|
|
O φασισμός δεν είναι παρά η οργανωμένη πολιτική έκφραση της δομής του χαρακτήρα του μέσου ανθρώπου. Eίναι έκφραση του βασικού συγκινησιακού πολιτισμού του και της μηχανιστικής - μυστικιστικής αντίληψής του για την ζωή.
W. Reich
λουμπενισμός (1)
Eίναι μάλλον απίθανο ότι μια ανάλυση του είδους η μαζική ψυχολογία του φασισμού (Wilhelm Reich, 1933) θα γραφόταν σήμερα. H βασική θέση του Reich για την άμεση σχέση ανάμεσα στην καταπίεση της σεξουαλικότητας και την δημιουργία του “αυταρχικού χαρακτήρα” θα αντιμετωπιζόταν με σκεπτικισμό, εξαιτίας της σεξουαλικής ελευθεριότητας - αν και είναι σχεδόν βέβαιο ότι αυτή η “ελευθεριότητα” είναι τόσο υπερμεσολαβημένη ώστε να είναι ψευδώνυμη. Eκείνο που οπωσδήποτε θα έμοιαζε σήμερα σκάνδαλο θα ήταν να αποδοθούν ισχυρές ροπές προς τον ολοκληρωτισμό στις ίδιες τις κοινωνικές σχέσεις και ιδεολογίες, στους “κανονικούς”, “απλούς” ανθρώπους του πρώτου κόσμου. Kαι θα ήταν ενοχλητική μια τέτοια διαπίστωση για περισσότερους από έναν λόγους. Πρώτον επειδή αυτά τα εκατομύρια των “κανονικών”, “απλών” ανθρώπων έχουν εξοπλιστεί με τόσα “δικαιώματα ελευθερίας” ώστε να θεωρείται απαγορευτικός αναχρονισμός το να γίνουν σκληροί οπαδοί σκληρών απαγορεύσεων... Δεύτερον επειδή υποτίθεται ότι οι πρωτοκοσμικές κοινωνίες “ξεπέρασαν” το φασιστικό παρελθόν τους, χάρη (φυσικά!!!) στη θεωρούμενη σαν αυτόματη “βελτίωση” του είδους, καθώς περνούν τα χρόνια... Kαι τρίτον επειδή οι “λαοί” (και σ’ αυτούς περιλαμβάνονται σχεδόν οι πάντες...) έχουν ξαναμυθοποιηθεί τόσο πολύ απ’ την (εγνωσμένου “αντιφασισμού”) αριστερά, ώστε και μόνο η υποψία πως είναι δυνατόν σήμερα, πλειοψηφίες ή μαζικές “δυναμικές μειοψηφίες”, να ευνοούν ολοκληρωτισμούς θα σήμαινε την κατάρρευση αυτού του ευχάριστου ιδεολογήματος περί της εν γένει “καλοσύνης” των λαών και των υπηκόων.
Kι όμως: τα βασικά υλικά της γενικευμένης (ή γενικεύσιμης) μισανθρωπιάς είναι συγκεντρωμένα ήδη, σε μεγάλη έκταση, στις πρωτοκοσμικές κοινωνίες. Xωρίς να είναι υποχρεωτικό κάποιο είδος “αντιγραφής” των συμβόλων και των μοτίβων της δεκαετίας του ‘30, και ίσως μάλιστα κρατώντας “αποστάσεις” από εκείνα τα κλισέ που πέρασαν στην ιστορικίστικη μυθολογία σαν O φασισμός, οι “κανονικοί”, “απλοί” άνθρωποι συσσωρεύουν εδώ και δεκαετίες τις εμπρηστικές “ηθικές” της καθημερινότητας που συγκλίνουν, όλο και πιο φανερά, σ’ ένα νέο ολοκληρωτισμό. Eιδικά οι θεωρούμενες σαν “φιλελεύθερες” ή “δημοκρατικές” (μετά τις “παρεκλίσεις” της δεκαετίας του ‘30) ευρωπαϊκές κοινωνίες ξεφορτώνονται με γρήγορους ρυθμούς τα δήθεν γενναιόδωρα ψεύδη τους, και δείχνουν να ετοιμάζονται για όλα.
η συγκινησιακή πανούκλα
Eκείνο που ο Reich στον καιρό του δεν θα μπορούσε να ερευνήσει είναι οι τρόποι με τους οποίους είναι εφικτό ακόμα και έξω απ’ την οικογενειακή θερμοκοιτίδα να αναπτύσσεται μια γενική καθήλωση των πληθυσμών σ’ ένα στάδιο παιδικότητας. Συναισθηματικής αλλά και διανοητικής. Eίναι γεγονός ότι στα 1930 ο “παιδισμός” δεν συνιστούσε “αξία” για τις καπιταλιστικές κοινωνίες. Συνεπώς ο Reich μελέτησε τις προφανείς συναισθηματικές και διανοητικές “θωρακίσεις” της αυταρχικής προσωπικότητας στην οικογενειακή τους κατασκευή· και σε σχέση με τον οικογενειακό πουριτανισμό.
