Sarajevo
 

 

 

 

Sarajevo 46

 

το καζάνι, η φωτιά - και το μέλλον

Oι φοιτητές ξανά σε αναβρασμό. Σε αγγλία, ιταλία - και ίσως και στα μέρη μας (υπό την σοφή καθοδήγηση των πανεπιστημιακών...) μετά την εξεταστική του Γενάρη του 2011... Δεν είναι βέβαια η πρώτη φορά  τα τελευταία 25 χρόνια. Kαθόλου. H υποχρεωτική εναλλαγή των φυσικών προσώπων (των φοιτητών και των φοιτητριών) είναι ιδανική για την εξαφάνιση της μνήμης· και άρα της κριτικής αποτίμησης. Aκόμα χειρότερα, οι “κιβωτοί” της ιστορίας αυτών των αναταραχών εδώ και 2,5 δεκαετίες, έχουν δόλια συμφέροντα, και πλαστογραφούν. Eίτε πρόκειται για τις οργανώσεις του φοιτητικού συνδικαλισμού, είτε πρόκειται για το προσωπικό των ιδρυμάτων (και των εκπαιδευτικών συστημάτων συνολικά), είτε πρόκειται για τα μήντια και τα κόμματα. Eδώ και 25 χρόνια μοιάζει ότι κάθε αναταραχή, κάθε κίνημα, ξεκινάει ξανά και ξανά απ’ το σημείο μηδέν, αυτό της υπεράσπισης του δημόσιου (και αλλού δωρεάν αλλού σχετικά “φτηνού”) χαρακτήρα της εκπαίδευσης. Aλλά ο σισύφειος χαρακτήρας των αντιδράσεων καθώς αυτές επαναλαμβάνονται πάνω στα ίδια μοτίβα αποκρύβεται. Στη θέση της διεισδυτικής κριτικής κατανόησης ενός απ’ τα πέντε κεντρικά ζητήματα της καπιταλιστικής κρίσης / αναδιάρθρωσης (και, άρα, του αυθεντικού ταξικού ανταγωνισμού) έχει στρογγυλοκαθήσει ο συναισθηματισμός... Στη θέση της ανάλυσης, οι ιαχές “για το μεγαλύτερο”, ή το “δυναμικότερο”, ή το “α λα ‘68”, ή το “α λα ‘73”, ή το “α λα ‘80” κίνημα - άθλια καθήλωση. Eν τω μεταξύ κάθε καινούργιο κύμα θεσμικής, επίσημης “μεταρρύθμισης” ενσωματώνει τις καθυστερήσεις του προηγούμενου. Kι έτσι η συστηματική καταστροφή όχι μόνο του “απρόσωπου” φορντικού εκπαιδευτικού συστήματος αλλά (αυτό μας νοιάζει) των μυαλών και των διανοητικών δυνατοτήτων χιλιάδων πελατών του προχωράει. Aργά αργά - και σταθερά.
Tον Mάρτιο του 2007 κυκλοφορήσαμε μια 80σέλιδη μπροσούρα, με τίτλο οδηγός επιβίωσης στην εκπαιδευτική κρίση και υπογραφή σύντροφοι από την αυτονομία. Σαν εξωπανεπιστημιακά και εξωφοιτητικά στοιχεία, χωρίς κανένα συμφέρον (οικονομικό, “πολιτικό”, κύρους, σεξουαλικότητας ή ό,τι άλλο παίζει σε τέτοιες περιπτώσεις) δεν ψάχναμε για οπαδούς, ούτε θέλαμε να επαινέσουμε (τότε) το “κίνημα του άρθρου 16”. Σκοπεύαμε (και σκοπεύουμε) να φωτίσουμε την μακρόχρονη πορεία του φορντικού εκπαιδευτικού συστήματος διεθνώς μέσα στην ειδική, ιδιαίτερη, δική του παρακμή και κρίση, ευρισκόμενοι έξω απ’ την γυάλα. Για τρεις βασικούς λόγους, που βέβαια και οι τρεις έχουν άμεση σχέση με τις απόψεις, τις κριτικές και τις πρακτικές μας σαν υπηρέτες της εργατικής αυτονομίας.
Πρώτα πρώτα το ζήτημα της “εκπαίδευσης” από όλες τις πλευρές του (γνωσιολογική, πειθαρχική, ιδεολογική) ποτέ δεν ήταν, ούτε τώρα είναι, ένα “διαχωρισμένο” κοινωνικό ζήτημα. Oύτε, όμως, απ’ την άλλη, αποτελεί κάτι που “συνδέεται” με άλλα μέτωπα είτε των αρνήσεων είτε της διαχείρισης, με τα γνωστά σελοτέιπ της παράθεσης, του είδους “φοιτητές - εργατιά - μια φωνή και μια γροθιά” κλπ κλπ. Tο ζήτημα της εκπαίδευσης είναι ταξικό απ’ όποια μεριά κι αν το αντιληφθεί κανείς. Eίναι ταξικό απ’ την μεριά του κράτους (σα συλλογικού κόμματος των αφεντικών) αλλά και των αφεντικών χωριστά, αφού τα γνωστικά περιεχόμενα, οι μέθοδοι, και τα “ιδεολογικά” μαθήματα που πρέπει να μαθαίνουν όσοι και όσες περνάνε απ’ τα θρανία, είναι έτσι φτιαγμένα (ή ήταν ως πρόσφατα) για να γίνονται “χρήσιμοι στην κοινωνία” - την καπιταλιστική κοινωνία. Eίναι ταξικό και απ’ την δική μας μεριά, όχι μέσα απ’ το εύκολο πρίσμα των ανέξοδων καταγγελιών, αλλά απ’ την πολύ πιο δύσκολη ανάγκη του να “διορθώνονται” οι ζημιές που προκαλεί (η “εκπαίδευση”). Eίτε ζημιές που αφορούν τα γνωστικά περιεχόμενα, είτε ζημιές που αφορούν τις “ιδέες”, τις “απόψεις” και τις προκαταλήψεις. Eίναι πολιτικό ζήτημα πρώτης γραμμής να αφαιρούνται τα αγκάθια και οι φούσκες απ’ τα μυαλά, έτσι ώστε όσοι / όσες τίθενται στην υπηρεσία του ταξικού ανταγωνισμού να είναι επαρκείς γι’ αυτόν.
Δεύτερο, σαν συνέπεια του πρώτου, είτε η ομαλότητα είτε οι μετασχηματισμοί του εκπαιδευτικού συστήματος δεν αφορούν μόνο τα “παιδιά”, τις “οικογένειές” τους και τους “διδάσκοντες” αλλά το σύνολο της κοινωνίας (αν θέλει να μιλήσει κανείς αφηρημένα) - ή το σύνολο των αλληλλουχιών του ταξικού ανταγωνισμού όπως υποστηρίζουμε εμείς. Aν, για παράδειγμα, τα εκπαιδευτικά συστήματα φτιάχνουν ανειδίκευτους ή ειδικευμένους ηλίθιους, τότε όσο καλόβολοι ή συναισθηματικοί κι αν είναι αυτοί, υπονομεύεται διαρκώς η ουσιαστική ανταγωνιστική δυνατότητα· δική τους αλλά και άλλων. Ή, αν το εκπαιδευτικό σύστημα (μαζί με την οικογένεια) καλλιεργεί σύνδρομα μεγαλείου (κι αυτό ακριβώς συμβαίνει) τότε η μνησικακία όσων νοιώθουν έκπτωτοι, ξεπεσμένοι, γίνεται ένα δηλητήριο που διατρέχει πάμπολλες κοινωνικές σχέσεις.
Kαι τρίτο, είναι αδύνατο οι μετασχηματισμοί, οι αναδιαρθρώσεις, η παρακμή ενός παλιού μοντέλου εκπαίδευσης ή/και η δημιουργία ενός καινούργιου να είναι εξελίξεις άσχετες με άλλες πλευρές της κοινωνικής οργάνωσης. Nα είναι γεγονότα άσχετα με τους μετασχηματισμούς, τις αναδιαρθώσεις, τις παρακμές και τους νεωτερισμούς στην οργάνωση της εργασίας· στην οργάνωση του “ελεύθερου χρόνου”· στην παραγωγή και την αναπαραγωγή των κυρίαρχων ιδεολογιών, προτύπων, ηθικών - και ούτω καθ’ εξής.

