|
ελεύθερη πτώση Ο τρόπος που οι λεγόμενες “κλαδικές συμβάσεις” έχουν διαμορφώσει, την τελευταία 20ετία ή και 25ετία, βασικές παραμέτρους της εργασιακής μας ζωής (έως και συμπεριφοράς) έχει την αξία του - και όχι αναμνηστική. Φωτίζει πολύ καθαρά το σε τι ακριβώς αποσκοπούν τ’ αφεντικά, και μέσα σε ποιούς πραγματικούς συσχετισμούς δύναμης, τώρα που κατάφεραν να τις καταργήσουν και τυπικά. Αυτό που πρακτικά συνέβη ήταν πως από τυπική άποψη ένα μεγάλο ποσοστό των ειδών δουλειάς καλύπτονταν από κλαδικές συμβάσεις που είτε “συνέχιζαν μόνες τους την εξέλιξή τους” (και θα πούμε πιο κάτω τι σημαίνει αυτό το “μόνες” τους) είτε είχαν συμπεριλάβει συν τω χρόνω καινούργιες ειδικότητες (σχεδόν πάντα μη αναγνωρισμένες σαν τέτοιες) με απλή προσθήκη / επέκταση. Ενδεικτικά: αυτοί κι αυτές που δουλεύουν σαν ταχυμεταφορείς, με μηχανάκια. Είναι μια δουλειά που παρουσίασε εκθετική μεγέθυνση, απ’ την άποψη του αριθμού των εργατών, αυτά τα 20 - 25 χρόνια. Αυτό το είδος δουλειάς “μοιράστηκε” σε τρεις διαφορετικές συμβάσεις, μέσω επέκτασής τους: για όσους / όσες δουλεύουν σαν “εξωτερικοί υπάλληλοι” σε διάφορων ειδών γραφεία, η περίπτωσή τους διαμορφώθηκε σαν προέκταση των πιο φτηνών “εσωτερικών υπαλλήλων”· για όσους δουλεύουν σε εμπορικές επιχειρήσεις, σαν προέκταση των αποθηκάριων· και για όσους δουλεύουν στην εστίαση, σαν ξεπεσμός / συμπλήρωμα της δουλειάς του σερβιτόρου. Σε κάποια διαπραγμάτευση, ή με τρόπο που δεν ξέρουμε, κάπου, κάπως, κάποτε, προστέθηκε κι αυτή η κατηγορία εργατών - και έκτοτε... Όμως - κι αυτή είναι μια απ’ τις παραξενιές του πραγματικού ταξικού ανταγωνισμού - το γεγονός ότι αυτές οι κλαδικές συμβάσεις παραβίαζονταν γενικευμένα εδώ και πολλά χρόνια, δεν τις έκανε εντελώς άχρηστες! Είναι γεγονός πως εκατοντάδες χιλιάδες εργάτες και εργάτριες, σε πάμπολλα σημεία του γενικού κοινωνικού εργοστάσιου δούλευαν με χειρότερους έως πολύ χειρότερους όρους απ’ αυτούς που προβλέπονταν τυπικά, απ’ την κλαδική σύμβαση που τους αναλογούσε. Σε ότι αφορά τα ωράρια, σε ότι αφορά τον μισθό, σε ότι αφορά τις αρμοδιότητες, την ένταση εργασίας· και, φυσικά, τα ένσημα, που σαν εργοδοτική υποχρέωση δεν ήταν αρμοδιότητα κάποιας σύμβασης αλλά κρατικός νόμος. Απόλυτη ομαλότητα, λοιπόν, και πανηγύρια απ’ την μεριά των αφεντικών, απ’ την πραγματική παραβίαση / κατάργηση αυτών των συμβάσεων... Ναι, εκτός από την στιγμή Χ! Την στιγμή που, συνήθως, ήταν η στιγμή της απόλυσης· ή, άλλοτε, η στιγμή που ο εξατομικευμένος εργάτης ή εργάτρια “τα έπαιρνε στο κρανίο”, και αποφάσιζε (σχεδόν πάντα ατομικά σε χιλιάδες περιπτώσεις) “να πάρει το αίμα του πίσω”. Είναι εύκολο να παραδεχτούμε ότι αυτό το μοτίβο ήταν ένας συνδυασμός ατομισμού και (καθυστερημένου) ταξικού μίσους, εξατομικευμένου αλλά στέρεου στο βαθμό που πάταγε στην υφιστάμενη νομοθεσία. Ένας συνδυασμός που δεν μπορούσε (κι ούτε δοκίμαζε καν...) να στηρίξει τις κλαδικές συμβάσεις (ή, ακόμα καλύτερα, να τις βελτιώσει) μπορούσε όμως να τις αξιοποιεί αποτελεσματικά, έστω αναδρομικά, εφόσον αυτές υπήρχαν και ίσχυαν τυπικά. Κι αυτό ακριβώς, το “υπάρχουν και τυπικά ισχύουν”, δηλαδή: αν το πράγμα φτάνει έξω ή μέσα στο δικαστήριο το αφεντικό χάνει την ισχύ του στην “πραγματική αγορά εργασίας”, αυτό ήταν καρφί στο μάτι όλων των αφεντικών! Ειδικά των αγαπημένων της αριστεράς, των “μικρο”αφεντικών, που ήταν οι κατεξοχήν νεκροθάφτες