|
|
multiple choices: το ηλεκτρονικό μυθιστόρημα
Επηρεάζουν τα υλικά δεδομένα της γραφής και της ανάγνωσης αυτές τις (τόσο κοινότοπες για τις εγγράμματες κοινωνίες) πρακτικές; Είναι δυνατό αλλαγές στην τεχνολογία της γραφής και της ανάγνωσης να προκαλούν ή, έστω, να συνοδεύουν έντονα αλλαγές στις μορφές και στα περιεχόμενα της γραφής και της ανάγνωσης;
Υπάρχει η τάση εκείνα τα οποία έχουμε συνηθίσει, ή εκείνα για τα οποία δεν έχουμε ζήσει κάποια σημαντική τροποποίηση, να τα θεωρούμε αμετάβλητα. Η ιδέα για το κείμενο ανήκει σ’ αυτές τις βεβαιότητες· κατ’ αρχήν σαν μορφή και στη συνέχεια σαν διάταξη. Αλλά το κείμενο που ξέρουμε είναι το κείμενο - της - τυπογραφίας· μελάνι πάνω σε χαρτί. Το κείμενο που ξέρουμε είναι, επίσης, βιβλιοδετημένο· κι αν η σελίδα μας φαίνεται σαν αυτονόητη μορφή / διαχείριση / κατανομή του κειμένου, όμως το γεγονός είναι πως η σελίδα δεν υπάρχει (ιστορικά και πραγματιστικά) χωρίς την βιβλιοδεσία. Συνεπώς μια σειρά τεχνολογίες (η τυπογραφία, η βιβλιοδεσία) προϋποτίθενται της ιδέας μας για την γραφή, για το κείμενο.
Όσο για την ανάγνωση; Αν και υπάρχει κάποιου είδους υποκειμενισμός στο πως διαβάζει ο καθένας, τα γενικά χαρακτηριστικά είναι επίσης αναγνωρίσιμα. Ούτε η ανάγνωση έχει μείνει αμετάβλητη στην εποχή της τυπωμένης γραφής. Ο πρώτος τρόπος διαβάσματος ήταν φωναχτά, όπου - κατά συνέπεια - ήταν και η ακοή (κυρίως αυτή) η βασική αίσθηση κατανόησης του κειμένου, κι όχι μόνη της ή κυρίως η όραση. Κατά πάσα πιθανότητα ήταν η δημιουργία και η ευρύτερη χρήση των δημόσιων βιβλιοθηκών που επέβαλαν σταδιακά, πρώτα το ψιθυριστό διάβασμα, και ύστερα το σιωπηλό· για να μην ενοχλεί ο ένας αναγνώστης τον άλλον. Όμως η αλλαγή τρόπου απ’ το φωναχτό, ηχηρό διάβασμα στο σιωπηλό συνιστά ριζική αλλαγή στον τρόπο της ανάγνωσης. Απ’ την στιγμή που οι λέξεις και οι προτάσεις των κειμένων απαλλάχτηκαν απ’ την εκφορά των ήχων τους, και απ’ την στιγμή που το βλέμμα έμεινε σαν η μοναδική αισθητηριακή λειτουργία της ανάγνωσης, η ταχύτητα ανάγνωσης και κατανόησης θα μπορούσε να μεγαλώσει.
Τελικά η “σάρωση” του κειμένου, η προτελευταία (προ internet) μορφή ανάγνωσης, συνιστά επίσης μια αξιοσημείωτη αλλαγή. Ο τρόπος που το σύγχρονο μάτι “διαβάζει” τις εικόνες επηρέασε και διαμόρφωσε το διάβασμα των κειμένων. Παρότι οι λέξεις και οι προτάσεις έμειναν για καιρό στην παλιά, γραμμική, σειριακή διάταξή τους (υπονοώντας πως διαβάζονται με τον ίδιο τρόπο που είναι γραμμένες / διατεταγμένες) αυτή η αντιστοιχία είχε πάψει προ πολλού. Ορισμένα δευτερεύοντα στοιχεία (της έντυπης τεχνολογίας) του κειμένου, όπως οι τίτλοι και οι υπότιτλοι, οι διάφοροι τονισμοί λέξεων και προτάσεων, έγιναν πρωτεύοντα - για να συγκρατούν το αναγνωστικό βλέμμα και, κατά κάποιο τρόπο, το νόημα. Αυτή ήταν η προτελευταία, απ’ την μια μεριά απελπισμένη και απ’ την άλλη εικονογραφική, προσπάθεια να διασωθεί το κείμενο και η ανάγνωσή του στις παλιές, και γρήγορα αναδιαθρούμενες, πρακτικές.