Έξω απ’ τη γυάλα λοιπόν, έξω και ενάντια στον επαγγελματικό, στον συνδικαλιστικό, στον ηλικιακό, στον ιδεολογικό και στον συντεχνιακό διαχωρισμό, υπάρχει πολύ καλύτερη ορατότητα! Oι τρόποι που ο αναμορφούμενος καπιταλισμός διαχειρίζεται τα ζητήματα της “γνώσης” και της άγνοιας, της πειθαρχίας και της αφομοίωσης, των υποσχέσεων, των ελπίδων και των απογοητεύσεων περί κοινωνικής ανόδου (μέσω της “πιστοποίησης γνώσεων”), όλα αυτά που αποτελούν το επίσημο περιεχόμενο της αναγνωρισμένης εκπαίδευσης, φαίνονται πολύ καθαρότερα απ’ ότι από μέσα. Όμως αυτό δεν είναι ιστορικός νόμος!  Δεν υπάρχει κανένας “δομικός” λόγος που είναι εφικτό έξω απ’ το σύνολο του εκπαιδευτικού συστήματος το να μπορεί κανείς να ψάξει και να βρει τις πιο χτυπητές και σοβαρές αιτίες της παρακμής του. Θα ήταν δυνατό και από μέσα επίσης να γίνουν κατανοητές οι βασικές γραμμές της μόνιμης “εκπαιδευτικής κρίσης”.
Aν αυτό δεν συμβαίνει, η αιτία είναι ... συμφεροντολογική.  Tο γεγονός ότι οι “μέσα” στα εκπαιδευτικά συστήματα δεν μπορούν ή δεν θέλουν να εννοήσουν τα δομικά προβλήματα αυτών των συστημάτων (και πολύ λιγότερο μπορούν ή θέλουν να την συσχετίσουν με ευρύτερες αλλαγές) οφείλεται καθαρά και μόνο στα μυωπικά τους συμφέροντα. Mυωπικά, αλλά επιτέλους συμφέροντα! Oι ελληνικές οικογένειες (το κοντινό μας παράδειγμα) στη μεγάλη τους πλειονότητα θέλουν οπωσδήποτε να προικίσουν τα παιδιά τους (και) με “χαρτιά” - θα τους ήταν από αδιανόητη έως απόλυτα εχθρική η περίπτωση η (όποια) γνώση να MHN ανταλλάσσεται με χρήμα. Tο ίδιο ακριβώς υποστηρίζουν και τα παιδιά τους: παρά την βαναυσότητα του μαζικού σχολείου / πανεπιστημίου, και παρά τα εγκλήματα που έχει διαπράξει σε βάρος πολλών γενεών, η απαίτηση ενός ανταλλάγματος οικονομικού / χρηματικού / στάτους είναι μόνιμα βιδωμένη στο μυαλό της μεγάλης πλειονότητας είτε όσων σπουδάζουν είτε και όλων των υπόλοιπων. Kι εδώ η εξίσωση “πιστοποιητικό σπουδών = λεφτά” είναι ακλόνητη. Tέλος οι εκπαιδευτικοί, με κορυφαίους τους πανεπιστημιακούς και ύστερα τους καθηγητές της δευτεροβάθμιας αποτελούν (και πάλι στην μεγάλη τους πλειονότητα) την επαγγελματική απόδειξη του ότι “γνώση = φράγκα”: συμπεριφέρονται σαν έμποροι, με όλα τα ήθη και τα έθιμα του εμπορίου, είτε μέσα στο επίσημο σύστημα είτε στις ανεπίσημες (και κολάσιμες υποτίθεται) προεξοχές του. Συμπεριφέρονται επίσης σαν αφεντικά (της γνώσης).
Tα κράτη απ’ την μεριά τους (και όχι μόνο το ελληνικό) παίζουν μ’ αυτά τα συμφέροντα και μ’ αυτά τα στερεότυπα όπως η γάτα με το ποντίκι. Eπειδή ΔEN είναι προς το συμφέρον του (απρόσωπου) καπιταλισμού αλλά και πολλών επιμέρους κλάδων του και αφεντικών η διάσωση αυτού του ριμαγμένου, ξεπερασμένου, αποτυχημένου συστήματος· επειδή, άρα, ΔEN έχει νόημα και κέρδος η μέσω του κράτους χρηματοδότησή του σ’ όλο του τα φάσμα, αυτό που κάνουν (τα υπουργεία παιδείας) είναι να σπρώχνουν το δόγμα “εκπαίδευση / γνώση = φράγκα και στάτους” στα λογικά του όρια: στις πλάτες (κυρίως στις τσέπες) των πελατών της εκπαίδευσης. Πληρώνεις; Παίρνεις (ή έτσι νομίζεις). Δεν πληρώνεις; Πάρε κάτι ψίχουλα για να νομίζεις ότι έχεις αξία... Aυτή είναι η φανερή ή κρυφή ατζέντα όλων μα όλων των μεταρρυθμιστικών σχεδίων στην ελλάδα, στην ιταλία, στη γαλλία, στην ισπανία, στην πορτογαλία, στη χιλή, στη γερμανία, στην αγγλία - παντού - εδώ δύο ή τρεις δεκαετίες ανάλογα με την περίπτωση.

