|
|
η αντιηρωϊκή “έξοδος απ’ το ευρώ”
τι θα συνέβαινε εάν βγάζαμε το μυαλό μας απ’ το ευρώ
(και απ’ τη δραχμή, και το δολάριο, και την στερλίνα...) - δηλαδή από κάθε νόμισμα;
Bγήκε ο δράκος στο δρόμο, και άρχισε να ξερνάει φωτιές. “Aν δεν κάνετε αυτό...”, “αν δεν κάνετε εκείνο...” θα βγείτε απ’ το ευρώ! Πρέπει να έχει καλό επιτελείο αυτός ο δράκος, αφού τέτοιες καυτές κουβέντες (και, χάρη στο γενικευμένο θόρυβο της πληροφοριοποίησης, με διεθνή “εγκυρότητα”) τις λέει φέτος. Πέρυσι τέτοια εποχή δεν τις έλεγε. Για την ακρίβεια, σαν απειλή μεν οποιαδήποτε τέτοια κουβέντα περί “εξόδου απ’ το ευρώ” ήταν ανάθεμα· σαν ευχή όμως, ή σαν προχωρημένο σχέδιο σχεδόν επανάστασης, ήταν στα φόρτε της.
Tο επιτελείο (του δράκου) ξέρει τι κάνει (όχι, όμως, και οι “αη Γιώργηδες” της επανάστασης, της ανατροπής, και τα λοιπά). Eίναι τσεκαρισμένο και να ξανατσεκαρισμένο, με τον τρόπο που μετριούνται οι “τάσεις” και οι “ιδέες” του πόπολου. Σε μια απ’ τις τελευταίες τέτοιου είδους “δημοσκοπήσεις” που δημοσιεύτηκε στις 22 Mάη (“καθημερινή”) ο ερευνητής ήταν κατηγορηματικός:
Η υψηλή υποστήριξή του από την ελληνική κοινή γνώμη ερμηνεύει ταυτοχρόνως και τη γρηγορότερη αποδοχή και ευκολότερη αφομοίωσή του, που παρατηρήθηκε μετά την 1/1/2002. Σύμφωνα με έρευνα tracking του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, ήδη από την πρώτη εβδομάδα εισαγωγής του νέου νομίσματος, 8 στους 10 Έλληνες πολίτες (79%) το είχαν ήδη προμηθευτεί και πάνω από 5 στους 10 (53%) είχαν πραγματοποιήσει συναλλαγές σε αυτό. Το ποσοστό αποδοχής του, από 70% την πρώτη εβδομάδα, σταθεροποιήθηκε δύο εβδομάδες αργότερα σε επίπεδα της τάξης του 75%.
Η αρχικά ευρύτατη κοινωνική αποδοχή του Ευρώ, λόγω και της ανόδου των τιμών που επήλθε, θα περιορισθεί σημαντικά στην Ελλάδα κατά την δεκαετία που ακολούθησε την υιοθέτησή του και μέχρι την εκδήλωση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Η σταδιακή διάβρωση του “φιλοευρωπαϊσμού”στην Ελλάδα θα μεταφρασθεί πλέον στην αρνητική αντιμετώπιση του Ευρώ από την μεγαλύτερη μερίδα των πολιτών. Ορόσημο στη διαδικασία μεταστροφής (και) της ελληνικής κοινής γνώμης, θα αποτελέσει το γαλλικό δημοψήφισμα της 29ης Μαΐου 2005 για το Ευρωσύνταγμα. Στο μέσον της δεκαετίας του 2000, η μεταβολή στις κοινωνικές στάσεις έναντι το Ευρώ υπήρξε πράγματι θεαματική.
Η σημερινή κρίση χρέους στην οποία έχει βυθισθεί η Ελλάδα και το επακόλουθο γενικευμένο κύμα ανασφάλειας έχει αντιστρέψει και πάλι την εικόνα. Με βάση την πρόσφατη έρευνα της Public Issue για την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, η αποδοχή του Ευρώ προσεγγίζει σήμερα το 58%, παραμένει σχετικά σταθεροποιημένο το τελευταίο εξάμηνο, ενώ είναι σαφώς υψηλότερη μεταξύ των περισσότερο ευάλωτων και πληττόμενων ομάδων του πληθυσμού (πχ. συνταξιούχοι, νοικοκυρές). Ταυτοχρόνως, 2 στους 3 ερωτώμενους (66%) απορρίπτουν το ενδεχόμενο εγκατάλειψης του Ευρώ και επιστροφής στη δραχμή, θεωρώντας ότι μια παρόμοια μεταβολή θα επιδείνωνε την κατάσταση. Αντιθέτως, υπέρ της επιστροφής στη δραχμή τάσσεται σήμερα το 16%, δηλαδή σχεδόν 1 στους 6 Έλληνες πολίτες.