Αλλάζουν με ριζικό τρόπο, ξανά, οι νέες τεχνολογίες, απ’ τα “γραπτά μηνύματα” των κινητών έως την δικτύωση, το κείμενο, την γραφή και την ανάγνωση; Μόνο απρόσεκτοι θα απαντούσαν “όχι”. Όποιες και να είναι αυτές οι αλλαγές, δεν είναι περιορισμένης σημασίας. Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο αλλάζουν επίσης οι τρόποι νοηματοδότησης και αντίληψης (σε ότι αφορά το “γραπτό” και μέσω αυτού), και οι τρόποι σκέψης. Δεν είναι μόνες τους οι αλλαγές στη γραφή και στην ανάγνωση που παίζουν ρόλο εδώ· αποτελούν υποκεφάλαια ευρύτερων μετασχηματισμών στις κοινωνικές σχέσεις και αντιλήψεις, στους οποίους οι νέες τεχνολογίες αποτελούν μια σημαντική παράμετρο, άλλοτε σαν “αιτίες” τους και άλλοτε σαν “αποτελέσματά” τους.
Ο Jay David Bolter στο βιβλίο του Οι μεταμορφώσεις της γραφής: υπολογιστές, υπερκείμενο και αναμορφώσεις της τυπογραφίας [1] παρουσιάζει, μεταξύ άλλων, την γέννηση του ηλεκτρονικού μυθιστορήματος. Παρότι προς το παρόν, και για τα δικά μας γεωγραφικά μήκη και πλάτη, το ηλεκτρονικό μυθιστόρημα μοιάζει σαν κάτι περιθωριακό, όλα τα βασικά χαρακτηριστικά του είναι ήδη, προ πολλού, mainstream. Κι αυτό σημαίνει ότι αποτελεί πράγματι ένα μελλοντικό (και όχι πολύ μακρινό) Νέο Παράδειγμα για το “κείμενο”, την “γραφή”, την “ανάγνωση”, την υποκειμενικότητα τόσο του συγγραφέα όσο και του αναγνώστη, την αφήγηση, την κατανόηση, κλπ. Αξίζει λοιπόν (λέμε...) να παρατηρήσουμε αυτό το “καινούργιο” καθώς γεννιέται, πριν καθιερωθεί έχοντας πετύχει (ή επικυρώσει) όλες τις αλλαγές που το αφορούν.
Αντιγράφουμε απ’ το οι μεταμορφώσεις της γραφής σαν εισαγωγή γνωριμίας...:
Μια απ’ τις πρώτες διαδραστικές μυθοπλασίες παραμένει και η πιο συναρπαστική: το afternoon του Michael Joyce. (Όπως πολλές άλλες ασυνήθιστες διαδραστικές μυθοπλασίες, το afternoon γράφτηκε με το πρόγραμμα επεξεργασίας υπερκειμένου Storyspace, που δημιουργήθηκε από τους Bolter, Joyce και Smith). Το afternoon συνδυάζει τη λογοτεχνική επιδεξιότητα, που συσχετίζεται με την έντυπη μυθοπλασία, με την αμεσότητα ενός διαδραστικού περιπετειώδους παιχνιδιού. Αποτελεί μυθοπλασία και παιχνίδι ταυτόχρονα, ωστόσο η οπτική του δομή είναι πολύ απλή. Ο αναγνώστης αντικρίζει ένα παράθυρο στην οθόνη του υπολογιστή: επεισόδια του afternoon, που αποτελούνται από μία έως αρκετές εκατοντάδες λέξεις, θα εμφανιστούν διαδοχικά στο παράθυρο. Στο κάτω μέρος της οθόνης υπάρχει μια μικρή μπάρα όπου ο αναγνώστης πληκτρολογεί απαντήσεις ώστε να μετακινηθεί στο επόμενο επεισόδιο. Του παρέχεται επίσης η δυνατότητα να ενεργοποιήσει κάποια κίνηση επιλέγοντας μια λέξη από το τρέχον επεισόδιο στο παράθυρο. Όλα τα κείμενα των επεισοδίων γράφτηκαν από τον Joyce, αλλά η συγκεκριμένη σειρά, με την οποία γίνεται η πρόσβαση στα επεισόδια, καθορίζεται κατά τη στιγμή της ανάγνωσης.
Το afternoon αρχίζει ως εξής:
Προσπαθώ να θυμηθώ το χειμώνα. “Σαν να ήταν χθες;” λέει, αλλά δεν μπορώ να το κατανοήσω κατά κάποιον τρόπο.
Γύρω στις πέντε ο ήλιος βασιλεύει και το απογευματινό μούχρωμα παγώνει πάλι, κάτα μήκος της μαύρης κορυφής σε κρυστάλλινα οκτάποδα και πάγους σε σχήμα φοινικιάς - ποτάμια και ήπειροι που πολιορκούνται από το φόβο, και βγαίνουμε προς το αυτοκίνητο, το χιόνι στενάζει κάτω από τις μπότες μας και οι βελανιδιές εκρήγνυνται στη σειρά κατά μήκος της γραμμής του φράκτη προς τον ορίζοντα, τα βλήματα βουλιάζουν σαν λείψανα, η ηχώ ξεσπά εκκωφαντικά πέρα από τους πάγους.
Αυτή είναι η ουσία του δάσους, λένε αυτά τα θραύσματα. Και αυτή η σκοτεινιά είναι αέρας. “Ποίηση” λέει αυτή, χωρίς συγκίνηση, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.