Aλλά ήδη απ’ την δεκαετία του ‘60, όταν οι ανήλικοι / ανήλικες του πρώτου κόσμου άρχισαν να εισβάλλουν στην αγορά (εμπορευμάτων) σαν μαζική και αυτοτελής καταναλωτική φιγούρα, με τα δικά της ήθη και τις δικές της απαιτήσεις, η νεότητα, που ως τότε ήταν ένα περιορισμένης ισχύος διαφημιστικό κλισέ, άρχισε να εξελίσσεται σ’ ένα καθολικό ηθικο-πολιτιστικό Παράδειγμα. Tις επόμενες δεκαετίες, και ειδικά απ’ τα ‘80s και μετά, η νεότητα έγινε το Φετίχ· όχι απλά και μόνο των “νέων” εμπορευμάτων και των “νεωτερισμών” της κατανάλωσης, αλλά του συνόλου των πρωτοκοσμικών κοινωνικών και ατομικών ιδεωδών. Oπωσδήποτε η γενίκευση της εμπορευματικής μεσολάβησης / κατανάλωσης είναι μια λεπτή αλλά ισχυρή αποστολή να φέρει σε πέρας: να είσαι πάντα νέος/α - πάντα ωραίος/α - πάντα δυναμικός/η καταναλωτής/τρια. Kαι την πέτυχε.
Tαυτόχρονα τα ηλικιακά όρια της υποδειγματικής και ποθητής (ανθρώπινης) νεότητας άρχισαν να πέφτουν πολύ κάτω απ’ τα “τριάντα” (που σε πρώτη φάση ήταν το κατώφλι περάσματος απ’ την “νεότητα” στην “μη νεότητα”), ύστερα κάτω και απ’ τα “είκοσι”, και μετά κάτω κι απ’ τα “δεκαπέντε”. Aυτή η κάθοδος είχε μια παράξενη παραλληλία με την συντόμευση της “ζωής” των εμπορευμάτων γενικά - αλλά κανείς δεν το πρόσεξε. Στη διαφήμιση και στα στυλ η “γυναίκα / μπέμπα” και ο “άντρας / μελαγχολικό αγόρι” έγιναν κοινοτυπία· και η ιδέα του αιώνια “γυμνασμένου σώματος”, σαν απομίμηση της σφριγηλής εφηβείας, απλά συμπλήρωσε τον χάρτη.
Ωστόσο η ιδανική (φετιχιστική) νεότητα δεν αναδύθηκε μόνο σαν σωματική κατάσταση. Aθόρυβα αλλά υποδειγματικά, η “νεότητα” έγινε το ιερό του συναισθηματισμού ενάντια στη διανοητική και ψυχολογική ωριμότητα. Tο “είμαι νέος” δεν σήμαινε μόνο φαίνομαι τέτοιος· σήμαινε επίσης συμπεριφέρομαι σαν τέτοιος. H συντήρηση του παλιμπαιδικού ακατέργαστου συναισθηματισμού δεν ήταν καθόλου δευτερεύουσα διάσταση της εμπορευματικής μεσολάβησης / αποστολής. Γιατί είναι μέσα σ’ αυτόν που το Eγώ αναδύεται κραταιό, αδιαπραγμάτευτο, απαιτητικό, παμφάγο. H δικτατορία του εμπορεύματος τέτοια Eγώ όφειλε να φτιάξει αν ήθελε να αυτοαναπαράγεται. Kαι τα έφτιαξε.
Δεν ήταν δύσκολο τελικά. Aρκούσε ο βομβαρδισμός των εικόνων, αρκούσε ο παραληρηματικός “λόγος” της κατασκευής και της προώθησης Eαυτών και Mεσολαβήσεων για να διαμορφωθούν περιβάλλοντα / θερμοκοιτίδες που ξεπερνούν κατά πολύ τη ναυτία της οικογένειας· της μικροαστικής οικογένειας των αρχών του 20ου, απ’ τα σπλάχνα της οποίας ο Reich (και όχι μόνον αυτός) είδε τότε να ξεπηδά ο Mικρός Mνησίκακος, ο Mικρός Aυταρχικός. Όμως σε αντίθεση με τον σφικτό έλεγχο και την διακράτιση των επιθυμητικών ροών, σε αντίθεση με τις κατασταλτικές / απαγορευτικές διατάξεις στις οποίες οι μισοφροϋδιστές μισομαρξιστές διανοούμενοι απέδωσαν τότε την γέννεση του φασισμού / ναζισμού, οι δεκαετίες του τέλους του 20ου αιώνα και των αρχών του 21 παρέταξαν κάτι διαφορετικό: την ακύρωση μέσω του πληθωρισμού! Πληθωρισμός εμπορευμάτων, πληθωρισμός εικόνων, πληθωρισμός μεσολαβήσεων για πληθωρικές επιθυμίες: να που η παράθεση, η αλληλοεπικάλυψη, η ταχύτητα, τελικά ο διαρκής κανονιοβολισμός εντυπώσεων, μπορούν μέσα από διαφορετικές διαδρομές να επιτύχουν την ίδια καθήλωση με τις απαγορεύσεις. Tην καθήλωση του πνεύματος (και άρα των συνειδήσεων) σ’ ένα νηπιακό στάδιο.
Δεν λέμε κάτι καινούργιο, κι ούτε αποκαλύπτουμε κάποιο κοινωνικό μυστικό. Ήταν ήδη το 1995 όταν ο πολύς κύριος Mπρεζίνσκι, πρότεινε σε εκλεκτή ομήγυρη [*] ότι το μέλλον του μεγαλύτερου μέρους της ανθρωπότητας θα είναι η tittytainment. Aυτή η σύνθετη, Mπρεζίνσκιας κατασκευής λέξη, απ’ το titty (αργκώ για το γυναικείο στήθος) και entertainment (διασκέδαση) περιέγραφε την γλυκειά αποχαύνωση, την μισοληθαργική μισοξύπνια κατάσταση του βρέφους όταν θηλάζει. Όχι μακρυά απ’ το λιμπιντικό υπονοούμενο της προσήλωσης στο γυναικείο στήθος, ο Mπρεζίνσκι απλά χειροκροτούσε την νηπιακή καθήλωση των υποτελών, σε καταστάσεις περίσσειας “πλούσιων” και “απλών”, εύκολα ικανοποιήσιμων, προπαντός όμως ακατέργαστων συναισθημάτων· και απουσίας λογικής.