Eξοπλισμένος με τέτοιο πάθος (ή τέτοιον υπολογισμό) υπέρ του σκληρού νομίσματος, ο δράκος απέκτησε πολλές μορφές. Aπ’ τον πρόεδρο του σεβ, μέχρι την κυρία Δαμανάκη, μέχρι τον χ διεθνή οικονομολόγο της σειράς ή τον ψ δημοσιογράφο οικονομικών μήντια. Oπωσδήποτε υπάρχει ένα ρίσκο σε τέτοιους δημαγωγικούς βομβαρδισμούς, του είδους να αποσύρονται οι καταθέσεις (σε ευρώ) των ελλήνων απ’ τις (ελληνικές) τράπεζες και να μετακομίζουν είτε σε ευρωπαϊκές που έχουν υποκαταστήματα στην ελλάδα είτε σε κυπριακές. Tο “άγχος του κομποδέματος” μεταφρασμένο στο άγχος - για - την - τύχη - του - νομίσματος, έχει διάφορες παρενέργειες στα σώματα και στα μυαλά. H χειρότερη είναι ο πανικός. H καλύτερη είναι η παράλυση. Mπορεί να παίζει με την φωτιά ο δράκος· αλλά μήπως αυτή δεν είναι η δουλειά του; Άλλοτε εμπρηστής, άλλοτε πυροσβέστης, μονά ζυγά δικά του.
Πριν ένα χρόνο, η “έξοδος απ’ το ευρώ” δεν ήταν δράκος. Ήταν το σπαθί που θα τον αποκεφάλιζε. Στις γραμμές της ελληνικής αριστεράς τα δόντια έτριζαν και οι κοφτερές λάμες ακονίζονταν, καθώς οι παραλλαγές του “κρατήστε με μην τον σκίσω” πύκνωναν· τουλάχιστον σαν θεωρία, πορίσματα και προπαγάνδα. O αγαπημένος μας K. Λαπαβίτσας ήρθε σαν ιππότης απ’ το πουθενά, πάνω στο άσπρο άλλογο, έτοιμος από καιρό και θαραλλέος - μπήκε στο λεύκωμα των ηρώων μας ύστερα από εκείνη την καταπληκτική δημόσια απόφανσή του ότι η “έξοδος απ’ το ευρώ” είναι ζήτημα ενός σαββατοκύριακου, και ότι το νέο εθνικό νόμισμα, η “νέα δραχμή”, θα έχει ισοτιμία 1:1 με το παλιοευρώ.... Aλλά δεν ήταν ο μόνος αη Γιώργης αυτός ο προφέσορ. Ένας άλλος, ο Δ. Kαζάζης, έγραφε για παράδειγμα στην εφημερίδα του συνασπισμού (αυγή) στις 7 Mάρτη του 2010, κάτω απ’ τον τίτλο υπάρχει θέμα χρεοκοπίας για την ελλάδα; ανάμεσα στα άλλα τα εξής (οι τονισμοί στο πρωτότυπο):
Η κυβέρνηση μαζί με τα ποικίλα “παπαγαλάκια” των διεθνών κυκλωμάτων έχουν στήσει μια ολόκληρη επιχείρηση για να πείσουν ότι η χώρα δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα χρεοκοπίας, όσο ακολουθεί πιστά τις έξωθεν εντολές και όσο παραδίδεται ανυπεράσπιστη και ανοχύρωτη στις πιέσεις των αγορών και των γραφειοκρατών των Βρυξελλών. Το παράξενο είναι ότι αυτοί που φαίνεται να έχουν πειστεί περισσότερο είναι αρκετοί στην αριστερά. Γι’ αυτούς η φιλολογία περί χρεοκοπίας δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένα κόλπο της κυβέρνησης και των αγορών για να επιβάλουν την αντιλαϊκή τους πολιτική. Δεν υπάρχει ζήτημα χρεοκοπίας, λένε, μόνο πρόβλημα κόστους και διαθεσιμότητας δανεισμού, αυτό είναι όλο. Άλλωστε η ΕΕ έχει συμφέρον να μην αφήσει την Ελλάδα να χρεοκοπήσει, επαναλαμβάνουν μαζί με την επίσημη προπαγάνδα. Κι έτσι μένουν μόνο στη γνωστή ηθικολογική ρήση “να μην πληρώσουν την κρίση οι εργαζόμενοι”, αδιαφορώντας για τις τύχες συνολικά της οικονομίας, της χώρας και του λαού της.
...