Θέλετε να ακούσετε γι’ αυτό;
Αν ο αναγνώστης πληκτρολογήσει “ναι” [yes], ένας σύνδεσμος θα προβάλει στην οθόνη ένα διαφορετικό επεισόδιο, του οποίου οι πρώτες προτάσεις είναι:
Ήταν πελάτισσα της γυναίκας του Γουέρτ για κάμποσο καιρό. Τίποτα σοβαρό, τίποτα τρομερό, απλώς μια γενική δυστυχία και η ανάγκη μιας γυναίκας τόσο δυνατής να έχει φίλους...
Αν ο αναγνώστης πληκτρολογήσει “όχι” [nο], ένα άλλο επεισόδιο κάνει την εμφάνισή του, που αρχίζει ως εξής:
Καταλαβαίνω πως αισθάνεσαι. Τίποτα δεν είναι τόσο άδειο όσο η θερμότητα. Ιδωμένος τόσο καθαρά, ο κόσμος ξεδιπλώνει το θαύμα του μόνο στις εκτάσεις του τριφυλλιού όπου εργάζονται οι μέλισσες.
Το afternoon δεν δέχεται το “όχι” σαν την τελευταία λέξη του αναγνώστη: αντ’ αυτού τον οδηγεί σε μια διαφορετική κατεύθυνση. Ο αναγνώστης, όμως, διαθέτει κι άλλες επιλογές: μπορεί να επιλέξει κάποια συγκεκριμένη λέξη απευθείας από το κείμενο (όπως “ποίημα”, “χειμώνας” ή “χτες” στο πρώτο επεισόδιο). Συγκεκριμένες λέξεις σε κάθε παράθυρο θα “ενδώσουν” και θα διακλαδωθούν σε ένα άλλο επεισόδιο. Αν ο αανγνώστης κάνει την προεπιλογή πιέζοντας το πλήκτρο return, τότε ένας επιπλέον δεσμός θα ακολουθηθεί. Πολλές διαφορετικές ανταποκρίσεις θα κάνουν το κείμενο να μετακινηθεί, αλλά έως ότου ο αναγνώστης ανταποκριθεί με κάποια κίνηση στο πληκτρολόγιο ή στο ποντίκι, το κείμενο ενός επεισοδίου παραμένει στην οθόνη ως ένα τυπικό πεζογράφημα (σε μερικές περιπτώσεις ως ποίηση) για να διαβαστεί με τον παραδοσιακό τρόπο.
Μια φωνή σε ένα μετέπειτα επεισόδιο του afternoon περιγράφει την αναγνωστική εμπειρία με τον ακόλουθο τρόπο:
Κατά τη γνώμη μου η ιστορία, όπως έχει διαμορφωθεί, περιθωριοποιείται. Κάθε περιθώριο θα ενδώσει στον ανυπόμονο ή δύσπιστο αναγνώστη. Μπορείς να απαντήσεις “ναι” στην αρχή και να μεταφερθείς αρκετές σελίδες μπροστά με διαδοχικά return, ή να μεταβείς απευθείας σε κάποια συγκεκριμένη σελίδα - πάλι χρησιμοποιώντας return - χωρίς την πρώτη αλληλεπίδραση. Αυτά δεν αποτελούν διαφορετικές εκδοχές αλλά την ίδια την ιστορία σε μεγάλες γραμμές. Διαφορετικά, ωστόσο, το κέντρο είναι το παν - ο Θόρεου ή ο Μπρερ Ράμπιτ, ο καθένας τους προτίμησε τον βάτο. Έχω, επίσης, ανακαλύψει περισσότερα εκεί και η πραγματική αλληλεπίδραση, αν αυτό είναι δυνατό, βρίσκεται στην αναζήτηση της υφής...
Αυτή είναι η βασική διαφορά ανάμεσα στο afternoon και σε κάποιο μυθιστόρημα γραμμένο στο, και για το, χαρτί. Δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη ιστορία της οποίας κάθε ανάγνωση να αποτελεί μια εκδοχή, επειδή κάθε ανάγνωση καθορίζει την ιστορία καθώς εξελίσσεται. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι δεν υπάρχει καθόλου ιστορία. Υπάρχουν μόνο αναγνώσεις. Ή, αν πούμε ότι η ιστορία του afternoon αποτελεί το άθροισμα όλων των αναγνώσεών της, τότε θα πρέπει να κατανοήσουμε την ιστορία ως δομή που μπορεί να συμπεριλάβει αντιφατικά συγκινησιακά, και ίσως πραγματικά αποτελέσματα. Κάθε ανάγνωση αποτελεί μια διαφορετική διακλάδωση σε ένα σύμπαν μονοπατιών, συχνά κατάμεστο από “βάτους” που έχει βάλει εκεί ο συγγραφέας. Διαβάζοντας το afternoon, αρκετές φορές μοιάζει με εξερεύνηση ενός αχανούς σπιτιού ή πύργου. Μολονότι ο αναγνώστης μπορεί να προχωρήσει στους ίδιους διαδρόμους και μέσα από γνωστά δωμάτια, μπορεί, επίσης, να συναντήσει έναν καινούργιο προθάλαμο που δεν είχε εξερευνηθεί προηγουμένως ή να εντοπίσει μια πόρτα που, ενώ πριν ήταν κλειδωμένη, θα ανοίξει ξαφνικά με ένα απλό άγγιγμα. Σταδιακά, σπρώχνει πίσω τα περιθώρια αυτού του ηλεκτρονικού χώρου - όπως σε ένα παιχνίδι για υπολογιστή όπου η κάθοδος σε μια σκάλα αποκαλύπτει ένα εντελώς νέο επίπεδο της κατακόμβης. Η δομή του afternoon είναι τέτοια ώστε να θυμίζει στον αναγνώστη τις συγγένειες ανάμεσα στην ηλεκτρονική μυθοπλασία και τα παιχνίδια περιπέτειας των υπολογιστών.
