|
|
ημερολόγιο πεζοδρομίου
Υπάρχουν συνεχείς αναφορές και μια ατέρμονη συζήτηση γύρω από τους τοξικομανείς, τη πρέζα, την εγκληματικότητα και την υποβάθμιση ολόκληρων περιοχών. Οι κουβέντες αυτές υπάρχουν στα στόματα μπάτσων, αγανακτισμένων κατοίκων, μαγαζατόρων, δεξιών κι αριστερών, αντιεξουσιαστών, “ευαισθητοποιημένων”, όλων τέλος πάντων που δείχνουν να ανησυχούν καθώς το πρόβλημα διογκώνεται.
Τις προάλλες, καθώς ξεφύλλιζα κάποιο καθεστωτικό (αν δεν κάνω λάθος) έντυπο, το μάτι μου έπεσε σε μια αναφορά μιας έρευνας από κάποιους “ειδικούς” που κατέληξε στο ότι ο καθημερινός τζίρος από τη διακίνηση της πρέζας στο αθηναϊκό κέντρο ανέρχεται στα 2,4 εκατομμύρια ευρώ. 2,4 μύρια κάθε μέρα. Στο νταραβέρι της πρέζας. Στο κέντρο. Από καθεστωτικά χείλη. Μμμμ, όχι άσχημα για περίοδο κρίσης. Τώρα αυτό μπορεί να προκαλέσει μεγάλη εντύπωση, ίσως και την έκπληξη κάποιου που ό,τι ξέρει το μαθαίνει από τα ΜΜΕ ή στην καλύτερη μέσα από συζητήσεις μεταξύ γνωστών, παρέας, κλπ, όχι όμως και σε μένα που έχοντας ζήσει τα περισσότερα χρόνια της ζωής μου σε νταραβέρια τέτοια, το μυαλό μου κάνει κάποιους άλλους συνειρμούς. Γι’ αυτό και αποφάσισα να γράψω κάτι γι’ αυτό, παρότι δεν μου είναι και το ευκολότερο πράγμα στον κόσμο. Λίγο μόνο αυτή τη φορά για τα κέρδη από την πρέζα, για αυτούς που εμπλέκονται, για αυτούς που κερδίζουν κάτι.
Κατ’ αρχήν οι τοξικομανείς που κατεβαίνουν στο κέντρο, επιδεικνύοντας την ταλαιπωρημένη τους ύπαρξη, με τα κοκαλιάρικα κορμιά τους, τα βρώμικα ρούχα, τα απλωμένα χέρια, τις χαμένες εκφράσεις, που τρικλίζουν και παραπατάνε στο πεζοδρόμιο της Πατησίων ή της Πειραιώς, είναι η μειοψηφία. Είναι αυτοί που παλιά ονομάζονταν “ομονοιακοί”, που είναι επί το πλείστον άστεγοι, που βρίσκονται στο τελευταίο σκαλί της εξαθλίωσης και της ανέχειας, δημιουργώντας την κυρίαρχη αποκρουστική εικόνα του πρεζάκια. Πρεζάκιας όμως ήταν και ο Σιδηρόπουλος, είναι ο Βοσκόπουλος, ήταν η κόρη της Ζωίτσας Λάσκαρη, πρέζα πίνουν και στα Β.Π., στην Κηφισιά και στην Εκάλη. “Την πίνουνε όλοι” ανεξάρτητα από φύλο, φυλή, επάγγελμα, ηλικία κ.ο.κ. Βέβαια υπάρχουνε πολλοί (τοξικομανείς) που πιστεύουν ότι δεν έχουνε πρόβλημα και την κόβουνε όποτε θέλουνε. Το θέμα όμως είναι ότι η πρέζα διακινείται σε κάθε γειτονιά της Αθήνας, οι χρήστες ποικίλουν σαν υποκείμενα, και τελικά ο “τζίρος” είναι πολύ μεγαλύτερος. Η διακίνηση επίσης στις γειτονιές δεν γίνεται από αφρικανούς (το φαντάζεστε;), οι οποίοι παρουσιάζονται σαν η κυρίαρχη εικόνα των gangstas στο