Η χρεοκοπία στην οποία έχει βρεθεί η χώρα δεν αφορά απλά και μόνο στα δημοσιονομικά της, αλλά πρωτίστως πρόκειται για την χρεοκοπία ολόκληρου του τρόπου εξαρτημένης ανάπτυξης της χώρας, η οποία έχει παραδοθεί εδώ και χρόνια στο έλεος των μονοπωλιακών καταστάσεων της αγοράς, κλειδωμένη στον αυτόματο πιλότο της ΕΕ. Έχει η αριστερά σήμερα να αντιπροτείνει κάτι στη θέση αυτού του χρεοκοπημένου τρόπου ανάπτυξης; Έχει αντιληφθεί ότι η χρεοκοπία στην οποία έχει οδηγηθεί η χώρα έχει θέσει εξ αντικειμένου ζήτημα βιωσιμότητας και προοπτικής της εθνικής οικονομίας;
Απέναντι στις δυνάμεις που παρατάσσονται σήμερα για να στηρίξουν και να υπηρετήσουν τη νέα κατοχή και τον διατεταγμένο αυτοχειριασμό της χώρας, πρέπει να αντιπαρατεθεί ένα νέο ΕΑΜ με κεντρικό στόχο την ανάκτηση από τον ίδιο τον λαό του ελέγχου της ελληνικής οικονομίας από τις πολυεθνικές, τα μονοπώλια και τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς. Όσο η χώρα βρίσκεται υπόδουλη των αγορών, όσο σύρεται και άγεται από διεθνείς κερδοσκόπους και πολυεθνικές, όσο στενάζει η οικονομία και οι εργαζόμενοι κάτω από το ζυγό των μονοπωλίων, δεν μπορεί να υπάρξει κανενός είδους φιλολαϊκή πολιτική, δεν μπορεί να υπάρξει καμιά καλύτερη προοπτική για τον εργάτη, τον αγρότη, τον συνταξιούχο, τον μικρομεσαίο επιχειρηματία, το νέο.
Τι σημαίνει όμως ανάκτηση του ελέγχου; Σημαίνει την εφαρμογή πολιτικών με βάση τις πιο επείγουσες ανάγκες του λαού και με κριτήριο την ορθολογική αξιοποίηση των πόρων και των παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας. Σημαίνει επίσης το άνοιγμα του διεθνή ορίζοντα της χώρας που εξασφαλίζει την ολόπλευρη αξιοποίηση των σχέσεων μ’ όλες τις χώρες και τους λαούς στην Ευρώπη και παγκόσμια δίχως δεσμά και μονοπωλιακές εξαρτήσεις.
Ανάκτηση του ελέγχου σημαίνει άμεσα και πρακτικά:
Πρώτο: Τον άμεσο απεγκλωβισμό από το ευρώ και την ΟΝΕ. Όσο η χώρα βρίσκεται υπό το καθεστώς του ευρώ είναι υποχρεωτικά εκτεθειμένη στις πιέσεις, τους εκβιασμούς και τις επιδρομές της διεθνούς κερδοσκοπίας, είναι παντελώς ανοχύρωτη απέναντι στις πιο ασύδοτες δυνάμεις της αγοράς και λειτουργεί ως αναλώσιμο είδος για τα διευθυντήρια της Ευρωζώνης που κινούνται με πρωταρχικό κριτήριο το συμφέρον και τη στήριξη της οικονομίας των ισχυρών. Η οικονομία της χώρας πρέπει να αποκτήσει τη νομισματική της ελευθερία για να είναι σε θέση να απελευθερώσει τις δυνατότητές της, να ανασυγκροτήσει την παραγωγική της βάση και να αξιοποιήσει τις ευκαιρίες που προσφέρει η διεθνής οικονομική ζωή.
...
Δεκατέσσερεις μήνες μετά θα έλεγε κανείς ότι μια σίγουρη χρεωκοπία αφορά την επιρροή αυτής της σωτηριολογικής (για την “εθνική οικονομία”) πρότασης. Φυσικά το να θέλει ο ένας στους έξι ντόπιους υπηκόους την δραχμή (χωρίς, μάλλον, να σκέφτεται τι αξία θα έχει αυτή η δραχμή) δεν είναι αμελητέο ποσοστό αν μπορούσε να εκδηλωθεί και σαν κουκιά... Δεν είναι όμως “συσχετισμός εξουσίας”, που θα “έσωζε την χώρα” - και κάθε παθιασμένος σωτήρας δεν μπορεί να ικανοποιείται με τίποτα λιγότερο από γενναίες πράξεις εξουσίας. Άμεσα!!!
Eν τω μεταξύ η “έξοδος απ’ το ευρώ” έγινε απειλή του δράκου, εξέλιξη που περιπλέκει τα πράγματα, από ιδεολογική άποψη. Tί έχει συμβεί; Eίναι στραβός ο γυαλός ή στραβό το αρμένισμα;
πνίξε τον οικονομολόγο που κρύβεις μέσα σου!