...
Σε μερικές περιπτώσεις υπάρχει μόνο ένα μονοπάτι που ξεκινά από κάποιο συγκεκριμένο επεισόδιο. Σε άλλες περιπτώσεις υπάρχουν αρκετά. Ο έλεγχος που ασκεί ο συγγραφέας στην αφήγηση είναι αντιστρόφως ανάλογος με τον αριθμό των μονοπατιών και τα είδη των απαντήσεων που προσδοκώνται από τον αναγνώστη. Ένα μονοπάτι δίνει στο συγγραφέα τον ίδιο βαθμό ελέγχου με ένα τυπωμένο βιβλίο - στην πραγματικότητα, ακόμα περισσότερο έλεγχο, μιας και ο αναγνώστης δεν μπορεί να γυρίζει σελίδες ή να πάει στο τέλος του βιβλίου, αλλά απλώς πρέπει να πιέσει το πλήκτρο return για να συνεχίσει. Ένα επεισόδιο με πολλά μονοπάτια προσφέρει στον αναγνώστη την ευκαιρία να ακολουθήσει οποιαδήποτε από τις διάφορες κατευθύνσεις, αν και ενδέχεται να αντιληφθεί αυτή τη δυνατότητα, μόνο αφού έχει επιστρέψει στο επεισόδιο αρκετές φορές. Ακόμα κι αν επισκεφτεί όλα τα επεισόδια, ο αναγνώστης δεν έχει ακόμη εξαντλήσει το χώρο γραφής, επειδή η σημασία των επεισοδίων μεταβάλλεται σύμφωνα με τη σειρά ανάγνωσης. Κάποια στιγμή, ορισμένοι χαρακτήρες προσκαλούνται να μιλήσουν για τους εαυτούς τους. Αν αυτό γίνει νωρίς στην ανάγνωση, τότε οι επακόλουθες σκέψεις και πράξεις τους θα υπολογιστούν έναντι αυτής της ιστορίας. Η Ναυσικά, για παράδειγμα, μια καλοκάγαθη παρουσία, αποδεικνύεται πως είναι ναρκομανής και πόρνη. Αν ο αναγνώστης φτάσει στο αυτο-αποκαλυπτικό επεισόδιο αργότερα στην ανάγνωση, τότε τα επεισόδια αυτά θα πρέπει να διαβαστούν ως εξήγηση και ως αιτιολόγηση για το τι συνέβη πριν...
Μάλλον προκλητική και ενδιαφέρουσα αυτή η μικρή ξενάγηση σ’ ένα ηλεκτρονικό / διαδραστικό μυθιστόρημα, που δημιουργήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ‘90 - και δεν είναι, βέβαια, το μοναδικό. Η κατ’ αρχήν “αίσθηση” της ανάγνωσής του, όπως περιγράφεται εδώ, θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα οικεία, όχι μόνο σ’ όσους / όσες έχουν την εμπειρία των video games, αλλά και σ’ όσους / όσες έχουν την εμπειρία της wikipedia, των κειμένων με hyperlinks, κλπ. Συνεπώς θα μπορούσε να αναρωτηθεί κανείς όχι για το “αν αυτό το πράγμα διαβάζεται” αλλά το αντίθετο: γιατί η ηλεκτρονική μυθιστοριογραφία δεν έχει γενικευτεί. Ίσως η απάντηση να βρίσκεται στην (ακόμα) έλλειψη κατάλληλων συγγραφέων τέτοιου είδους. Που να μπορούν να συλλάβουν και να διατάξουν μια “ιστορία” και την αφήγησή της σαν δίκτυο κόμβων και μονοπατιών, όπου η οποιαδήποτε διαδρομή “θα έχει κάτι να πει” (αν και καθόλου υποχρεωτικά “να βγάζει νόημα”).