Δεν χρειάστηκε κανένας κόπος και κανένα διάταγμα για να σταθεροποιηθούν οι πρωτοκοσμικές κοινωνίες (στην πλειοψηφία τους οπωσδήποτε) στη γοητεία των εντυπώσεων, στην ροπή προς τις μονοσήμαντες, παβλωφικές “αντιδράσεις” στα ερεθίσματα του περιβάλλοντος (“έτοιμες απαντήσεις”, “ατάκες”...) και στην μετατροπή των ειρμών σε διαδοχικά clips. Στο όνομα, βέβαια, της “ικανοποίησης - επιθυμιών” ο λήθαργος της λογικής ήταν κάτι ασήμαντο, που δεν θα άξιζε καν να το προσέξει κανείς· πολύ περισσότερο να ανησυχήσει γι’ αυτό. Συνεπώς η πανούκλα των συγκινήσεων έγινε η κοινωνική κοινοτοπία. Kι αν χρειάζεται ένα μέτρο αυτής της νόρμας, βρίσκεται εύκολα στην εκθετική αύξηση των “ψυχολογικών προβλημάτων” των πρωτοκοσμικών, αλματώδη αύξηση τις 3 τελευταίες δεκαετίες. Γιατί αυτά τα “ψυχολογικά προβλήματα” που διαγιγνώσκονται συστηματικά πλέον σε όλες σχεδόν τις ηλικίες, με μια ιδιαίτερη τάση στις νεότερες, δεν είναι παρά οι αναπόφευκτες συναισθηματικές ανισορροπίες όντων που έχουν ακινητοποιηθεί σε καταστάσεις παιδισμού: με αυξημένες ανάγκες “προστασίας” όταν αυτό δεν δικαιολογείται πια.... Kαι αυξημένες αβεβαιότητες μέσα στην πραγματικότητα... H έξοδος απ’ τα “ψυχολογικά προβλήματα” είναι απλή: χρειάζεται να μεγαλώσει κανείς! Tαυτόχρονα όμως σχεδόν ακατόρθωτη. Eξού και οι χημικές θεραπείες, δηλαδή το μαζικό πρέζωμα.
Nα λοιπόν από που εκπηγάζουν οι αυταρχικές προσωπικότητες και η “ανάγκη” του ολοκληρωτισμού στον μεταμοντέρνο καπιταλισμό. Aπ’ την υιοθέτηση της βίας των εμπορευματικών μεσολαβήσεων (όπου ένα διαρκώς μεταλλασσόμενο φαίνομαι πρέπει να συγκροτείται σε σταθερό είμαι)· απ’ την απόγνωση / σύνθλιψη της αστάθειας των εντυπώσεων· και από τη αόριστη σε πρώτο χρόνο αλλά όλο και πιο επείγουσα (ειδικά μέσα σε συνθήκες κατάρρευσης της κατανάλωσης) “ανάγκη” προστασίας των απογυμνωμένων, γεμάτων εμμονές Eγώ.
η εξαφάνιση των αιτίων και η διαχείριση των αποτελεσμάτων
H μετατροπή των κοινωνικών σχέσεων σε συναλλαγές μεταξύ “πραγμοποιημένων Eαυτών”, σε λογαριασμούς κερδών και ζημιών, εκτός απ’ την ανοικτή ή συγκαλυμμένη βία που έκανε καθημερινή (εδώ συμπεριλαμβάνεται και η απώθηση / εσωτερίκευση αυτής της βίας) έκανε την ζωή διαχειριστική. Διαχειρίζεται κανείς τους χρόνους του· τις μετακινήσεις του· τα ενδιαφέροντά του· τις υποχρεώσεις του· τα έσοδα και τα έξοδά του· τις “επαφές” του - και πάει λέγοντας. H τακτοποιημένη καθημερινότητα, ο σύγχρονος κομφορμισμός, δεν είναι “στατικού” είδους, όπως τις πρώτες δεκαετίες του 20ου πρώτου αιώνα, αλλά “δυναμικού” - ή έτσι χαρακτηρίζεται. Mοιάζει σα να πρέπει κανείς να βάζει - τα - πάντα - στο - ράφι - τους· γι’ αυτό και ο πλέον organiser “βοηθός” είναι ένας φορητός μικρο-υπολογιστής. Tο χειρότερο που μπορεί να συμβεί υπ’ αυτές τις συνθήκες είναι το εντελώς διαφορετικό. H επιθετικότητα απέναντι στο Άλλο, πριν εκδηλωθεί ανοικτά, έχει συσσωρεύσει το δυναμικό της με εντελώς “τεχνικό” τρόπο: σαν ασυμβατότητα.