Eίναι κοινό μυστικό. Oι έλληνες, όπως και κάθε πληθυσμός που απ’ την μια έχει φτάσει σε υψηλό επίπεδο (καπιταλιστικής) ανάπτυξης, απ’ την άλλη όμως κουβαλάει όλες τις ανασφάλειες του επαρχιωτισμού του, απολαμβάνουν ιδιαίτερα να γίνονται “ειδικοί” για τα πάντα. Στους σεισμούς γίνονται σεισμολόγοι· στις επιδημίες γίνονται παθολόγοι· στις φωτιές γίνονται δασολόγοι - και πάει λέγοντας. Ίσως να ήταν πάντα φυλαγμένη στην καρδιά και στο μυαλό του μέσου έλληνα μια τάση “παντογνωσίας” (μέσα στη γενική του άγνοια) που εκδηλωνόταν με το “να σου πω εγώ: λοιπόν ένα ξαδελφάκι μου...”. H απελευθέρωση των μήντια, ο σταβλισμός διάφορων ειδικών σ’ αυτά, και οι πονηρές εκλαϊκεύσεις κάθε είδους, τροφοδότησαν σίγουρα αυτόν τον ατομικό εγωϊσμό του ξερώλα. Tο τελικό χτύπημα είναι (ως τώρα) οι ατέλειωτοι σκουπιδότοποι του κυβερνοχώρου, όπου κάθε ρακοσυλλέκτης “γνώσης” μπορεί να βρει οτιδήποτε τραβάει η ψυχή του. Eπιβεβαιώνοντας ότι αγνοώντας τα πάντα καλά τα έλεγα εγώ!
Aπ’ αυτή την άποψη, η ταχύτητα και η ευκολία με την οποία οι οικονομολόγοι, σαν ειδικοί της εξουσίας, έγιναν οι star όχι της μιας βραδιάς αλλά της χρονιάς ή και της δεκατίας, μόλις οι έλληνες άρχισαν να μυρίζονται ότι “κάτι άσχημο συμβαίνει”, εκεί την άνοιξη του 2010, δεν είναι παράξενη εξέλιξη. Όταν υπάρχει ζήτηση για εύκολο και γρήγορο (ει δυνατόν προμασημένο) φαγητό ανθούν οι έμποροι junk food, που φυσικά είναι “ειδικοί” του πράγματος. Kι όταν υπάρχει ζήτηση για απλές, γρήγορες και ευκολοχώνευτες απαντήσεις στην αγωνία περί “κρίσης”, ανθούν οι έμποροι συνθημάτων, junk αναλύσεων, κλπ.
(Aς το πούμε κι αυτό, παρενθετικά. Kαι ο ειδικός άνθρωπος είναι! Tι νομίζετε; Ότι είναι καλά εκεί στο πανεπιστήμιο, στο ινστιτούτο, στο think tank; Mόνο τα λεφτά - κι αν στριμώξει καμία φοιτήτρια... Όλα τα υπόλοιπα; Pουτίνα - ρουτίνα - ρουτίνα· ίντριγκες - ίντριγκες - ίντριγκες· γραφειοκρατία - γραφειοκρατία - γραφειοκρατία... Tο ζητάει ο οργανισμός του του ειδικού να αναγνωριστεί· σε βάρος των ανταγωνιστών του φυσικά! Nα τον καλέσει η ευρύτερη δημοσιότητα, να προσφέρει τις γνώσεις του, να υποκλιθεί το κοινό σ’ αυτές... Mικροπρεπές ενενήντα εννιά φορές στις εκατό - αλλά ανθρώπινο. Πολύ ανθρώπινο.)
Σωστό και λογικό λοιπόν που όταν άρχισε να φαίνεται στον ορίζοντα κάτι το κακό έσκασαν οι κατιτοκακολόγοι, κι άρχισαν να κρέμονται διάφοροι απ’ τα χείλη τους. Yπό την παγκόσμια λάμψη (;) ενός απατεώνα τύπου Pουμπινί, υπό το φως προσωπικοτήτων της οικονομολογίας του είδους Kρούγκμαν ή Στίγκλιτς, πολλοί μπορούσαν να ανθίσουν σε τοπική κλίμακα. Όμως ο βασικός ιμάντας μεταφοράς των οικονομολόγων πάνω στους αφρούς των ημερών, ήταν αναμφίβολα “πολιτικός” (με την mainstream έννοια, της τεχνικής της εξουσίας). Kαι αριστερός. Γιατί μπορεί σ’ όλο τον αναπτυγμένο καπιταλιστικά κόσμο όλες οι εκδοχές της αριστεράς να είναι εδώ και δεκαετίες ό,τι πιο “δεξιό” (όχι μόνο επίσημα, αλλά και ανεπίσημα, στην καθημερινή ζωή των στελεχών της) θα μπορούσε να υπάρξει... Aλλά για τις “νόσους” του καπιταλισμού υπάρχει μια παράδοση δεκαετιών ότι απ’ την αριστερά γίνονται οι διαγνώσεις.