Πριν αναλύσουμε, λοιπόν, μερικά απ’ τα καινούργια στοιχεία περί κειμένου, γραφής κι ανάγνωσης, που συμπυκνώνονται ή/και αναδεικνύονται ή/και μορφοποιούνται και προωθούνται μέσω (της μορφής και του περιεχομένου) του ηλεκτρονικού μυθιστορήματος, πρέπει να τονίσουμε ότι τα βασικά του στοιχεία υπάρχουν ήδη, αποτελούν κοινωνική εμπειρία / γνώση σε μεγάλη κλίμακα, που μόνο να μεγαλώσει προβλέπεται. Η εξοικείωση με την ανάγνωση (όπως άλλωστε και με την γραφή) σε οθόνες και όχι σε χαρτί· η εμπειρία του υπερκειμένου (: του κειμένου με “λέξεις / κλειδιά” hyperlinks)· η αποσπασματική / τυχαία “περιπλάνηση” στο cyberσύμπαν· τα video games· η διαδραστικότητα με τις ηλεκτρονικές μηχανές: αυτά αποτελούν ήδη βασικά στοιχεία του Νέου (κοινωνικού, καπιταλιστικού) Παραδείγματος, ακόμα και χωρίς ηλεκτρονικό μυθιστόρημα... Αποτελούν, σα να λέμε, μια καινούργια “ιστορία”, ή πιο σωστά μια καινούργια “μετα-αφήγηση”, αν στη λέξη “μετα-αφήγηση” δώσουμε το νόημα των mainstream κοινωνικών εμπειριών, συμπεριφορών, κλπ.
το νόημα
Πώς, όμως συγκροτείται το νόημα σε τέτοια ηλεκτρονικά μυθιστορήματα, όπου δεν υπάρχει ένα μόνο ξεδίπλωμα συμβάντων και χαρακτήρων, αλλά αντίθετα μια κατασκευή α λα “ιστός” όπου μπορούν να γίνουν πολλές και διαφορετικές αναγνωστικές / αντιληπτικές “συναρμολογήσεις” επιμέρους κομματιών (με λέξεις και νοήματα); Με τα τωρινά δεδομένα, και για τις γενιές εκείνες που έχουν εκπαιδευτεί στην παραδοσιακή μυθιστορηματική αφήγηση, το πιθανότερο είναι ένας αναγνώστης να χαθεί (ως προς το νόημα) πηγαίνοντας κατά βούληση από “επεισόδιο” σε “επεισόδιο”, κάνοντας κύκλους, επιστρέφοντας σ’ ένα “σημείο” αφήγησης απ’ το οποίο είχε ξαναπεράσει, κλπ. Φυσικά υπάρχει και ο αντίλογος: ο κάθε αναγνώστης δημιουργεί ως ένα βαθμό το “δικό του νόημα” - καταλαβαίνει, σα να λέμε, ό,τι θέλει, μέσα στα όρια εκείνων που διαβάζει. Εν τέλει (θα προχωρούσε αυτός ο ισχυρισμός) εκατό αναγνώστες του afternoon θα έχουν “καταλάβει” (ή νοιώσει) εκατό διαφορετικές παραλλαγές, όχι με τον υποκειμενισμό εκατό αναγνωστών του ίδιου, τυπωμένου σε χαρτί, μυθιστορήματος, αλλά επειδή απλά θα έχουν “διαβάσει” (πιο σωστά: διαβεί) εκατό διαφορετικές ιστορίες, με τον ίδιο τίτλο και τους ίδιους πρωταγωνιστές...
Όμως, στην ιστορία των γραπτών κειμένων και της ανάγνωσής τους, ακόμα κι όταν η γραφή ήταν σε πάπυρο, υπήρχε μια βασική παραδοχή υποστήριξης της γραφής και της ανάγνωσης, υποστήριξης του νοήματος: ότι υπάρχει ένα τέτοιο (νόημα) και μόνον ένα, το οποίο προσδιορίζεται απ’ τον συγγραφέα του κειμένου. Στην ιστορία της γραφής (και της ανάγνωσης) βασική παράμετρος ήταν η αυθεντικότητα του νοήματος. Η λέξη “αυθεντικότητα” έχει δύο διαφορετικά και αλληλοσυμπληρούμενα νοήματα. Αφενός σημαίνει την μοναδικότητα του νοήματος, που σημαίνει πως η ανάγνωση, είτε επρόκειτο για την ανάγνωση ενός μυθιστορήματος είτε ενός πολιτικού μανιφέστου, μ’ όλα τα υποκειμενικά της στοιχεία, ήταν πάντα προσανατολισμένη στην αναζήτηση αυτής της μοναδικότητας του νοήματος, όπως το συνέλαβε η σκέψη ή η φαντασία του συγγραφέα. Αφετέρου σημαίνει τον αφέντη (αυθέντης: αφέντης) του νοήματος, τον “κύριό” του (άντρα ή γυναίκα), που είναι βέβαια κατ’ αρχήν ο συγγραφέας, αλλά επίσης και ο αναγνώστης στο βαθμό που “καταλάβαινε” (ή “ένοιωθε”) “τι θέλει να πει...”
