Sarajevo
 

 

 

οι περισσότερο έλληνες - και οι καθόλου (εμείς!)

... Τα επιχειρήματα του κ. Σόιμπλε δεν είναι καινούργια. Όλο το προηγούμενο διάστημα τα ακούγαμε από τον κ. Παπαδήμο, τον κ. Παπαντρέου, τον κ. Βενιζέλο και τον κ. Σαμαρά. Μπορεί οι Ευρωπαίοι να λένε ότι είμαστε όλοι Έλληνες αλλά μάλλον κάποιοι Έλληνες δεν είναι και τόσο Έλληνες. Αυτοί που μας κυβερνούν”.

Τάδε έφη ο πρόεδρος του συν / συ.ριζ.α., ρητορεύοντας στο κοινοβούλιο, στις 20 Φλεβάρη. Κι έτσι η “αριστερά της προόδου, της οικολογίας, του ριζοσπαστισμού” (κι ό,τι άλλο προσφέρει δωρεάν το λεξικό) φτάνει επιτέλους στον προορισμό που τα στελέχη, η γραφειοκρατία και οι πιστοί της διάλεξαν. Στην αληθινή, 100%, εθνικοφροσύνη. Τις ίδιες πάνω κάτω μέρες, σ’ άλλο σημείο της πόλης / μικρόκοσμου, ο πρόεδρος του σωματείου στη Χαλυβουργία, πα.με. ως το κόκκαλο, καλωσόριζε τους νεοναζί - με - κοινοβουλευτικές - προοπτικές, με την κρίσιμης πολιτικής σημασίας αποκάλυψη ότι “είμαστε όλοι έλληνες”. Κάποιοι απ’ τους συμπαραστάτες των απεργών της Χαλυβουργίας σοκαρίστηκαν απ’ την ευκολία με την οποία το πα.με. ξέπλυνε τους νεοναζί, αναγνωρίζοντάς τους “φιλεργατικές” ευαισθησίες. Όμως κανείς δεν έχει δικαίωμα να παριστάνει ότι έπεσε χτες στον πλανήτη, προερχόμενος απ’ τον Δ του Κενταύρου. Το σχέδιο “ούτε ένας φασίστας μακριά μας” δουλεύεται από τις περισσότερες τάσεις και υποτάσεις της αριστεράς τόσα χρόνια (και ειδικά σε κρίσιμες ιστορικές στιγμές) επί της ουσίας, σε ότι δηλαδή έχει να κάνει με τις απόψεις τους, ώστε δεν δικαιολογείται καμία έκπληξη.