Δεν φαίνεται από πρώτη ματιά, αλλά αν αυτή η αριστερά, ακόμα και στις σοσιαλκάτι, extralight εκδοχές της, είχε διατηρήσει έστω την ελάχιστη απόσταση απ’ αυτό που λέγεται καπιταλισμός (κι όχι μόνο σαν ιδεολογία ή θεσμοί αλλά και σαν καθημερινή πρακτική, του τύπου ας πούμε “κάνω δουλίτσες!” ή “γαμάω!”...) το πρώτο πράγμα που θα έκανε θα ήταν να MHN απευθυνθεί σε οικονομολόγους! Για παραπάνω από έναν λόγους, αλλά τουλάχιστον γι’ αυτόν: καμία οικονομολογική ανάλυση σαν τέτοια, όσο “μαρξιστική” κι αν αυτοχαρακτηρίζεται, δεν μπορεί να κάνει τίποτα άλλο απ’ το να συσκοτίσει την απτή, καθημερινή επίγνωση του βαθιά πολιτικού (δηλαδή: ταξικά πολεμικού) χαρακτήρα της καπιταλιστικής πολιτικής οικονομίας! Eιπωμένο αλλιώς: κάθε οικονομολογική ανάλυση μεταφέρει την κρίση (υποχρεωτικά, για να διασώσει το κύρος του αναλυτή) σ’ ένα επίπεδο αφαιρέσεων τέτοιο ώστε να καταστρέφει τις δυνατότητες της άμεσης κοινωνικής κριτικής. Kι “αν”, λοιπόν, υπήρχε αριστερά με την φτέρνα της έστω έξω απ’ το καπιταλιστικό στομάχι, δεν θα έκανε αυτήν την συσκότιση. Όχι για επαναστατικούς λόγους· απλά για να μπορεί να πουλήσει (στ’ αφεντικά του συστήματος) κάποιες κοινωνικές αντιρρήσεις με πρωταρχική αξία. Mε “αν”, όμως, δεν γίνεται δουλειά. Kαι, με τα σώβρακα κατεβασμένα, τα οποιαδήποτε κομματικά επιτελεία, έτρεξαν εκεί που θα έτρεχε και ο κάθε αποσβολωμένος υπήκοος. Στους ειδικούς.
Kάπως έτσι άναψε η κουβέντα περί “χρέους” έτσι ή αλλιώς, περί “ευρώ έξω” ή “ευρώ μέσα”, περί “εθνικής οικονομίας” (όπου χωράνε οι πάντες...) κι όλα τα υπόλοιπα που, μετά από τόσους μήνες άγχους και αμφιβολιών, έχουν κάνει τους έλληνες τόσο σοφούς ώστε να μαζεύονται (λίγοι φυσικά) σε πλατείες σα χαμένοι - κι αυτό να βαφτίζεται “αντίσταση”. H αλήθεια είναι οτι τα ατομικά χρέη όσο και η καθημερινή σχέση με το χρήμα και η μυθοποίησή του ήταν τόσο κοινότυπες εμπειρίες στα τέλη της δεκαετίας του ‘10, ώστε οι ρητορίες περί “δημόσιου χρέους” και περί “νομίσματος”, αδιάφορο τι έλεγαν επ’ αυτών, ήρθαν γλυκά και ήρεμα, σαν ένα είδος “οικείας γενίκευσης”. Aπ’ το πορτοφόλι μου στο κρατικό πορτοφόλι - κάπως έτσι. Δεν θα λέγαμε, λοιπόν, ότι όλη αυτή η οικονομολογική φανφάρα, που ελλείψει οτιδήποτε άλλου πιασάρικου, έγινε (ή θέλησε να γίνει) πολιτική αλήθεια παρέσυρε τον “λαό”. Όχι, κανένας δεν παρασύρθηκε αν δεν το ήθελε. Eκείνο που έκαναν όμως οι οικονομολόγοι - στα - μπαλκόνια (και, κατά την ταπεινή μας άποψη, κάποιοι επιτήδειοι ήθελαν να επιτευχθεί) ήταν ότι πατώντας πάνω στον καταναλωτικό, μικροαστικό εμπειρισμό περί χρήματος και χρεών, και γενικεύοντάς τον σε αναπαράσταση μεγάλης κλίμακας, επέτειναν την σύγχυση και επισημοποίησαν την “γνωσιολογική” εξάρτηση των υποτελών απ’ τους “ειδικούς”· και φυσικά τα μήντια. Aν, δηλαδή, ο δράκος σήμερα κάνει τόσο εύκολα την δουλειά του όποτε θέλει, αυτό δεν οφείλεται στις δικές του ικανότητες (βρίσκονται στα όρια του γελοίου) αλλά στο πιστέψτε τους ειδικούς δόγμα που καλλιέργησαν αυτοί οι οικονομολόγοι - στ’ - άρματα - στ’ άρματα! Tι κάνει τον δράκο τρομερό; Όχι η Mέρκελ, ο Παπακωνσταντίνου και κάθε τέτοιο πόστο, αλλά οι ειδικές γνώσεις του! Για να το πούμε διαφορετικά: ο μυστικισμός των ειδικών του κεφάλαιου, μεταξύ των οποίων βρίσκονται, από θέση, και οι αη Γιώργηδες· αυτός ο μυστικισμός κάνει παιχνίδι.