Ο μεταμοντερνισμός (ας πούμε: η καπιταλιστική κοινωνική εξέλιξη απ’ την δεκαετία του 1980 και μετά) αποθέωσε την ερμηνεία, την αμφισημία και την πολυσημία. Αποενοχοποίησε, κατά κάποιον τρόπο, τον αναγνώστη που δεν έψαχνε να βρει το (όποιο μοναδικό) νόημα βρισκόταν κρυμμένο στις λέξεις αλλά έφτιαχνε κάποιο “δικό του”. Όμως αυτό μπορούσε να συμβεί στη λογοτεχνία (και, σύμφωνα με τον Lyotard, στις καθημερινές σχέσεις - πράγμα που, κατά την ταπεινή μας άποψη, απλά μυθοποίησε την α-διαφορία) και στην τέχνη γενικά· όχι, όμως, παντού! Επιπλέον, στο βαθμό που οι λέξεις και τα νοήματά τους παρέμεναν τυπωμένα στο χαρτί, οι “βαθμοί ελευθερίας” του αναγνώστη (στο να καταλάβει αυτό ή εκείνο) ήταν νοεροί - σε αντίθεση με την τελική, πρακτική, μελάνι και χαρτί “μη ελευθερία” του γραπτού (και του συγγραφέα) που “είπε / έγραψε αυτό που ήθελε”, νοουμένου πως κάτι συγκεκριμένο θέλησε να πει· και όχι “οτιδήποτε”.
Το ηλεκτρονικό (και “διαδραστικό”) μυθιστόρημα “απελευθερώνει” τον αναγνώστη πρακτικά. Του επιτρέπει να περιπλανηθεί ανάμεσα σε παραγράφους, να μετακινηθεί κατά βούληση (με την σχετική έννοια της λέξης “βούληση”...) από λέξη σε λέξη, πάνω και μέσα σ’ ένα υλικό που είναι βέβαια προκαθορισμένο ως προς τα επιμέρους συστατικά και τις αρθρώσεις του, δεν είναι όμως συναρμολογημένο. Δεν υπάρχει (ή, σίγουρα, δεν υπάρχει με την στερεότητα του μελανιού πάνω στο χαρτί) νοηματική μοναδικότητα που να αναζητιέται στη διάρκεια της ανάγνωσης. Δεν υπάρχει, επίσης, νοηματική αυθεντικότητα - εκτός εάν ο ηλεκτρονικός συγγραφέας είναι τόσο μάστορας ώστε όπου και να βρίσκεται ο αναγνώστης, όποια διαφορετική αλληλουχία κι αν έχει ακολουθήσει, να καταλαβαίνει πάντα το ίδιο! Αν, όμως, αφαιρεθούν αυτά τα δύο βασικά στηρίγματα του (γραπτού) νοήματος, τι απομένει σε σχέση μ’ αυτό;
Οι υποστηρικτές του ηλεκτρονικού μυθιστορήματος ισχυρίζονται διάφορα επ’ αυτού. Είτε πως το νόημα που κατασκευάζει ο αναγνώστης παίρνει, πια, την σημασία που είχε το νόημα που έφτιαχνε ο συγγραφέας· αυτή είναι ένας “φιλελεύθερος” ισχυρισμός, για τον οποίο θα διατυπώσουμε πιο κάτω την αντίρρησή μας. Είτε, ακόμα, πως αυτή η “ελευθερία” είναι η αυθεντική αξία της αφήγησης· μια αξία που η έντυπη γραφή και ανάγνωση περιόριζε.
Το ζήτημα σε σχέση με την δήθεν απελευθέρωση του αναγνώστη είναι πως στην ουσία της αποτελεί μια κατασκευή - και όχι κάποιου είδους “ικανοποίηση” κάποιου “αιτήματος” των αναγνωστών. Ήδη στην περιγραφή του Bolter που αναδημοσιεύσαμε πιο πάνω φαίνεται ότι ανάλογα με την διαδρομή που ακολουθεί ο υποτιθέμενα απελευθερωμένος αναγνώστης μπορεί να εννοήσει σαν αποτέλεσμα εκείνο που με μια άλλη διαδρομή θα ήταν αιτία· και το ανάποδο. Συνεπώς οι κατά βούληση διαδραστικές αλληλουχίες της ηλεκτρονικής / διαδραστικής ανάγνωσης “απελευθερώνουν” πράγματι τη διαδικασία της σκέψης και της νοηματοδότησης: απ’ την σταθερότητα των σχέσεων αιτίας - αποτελέσματος! Αυτά είναι “σχετικά”, μπορεί να είναι κι έτσι, μπορεί να είναι κι αλλιώς: να ένα “υπερνόημα” απ’ το οποίο κανένας δεν επιτρέπεται να διαφύγει, μιας και δεν πρόκειται για το “υπερνόημα” της ηλεκτρονικής μυθιστοριογραφίας, αλλά για το “υπερπρόταγμα” της καπιταλιστικής (και καπιταλιστικά αξιοποιήσιμης) “σχετικότητας”! Που σαν τέτοιο παράγεται και αναπαράγεται παντού, πέρα και έξω απ’ τα μυθιστορήματα.
