής εταιρείας TABB Group, οι HFT είναι προϊόν της σημερινής δομήξς της αγοράς. Είναι, δηλαδή, ένα φυσικό επακόλουθο ενός κόσμου, όπου οι χρηματιστηριακές συναλλαγές εκτελούνται αυτοματοποιημένα, και όπου υπάρχει τόσος ανταγωνισμός, που είναι απαραίτητη η ύπαρξη κάποιας οντότητας που θα συνδυάζει ταχύτατα όλες τις προσφερόμενες τιμές. “Το πραγματικό ερώτημα είναι αν οι άνθρωποι κάνουν μεγαλύτερα λάθη όταν σχεδιάζουν αλγόριθμους ή όταν συναλλάσσονται με τον παραδοσιακό τρόπο” υποστηρίζει ο Terrence Hendeshot του Haas Business School του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια, στο Μπέρκλεϊ.
Πρακτικά, η ιστορία είναι αδύνατον να αναστραφεί. Οι ρυθμιστικές Αρχές των ανεπτυγμένων χωρών δεν έχουν στοιχεία που να επιβεβαιώνουν την ανάγκη για δραστικές αλλαγές, ούτε έχουν την διάθεση, ώστε να τις προωθήσουν. Οι αναπτυσσόμενες χώρες που είναι υπέρμαχοι της μετριοπάθειας στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, ήδη κινούνται προς την υιοθέτηση των συναλλαγών υψηλής συχνότητας στην προσπάθειά τους βελτιώσουν την ρευστότητα.
Εν τω μεταξύ, ο κλάδος των συναλλαγών υψηλής ταχύτητας συνεχίζει ακάθεκτα προς τα εμπρός. Ασφαλώς, αυτό συνεπάγεται και περαιτέρω αύξηση της ταχύτητας. Κάποτε τα χιλιοστά του δευτερολέπτου αποτελούσαν την χρησιμοποιούμενη μονάδα μέτρησης του κλάδου (χρειάζονται 300 - 400 χιλιοστά του δευτερολέπτου, για να ανοιγοκλείσει κανείς τα μάτια του), αλλά σήμερα γίνεται λόγος ακόμα και για εκατομμυριοστά του δευτερολέπτου. Η πρόοδος συνεπάγεται, επίσης, και ευφυέστερους αλγόριθμους. Οι χρηματιστές που παλιά φώναζαν εντολές στο χώρο των συναλλαγών και πιο πρόσφατα εκτελούσαν συναλλαγές μπροστά στις οθόνες υπολογιστών, έχουν φτάσει σήμερα στο σχεδιασμό αλγορίθμων. Το επόμενο στάδιο, σύμφωνα με τον κ. Bates της εταιρείας Progress Software, θα είναι η εισαγωγή “ευφυών” συστημάτων που θα μαθαίνουν μόνα τους, χάρη στην ύπαρξη αλγορίθμων που θα σαρώνουν τις αγορές κεφαλαίου, αναζητώντας συσχετισμούς υπερβολικά περίπλοκους για να εντοπιστούν από ανθρώπους, και θα προτείνουν συναλλαγές. Βέβαια, ο ίδιος μας καθησυχάζει πως οι άνθρωποι θα εξακολουθήσουν να είναι απαραίτητοι, ώστε να εγκρίνουν αυτές τις ιδέες.
...
Από μια τέτοια περιγραφή θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι πρόκειται για έναν κόσμο φανταστικό, αποκομμένο απ’ την πραγματικότητα, όπου μηχανικά τέρατα μονομαχούν με μηχανικά τέρατα, και όπου η έκβαση είναι αδιάφορη για οτιδήποτε άλλο πέρα απ’ την διασκέδαση. Η μηχανοποίηση της σύλληψης ότι το χρήμα γεννάει χρήμα απλά κινούμενο έχει τέτοια χαρακτηριστικά, αλλά δεν είναι αποκομμένη απ’ την πραγματικότητα. Οι παρανοϊκές μηχανικές κατασκευές πατάνε πάνω στις αγοραπωλησίες πραγματικών εμπορευμάτων (αν και, πλέον, σε φανταστικές ποσότητες), που με την σειρά τους επηρεάζουν τις τιμές - και τελικά, ανάλογα με το εμπόρευμα, όλους τους κοινούς θνητούς, ακόμα κι εκείνους που δεν έχουν δει ποτέ στη ζωή τους υπολογιστή.