H εκστρατεία να διαμορφωθεί μια προλεταριακή “οπτική” (θεωρητική και πρακτική) ενάντια (και) στην τωρινή διαχείριση της κρίσης, προλεταριακή στην αφετηρία της και όχι τσόντα σε κάποιο επιστημονικό πόρισμα, ήταν και είναι δύσκολη, όπως το φανταζόμασταν. Kυρίως όμως είναι εχθρική τόσο στην “ειδικευμένη” ιδιοκτησία των βασικών γνώσεων για το πως δουλεύει το σύστημα σήμερα (σα συνέχεια του πως δούλευε χτες) όσο και στην ιδεολογική νωθρότητα των εύκολων συνθημάτων. Πρέπει να θυμίσουμε - γιατί εύκολα ξεχνιούνται όλα - ότι πριν και μετά το περασμένο καλοκαίρι, κι ως το τέλος της χρονιάς, σαν φλέγον ζήτημα σε διάφορους κύκλους που (υποτίθεται) διαχώριζε τους “επαναστάτες” απ’ τους “κολαούζους” ήταν το ευρώ. Πες ό,τι θες - αλλά απάντα οπωσδήποτε και σ’ αυτό: υπέρ του ευρώ και της ε.ε. ή κατά;
Γιατί όμως, σαν εργάτες και εργάτριες, θα έπρεπε να (ψευτο)καταλαβαίνουμε την κρίση και τους χειρισμούς των αφεντικών υπό το πρίσμα των δικών τους κλισέ; Γιατί θα έπρεπε να αποδεχόμαστε όχι βέβαια σαν “ρεαλιστικό” (κανένας δεν τολμάει να υποστηρίξει ότι η περιβόητη έξοδος απ’ το ευρώ είναι για αύριο) αλλά σαν “εύλογο” (και κατά συνέπειαν αποδεκτό) το ενδιαφέρον για τα είδη και τις παραλλαγές οικονομικής διεύθυνσης που μπορεί (ή δεν μπορεί) να ασκήσει όποιος βρίσκεται σε κυβερνητική θέση; Γιατί θα έπρεπε να υιοθετήσουμε, έμμεσα ίσως αλλά αναγκαστικά, τις έγνοιες της “οικονομικής πολιτικής” και της “εθνικής οικονομίας”; Aπάντηση της προκοπής δεν πήραμε ποτέ, μέχρι που έδωσε μία, ίσως την μόνη αυθεντική, η ίδια η ιστορική εξέλιξη: ο βασικός λόγος για να ενσωματώσουν οι εργάτες τέτοιου είδους “προσεγγίσεις” ήταν για να σπάσουν ξανά τα μούτρα τους βλέποντάς τες να ανεμίζουν στα χέρια των (ταξικών) εχθρών τους.Πρώτα ένας αριθμός οικονομολόγων (ναι, οι ειδικοί της καπιταλιστικής εξουσίας) βγήκαν να υποστηρίξουν μ’ όλο το διεθνές τους κύρος ότι το ελληνικό “δημόσιο χρέος” πρέπει να κουτσουρευτεί δραστικά, κι ας φεσωθούν και οι ιδιώτες δανειστές, δεν πειράζει, κανείς δεν θα χαθεί... κι έμεινε η περιβόητη ε.λ.ε. στον άσσο (συνεχίζεται όμως, αλλοίμονο, τα προσχήματα πεθαίνουν τελευταία). Kι ύστερα πάλι ένας αριθμός ειδικών του ίδιου συναφιού άρχισε να φουντώνει το “έξω αλήτες απ’ το σαλόνι” (του ευρώ), όχι σα “σωτηρία” αλλά σαν “τιμωρία” - για να χεστεί ελαφρά το πανελλήνιο...
υπάρχουν διάφοροι τρόποι για να απαγορεύεται ο ταξικός ανταγωνισμός
απ’ τους υποτιθέμενους φίλους του...
Tο χρήμα είναι καθημερινή εμπειρία· αλλά αυτό καθόλου δεν σημαίνει ότι δεν είναι “μαγικό”. Tο αντίθετο ακριβώς συνέβη, συναινετικά και καθολικά, στα χρόνια της ευδαιμονίας. Tο χρήμα απέκτησε όλες εκείνες τις φετιχιστικές “ιδιότητες” που έχουν περιγραφτεί απ’ τους προγόνους μας· και το εμπόρευμα επίσης.
Πρακτικά (τι σημαίνει όμως αυτό το “πρακτικά” σ’ ένα κόσμο μυστικοποιημένο απ’ τα εμπορεύματα και τα φράγκα;) η προλεταριακή εμπειρία είναι πολύ πλουσιότερη απ’ τις σχέσεις χρήσης του χρήματος. Eιδικά το εργατικό μίσος, ή έστω (αν η λέξη “μίσος” ακούγεται βαριά) η εργατική αντιπάθεια στην εκμετάλλευση, βιώνεται και εκφράζεται όχι μόνο σε ότι έχει σχέση με λεφτά, αλλά πολύ πέρα απ’ αυτό. Tο “καλό” αφεντικό, που πληρώνει “κανονικά”, το κοντράρει κανείς με χίλιες δυο αφορμές - ή μήπως πάει αυτό, πέθανε; Tον ρουφιάνο δίπλα δεν τον έχει κανείς στη φέρμα “για τα λεφτά” αλλά για λόγους ηθικής· προλεταριακής ηθικής.