Αν ήταν να εξιστορήσουμε την ιστορία της βαθιάς και μόνιμης αγάπης μεταξύ της ελληνικής αριστεράς (και του μαγαλύτερου μέρους της άκρας αριστεράς) με τον εθνικισμό, τους παπάδες, τις “πατριωτικές” μυστικές υπηρεσίες, και (μέσω αυτών) με την οικονομία του εγκλήματος και την “αγγλόσφαιρα”, θα χρειάζονταν πολλά τεύχη του Sarajevo. Κι ας αφήσουμε το γεγονός ότι άλλοι, κατά καιρούς, έστω κομμάτι κομμάτι, τον έχουν δείξει αυτόν τον πολύχρονο  γάμο καλά. Τι να θυμηθούμε; Κι αν όσα ειδυλιακά κι αγαπησιάρικα μεταξύ αριστεράς και ακροδεξιών έχουν συμβεί σ’ αυτό εδώ το μέρος τα τελευταία είκοσι χρόνια είχαν συμβεί σε άλλο μέρος της ευρώπης (και το ένα εικοστό να είχε συμβεί) τότε πολλοί θα ελεεινολογούσαν την γαλλική αριστερά, ή την γερμανική, ή την ιταλική, ή την αυστριακή. Επειδή όμως συμβαίνουν εδώ, παραγράφονται την επόμενη μέρα. Πόσοι θυμούνται την περιβόητη “ελληνοσερβική φιλία”, και πόσοι έχουν αναλύσει και εντοπίσει την μεγάλη προσφορά της αριστέρας (τόσο του κκε όσο και του συνασπισμού) σ’ αυτήν;
Απ’ την άλλη μεριά, εμείς σαν αυτόνομοι (κι άλλοι, κι άλλοι, το ξέρουμε ότι υπάρχουν - κι ας κωλώνουν...) τι είμαστε; Μια ελεεινή μειοψηφία; Τυχοδιώκτες; Διεθνιστές; Όχι - μιλάμε εδώ σα Sarajevo. “Διεθνιστές” δεν είμαστε, στο βαθμό που σα “διεθνισμός” λογαριάζεται άλλη μια ιδεολογία μέσα στις ιδεολογίες, άλλη μια κονσέρβα μέσα στο σούπερ μάρκετ των ιδεών της αποχαύνωσης. Όχι, λοιπόν, δεν είμαστε “διεθνιστές”. Είμαστε κάτι πολύ χειρότερο!
Τον καιρό που έγινε στους πρωτοκοσμικούς (τάχα) κακός μπελάς η “παγκοσμιοποίηση”, το καιρό που μοιάζει αιώνες πριν κι ωστόσο προετοίμαζε αυτόν τον post-modern εθνικο/φασισμό που με τόση άνεση υπηρετεί κάθε αριστερός πατριώτης, εκείνον τον καιρό λοιπόν λυσσάγαμε γι’ αυτό: αν το “κεφάλαιο” (σαν σχέση εκμετάλλευσης), τα αφεντικά, η τεχνολογική αναδιάρθρωση, η αλλαγή παραδείγματος, ανεμίζουν την “παγκοσμιοποίηση” των προσταγών τους, γιατί εμείς δεν απαντάμε σηκώνοντας το γάντι δηλώνοντας την οικουμενικότητα του προλεταριάτου; Την οικουμενικότητα των αληθινών δημιουργών του πλούτου; Την οικουμενικότητα που δεν σκοπεύει να σηκώσει κανένα εθνοκρατικό σύνορο (επειδή, τάχα, οι “εθνικοί” συσχετισμοί δύναμης είναι βολικότεροι απ’ τους παγκόσμιους! χα!!! πάμε λοιπόν, ξανά, για τον “σοσιαλισμό σε μια μόνη χώρα”...) αλλά, αντίθετα, είναι ικανή αυτή η εργατική οικουμενικότητα να αντιμετωπίσει σε κάθε κλίμακα εδάφους ή θεσμών ή συνηθειών, τα αφεντικά, την εκμετάλλευση, την βία· επειδή αυτή, η εργατική οικουμενικότητα, αυτή και μόνον αυτή, πάντα περνάει τα σύνορα, οποιαδήποτε σύνορα· πάντα τρυπάει τους φράκτες και τους διαχωρισμούς, όποιοι και να είναι· και επειδή αυτή, η οικουμενικότητα του προλεταριάτου, μπορεί να μας κάνει, οπουδήποτε και οποτεδήποτε, σε οποιοδήποτε γεωγραφικό πλάτος και μήκος, να νοιώσουμε τον ορίζοντα των δυνατοτήτων μας. Σαν εργάτες.
Θα έλεγαν διάφοροι πονηροί ότι το προλετάριοι όλων των χωρών ενωθείτε είναι too old. Το τραγικό για τον “αριστερό πατριωτισμό” στην ελλάδα και όπου αλλού φυτρώνει, είναι πως η ίδια η καπιταλιστική ανάπτυξη προκαλεί, “γεννάει” αν το θέλετε, την πρακτική επιβεβαίωση της προλεταριακής οικουμενικότητας. Και πως, ακριβώς επειδή συμβαίνει έτσι, τα αφεντικά λυσσάνε (ιδεολογικά και πρακτικά) για το πως θα κρατούν τους προλετάριους κομματιασμένους, χωρισμένους, έτοιμους να φάνε οι μεν τους δε. Το “ελλάττωμα” της πιο πρόσφατης φάσης καπιταλιστικής διεθνοποίησης ήταν και είναι ότι επέτρεπε όλες τις άλλες ελευθερίες κίνησης εκτός απ’ την ελευθερία κίνησης των εργατών. Κι αυτό ενώ το προηγούμενο μεγάλο κύμα καπιταλιστικής διεθνοποίησης, στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου, υπήρξε απόλυτα δεκτικό στην μετακίνηση εργατών / μετανάστευση. Όμως τότε δεν ήξεραν (τ’ αφεντικά) τους κινδύνους αυτής της εργατικής οικουμενικότητας. Τους έμαθαν μετά... Όταν λοιπόν τ’ αφεντικά με κάθε τρόπο και υπόκρουση λένε και ξαναλένε “εσείς είσαστε έλληνες” - “αυτοί είναι βούλγαροι” - “εκείνοι είναι πακιστανοί” - κ.ο.κ., και τα αριστερά βιολιά φουσκώνουν σα παγώνια από ελληνισμό, δεν χρειάζεται μεγάλη φαντασία για να γίνει σαφές ποιό είναι το “παιχνίδι”.
Γι’ αυτό ακριβώς είμαστε πολύ χειρότεροι από “διεθνιστές”! Δεν έχουμε να προτείνουμε μια κάποια ιδεολογία στη θέση μιας άλλης. Ζούμε στην πραγματικότητα της τάξης μας, απ’ το Μπουένος Άιρες ως την Καλκούτα κι απ’ το Χονγκ Κονγκ ως το Αμβούργο, το Κάιρο και... Δεν υπάρχει, για τους προλετάριους, για τους εργάτες και τις εργάτριες με συνείδηση της θέσης τους, κάποιο διαζευκτικό “ή”, ή φτηνοί υπολογισμοί του είδους “να βάλω 80% εθνικισμό και 20% διεθνισμό, να πουλήσω...”. Όχι. Αυτά δεν είναι δικά μας. Είναι των εχθρών μας.