κέντρο, αλλά από παιδιά της γειτονιάς που έτυχε να “μπλέξουν” από μικροί. Ο τοξικομανής όμως είναι βασικά καταναλωτής, “σκληρά εθισμένος καταναλωτής”. “Πίνει ό,τι βρει”, χάπια, μπάφους, μπύρες, και παθαίνει υπογλυκαιμίες, οπότε καταβροχθίζει τυρόπιτες, πάστες, σουβλάκια, σάντουιτς... Υπάρχουν πολλά μικρομάγαζα που καταριούνται τους πρεζάκηδες γιατί τους διώχνουν την πελατεία, αλλά όλο και κάτι βγάζουν από αυτούς. Αυτά όμως είναι τα ψιλά. Η χοντρή κονόμα είναι αλλού. Τα λεφτά είναι εκεί που εμπλέκονται οι επαγγελματίες, οι “ειδικοί”, όλοι όσοι ασχολούνται με το “πρόβλημα”. Μπάτσοι, δικαστικοί, γιατροί, νοσηλευτές, δικηγόροι, ψυχολόγοι, υπάλληλοι υπηρεσιών πρόνοιας, μκο, κλινικές αποτοξίνωσης, μια ατέλειωτη λίστα ανθρώπων οι οποίοι “εργάζονται” (και πληρώνονται) για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα. Το πρόβλημα που παρά τις φιλότιμες προσπάθειες όλων, καθημερινά μεγαλώνει, διογκώνεται, γίνεται ανεξέλεγκτο, εξασφαλίζοντας όμως κέρδη και μισθούς για όσους κοιτάζουν, αγωνιούν, συμπάσχουν.
Από την άλλη, αυτοί που βγάζουν cash χρήμα από το πραγματικό νταραβέρι της πρέζας, οι “πρεζέμποροι”, κάπου θα πρέπει να ξεπλύνουν τα κέρδη τους, αφού για να δικαιολογήσουν το οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο θα πρέεπι να δηλώσουν και ανάλογη επαγγελματική δραστηριότητα. Συνήθως δηλώνουν επιχειρηματίες “νόμιμοι”. Στις “νόμιμες” επιχειρήσεις εργάζονται υπάλληλοι. Νόμιμα. Που πληρώνονται όμως εν αγνοία τους για την εργασία που παρέχουν με το ρευστό που έχει κερδηθεί από το νταραβέρι. Αυτό που συνήθως λειτουργεί σα νόμιμη επιχειρήση - πλυντήριο είναι τα μπαρ, οι καφετέριες, τα φαγάδικα, ή τα club, γιατί διευκολύνουν και άλλες συναλλαγές, δραστηριότητες, άκρες.
Εδώ χρειάζεται μια σημαντική διευκρίνιση. “Πρεζέμποροι” δεν είναι είναι αυτοί που “σπρώχνουνε” στις πλατείες. Αυτοί που “σπρώχνουνε” στο δρόμο είναι εκείνοι που ρισκάρουνε το τομάρι τους με αντάλλαγμα να βγάλουν το καθημερινό τους πιώμα. Δεν υπήρξε ποτέ, δεν υπάρχει και ούτε θα υπάρξει “έμπορος” στο δρόμο. Να το τονίσω αυτό, ενάντια σ’ όλη αυτή την αγανάκτιση διάφορων από δω και από ‘κει, που “καταφέρνουνε” νομίζουνε να “διώξουν την πρέζα” από μια πλατεία ή ένα δρόμο, συμμαχώντας με όποιον είναι πρόθυμος, και με τους γύρω μαγαζάτορες δηλαδή που πάντα δηλώνουν πρόθυμοι, αδιαφορώντας βέβαια για το ποιοί είναι οι υπόλοιποι κρίκοι της αλυσίδας πρέζα. Μπορεί να φανταστεί κανείς το “πλυντήριο” να διώχνει τον “νταραβεριτζή”; Ε, όλα γίνονται.