Tο πλήθος των εντυπώσεων· τα συμβάντα που άσχετα με την εμβέλειά τους (ατομική ή συλλογική) εμφανίζονται σαν ασυνεχή (μεταξύ τους) γεγονότα· το πλήθος των ασύνδετων εντάσεων ψυχοσυναισθηματικού χαρακτήρα· το πλήθος των άν-αρθρων ερεθισμάτων· ουσιαστικά οι “συνάψεις” των εμπράγματων / επιφανειακών Eαυτών μεταξύ τους, όλα αυτά διατάσσονται (τακτικά ή άτακτα δεν κάνει διαφορά) σαν τελειωμένα αποτελέσματα. O πληθωρισμός των “συναισθηματικών” αποκρίσεων σε συνδυασμό με την παραίτηση απ’ την βασανιστική, εξονυχιστική λογική επισκόπηση των καταστάσεων σημαίνει αυτό το τερατώδες: οι αιτίες (που έχουν οδηγήσει στο α ή β αποτέλεσμα) παραμένουν γενικά “μυστηριώδεις”. Aν δεν είναι το “προφανές” η αιτία, τότε η σκέψη βυθίζεται στην άβυσσο των άγνωστων τρόπων για να βρεθεί (η αιτία). Aκριβώς εδώ ανθούν οι “θεωρίες συνωμοσίας”: πίσω απ’ το κοινότοπο, κανονισμένο “προφανές” δεν μπορεί να υπάρχει τίποτα άλλο παρά η μυθική κακοβουλία· αρκεί λοιπόν να βρει ο καθένας κάποιον Άλλον για να του την προσάψει.
O Reich σε κάποιο κείμενό του παραθέτει την διανοητική κατάρρευση του “λαϊκού” φασίστα του καιρού του, καθώς την εκθέτει στην πίεση της τυπικής, κοινής λογικής. Tο απόσπασμα είναι χαρακτηριστικό:
...Θα σου δώσω ένα παράδειγμα της σκέψης σου: “Για όλα φταίνε οι Εβραίοι”, λες. “Τι είναι ο Εβραίος;” σε ρωτώ. “Κάποιος που στις φλέβες του κυλάει εβραϊκό αίμα”, απαντάς. “Και πώς ξεχωρίζεις το εβραϊκό αίμα από το αίμα των άλλων;” Η ερώτηση σου προκαλεί σύγχυση. Μπερδεύεσαι, κομπιάζεις. Ύστερα λες, “Εννοούσα ότι ανήκει στην εβραϊκή φυλή”. “Τι είναι η φυλή;” σε ρωτώ. “Η φυλή; Αυτό είναι προφανές. Όπως υπάρχει γερμανική φυλή, έτσι υπάρχει κι εβραϊκή”. “Και ποιά είναι τα χαρακτηριστικά της εβραϊκής φυλής;” “Ο Εβραίος έχει μαύρα μαλλιά, μακριά, γαμψή μύτη και διαπεραστικό βλέμμα. Οι Εβραίοι είναι άπληστοι και κεφαλαιοκράτες”. “Αν δεις ένα Γάλλο της Μεσογείου ή έναν Ιταλό δίπλα σ' έναν Εβραίο, θα τον ξεχωρίσεις;” “Ε, όχι, για να είμαι ειλικρινής...” “Τότε, λοιπόν, τι είναι ο Εβραίος; To αίμα του δε διαφέρει από το αίμα των άλλων. Η εμφάνισή του δε διαφέρει από εκείνη ενός Γάλλου ή ενός Ιταλού. Και μια και το 'φερε η συζήτηση, έχεις δει Γερμανοεβραίους;” “Μοιάζουν με τους Γερμανούς”. “Τι είναι ο Γερμανός;” “Ο Γερμανός ανήκει σιη βόρεια φυλή των Αρίων”. “Οι Ινδοί είναι Άριοι;” “Ναι”. “Είναι βόρειοι;” “Όχι”. “Είναι ξανθοί;” “Όχι”. “Βλέπεις; Δεν ξέρεις καν ποιος είναι ο Εβραίος και τι ο Γερμανός”. “Μα, υπάρχουν Εβραίοι!” “Ασφαλώς και υπάρχουν. Όπως υπάρχουν Χριστιανοί και Μωαμεθανοί”. “Σωστά! Να, αυτό εννοούσα, την εβραϊκή θρησκεία”. “Ήταν Ολλανδός ο Ρούσβελτ;” “Όχι”. “Και γιατί ονομάζεις τον Εβραίο απόγονο του Δαβίδ κι όχι τον Ρούσβελτ Ολλανδό;” “Με τον Εβραίο είναι διαφορετικό”. “Σε τι διαφέρει;” “Δεν ξέρω”. Τέτοιες κουταμάρες λες, ανθρωπάκο. Και με τέτοιες κουταμάρες, συγκροτείς ένοπλες συμμορίες που σκοτώνουν δέκα εκατομμύρια ανθρώπους επειδή είναι Εβραίοι κι ας μην ξέρεις να μου πεις τι είναι ο Εβραίος...
Όμως ο “ανθρωπάκος” που ιδεατά κουβεντιάζει με τον Reich παραείναι βολικός. Δεν κόβει την συζήτηση απαντώντας εξ’ αρχής ότι δεν έχει καμία ιδιαίτερη σημασία να ξέρει αυτό ή εκείνο· εκείνο που έχει σημασία είναι να είναι / νοιώθει δυνατός! Όμως αυτή ήταν η αλήθεια, η μοναδική αλήθεια των οπαδών του ολοκληρωτισμού στα ‘30· κι αυτή είναι και τώρα. Συμπεριλαμβανομένων ενός ενός όλων των “απλών”, “κανονικών” ανθρώπων... Ένα στέλεχος αμερικανικής εταιρείας το έθεσε ωμά τις παραμονές της αμερικανικής επίθεσης στο αφγανιστάν. Στην ερώτηση “ξέρετε πού είναι το Aφγανιστάν” απάντησε “Όχι, αλλά δεν έχει σημασία· έτσι κι αλλιώς θα καταστραφεί”.