Αυτό είναι υποχρεωμένος να το αναγνωρίσει (αποφεύγοντας να το αξιολογήσει) και ο Bolter:
... Στην προσπάθειά του [το afternoon] να επαναπροσδιορίσει την αναγνωστική διαδικασία, έχει λειτουργήσει ως παράδειγμα για αρκετές από τις πρώιμες υπερκειμενικές μυθοπλασίες. Ο εκ νέου ορισμός της ανάγνωσης που παρέχει δεν αποτελεί ωστόσο απλώς μια άρνηση της εμπειρίας μας ως αναγνώστες έντυπων κειμένων. Το afternoon εξαρτάται από τους ρυθμούς και τις προσδοκίες της έντυπης μυθοπλασίας, πολλαπλασιάζοντας και διαθλώντας τις προσδοκίες αυτές ώστε να πετύχει τους στόχους του. Όπως έχει παρατηρηθεί από αρκετούς, το υπερκείμενο δεν είναι γραμμικό αλλά πολυγραμμικό. Κάθε ανάγνωση του υπερκειμένου πρέπει να αποτελεί μια γραμμική εμπειρία, επειδή ο αναγνώστης πρέπει να μετακινείται από το ένα επεισόδιο στο άλλο, ενεργοποιώντας δεσμούς και διαβάζοντας το κείμενο που εμφανίζεται. Το πρόβλημα που το υπερκείμενο δημιουργεί για τον αναγνώστη είναι το πρόβλημα της κατανόησης των πολλαπλών γραμμών που πρέπει να διανύσει διασχίζοντας τον ιστό του κειμένου - γραμμές που ενδέχεται να αγνοούν ή να διαψεύδουν η μία την άλλη. Το afternoon έχει δείξει πως ένα πολυγραμμικό κείμενο μπορεί να παίξει με τις ιδέες του αναγνώστη για το σχήμα “αιτία - αποτέλεσμα”, καθιστώντας τα λόγια και τις πράξεις των χαρακτήρων ριζικά αμφίσημα. Η Jane Douglas έχει διερευνήσει τις αμφισημίες του afternoon και του WOE [2] στις εξονυχιστικές (και πολλαπλές) της αναγνώσεις των κειμένων αυτών.
Ας θυμήσουμε εδώ ότι η αναγνώριση των σωστών σχέσεων μεταξύ αιτίων και αποτελεσμάτων δεν αποτελεί, απλά, χαρακτηριστικό της λογοτεχνίας (που θα μπορούσε ακόμα και να “παίζει” μαζί τους) αλλά της συγκρότησης του έλλογου ανθρώπου· και, επίσης, της σύλληψης και της διάπραξης οποιασδήποτε ενέργειας κοινωνικού (ή ταξικού) ανταγωνισμού. Η καταστροφή της ικανότητας αναγνώρισης αυτών των σχέσεων καταστρέφει (έχει ήδη καταστρέψει) πολλά!
η μνήμη
Για κάποιον ακατανόητο σε μας λόγο οι υποστηρικτές της ηλεκτρονικής μυθιστοριογραφίας ισχυρίζονται ότι εκτός απ’ το νόημα απελευθερώνουν και την μνήμη των αναγνωστών. Επειδή (λένε): η μνήμη δεν είναι μονοσήμαντη και τα πολλαπλά αφηγηματικά μονοπάτια της μυθοπλασίας αυτής μας προσφέρονται ως τρόπος κατανόησης της αυθεντικής πολλαπλότητας της μνήμης.
Σε ότι αφορά τα χαρακτηριστικά της ψηφιακής μνήμης έχει γίνει ήδη μια καλή ανάλυση [3] και δεν θα την μεταφέρουμε εδώ. Το γεγονός είναι ότι η γραφή και η ανάγνωση και, κυρίως, η κοινωνική διάδοσή τους μέσω της τυπογραφίας και της (παλιάς) εκπαίδευσης, κατασκεύασαν ένα ορισμένο είδος κοινωνικής μνήμης. Οι ψηφιακές τεχνολογίες παρεμβαίνουν ήδη ριζικά σ’ αυτό το προηγούμενο Παράδειγμα, μηχανοποιώντας μαζικά την μνήμη.
Αλλά το ηλεκτρονικό μυθιστόρημα, τουλάχιστον στις ως τώρα εκδοχές του, αφήνει ελάχιστα περιθώρια “θύμησης” για τον αναγνώστη, ακόμα και για τα “σημεία” (παραγράφους, επεισόδια) απ’ τα οποία έχει διέλθει. Η μετάβαση, το “άλμα” μέσω links είναι προς το άγνωστο· πράγμα που σημαίνει ότι μπορεί κανείς να “επιστρέψει” ή να “ξαναπεράσει” από μια παράγραφο. Αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί να το ελέγξει, αφού δεν μπορεί να αναγνωρίσει τοπολογικά “που βρίσκεται” μέσα στην αλληλουχία της ανάγνωσης - όπως, για παράδειγμα, αναγνωρίζει ή σημαδεύει ο αναγνώστης του βιβλίου τον αριθμό της σελίδας στην οποία βρίσκεται, ή ένα απόσπασμα του κειμένου που το βρήκε ενδιαφέρον. Ακόμα κι αν ο σύνδεσμος “έβγαζε” μια σήμανση του είδους “πηγαίνεις σε μια σελίδα απ’ όπου ξαναπεράσεις”, σαν προειδοποίηση προς τον cyberαναγνώστη, και πάλι αυτός δεν θα ήξερε (ή δεν θα ήταν σίγουρος) περί τίνος πρόκειται. Ή, διαφορετικά, θα έπρεπε να παραμένουν “ανοικτές” (σαν tabs) όλες οι προηγούμενες σελίδες - πράγμα που θα δημιουργούσε γρήγορα, το λιγότερο, ένα είδος ηλεκτρονικής κόπωσης για τον αναγνώστη.