Βέβαια το θέμα έχει και την πολιτική του διαχείριση. Άλλωστε, οι εκατοντάδες χιλιάδες τοξικομανείς μαζί με τους συγγενείς τους μεταφράζονται σε ισάριθμους ψήφους. Σε στιγμές απελπισίας, η βοήθεια θα έρθει ή από το θεό ή από το κράτος και την πολιτεία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα των ημερών είναι τα δύο νομοσχέδια που οδεύουν για ψήφιση, ένα του υπουργείου δικαιοσύνης για την αποποινικοποίηση, και ένα από το υπουργείο υγείας για τη χορήγηση μεθαδόνης. Είναι η κρατική διαχείριση σε εποχή κρίσης, όπου δεν συμφέρει να συντηρούνται υπηρεσίες πρόνοιας και θεραπείας, με αποτέλεσμα την υποχρηματοδότηση και κατάργηση δομών απεξάρτησης στεγνών προγραμμάτων, αλλά που απ’ την άλλη δεν θέλει να δείξει ότι αφήνει τους τοξικομανείς στη μοίρα τους.
Έτσι λοιπόν το στοργικό και συμπονετικό κράτος σταματάει να στέλνει τους χρήστες φυλακή, αλλά καταργεί και τη “λίστα της ντροπής”. Αλλά όπως είπε και η κουφάλα, ο φασίστας, ο μεσσήνιος, “ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες”. Σε παράγραφο λοιπόν του νομοσχεδίου της δικαιοσύνης, σε περιπτώσεις που κάποιος διώκεται για αδικήματα συναφή με χρήση ναρκωτικών ή διαπραχθέντα για την εξασφάλιση της δόσης, δεν φυλακίζεται μεν, αλλά στέλνεται (αναγκαστικά υποθέτω) να παρακολουθήσει πρόγραμμα απεξάρτησης. Τα προγράμματα όμως, είπαμε, σχεδόν καταργούνται και υποτιμούνται συνεχώς. Εδώ όμως έρχεται το νομοσχέδιο του υγείας να καταργήσει το μονοπώλιο του ΟΚΑΝΑ στη χορήγηση μεθαδόνης, η οποία θα δίνεται πλέον αφειδώς και από τα κρατικά νοσοκομεία, καταργώντας τη λίστα αναμονής, με την πρόβλεψη ίσως να συνταγογραφούνται υποκατάστατα και από ιδιώτες γιατρούς. Οπότε; Τρελή φάση φιλαράκι, και δε θα βγάλουμε “τούφα”, και δεν θα τραβάμε “χαρμάνες”.
Η μεθαδόνη όμως δεν είναι τσάμπα! Είναι ένα δυνατό φαρμακευτικό οπιοειδές, τα στερητικά του οποίου είναι δυο φορές εντονότερα από αυτά της ηρωΐνης!
Ποιό είναι λοιπόν το συμπέρασμα απ’ αυτό το διπλό κόλπο; Ότι ο τοξικομανής συντηρείται στη χρήση, σε συνθήκες παρανομίας - ημιπαρανομίας· το χρήμα συνεχίζει να ρέει· και η πολιτεία δείχνει το ενδιαφέρον της... Αυτοί που χάνουν είναι οι εργαζόμενοι (δημόσιου υπάλληλοι οι περισσότεροι) των προγραμμάτων πρόληψης και θεραπείας.
Υ.Γ. Χαραγμένη στο νου μου θα μείνει η κουβέντα ενός παλιού γνωστού, που την πήρε χαμπάρι πριν πολύ καιρό. Είχε πει: "ο πρεζάκιας δε χρωστάει σε κανέναν, αντίθετα όλοι οι άλλοι του χρωστάνε”... |
|