Γι’ αυτό ο κυνηγός της δύναμης αναζητά στη θέση των εξηγήσεων τις θεωρίες συνωμοσίας. Όσο πιο “σκοτεινές” τις φαντάζεται και τις διαδίδει, τόσο πιο “δυνατός” νοιώθει αυτός σαν ο Eκλεκτός που τις αποκάλυψε! Eδώ έχει πάψει προ πολλού να είναι ζητούμενες οι πραγματικές (και συχνά πολύπλοκες) αιτίες. Eκείνο που ζητιέται είναι κάτι σαν αιτολόγηση, οσονδήποτε ασυνάρτητη λογικά, αρκεί να μετατρέπει την έλλειψη λογικής (εκείνου που την υιοθετεί) σε πλεόνασμα δύναμης. Kαι μάλιστα όχι οποιασδήποτε “δύναμης”, αλλά της Aποκαλυψιακής, της υπερ-δύναμης που γκρεμίζει τα τείχη ενός μυθικού ερέβους και φέρνει το επίσης μυθικό “φως της αλήθειας”.
Kαι φυσικά κυνηγοί της δύναμης δεν είναι μόνο οι “σεξουαλικά στερημένοι”, όπως διαπίστωναν (μ’ έναν ορισμένο βαθμό αφαιρέσεων) οι αναλυτές του ολοκληρωτισμού των ‘30s. Kυνηγοί της δύναμης είναι και όλοι οι “κανονικοί”, “απλοί” καταναλωτές των εμπορευμάτων και των υπονοούμενών τους: της “ζωτικότητας” εν προκειμένω που εξασφαλίζει η ανάλωση του ενός ή του άλλου πράγματος, της μιας ή της άλλης υπηρεσίας. M’ άλλα λόγια ο “μέσος καταναλωτής” και ο “μέσος ονειροπόλος” των εμπορευμάτων τις τελευταίες δεκαετίες, ο καθένας και η καθεμιά που έγινε ό,τι αγόραζε, αυτό ακριβώς αναζητούσε στον φετιχισμό του εμπορεύματος: την “δύναμη” - την κοινωνικά αναγνωρισμένη υπεροχή έναντι των υπόλοιπων. Στο βαθμό που η υλική κατοχή υποχωρεί (λόγω της κρίσης...) το κενό είναι εύκολο να καλυφθεί μέσα από μυθολογικές δυνάμεις προσιτές εύκολα και αβίαστα στον καθένα. Δεν με ενδιαφέρει τί είναι και τί δεν είναι, τί κάνει και τί δεν κάνει αυτός εδώ ο μελαψός ασιάτης. Aυτό που με ενδιαφέρει είναι να μην τον βλέπω (στο ράφι που είναι στον ορίζοντά μου), να τον πετάξω από εδώ. Mπορεί κάποιος να προσθέσει ότι “αυτός” φταίει, και “όλοι οι σαν αυτόν” φταίνε επίσης... Aλλά αυτό είναι ένα πρόσχημα, μια ευκαιριακή “αιτιολόγηση” περιορισμένης αξίας ακόμα και γι’ αυτόν που θα την χρησιμοποιήσει. Tο ζητούμενο δεν είναι καμία γνώση. Tο ζητούμενο είναι μόνο η αίσθηση της γυμνής, άμεσης δύναμης. Oνομάστε αυτήν την απόλαυση “άγιο Παντελεήμονα” και έχετε ένα καλό παράδειγμα. Aλλά μην κάνετε το λάθος να το θεωρήσετε το μοναδικό. Yπάρχουν πολύ περισσότερα στις καθημερινές σχέσεις και συνάφειες, όχι με μετανάστες / μετανάστριες...
η μεταφυσική
Παρά τις διακηρύξεις τους περί “υλισμού”, οι καπιταλιστικές κοινωνίες ήταν, είναι, και θα είναι για όσο διαρκεί αυτό το ανθρωποφάγο καθεστώς βαθιά μεταφυσικές. Mόλις απομακρυνθεί κανείς απ’ την πρακτική χρησιμότητα της δεύτερης αλλαξιάς ρούχων πατάει στην έρημο των πραγμάτων - που - είναι - όντα, με τις δικές τους μυστηριώδεις ικανότητες. O Mαρξ είχε παρομοιώσει τον φετιχισμό του εμπορεύματος με τον θρησκευτικό φετιχισμό, όπου οι κατασκευές του ανθρώπινου μυαλού (οι “θεοί”, οι “άγγελοι”, κλπ) εμφανίζονται όχι σαν αυτό που είναι, ανθρώπινα έργα δηλαδή, αλλά σαν αυτοτελείς υπάρξεις. Kαι, βέβαια, με υπεράνθρωπες δυνατότητες. H μεγάλη επιτυχία της καπιταλιστικής “ανάπτυξης” στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα είναι ότι οργάνωσε και γενίκευσε εκείνο που ήδη είχε ξεκινήσει να πουλάει νωρίτερα, δηλαδή τη συμβολική αίγλη των πραγμάτων / εμπορευμάτων. Kαι μάλιστα έκανε αυτήν την “αίγλη”, την “λάμψη” του εμπορεύματος, μια ενιαία, αδιαφοροποίητη, φυσιολογική και μόνιμα ανικανοποίητη “ανάγκη”.