Τα χρηματιστηριακά κόλπα και όλα τα ανάλογα χαρακτηρίζονται έτσι κι αλλιώς από μια ορισμένη “απογείωση” απ’ την υλική παραγωγή. Η λειτουργία του χρήματος σαν ενδιάμεσου, σαν γενικού ισοδύναμου, γίνεται εδώ καθ’ εαυτό “θέμα”, ένα είδος καρκινικού πολλαπλασιασμού της κυκλοφορίας - και η ταχύτητα είναι το λογικό κλειδί. Η ταχύτητα “εντολών” προσδιορίζει την ταχύτητα “κίνησης των αγοραζόμενων και των πωλούμενων”, που δεν είναι απευθείας “πράγματα” αλλά συμβόλαια (συμβάσεις) πάνω σ’ αυτά. Με μια διεστραμμένη αλληλουχία “λογικής”, η ταχύτητα προσδιορίζεται όχι απ’ τα χαρακτηριστικά αυτών που αγοράζονται ή πουλιούνται (το μόνο χαρακτηριστικό τους είναι η τιμή τους, ένα νούμερο δηλαδή) αλλά απ’ τα μέσα - του - να - δίνονται - οι - εντολές. Αφού αυτές οι εντολές μπορούν να δίνονται ηλεκτρικά, από μηχανές σε μηχανές, κι αφού αυτές οι μηχανές (οι υπολογιστές) μπορούν να “δουλεύουν” όλο και πιο γρήγορα, το θεωρητικό όριο της “ταχύτητας συναλλαγών” είναι η πιο φανταστική υποδιαίρεση των νανοδευτερολέπτων. Και το θεωρητικό όριο του “όγκου συναλλαγών” είναι το άπειρο. Η ορολογία της φυσικής (“ταχύτητα”, “όγκος”, “μάζα”) έχει αποκτήσει ένα καινούργιο νόημα / μη νόημα εδώ, που σημαίνει πως για οτιδήποτε μπορεί να θεωρηθεί “φυσικός κόσμος”, και πρώτα και κύρια για τον “φυσικό κόσμο του καπιταλισμού”, έχει δημιουργήσει μια απεριόριστη σφαίρα αναπαράστασής του, όπου η αντίθεση ανάμεσα στην εργασία σαν δημιουργία του πλούτου και στην κλοπή / υπεξαίρεσή του, μοιάζει να έχει εξαφανιστεί εντελώς.
Δεν έχει εξαφανιστεί πραγματικά όμως. Εάν, πριν 500 χρόνια, χάρη στην συσσώρευση κλεμμένου πλούτου, κάποιοι βασιλιάδες είχαν την ιδέα να χρηματοδοτούν μια κάστα ιερέων ώστε να ασχολούνται αποκλειστικά με την διαχείριση των αριθμών, την διαχείριση των αριθμών σαν αφηρημένων μεν αλλά αυτοτελών οντοτήτων, αυτή η κάστα θα έφτανε στην ίδια ακριβώς παράνοια με τους τωρινούς χρηματιστές, χωρίς την χρήση καμίας μηχανής. Ο τωρινός μηχανικός εξοπλισμός παριστάνει ανάμεσα στα υπόλοιπα ότι “εδώ υπάρχει λογική”... Μαζί με τις “δυνατότητές” του στο να κάνει υπολογισμούς, ειδωμένος σαν κόστος μηχανών + κόστος (αμοιβές) χειριστών, δείχνει με έναν αντεστραμμένο τρόπο πόσο μεγάλη έχει γίνει η υπεξαίρεση / συσσώρευση αυτού του κλεμένου πλούτου. Είναι λογικό που καμία ρυθμιστική αρχή και καμία άλλη κρατική υπηρεσία δεν έχει λόγο (και “διάθεση”) να επιβραδύνει την όλο και πιο γρήγορη λογιστική κυκλοφορία, και την “παραγωγή” λογιστικών κατ’ αρχήν κερδών απ’ την κίνηση του χρήματος: είναι καπιταλιστικοί μηχανισμοί, επίσης. Εκείνοι που θα είχαν λόγο όχι απλά να επιβραδύνουν τις υψίσυχνες συναλλαγές αλλά να καταστρέψουν το 99,99% του σύγχρονου χρηματοπιστωτισμού είναι μόνο οι πραγματικοί δημιουργοί του πλούτου, του πραγματικού πλούτου που βρίσκεται κάτω απ’ όλο το χρηματιστικό αμόκ.