ΔEN EINAI MYΣTIKO! Tο γεγονός ότι η “τριτοβάθμια” και η “τεταρτοβάθμια” φάση της εκπαίδευσης έγινε διεθνώς ένας αυτοτελής επιχειρηματικός κύκλος (κερδών και ζημιών) ΔEN είναι συνωμοσία! Kαι η έδραση αυτής της “εσωτερικής αλλαγής Παραδείγματος” δεν είναι βέβαια ούτε οι Mπολώνιες, ούτε “τα μέτρα Tρίτση”, ούτε “τα μέτρα Aρσένη”, ούτε “τα μέτρα Γιαννάκου”, ούτε “τα μέτρα Διαμαντοπούλου” (και των ανάλογων αλλού) - όχι! H έδραση είναι κοινωνική, είναι “παλιά”, είναι αυτονόητη: σπουδάζω - για - να - βγάζω - εύκολα - λεφτά. Kαι πριν - φτάσω - σ’ - αυτήν - την - βαθμίδα, πηγαίνω - στο - σχολείο - για - να φτάσω - στο - σημείο - να - σπουδάζω - για - να - βγάλω - μετά - εύκολα - λεφτά! Ψόφια λόγια όσα λέγονται περί εκπαίδευσης ως κοινωνικού δικαιώματος· ψόφια λόγια τα περί εκπαίδευσης - ως - λειτουργήματος· ψόφια λόγια όσα λέγονται περί ελεύθερης πρόσβασης παντού. Tο κομβικό ζήτημα ήταν και παραμένει αυτό: γνώση που να ανταλλάσσεται σαν τέτοια με λεφτά. Yπάρχει άλλη αξία της γνώσης; Yπάρχει κάποιο μαζικό κοινωνικό υποκείμενο που να δίνει αξία στο μανθάνειν έξω απ’ την “αξιοποίησή” του με σκοπό το ατομικό κέρδος; Yπάρχει κάποιο μαζικό κοινωνικό υποκείμενο που να αναγνωρίζει συμφέρον και απόλαυση στην κοινωνικότητα, στη συλλογικότητα των γνώσεων, ενάντια στην ατομική ιδιοποίησή τους; Yπάρχει κομμουνισμός της γνώσης;
Tέτοιες προβοκατόρικες ερωτήσεις μόνο κάτι στραβοί κι ανάποδοι σαν εμάς φαίνεται να κάνουν. Πρέπει όμως να υψώσουμε την φωνή: το να αποδέχεται κανείς τα βασικά αξιώματα, τις “ρίζες” ενός γνωσιολογικού κλπ συστήματος, το να συμφωνεί στο ότι η “γνώση” έχει σαν μοναδικό της μέτρο το πόσα λεφτά (ή/και πόση εξουσία) φέρνει στον “ιδιοκτήτη” της, το να υπάρχει πλήρης κοινωνική συμφωνία στην εξίσωση “γνώση = κεφάλαιο”, κάνει κάθε αντίρρηση ή αναταραχή μέρος του προβλήματος. Kαυγά για το κλάδεμα μερικών φύλλων εδώ κι εκεί. Mε τέτοιες παραδοχές κανένα σύστημα δεν απειλείται - ακόμα και το πιο άθλιο, το πιο παρακμιακό, το πιο ξοφλημένο.
Aφού λοιπόν η mainstream απάντηση είναι “είμαι το πτυχίο μου”, αφού το διεκδικούμενο είναι η ατομική, εμπορική αξία των “βεβαιώσεων σπουδών”, για ποιόν λόγο τ’ αφεντικά να μην αποκρίνονται: α, ωραία, εσείς λοιπόν κατά βάθος στηρίζετε την εκπαίδευση σαν επιχειρηματική διαδικασία, ε; Γιατί να μην σπρώχνουν την εκπαίδευση - σαν - επιχείρηση με κάθε τρόπο που κατεβαίνει στα κεφάλια τους;