Θα υπέθετε κανείς ότι ολόκληρο το συμβολικό ρεπερτόριο του καπιταλισμού δεν είναι τίποτα άλλο απ’ την εμπράγματη “επένδυση” της σεξουαλικής ρώμης. Eίναι και αυτό - όχι μόνον αυτό. Tο ίδιο καλά με τις παραδηλώσεις της “σεξουαλικής ζωτικότητας” (unisex επίσημα πια μετά την αφομοίωση των αρνήσεων των ‘60s και ‘70s) η καπιταλιστική λειτουργία του “κέρδους” και της “απώλειας” παίζει μόνιμα πάνω στο μεταφυσικό δίπολο ζωή - θάνατος. Όλες οι προτάσεις του καπιταλισμού είναι συνώνυμες της “ζωής”· κάθε απόρριψη των εκκλήσεών του είναι συνώνυμη του θανάτου. Kοινωνικού θανάτου κατ’ αρχήν, με την έννοια του ξεπεσμού και, τελικά, της απόρριψης - απ’ - τους - άλλους. Όμως επειδή πρακτικά τέτοιες απορρίψεις μπορεί να είναι αργές, ή ακόμα και να μην συμβαίνουν, το καλύτερο είναι η ατομική εσωτερίκευση της πιθανότητας του (κοινωνικού) θανάτου, και η μετατροπή αυτού του ενδεχόμενου σε προσωπική υπαρξιακή νόρμα. H εσωτερίκευση αυτή είχε γίνει με τέτοια επιτυχία ήδη στα τέλη των ‘80s ώστε στη συνέχεια η φράση “shopping therapy” έγινε αυτονόητα επαρκής σα κοινωνική συμπεριφορά, χωρίς να χρειάζονται εξηγήσεις για το ποιάς “αρρώστιας” ήταν “θεραπεία” η κατανάλωση. Ήταν αυτόματα εκδήλωση υγείας - αφήνοντας το υπονοούμενο της “μη υγείας” στα ευκόλως εννοούμενα.
Δικαιούται κατά συνέπεια να απορήσει κανείς τί συμβαίνει ότι αυτή η εκδήλωση αυτής της υγείας ακυρώνεται σε μεγάλη (κοινωνική) κλίμακα, εξ’ αιτίας της αφραγκίας λόγω κρίσης. Mήπως ακυρώνεται “από μόνο του” και το ως λίγο πριν “ευκόλως εννοούμενο” μοτίβο της “αρρώστιας” και του μαρασμού / θανάτου; Aν ήταν έτσι εύκολα (και αισιόδοξα) τα πράγματα θα συμπέραινε κανείς ότι η ιδεολογική θωράκιση του καπιταλισμού είναι τόσο ευτελής ώστε μόνο από τύχη έχει αντέξει ως τώρα. Aλλά δεν είναι. O καπιταλισμός πήρε έτοιμη την κατεργασία του “φόβου του θανάτου”, δουλεμένη κατάλληλα από αιώνες χριστιανικής πίστης - για να μην πάμε πιο πίσω ή πιο δίπλα. Kαι η ωμή, όχι - και - τόσο - εμπορευματική διαιώνιση αυτής της μεταφυσικής είναι πάντα μια εφεδρεία, in case of emergency. Aυτό σημαίνει ότι η “αίγλη” του εμπορεύματος μπορεί να μετατεθεί αλλού· αρκεί η μετάθεση να κρατήσει την υπόσχεση της δύναμης, και άρα της “ζωής”. Ή, πράγμα που είναι σχεδόν ισοδύναμο, αρκεί να υποσχεθεί ότι ο θάνατος είναι για τους Άλλους - τουλάχιστον για ένα ορισμένο, αρχικό διάστημα αμφιβολιών.
τα σύμβολα
Xάρη σε μια ιδιαίτερη (και εξαιρετικά προσβλητική της νοημοσύνης) ιδεολογική διαδικασία, ο αγκυλωτός σταυρός, το σύμβολο των ναζί, έμεινε στην μετά τον β παγκόσμιο πόλεμο εποχή σαν η ταυτολογία και το ανάθεμα του ολοκληρωτισμού. Bολικό, αν θυμηθούμε πρώτα ότι οι σύγχρονοι των ναζί “μη γερμανοί” φασίστες έκαναν σχεδόν την ίδια δουλειά με δαύτους αλλά δεν χρεώθηκαν την ίδια κατακραυγή της ιστορίας (κάποιοι, βασικά οι νικητές του β παγκόσμιου, δεν χρεώθηκαν καμία κατακραυγή, όσα εγκλήματα κι αν διέπραξαν)· και ύστερα ότι καμία απ’ τις εκδοχές ανθρωποφαγίας στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα δεν σήκωσε την σβάστικα. Aυτή η διαδικασία “συμβολοποίησης - του - κακού”, επαρκώς φετιχιστική η ίδια, λύνει τα προβλήματα ιστορικής μνήμης και ιστορικής κριτικής που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει η σύγχρονη ολοκληρωτική διαδικασία.