 

Sarajevo 60 - 03/2012
Χαρούμενες βεβαιότητες του πρόσφατου παρελθόντος (it’s working fine!!!)

 

Συνεπώς βλέπουμε όλους αυτούς τους έλληνες (κι ελληναράδες) σαν αυτό που είναι πράγματι. Τσιράκια, τσάτσοι, ρουφιάνοι, λακέδες, χαφιέδες των αφεντικών τους. Να βρισκόμασταν στις αρχές του 19ου αιώνα, μπορεί και να το τρώγαμε το παραμύθι. Αλλά έχει κυλήσει πολύ αίμα στο αυλάκι αυτού εδώ του μέρους. Και ήταν πάντα οι έλληνες (οι υπηρέτες του εθνικού συμφέροντος...) που κράταγαν και το μεγάλο μαχαίρι και τον μεγάλο πάγκο του χασάπη. Απ’ την εποχή των ζορμπάδων που τους σταμάτησε ο πράκτορας Κολοκοτρώνης πριν κάψουν ζωντανούς τους προύχοντες και τους προεστούς (“είμαστε όλοι έλληνες, μη γίνουμε ρόμπα στους ξένους” τους είπε ο ρουφιάνος, κι έκαναν πίσω αυτοί, επειδή μάσησαν στο δεύτερο μισό της πρότασης... ) ως τον Οκτώβρη τουν ‘44. Και από τα γουναράδικα των Βελουχιώτηδων ως τους τωρινούς υπηρέτες της εθνικής οικονομίας, είτε το φωνάζουν δυνατά, είτε το μουρμουρίζουν, είτε το εκδηλώνουν με χειραψίες (και πύρινα, δωρεάν λόγια, υπέρ των εργατών... αλλά και του λαού, βεβαια...)
Υπάρχουν, σαν δήθεν εφεδρεία, κι όλα εκείνα τα μυξοκλαψούρικα, τα νταλκαδιασμένα, περί “πατρίδας”, των φίλων μας, των ανθρώπων που αγαπάμε... Ναι. Αγαπάμε και τούρκους, και βαλκάνιους, και άραβες, και αφρικάνους, και ασιάτες, και ευρωπαίους, και βορειοαμερικάνους, και ινδιάνους. Το σημαντικότερο είναι όμως το τι μισούμε. Πατρίδα μου είναι εκεί που μίσησα, και με μισήσαν περισσότερο απ’ οπουδήποτε αλλού είπε κάποτε ο ποιητής. Που σημαίνει (γι’ εμάς) πως η μόνη καταγωγική τοπικότητά μας είναι η οποιαδήποτε τοπική παραλλαγή (αλλά μόνο παραλλαγή) αυτής της σκληρής, βίαιης αντίθεση. Ανάμεσα σ’ εκείνους που δημιουργούν τον κόσμο, και σ’ εκείνους που λεηλατούν.
Είναι, βέβαια, και η σκληρή πραγματικότητα... Που επιβάλλει δήθεν “να ιεραρχήσουμε τους στόχους μας”... Και να συμμαχήσουμε τώρα με τους δολοφόνους της τάξης μας, ώστε αργότερα... Φτηνό και γελοίο το παραμύθι. Κάνε τώρα παρέα με τον βιαστή σου, κι αργότερα βλέπεις... Αυτό θα συμβούλευε το σκυλολόι της αριστεράς του εθνικισμού οποιαδήποτε γυναίκα... Και θα αποκάλυπτε υποχρεωτικά με ποιόν είναι, σε ποιόν ανήκει.