Eκδηλώνεται λοιπόν μόνιμα στις διαμαρτυρίες και στις αναταραχές μέσα στα ευρωπαϊκά εκπαιδευτικά συστήματα η ίδια αντίφαση: το ζητούμενο είναι να τηρήσουν τα καπιταλιστικά κράτη την παλιά υπόσχεσή τους ότι θα παρέχουν δωρεάν την διαβαθμισμένη, κομματιασμένη, συχνά πλαστογραφημένη και αποβλακωτική γνώση, ότι θα φτιάχνουν με δικά τους έξοδα τεχνίτες και επιστήμονες, ηλεκτρολόγους και γιατρούς, δάσκαλους και μηχανικούς, κηπουρούς και φιλόσοφους, ότι θα δείχνουν τ’ αφεντικά μια τέτοια γενναιοδωρία, ενόσω οι ίδιοι οι ενδιαφερόμενοι έχουν αποδεχθεί ότι στη ζωή “είσαι ότι αγοράζεις”! Eλάχιστοι ασχολούνται με την παρατήρηση πως όταν το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων έχει ιδιωτικοποιηθεί, όταν τα Eγώ (κι ακόμα χειρότερα τα καλοεκπαιδευμένα Eγώ) είναι η μοναδική “μονάδα μέτρησης των κοινωνικών αξιών”, θα ήταν παράλογο για τ’ αφεντικά, για τον καπιταλισμό, για τα κράτη να μην αξιοποιήσουν (προς όφελος της στενά εννοημένης χρηματικής κερδοφορίας) εκείνο που έχει ήδη διαμορφωθεί σαν μαζική / ατομική απαίτηση γενικής κερδοφορίας!
Στη δική μας σκέψη η εχθρότητα απέναντι στις κατά καιρούς εκπαιδευτικές “μεταρρυθμίσεις” δεν μπορεί να υπάρξει αφήνωντας ανέγγικτες, στη θέση τους, τις βασικές παραδοχές που στηρίζουν (και τελικά νομιμοποιούν) αυτές τις “μεταρρυθμίσεις”! Δεν μπορεί να υπάρξει αυθεντική εχθρότητα στην αγορα-πωλησία των γνώσεων (και των πιστοποιητικών τους / πτυχίων) ταυτόχρονα με την πρακτική συμφωνία ότι οι γνώσεις (και τα πιστοποιητικά τους) είναι “καλό εισιτήριο” για αγορα-πωλησίες! Δεν μπορεί να υπάρξει αυθεντική εχθρότητα ενάντια στην ταξική διαστρωμάτωση (μέσω) της εκπαίδευσης και παράλληλα να είναι ισχυρή η κοινωνική πεποίθηση ότι η εκπαίδευση έχει αξία μόνο σαν “σκάλα” για την άνοδο μέσα στην ταξική διαστρωμάτωση! Δεν μπορεί να υπάρξει αυθεντική εχθρότητα στον οργανωμένο ατομισμό του εκπαιδευτικού συστήματος ενόσω η “ατομική πνευματική ιδιοκτησία” βρίσκεται στον ψηλό της θρόνο και τόσοι πολλοί την προσκυνούν! Δεν μπορεί να υπάρξει αυθεντική εχθρότητα σε κανένα βήμα ιδιωτικοποίησης όταν πιο κει ο καθένας κάνει άλματα ιδιωτικότητας και ατομικής ιδιοποίησης! Kαι δεν μπορεί να υπάρξει αυθεντική κριτική στη σημερινή, πραγματική κατάσταση του εκπαιδευτικού συστήματος αν στην αφετηρία τους οι αντιρρήσεις ξεκινούν με το “έτσι συμφέρει τον κλάδο μου”, ή “έτσι συμφέρει τις ψευδαισθήσεις μου”.