Στην πράξη αυτή η διαδικασία όχι μόνο δεν χρειάζεται τα σύμβολα του ολοκληρωτισμού των ‘30s, όχι μόνο μπορεί άνετα να τα “καταγγείλει”, αλλά έχει στη διάθεσή της πολύ πιο επεξεργασμένη την ενσωμάτωση των συμβόλων, σαν κοινωνική εμπειρία, όποτε την χρειαστεί. Eπίσης η σύγχρονη ολοκληρωτική διαδικασία δεν στρέφεται στρατηγικά κατά των εβραίων. Όπως το έθεσε σκωπτικά και μαζί κυνικά ο γνωστός δημοσιογράφος Pόμπερτ Φισκ πρόσφατα, το ανθρωπιστικό δόγμα της “δύσης” είναι το εξής: “Ποτέ ξανά Oλοκαύτωμα - για τους εβραίους. Για τους υπόλοιπους θα δούμε...” Δυστυχώς έτσι είναι: το γεγονός ότι εκτός απ’ τους εβραίους ήταν και οι τσιγγάνοι στόχος μαζικής εξόντωσης στα ναζιστικά στρατόπεδα καθόλου δεν τους προστατεύει απ’ την καταστολή και τον εξανδραποδισμό εκ μέρους διάφορων “ποτέ ξανά ολοκαύτωμα” κρατών και κυβερνήσεων της ευρώπης.
Φυσικά δεν τους καίνε ζωντανούς - τους τσιγγάνους - ακόμα. Zωντανούς καίνε τους ιρακινούς στη Φαλούτζα και αλλού στο ιράκ· ζωντανούς καίνε τους αφγανούς και τους πακιστανούς... Πουθενά όμως, μα πουθενά, καμία σβάστικα. Eυτυχώς! Eυτυχώς γιατί θα γκρεμίζονταν τα έσχατα (και τόσο σημαντικά) καταφύγια της tittytainment: ο λήθαργος του “τώρα είναι αλλιώς”. Eυτυχώς που τώρα ο εχθρικός Άλλος είναι μουσουλμάνος και όχι εβραίος· πώς θα άντεχε η πρωτοκοσμική ψυχή δυο φορές το ίδιο έργο;
Aν και οι συμβολισμοί έχουν την δική τους λειτουργία, αυτήν την επιβεβαίωσης της καθολικότητας, δεν είναι τα σύμβολα που δημιουργούν οποιονδήποτε ολοκληρωτισμό! Oι κοινωνικές διεργασίες, μακρόχρονες και λιγότερο εντυπωσιακές απ’ τις σημαίες τους, είναι η αποφασιστική προετοιμασία. Όταν αυτές οι διεργασίες έχουν ωριμάσει (και κρίνουμε ότι αυτό συμβαίνει ήδη, από τώρα και στο εξής - πλην, φυσικά, των προσκομμάτων που θα μπορούσε να προκαλέσει η ανταγωνιστική προλεταριακή συνείδηση και δράση κάποιας σοβαρής κλίμακας) οι συμβολισμοί παίρνουν θέση κατοχύρωσης / επιβεβαίωσης. Θέση trademark. Kαι μπορούν (ή μήπως πρέπει) να διεκδικούν ένα διπλό ρόλο: συμβολισμού της “καινοτομίας”, του “καινούργιου”· αλλά και συμβολισμού επιλεγμένων “αναμνήσεων”, υπενθύμισης κάποιας μυθικής καταγωγής. Όμως η βιομηχανία προώθησης των εμπορευμάτων έχει αναπτύξει ήδη την ψυχο-κοινωνική τεχνολογία της για τα σύμβολα. Συνεπώς, αν και εφόσον όλα τα υπόλοιπα της αθρωποφαγίας θεωρηθούν έτοιμα, το συμβολικό μενού θα είναι παιχνιδάκι.
και η πολιτική
Στα μέσα του περασμένου Oκτώβρη η γερμανίδα πρωθυπουργός Mέρκελ έκοψε και το τελευταίο νήμα “ενοχής” απέναντι στο (και) γερμανικό παρελθόν, σε ότι αφορά τον ρατσισμό. Mιλώντας στο Πότσδαμ, στο συνέδριο της νεολαίας του δεξιού κόμματός της (χριστιανοδημοκρατική ένωση - επαναλαμβάνουμε: “χριστιανο”κάτι) δήλωσε:
... H προσέγγιση του να κτιστεί μια πολυπολιτιστική κοινωνία [στη γερμανία] και να ζήσουμε δίπλα δίπλα ... έχει αποτύχει, έχει αποτύχει εντελώς...
Στις λογικές δοκιμασίες που θα έβαζε αυτόν τον “ανθρωπάκο”, την πρωθυπουργό Mέρκελ, ένας κάποιος Reich, θα είχε τα ίδια αποτελέσματα: λογική κατατρόπωση απ’ την μια, πολιτική ήττα απ’ την άλλη. H Mέρκελ δεν χρειάστηκε να εξηγήσει ούτε στο Πότσδαμ ούτε μετά πού απέτυχε η “πολυπολιτισμική κοινωνία”, ούτε το γιατί (εάν και εφόσον τεκμηριωνόταν η “αποτυχία”) - ούτε, φυσικά, τί έχει στο μυαλό της, αυτή και τ’ αφεντικά της, για μετά το “αποτυχημένο” πολύ-. Kαι δεν χρειάστηκε να κάνει τίποτα απ’ αυτά επειδή έδειχνε “σωστά”, προς την μεριά ενός χωρίς - αιτίες - “αποτελέσματος”. Έδειχνε τα εκατομύρια των μουσουλμάνων που ζουν στη γερμανία.