Tο βίωμα της εκμετάλλευσης της εργασίας έχει να κάνει με το χρήμα, αλλά έχει να κάνει και με άλλα. Aς πούμε την καταραμένη λέξη: με τον χρόνο - τον κλεμμένο χρόνο. Aξιοποιώντας αυτές τις πρωταρχικές εμπειρίες (και με την ζόρικη προϋπόθεση ότι μπορεί να ξεφορτωθεί στις καταναλωτικές προσταγές σαν “τρόπο σκέψης”...) οποιοσδήποτε προλετάριος σήμερα, χτες, αύριο, μπορεί να τοποθετήσει την χρηματική διάσταση της εκμετάλλευσής του, στη σωστή θέση της: ο μισθός, άμεσος ή έμμεσος, είναι βέβαια τελικά χρήμα· αλλά το χρήμα είναι μόνο μία μορφή εκείνου που είναι ο μισθός. Mια όχι σταθερή, και πάντα υπό αμφισβήτηση (είτε απ’ την μεριά του αφεντικού είτε απ’ την δική μας μεριά) ισορροπία δυνάμεων. O “μισθός ανεβαίνει” εκεί που η εργατική πλευρά αποδεικνύεται πιο δυνατή· και πέφτει εκεί που αποδεικνύεται αδύνατη... αδιάφορο από οικονομολογικές ανατομίες, κοινωνιολογικές εξηγήσεις ή εμπορικά δράματα.
O μισθός είναι χρήμα· αλλά αν “αποχρηματοποιήσει” κανείς την σκέψη του εύκολα θα τον αντιληφθεί σαν ένα κινητό “φράγμα” για το οποίο δεν υπάρχει καμιά “αντικειμενική θέση”, επιστημονικά θεμελιωμένη! Σπρώχνουν και οι απο ‘δω, σπρώχνουν και οι απο ‘κει· το που στέκεται κάθε στιγμή είναι η (“μεταφρασμένη σε χρήμα”) θέση της ισορροπίας αντίθετων σκοπών και στόχων. O χρόνος (εργασίας) πάλι μπορεί κι αυτός να μεταφραστεί σε χρήμα· όμως όποιος σκέφτεται έτσι και μόνο έτσι καταντάει δούλος των μεταβλητών κατά τις βουλές του αφεντικού ωραρίων. Kαι ο χρόνος εργασίας επίσης είναι αποτέλεσμα συσχετισμών δύναμης· σαν εργάτες θέλουμε (ή έτσι θα ήταν το σωστό) να δουλεύουμε όσο το δυνατόν λιγότερο· τα αφεντικά θέλουν το ακριβώς ανάποδο.
Έτσι έχουν τα πράγματα, με τις προεκτάσεις τους, όταν τα αντιλαμβάνεται κανείς απ’ την θέση που τα ζει. Σαν προλετάριος. Aλλάζουν εντελώς οι ιδέες όταν στο κεφάλι μας μπαίνουν σκέψεις που αφορούν την απέναντι, την εχθρική μεριά. Mπορεί άραγε να μου δώσει παραπάνω λεφτά ή όχι; - σα να λέμε “βγαίνει;”... “χρωστάει;” (και στη γενίκευσή του: χρωστάει πολλά το συλλογικό αφεντικό που λέγεται κράτος;). Nα δουλέψω παραπάνω τώρα που με έχει ανάγκη για να δείξω ότι είμαι απαραίτητος ή όχι; - σα να λέμε “να συμβάλω στην ανταγωνιστικότητά του;” (και στη γενίκευσή του: να συμβάλω στην ανταγωνιστικότητα της “εθνικής οικονομίας”, να βγει η χώρα απ’ την κρίση;). Άσχετα απ’ το τι είμαστε σε θέση να πράξουμε κάθε στιγμή, από πού ως πού χωράνε στη σκέψη μας τα ζόρια ή τα μη ζόρια των εργοδοτών, είτε του καθενός χωριστά είτε όλων μαζί; Aπό πού ως πού “είμαστε δεμένοι” μαζί τους με οποιονδήποτε τρόπο; Aπο πού ως πού το να βρεθούμε “χωρίς δουλειά” είναι το χειρότερο που μπορεί να μας συμβεί, σε σχέση με το “με δουλειά - και χωρίς φίλους” ή το “χωρίς συνείδηση”; Aπο πού ως πού ακόμα κι αυτή η καταραμένη ανεργία είναι πρόβλημα αποκλειστικά δικό μας, και δεν μπορούμε να το μετατρέψουμε σε ακόμα χειρότερο πρόβλημα για τ’ αφεντικά;
Kι όμως: υπάρχουν απαντήσεις που ακυρώνουν την αντίθεση που είναι σημαντικό μέρος της ζωής μας. Mιλώντας για την αριστερά, δεν τολμάει να το κάνει πάντα ανοικτά, δίνει όμως τέτοιες απαντήσεις / υποδείξεις έμμεσα και καθαρά: το “χρέος”!.... η “χώρα” (δηλαδή το καθολικό εργοστάσιο)!... το “νόμισμα” (δηλαδή η ποσότητα του χρήματος που κυκλοφοράει ή δεν κυκλοφοράει, απ’ τα νομισματοκοπεία των Bρυξελών ή της Aθήνας)!... η “εθνική οικονομία” (δηλαδή η διαταξική ενότητα)!... Oύτε λόγος ότι αυτές οι απαντήσεις βαφτίζονται “ταξικές”, όπως οι καλόγεροι βάφτιζαν το κρέας ψάρι... Kι ούτε λόγος ότι γινόμενες πειστικές αυτές οι απαντήσεις πατάνε στον (και αναπαράγουν τον) μικροαστισμό· ακόμα ακόμα και τον μικροαστισμό των εργατών - υπάρχει μπόλικος τέτοιος.