Απ’ τον Καζάκη ως τον Γλέζο και τον Θεοδωράκη. Απ’ τον Τσίπρα και τον Αλαβάνο και την κοε ως την Παπαρήγα (με την “σοσιαλιστική επιστήμη” των ελιγμών και του σπασίματος της μέσης...). Απ’ τους παπάδες ως τους εφοπλιστές. Απ’ τα μήντια ως τον βούρκο της blogoσφαιρας. Απ’ τους φασίστες ως τον Τράγκα, κι απ’ τους τραπεζίτες και τους βιομήχανους ως τους εμπόρους και τους χρηματιστές. Όλοι ζουν απο εμάς, όλοι ζουν σε βάρος μας· είναι έλληνες, κι εμείς δεν είμαστε. Επειδή είμαστε τα πάντα!
Πως θα μπορούσε ένα καλό μέρος της τάξης μας, καθώς θα σπάει τα δεσμά, τις χρυσές ή σιδερένιες αλυσίδες της, καθώς θα χειραφετείται... πως θα μπορούσε να τροποποιήσει και να πετάξει στα μούτρα των ελλήνων και των γερμανών και των κινέζων, όλων των αφεντικών όλων των εθνικοτήτων και των συνόρων, που κάθονται πάνω της, σαν παιάνα πολεμικό, αυτούς τους στίχους; Ε; Πως θα τραγουδούσαμε το γκρέμισμα των γεφυριών πίσω μας - σαν προλετάριοι;

Κάτω απ’ τα πόδια μου οι δρόμοι καίγονται.
Τρέχω σαν ξένος στην πιο ξένη ερημιά.
Κι ακούω τις γέφυρες που πίσω μου γκρεμίζονται·
μα δε με μοιάζει αν θα γυρίσω πίσω πια.

Ό,τι έχω αφήσει εκεί πίσω είναι μια βρώμικη σκιά.
Δε με νοιάζει αν θα γυρίσω ππίσω πια.
Ό,τι έχει μείνει εκεί πίσω είναι μια βρώμικη σκιά.
Δε με νοιάζει αν θα γυρίσω πίσω πια.

Θέλω να ζήσω όπως τα αστέρια που ξεψύχησαν
μέσα στο φως κάποιοιυ αφιλόξενου και μακρινού ουρανού·
γιατί πατρίδα μου είναι εκεί που μίσησα
και με μισήσαν περισσότερο απ’ οπουδήποτε αλλού.
...

 
       

Sarajevo