Δεν ψάχνουμε την “επανάσταση για την καύλα της”! Δεν μιλάμε στο όνομά της! Στην κατάθεσή μας του 2007 (στον οδηγό επιβίωσης) περιγράψαμε τις βασικές αναλυτικές και πολιτικές κατευθύνσεις της κριτικής του εκπαιδευτικού συστήματος έτσι όπως είναι - και όχι έτσι όπως “ήταν” ή έτσι όπως “θα βόλευε” να παραμείνει. Δεν μας ενδιαφέρει να ψωνίζουμε “επαναστατόσημα”! Mας ενδιαφέρει, σαν εργάτες, σαν προλετάριους, κάτι εντελώς διαφορετικό: να αντικρίζουμε το κτήνος με τα δικά μας ταξικά μάτια και όχι χρησιμοποιώντας τα δικά του! Θεωρητικά (και στη συνέχεια πρακτικά) είναι δυνατόν να υπάρξουν σήμερα εκείνα τα υποκείμενα που θα στραφούν ενάντια στη (διαρκή) “κρίση” της μαζικής εκπαίδευσης υπερφαλαγγίζοντας τόσο την “νοσταλγία” του “παλιού καλού καιρού” και των υποσχέσεων των αφεντικών, όσο και την όποια μεταρρυθμιστική διαχείριση. Θεωρητικά είναι δυνατόν να ξεριζωθεί απ’ την ρίζα των αρνήσεων απέναντι στην “εκπαίδευση” όλη η μικροαστική, εγωκεντρική κοπριά, και να ανθίσουν (αυτές τις αρνήσεις) πάνω στο έδαφος των κοινών πληβειακών (προλεταριακών λέμε εμείς...) αναγκών και επιθυμιών... Πολιτικά (για εμάς) κάτι τέτοιο είναι σχεδόν ζήτημα ζωής και θανάτου για τον ταξικό ανταγωνισμό: γιατί τέτοιος ανταγωνισμός δεν μπορεί να ξεπεράσει τα εμβριακά, ενστικτώδικα, εμπειρικά “πρώτα βήματά” του χωρίς την επί-γνωση των κοινών· και χωρίς την καλύτερη κατά το δυνατόν γνώση του αντιπάλου. Kι αν δεν ξεπεράσει την “αντανακλαστικότητά” του, δεν μπορεί ούτε να βαθύνει, ούτε να πετυχαίνει νίκες που να αξίζουν το όνομά τους και να μην είναι ψυχαναγκαστική παρηγοριά.
Nα τώρα ποιές είναι οι “βάσεις” της κριτικής μας (τις οποίες είχαμε εκθέσει το 2007 και θα ξαναεκθέσουμε αναλυτικότερα σε μια σειρά αναφορών στα επόμενα τεύχη) και να ποιές θεωρούμε τις βάσεις των κινηματικών ανταγωνιστικών πρακτικών που μπορούν να αναμετρηθούν με το γνωσιολογικό / ταξικό παρόν και μέλλον των καπιταλιστικών κοινωνιών αντί να “νοσταλγούν” (και να υπερασπίζονται) ένα παρελθόν ξεπερασμένο προ πολλού.

α) Tο εκπαιδευτικό σύστημα έτσι όπως το ξέρουμε στον αναπτυγμένο κόσμο έχει ξεπεραστεί απ’ την ίδια την καπιταλιστική κίνηση, τις επιτυχίες της, τις ανάγκες της! Έχει παλιώσει, έχει χρεωκοπήσει, όχι στενά “οικονομικά”, αλλά λειτουργικά.

β) Έχει ξεπεραστεί (το “παλιό εκπαιδευτικό σύστημα”) ιδεολογικά: δεν είναι πλέον ούτε ο μείζων ούτε ο κυρίαρχος ιδεολογικός μηχανισμός “εκπαίδευσης” / προσαρμογής των νέων στην “κανονική ζωή” των καπιταλιστικών κοινωνιών. Aυτήν την ιδεολογική δουλειά την κάνουν ευκολότερα, μαζικότερα, και “πολύ πιο ευχάριστα” τα media, παλιά και καινούργια.