Πώς; Ενώ όταν πλησιάζει κανείς κοντά στους χωροχρόνους του χρηματοπιστωτισμού (και η προηγούμενη περιγραφή είναι τέτοιο πλησίασμα) παγώνει απ’ την μηχανική ηλιθιότητα και επιβλητική ψευδοσυνοχή της, μόλις απομακρυνθεί και δει το θέμα απ’ την κατάλληλη απόσταση, καταλαβαίνει γιατί τ’ αφεντικά, σαν αφεντικά, έχουν όλο και μεγαλύτερη, όλο και πιο επείγουσα ανάγκη να ελέγξουν (με κάθε είδος βίας που διαθέτουν) την εργασία. Το φάντασμα της γενικής άρνησης εργασίας μπορεί να είναι ακόμα και για εμάς ένα φάντασμα· όμως στην πραγμάτωσή της η γενική άρνηση εργασίας είναι σαν να τραβάει κανείς τα καλώδια των χρηματοπιστωτικών μηχανών και να τα χώνει βαθιά στους πρωκτούς των χρηματιστών, των σχεδιαστών αλγορίθμων χρηματιστικής κερδοφορίας, κι όλων των παρατρεχάμενων. Ίσως, μάλιστα, η αύξηση της πολυπλοκότητας του μηχανικού σκέλους αυτής της λογιστικής υπερφαντασίωσης να επιτρέπει στην άρνηση της εργασίας να είναι αποτελεσματική χωρίς καν να είναι καθολική: με τον ίδιο τρόπο που επιμέρους λάθη των μηχανών μπορούν να προκαλέσουν γενικό (αλλά και εικονικό) χάος στους ναούς του χρήματος (όπου, παρ’ όλα αυτά, κάποιοι βγαίνουν κερδισμένοι) έτσι είναι πιθανό κατάλληλα επιλεγμένες αρνήσεις εργασίας, με την απαραίτητη διάρκεια, ικανές σε κλίμακα και αποφασιστικότητα, να προκαλέσουν πραγματική κατάρρευση της χρηματιστηριακής λειτουργίας.
Όπως το πιο ψηλό κτίσμα που θα μπορούσε να σχεδιάσει και να κατασκευάσει η πλέον σύγχρονη μηχανική και τεχνολογία υλικών δεν θα άλλαζε ούτε κατά μία τελεία την αναπότρεπτη δύναμη της βαρύτητας ή την σκληρή αλήθεια του γήινου φλοιού και των σπασμών του, έτσι και το πιο τερατώδες μηχανικό κατασκεύασμα κερδοφορίας πάνω στην κερδοφορία πάνω στην κερδοφορία πάνω στην κερδοφορία δεν μπορεί να απαλλαγεί απ’ την κρισιμότητα των θεμελίων του. Όσο κι αν τα κρύβει, τα αγνοεί, ή παριστάνει ότι τα αγνοεί. Οι δικές μας γνώσεις (και οι δικές μας ικανότητες), οι γνώσεις και οι ικανότητες μας σαν εργατών, είναι πάντα ο κρίσιμος παράγοντας. |
|