Σε κάθε περίπτωση η παρατεταμένη εξαφάνιση της αιτιώδους συνάφειας του πριν και του μετά δυσκολεύει (και δεν διευκολύνει) την μνήμη. Ακόμα χειρότερα η εξαφάνιση (ή η συσκότιση) της χρονολογικής αλληλουχίας των γεγονότων. Ως ένα σημείο το μυαλό μας μπορεί να συγκρατήσει ετεροχρονίες που έχουν διαταχθεί σε μια σειρά, και να διακρίνει την διαφορά ανάμεσα στον χρόνο της αφήγησης της ίδιας και στους χρόνους των περιεχομένων της. Αλλά όσο πιο μεταβαλλόμενοι είναι οι χρόνοι των περιεχομένων της αφήγησης τόσο πιο συνεκτικός και συνεπής πρέπει να είναι ο χρόνος της αφήγησης της ίδιας· διαφορετικά “δεν μπορείς να θυμηθείς” τι έγινε πότε.
Ο λαβύρινθος, σαν μύθος και αλληγορία, είναι παλιά σύλληψη. Τυπικά ο λαβύρινθος έχει πολλούς “βαθμούς ελευθερίας”. Στην πράξη όμως ο λαβύρινθος είναι παγίδα, τοπογραφία της κλεισούρας, της ασφυξίας, της απώλειας. Γι’ αυτό που αναλύουμε εδώ: απώλειας του νοήματος, απώλειας της μνήμης.
Στις εικονικές του εκφάνσεις ο λαβύρινθος είναι ελκυστικός. Επειδή μοιάζει ακίνδυνος, σαν παιχνίδι. Δεν είναι ωστόσο, στο βαθμό που εκφράζει, ή επικυρώνει, ή αναπαράγει και προωθεί κοινωνικά μοντέλα ευρύτερης σημασίας και χρήσης.
Η διασταύρωση διάφορων κοινωνικών δραστηριοτήτων με το “παιχνίδι”, μέσω των ηλεκτρονικών μηχανών και των δυνατοτήτων τους, προσφέρει από πρώτη ματιά μια χωρίς προηγούμενο ευκαιρία εκπαίδευσης ή επικύρωσης. Το ηλεκτρονικό μυθιστόρημα έχει ήδη δεδομένες τις τεχνικές και πολιτιστικές προϋποθέσεις του, και μπορεί πράγματι να γίνει ελκυστικό. Μια ακόμα εικονική “περιπέτεια” (η “περιπέτεια” της ανάγνωσης...) μέσα σε πολλές άλλες παρόμοιες που διαδραματίζονται στις οθόνες και μέσω αυτών.
Μπορεί αυτές οι εικονικές δυνατότητες να διαμορφώσουν, ύστερα από μία ή δυο γενιές, όταν κοινωνικά θα έχουν ωριμάσει απόλυτα (κι όταν τα όποια Παλιά Παραδείγματα θα έχουν εξαφανιστεί ή περιθωριοποιηθεί), ένα εντελώς καινούργιο είδος “ανθρώπου” - και, φυσικά, “αναγνώστη” ή και “συγγραφέα”. Έχει ξανασυμβεί αυτό στην ιστορία της ανθρωπότητας, ακόμα και στην ιστορία της καπιταλιστικής ανθρωπότητας.
Με τα τωρινά δεδομένα πάντως (και σαν “φίλοι του χαρτιού” εμείς...) είναι σχεδόν αδύνατο να μην σημειώσουμε τις απώλειες (και τις καταστροφές) που προκαλούν στην εξέλιξή τους αυτές οι καινούργιες και πιθανές “νέες δυνατότητες”. Το ηλεκτρονικό μυθιστόρημα είναι μια τέτοια περίπτωση. Οι πολλαπλές δυνατότητες (στην όποια ανάγνωση και στην όποια νοηματοδότηση) δεν είναι παρά μια ισχυρά διαφορετική (αλλά και τολμηρή) κωδικοποίηση διανοητικών και αντιληπτικών απωλειών.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1 - Εκδόθηκε στα αγγλικά το 2001 και στα ελληνικά το 2006 απ’ τις εκδόσεις μεταίχμιο.
[ επιστροφή ]
2 - Πρόκειται για το ηλεκτρονικό μυθιστόρημα WOE - or a memory of what will be, του Joyce, του 1991.
[ επιστροφή ]
3 - Από την συνέλευση του game over: η ψηφιοποίηση της μνήμης και ορισμένες συνέπειές της στην εκπαίδευση. Παρουσιάστηκε αυτή η ανάλυση δημόσια στην Αθήνα στις 19 Γενάρη του 2011 - κυκλοφορεί και σαν μπροσούρα.
[ επιστροφή ] |
|