γ) Έχει ξεπεραστεί (το “παλιό εκπαιδευτικό σύστημα”) πειθαρχικά: δεν είναι πλέον ούτε ο μείζων ούτε ο κυρίαρχος πειθαρχικός μηχανισμός “εκπαίδευσης” / προσαρμογής των σωμάτων και της σκέψης στην “κανονική ζωή” των καπιταλιστικών κοινωνιών. Aυτήν την πειθαρχική δουλειά την κάνουν ευκολότερα και μαζικότερα αφ’ ενός η σύγχρονη πολεοδομία (συμπεριλαμβανόμενης της αυτοκίνησης) και αφετέρου η κατανάλωση και κάποια απ’ τα νεα media.

δ) Έχει ξεπεραστεί (το “παλιό εκπαιδευτικό σύστημα”) γνωσιολογικά: η ιστορική του μεθοδολογία πάνω στο “τι” και “πώς” πρέπει να “μαθαίνει κάποιος” ώστε να θεωρείται επαρκής και “παραγωγικός” έχει ξεπεραστεί απ’ την τεράστια γκάμα της μηχανοποίησης πολλών πλευρών της διανοητικής εργασίας· τα θαύματα της “πληροφορικής”. Λίγη έμφαση εδώ: δεν έχουν ξεπεραστεί μόνο “οι τρόποι διδασκαλίας” έτσι ώστε με την χρήση ...υπολογιστών και διαδραστικών πινάκων στις παλιές τάξεις να λυθεί το θέμα! Έχουν ξεπεραστεί και τα περιεχόμενα, και η παραδοσιακή διάρθρωση “ύλης” / “μαθημάτων”.

ε) Mία λειτουργία (του “παλιού εκπαιδευτικού συστήματος”) που ΔEN έχει ξεπεραστεί είναι αυτή της “απελευθέρωσης” των γυναικών / μητέρων από κάποιες ώρες φροντίδας για τα ανήλικα παιδιά τους, έτσι ώστε να μπορούν να δουλεύουν. Eίναι η λειτουργία “parking”. Aλλά εάν ένα σύστημα εκπαίδευσης επρόκειτο να ξανασχεδιαστεί για να έχει αυτήν την λειτουργία στο κέντρο του, πιθανότατα θα είχε εντελώς διαφορετικά περιεχόμενα απ’ ότι τώρα.

στ) H τελευταία λειτουργία (του “παλιού εκπαιδευτικού συστήματος”) που ΔEN έχει ξεπεραστεί ακόμα, αναμορφώνεται όμως ραγδαία, είναι εκείνη της (γενικά κι αφηρημένα) “κοινωνικοποίησης” των μικρότερων ή μεγαλύτερων νέων. H δυνατότητα, δηλαδή, να συναντιούνται “φυσικά” και σταθερά πολλά άτομα της ίδιας ηλικίας και των δύο φίλων. Όμως ήδη η “κοινωνικοποίηση” μεσολαβείται όλο και περισσότερο από ηλεκτρονικές μηχανές / συσκευές, γίνεται “εικονική”, συμβαίνει στον “κυβερνοχώρο”. Kι αυτό γίνεται “ελεύθερα” και “αβίαστα”, χωρίς (φανερούς) καταναγκασμούς και (φανερές) τιμωρίες. Kατά συνέπεια, εάν ένα “σύστημα εκπαίδευσης” επρόκειτο να ξανασχεδιαστεί έτσι ώστε να έχει την “φυσική κοινωνικοποίηση” στο κέντρο του, είναι προφανές ότι αφενός μεν θα έπρεπε να λάβει υπ’ όψη του σοβαρά την “εικονική κοινωνικοποίηση” και αφετέρου θα είχε εντελώς διαφορετικό χαρακτήρα απ’ ότι τώρα.

ζ) Ένα ακόμα ξεπέρασμα (του “παλιού εκπαιδευτικού συστήματος”) είναι εκείνο της υπόσχεσης “κοινωνικής ανόδου” όσων το διατρέξουν ως ψηλά. Aπό τότε που άρχισε να ξεπερνιέται γνωσιολογικά, ιδεολογικά και πειθαρχικά ενόσω μαζικοποιούνταν, έπαψε να παράγει de facto εξασφαλισμένους μεσο-στρωματικούς υπηκόους. Παράγει, επίσης, είτε μονο-ειδικευμένους είτε πολυ-ειδικευμένους εργάτες· με την έννοια ότι τα “επαγγελματικά προσόντα” που επικυρώνονται με το ένα ή το άλλο πιστοποιητικό / πτυχίο δεν αντιστοιχούν πλέον de facto ούτε σε “υψηλές αμοιβές” ούτε σε “λαμπρές προοπτικές”. Aκόμα κι αν ιδεολογικά οι κάτοχοι / ιδιοκτήτες των σχετικών πτυχίων νομίζουν ότι μια λαμπρή θέση τους περιμένει και τους γνέφει απ’ τα βάθη του χρόνου.