των κλαδικών συμβάσεων, σε όλους τους καπιταλιστικούς τομείς. Και στον πρωτογενή (αγροτικά), και στον δευτερογενή (βιοτεχνίες, οικοδομές, συνεργεία) και στον τριτογενή (εμπορικά, γραφεία, κλπ). Παρότι δεν θα μπορούσε να υποστηριχτεί σαν το καλύτερο από προλεταριακή σκοπιά, ήταν πάντα γλυκειά εκδίκηση να τρίβει ο καθένας, που ως τότε έσκυβε το κεφάλι, την στιγμή Χ στα μούτρα του αφεντικού του, μια σειρά τυπικών ρυθμίσεων απέναντι στις οποίες ήταν υπόλογο και χρεωμένο!!! Πέρα απ’ αυτό το καθ’ αυτό οικονομικό μέρος όλων αυτών των υποθέσεων (που συνήθως ήταν εξαιρετικά σημαντικό) υπήρχε και μια ηθική μαχαιριά στην άγρια εκμετάλλευση των εργατών. Μπορεί κάθε αφεντικό να κατάφερνε να σπάει κάθε απειλή εργατικής συλλογικότητας μέσα στην ακτίνα δράσης του· να όμως που η γενική νομοθεσία και οι κλαδικές συμβάσεις γίνονταν εύκολα όπλο στα χέρια κάθε μεμονωμένου εργάτη ή εργάτριας! Μπορεί κάθε αφεντικό να κατάφερνε να κλέβει πολύ πέρα απ’ τα “νόμιμα” για πολύ καιρό· να όμως που οποιαδήποτε στιγμή μπορούσε να υποχρεωθεί να γυρίσει πίσω ένα καλό μέρος αυτών των κλεμένων! Μπορεί κάθε αφεντικό να ένοιωθε ένας ακλόνητος γίγαντας απέναντι στο “προσωπικό” του, μέσα στο μαγαζί ή την επιχείρηση· να όμως που γινόταν νάνος μόλις κάποιος απ’ αυτό το “προσωπικό” αποφάσιζε να παίξει το χαρτί των νόμων και των δικαστηρίων. Να λοιπόν το γιατί τα ντόπια αφεντικά, άλλα φωναχτά κι άλλα παριστάνοντας τους ανήξερους, κατάλαβαν (και σωστά κατάλαβαν απ’ την σκοπιά των δικών τους συμφερόντων) την μεγάλη ευκαιρία που τους προσέφερε η “κρίση”, η διαχειρισή της, και ο ιδεολογικός βομβαρδισμός περί “δημόσιου χρέους”, κλπ. Να ποιά ήταν τα κίνητρά τους: νικητές ήδη από καιρό στο πεδίο των καθημερινών πραγματικών συσχετισμών δύναμης έπρεπε να απαλλαγούν απ’ τους εφιάλτες ενός, ας το πούμε έτσι, νομικού ρεβανσισμού εκδίκησης απ’ την μεριά των εξατομικευμένων εργατών, οποιαδήποτε στιγμή· ενός νομικού ρεβανσισμού απέναντι στον οποίο δεν θα μπορούσαν (και δεν μπόρεσαν αυτές τις δεκαετίες) να ξεμπερδέψουν παρά μόνο κόβοντας όλο αυτό το πλέγμα, απ’ την μια του άκρη ως την άλλη. Απογυμνώνοντας κάθε χωριστό εργάτη και εργάτρια, “κλειδώνοντάς” τον αποκλειστικά στους συσχετισμούς της “αγοράς εργασίας” και κάθε δουλειάς χωριστά. Να γιατί λύσσαξαν (για την ακρίβεια: εκδήλωσαν την συσσωρευμένη λύσσα τους) για τις κλαδικές συμβάσεις, ήδη απ’ την άνοιξη του 2010: όχι επειδή ίσχυαν και τους δέσμευαν τις 360 ημέρες κάθε χρόνου, αλλά επειδή κινδύνευαν να υποχρεωθούν να τις πληρώσουν, και μάλιστα σωρευτικά, 1 μέρα απ’ τις υπόλοιπες 5! Να γιατί θέλουν τις “επιχειρησιακές”: εκεί έχουν αποκλειστικά το μονοπώλιο της δύναμης, για όσο καιρό τουλάχιστον είμαστε, σαν εργάτες, στη διάλυση, στη σύγχυση, στη μοναξιά, στη δειλία και στον αποπροσανατολισμό που βρισκόμαστε τόσα χρόνια, ως τώρα.
1 - Σύμφωνα με στοιχεία του σώματος επιθεωρητών εργασίας, οι μεταβολές συμβάσεων από “πλήρους απασχόλησης” σε “μερικής” ή “εκ περιτροπής”, με μονομερή απόφαση του αφεντικού, πέφτουν σαν το χαλάζι. Από 40 δηλωμένες το 2010 έγιναν 2.816 το 2011 - για τις αδήλωτες ούτε λόγος. Η παλιά νομοθεσία προστάτευε τους εργάτες από κάθε επιδείνωση της εργασιακής κατάστασής τους, είτε αφορούσε μείωση μισθού, είτε ωράριο, είτε αντικείμενο εργασίας. Και κάθε τέτοια επιδείνωση μπορούσε να γίνει αντικείμενο καταγγελίας. Όχι πια... |
||
Sarajevo