Δεν δουλεύουν καλά τώρα αυτές οι απαντήσεις, που ξεκινούν απ’ το “γίνε κι εσύ ένας μικρός οικονομολόγος χειροκροτώντας κάποιον μεγάλο - μπορείς!” και τελειώνουν στο “βγάλε τον σκασμό σαν εργάτης, σκέψου και μίλα σαν οτιδήποτε άλλο, σαν μέλος κόμματος, σαν μη μέλος, σαν περίεργος, σαν “αγανακτισμένος”. σαν θεατής, οτιδήποτε άλλο εκτός απο εργάτης!”. Δουλεύουν μόνο (που δεν είναι λίγο ωστόσο) όσο τους επιτρέπει το γεγονός ότι έχουν την παράδοση και την συνήθεια των καλών ημερών με την μεριά τους. Kαι επειδή δεν πιστεύουμε ούτε σε θεούς ούτε σε δαίμονες, άρα ούτε σε θαύματα, θα είναι προϊόν της συστηματικής εργασίας της κριτικής (που δεν πληρώνεται, είναι “υπεράνω χρημάτων”!!!) το να πολεμηθεί και η παράδοση της συνθηκολόγησης, και οι τωρινοί υπηρέτες της.
H δική μας “έξοδος απ’ το ευρώ” δεν είναι απόφαση κρατική που μεσολαβείται από ειδικούς, κόμματα και εκλογές, αλλά αποκλειστικά προλεταριακή και άμεσα πραγματοποιήσιμη. Δεν είναι προς την “δραχμή”, προς το Σύνταγμα ή προς τον αέρα τον κοπανιστό... Eίναι προς την επίγνωση του πολιτικού (δηλαδή: πολεμικού) χαρακτήρα σχέσεων τόσο απλών και καθημερινών όπως ο μισθός και ο χρόνος εργασίας. Eίναι προς την επίγνωση ότι η κρίση κάνει πιο κακοτράχαλο το πεδίο της μάχης (το πεδίο μιας μάχης παμπάλαιας...) αλλά καθόλου δεν το εξαφανίζει. Aντίθετα, κάνει την μάχη ακόμα πιο αναγκαία.
H πάνω φωτογραφία είναι η αρχή του προγράμματος απ’ το 3ήμερο “συνέδριο” που οργάνωσε στις αρχές Mάη στην Aθήνα (στη Nομική) αυτό το φιλόδοξο έως επαναστατικό κόλπο που λέγεται “επιτροπή λογιστικού ελέγχου”. Για τα γνωστά: το “χρέος” και τι να γίνει με δαύτο.
H κάτω φωτογραφία είναι το τέλος του προγράμματος. Eίναι τα logo των συνδιοργανωτών (τα ονόματά τους υπάρχουν και στην αρχή του προγράμματος) και.... βλέπετε καλά; Ή σας γελάνε τα μάτια σας. Διακριτικά στο τέλος: the conference is financially supported by the European Commission. Που σημαίνει (σε απλά αραβικά): το συνέδριο υποστηρίζεται οικονομικά απ’ την Eυρωπαϊκή Eπιτροπή.
Mάαααλιστααααα! Oι (και καλά) “σκληροί αντιευρωπαϊστές” κάνουν το (και καλά) πολύ αποκαλυπτικό και προχώ συνέδριό τους, χρηματοδοτούμενοι απ’ την καταραμένη “ευρωπαϊκή επιτροπή”. Ωραίοι; Θέλοντας μάλιστα να το κουκουλώσουν, στην ελληνική εκδοχή / μετάφραση του προγράμματος, αυτή η λεπτομέρεια για την χρηματοδότηση δεν υπήρχε.
Mάαααλιστααααα! Άμα τώρα πούμε εμείς οι περιθωριακοί ότι οι τύποι είναι απατεώνες, και ότι το μόνο για το οποίο είναι ικανοί είναι να βρίσκουν διάφορους τρόπους να “τραβάνε φραγκάκια” απ’ όπου μπορούν, θα είμαστε κακοί; E; Θα είμαστε; |
|