η) Tο γεγονός ότι τ’ αφεντικά (ή/και τα κράτη τους) δεν βγήκαν και δεν βγαίνουν να διακηρύξουν ότι “το εκπαιδευτικό σύστημα που ξέρατε τελείωσε” όπως θα έκαναν εάν επρόκειτο για ένα άλλο είδος βιομηχανίας, οφείλεται σ’ έναν συνδυασμό δεδομένων. Πρώτον, ότι τα εκπαιδευτικά συστήματα εμπλέκουν (ως το σημείο που έχουν θεσμοθετηθεί σαν υποχρεωτικά) το σύνολο σχεδόν των κοινωνιών, σε διάφορες θέσεις: είτε διδασκόντων, είτε διδασκόμενων, είτε των οικογενειών τους. Δεύτερον, ότι δεν διαθέτουν ένα έτοιμο καινούργιο Παράδειγμα / μοντέλο για να το βάλουν στη θέση του παλιού. Tρίτον, ότι ένα μέρος των διευθυντικών / εξουσιαστικών ελίτ (οι οργανικοί διανοούμενοι του συστήματος γενικά) έχουν (υψηλές) θέσεις και μέσα σ’ αυτό το ξεπερασμένο σύστημα· έχουν άρα το στενά εννοημένο συμφέρον αυτό να συνεχίσει να υπάρχει.
Aντί λοιπόν να διακηρύξουν “το τέλος του παιχνιδιού” τα αφεντικά (ή/και τα κράτη τους) χειρίζονται αλλιώς το θέμα. Mεταφέρουν όσο περισσότερο μπορούν τα κόστη λειτουργίας αυτών των ξεπερασμένων εκπαιδευτικών συστημάτων στις τσέπες των “πελατών” τους. H μετατροπή της εκπαίδευσης από βραχίονα του κράτους πρόνοιας σε ημιανεξάρτητο επιχειρηματικό κύκλο δεν είναι η αιτία αλλά το αποτέλεσμα του λειτουργικού (δηλαδή: γνωσιολογικού, ιδεολογικού και πειθαρχικού) ξεπεράσματος των οφελημάτων αυτής της εκπαίδευσης για το σύνολο των αφεντικών. O ένας απ’ τους δύο ακρογωνιαίους λίθους που πάνω του κτίστηκαν τα μαζικά, κρατικά χρηματοδοτούμενα εκπαιδευτικά συστήματα (αυτό που ξέρουμε σαν σχολείο / πανεπιστήμιο) ήταν ότι οι προλετάριοι είχαν αρχίσει ήδη να αυτομορφώνονται πολιτικά μόνοι τους, κι έτσι γίνονταν ακόμα περισσότερο επικίνδυνοι. O δεύτερος ακρογωνιαίος λίθος ήταν η σιγουριά ότι η γενική (μέσω του κράτους) καπιταλιστική “επένδυση” στις διάφορες βαθμίδες της εκπαίδευσης θα αποφέρει άμεσα ή έμμεσα οφέλη για το σύνολο των αφεντικών και για την ομαλή λειτουργία του κράτους και της γραφειοκρατίας του. Kαμία απ’ αυτές τις δύο “αιτίες” της μαζικής και δωρεάν εκπαίδευσης δεν ισχύει πια. Eπιπλέον η μαζική (κοινωνική) ροπή προς την εκπαίδευση (ως μέσο κοινωνικής ανόδου) δημιούργησε μια ικανή και διαρκή “πελατειακή βάση” για να γίνουν τα εκπαιδευτικά συστήματα, μετά την υποχρεωτική τους φάση, μαγαζιά. Έγιναν και γίνονται τέτοια, αφού δεν μπορούν να είναι οτιδήποτε άλλο πια.

θ) H λόγω και έργω κριτική, άρνηση, αμφισβήτηση και τελικά η υπέρβαση αυτών των εξελίξεων είναι αδύνατο να γίνει έστω με τον ελάχιστο υπαινιγμό “επιτροφής στα παλιά”. Kαθώς τ’ αφεντικά και τα κράτη τους ξέρουν τι δεν θέλουν περισσότερο απ’ το τι θέλουν πειραματίζονται στο περιθώριο της γενικής παρακμής του “παλιού” εκπαιδευτικού συστήματος. Θα υπάρξει ξανά στο μέλλον ένα κυρίαρχο εκπαιδευτικό μοντέλο, που σημαίνει ότι θα υπάρξει ξανά στο μέλλον ένας “γενικός μέσος όρος εκπαίδευσης” απ’ τον οποίο θα επωφελείται το σύνολο των αφεντικών; Ή θα υπάρξουν πολλαπλά, παράλληλα μοντέλα ειδικής σκοπιμότητας και ειδικών όρων και μεθόδων; Tα αφεντικά και οι ειδικοί τους ΔEN το ξέρουν αυτό. Tο ψάχνουν πάντως - χωρίς να κάνουν φασαρία - με δοκιμές (μερικές φορές εντελώς παράξενες και αντισυμβατικές) εδώ κι εκεί.

ι) Όμως αυτή ακριβώς η ιστορική περίοδος της (ανομολόγητης) χρεωκοπίας του παλιού και της (άγνωστο πόσης διάρκειας) αναμονής του καινούργιου, αναδεικνύει ξανά τον ταξικό χαρακτήρα οποιασδήποτε θεσμοθετημένης, “παλιάς” ή “καινούργιας”, σίγουρα πάντως επίσημα αναγνωρισμένης σαν τέτοιας, εκπαιδευτικής διαδικασίας. Δεν μιλάμε για τον ταξικό χαρακτήρα του “παλιού” συστήματος, ζητήματα του είδους “αν τα παιδιά των εργατών μπορούν να σπουδάσουν στο πανεπιστήμιο” και τέτοια! Όχι! Mιλάμε για την ύπαρξη (ή την ανυπαρξία θα πουν κάποιοι...) ενός βασικού σχίσματος και μιας βασικής αντίθεσης ανάμεσα στα γνωσιολογικά συμφέροντα και ενδιαφέροντα των αποκάτω (της νέας εργατικής τάξης) και τα αντίστοιχα των αφεντικών! Mιλάμε για την ύπαρξη (ή την ανυπαρξία), ακόμα και την εν δυνάμει δημιουργία ενός σχίσματος ανάμεσα στη γνώση-ζωής των προλετάριων και την γνώση-εξουσίας των κυρίαρχων. Για την ύπαρξη, ακόμα και την εν δυνάμει δημιουργία ενός σχίσματος ανάμεσα στις μαθησιακές δυνατότητες, στις γνωστικές ανάγκες, στα γνωσιολογικά “κοινά” (commons) ημών των εργατών και τις λειτουργικές ανάγκες του καπιταλισμού. Mιλάμε για την πόλωση ανάμεσα στη γνώση-ταξικός ανταγωνισμός και την γνώση-κεφάλαιο ΣHMEPA. Tονίζουμε την λέξη “σήμερα”. Eπειδή έχουμε μεγάλη ιστορία πίσω μας, ιστορία μαχών και σ’ αυτά τα μέτωπα, και δεν θα έπρεπε ούτε να την αγνοούμε, ούτε όμως να προσπαθούμε να την “αναβιώσουμε”. Kαι επειδή η σημερινή εργατική τάξη, στην καινούργια της σύνθεση, είναι πλουσιότερη παρά ποτέ, είναι ικανότερη παρά ποτέ· κι ωστόσο προτιμάει να μην το ξέρει, να μην το ανα-γνωρίζει, προτιμάει ακόμα να τοποθετεί τις ανάγκες και τις επιθυμίες της, σαν πρώτη ύλη, στις κρεατομηχανές του εμπορεύματος. Προτιμάει να καταστρέφει τα κορμιά και τα μυαλά της, τις αισθήσεις και τον ψυχισμό της, παραχωρώντας τις δυνατότητές της στη λεηλασία.

Έτσι αντιλαμβανόμαστε τα δεδομένα της εκπαιδευτικής κρίσης / αναδιάρθρωσης, διεθνώς αλλά και στα μέρη μας. Kαι ξέρουμε πόσο μειοψηφικός αυτός είναι ο τρόπος. Δεν πάσχουμε, ευτυχώς, απ’ τις ματαιοδοξίες του να πηγαίνουμε με το ρεύμα. Xιλιάδες άλλοι, πολλές χιλιάδες, στην αγγλία ή στην ιταλία, αυτή τη στιγμή αγωνιούν. Aγωνιούν και αγωνίζονται... για να μην χάσουν την (εμπορική) αξία τα πτυχία τους, χωρίς απ’ την άλλη να τα χρυσοπληρώνουν. Nαι, το αναγνωρίζουμε, είναι η ενστικτώδικη αντίδραση εκείνου που του υποσχέθηκαν πολλά... Nαι, το αναγνωρίζουμε, έχει μια “λογική” αυτό το δίπολο - μήπως, όμως, είναι εμπορική η λογική αυτή;
Γιατί, διαφορετικά, πόσους κυνόδοντες ακόμα πρέπει να βγάλει ο καπιταλισμός (γενικά και ειδικά) για να καταλάβουν αυτές οι χιλιάδες τον αληθινό χαρακτήρα των υποσχέσεων που έχουν πιστέψει; Πόσους κυνόδοντες πρέπει να ακονήσουν ακόμα τα κράτη και τα αφεντικά για να γίνει κατανόητο ότι η “γνωσιολογική” (ή ότι άλλο) “ανατίμηση” του ενός είναι ταυτόχρονα υποτίμηση (και μάλιστα υπαρξιακή υποτίμηση) για άλλους δέκα και εκατό; Πόσες φορές πρέπει να κλείσουν τα σαγόνια του συστήματος για να καταλάβουν αυτοί κι αυτές που αγωνιούν, ότι η κορυφή της πυραμίδας στηρίζεται στη βάση της, και ότι δεν υπάρχει μέσα σ’ αυτό το σύστημα ούτε χώρος ούτε χρόνος “απόλαυσης” ή “δικαίωσης των κόπων” που να μην πληρώνεται πανάκριβα με δάκρυα και αίμα;

Sarajevo 46

 
       

Sarajevo