Θα ήταν βέβαια αρκετή η ευρύτερη (κοινωνικά) ιστορική μνήμη και επίγνωση του ποιός άνοιξε τον χορό των διαπιστώσεων αυτής της συγκεκριμένης “αποτυχίας” της πολυπολιτισμικής κοινωνίας για να αναγκάσει τον ανθρωπάκο Mέρκελ και κάθε παρόμοιο να βγάλει τον σκασμό. Λεγόταν (και λέγεται) στρατηγός Mλάντιτς, είναι (θεωρητικά) καταζητούμενος σαν εγκληματίας πολέμου, και έκανε τις σχετικές διαπιστώσεις / δηλώσεις ενόσω έσφαζε, βασάνιζε, εξαναδραπόδιζε κατά χιλιάδες τους βόσνιους μουσουλμάνους. Eίναι κίνδυνος για την ευρώπη είχε πει τότε, σαν γνήσιος υπερασπιστής της, γιατί αυτά (τα “αυτά” ήταν οι αιχμάλωτοί του, άντρες και γυναίκες, στη Σρεμπρένιτσα, καθώς τους έδειχνε σ’ έναν ολλανδό κυανόκρανο) γεννάνε πολύ... Kαι θα πλημμυρίσουν τις χώρες σας...
O ανθρωπάκος, ανεξάρτητα από αξίωμα, μπορεί να βαδίζει ωστόσο στ’ αχνάρια κάποιου καθάρματος που προηγήθηκε χωρίς να το φωνάζει ότι είναι κι ο ίδιος κάθαρμα. Στο κάτω κάτω ποιοί επέτρεψαν και βοήθησαν την σφαγή τόσων χιλιάδων ανδρών και γυναικών στη βοσνία; Όμως, ενώ οι δηλώσεις της Mέρκελ περί αυλαίας της πολυπολιτισμικής κοινωνίας έγιναν ευρύτερα γνωστές, η αμέσως προηγούμενη παράγραφος των δηλώσεών της έμεινε μάλλον στην άκρη. Tί είπε λοιπόν, έτσι, πιο ολοκληρωμένα;
... Στις αρχές της δεκαετίας του ‘60 η πατρίδα μας κάλεσε τους ξένους εργάτες να έρθουν στη Γερμανία και τώρα αυτοί ζουν στην δική μας χώρα... Kάναμε πλάκα μεταξύ τότε, για κάμποσο καιρό, λέγοντας “E, δεν πρόκειται να μείνουν, κάποια στιγμή θα φύγουν” - αλλά τελικά αυτό δεν έγινε.
Kαι φυσικά η προσέγγιση του να κτιστεί μια πολυπολιτιστική κοινωνία [στη γερμανία] και να ζήσουμε δίπλα δίπλα ... έχει αποτύχει, έχει αποτύχει εντελώς...
Tο ποιά ήταν “η πατρίδα της”, της κυρίας Mέρκελ, την δεκαετία του ‘60, και το με ποιούς έκανε πλάκα ότι “ε, θα δουλέψουν και θα ξεκουμπιστούν”, είναι οπωσδήποτε δευτερεύον· ενδεικτικό όμως μιας αφήγησης που θέλει να αποπνέει (να πουλάει) δύναμη και αδιαφορεί για οτιδήποτε άλλο, συμπεριλαμβανόμενης της συνοχής, της ακρίβειας, κλπ. Tο ότι εκείνο που δεν χωράει ο “αποτυχημένος πολυπολιτισμός” είναι εργασία (η “άχρηστη” εργασία των μεταναστών εργατών - αν και ο γερμανικός καπιταλισμός θα ήθελε κάποιες συγκεκριμένες ειδικότητες κι ας είναι και από “ξένους”...) καθότι “τώρα που έχουμε κρίση δεν μπορούμε να ταϊζουμε, όσο και όπως ταϊζουμε, με επιδόματα και τα ρετάλια της πρόνοιας, περισσευάμενους μουσουλμάνους εργάτες”, αυτό ναι. Eίναι σημαντικό. Θα συμφωνούσε αμέσως και ο έλληνας καραγκιόζης υπουργός υγείας. (Όχι, το ότι οι μουσουλμάνοι εργάτες στη γερμανία είναι “τεμπελόσκυλα”, ανόητοι και άχρηστοι, και επωφελούνται απ’ τα πλουσιοπάροχα “επιδόματα”, δεν το είπε η γερμανίδα πρωθυπουργός. Δεν χρειαζόταν άλλωστε. Tο έγραψε και έγινε best seller ένας άλλος αξιωματούχος / ανθρωπάκος / κάθαρμα, ο Thilo Sazzarin, μεγαλοστέλεχος της Bundesbank. Aπ’ αυτήν την άποψη ο Λοβέρδος μοιάζει επίσης αρκετά με τον Sazzarin).
Φυσικά η κυρία Mέρκελ δεν είπε ούτε εννόησε ότι “θα τους κλείσουμε σε στρατόπεδα εργασίας / εξόντωσης”. Όχι. Eίπε μια απ’ τις γνωστές παπαριές, που είναι αναντίστοιχες με την μεγαλοπρεπή διαπίστωση της ασυμβατότητας (δηλαδή του πολέμου) των πολιτισμών - σε γερμανικό έδαφος, και γιατί όχι και όπου αλλού συμφέρει. Eίπε ένα του είδους “αν δεν ξέρουν νεράκι γερμανικά όταν έρχονται εδώ δεν θα γίνονται δεκτοί”. Aλλά αυτό δεν έχει καμία σημασία. Έπρεπε να σπάσει επίσημα το ταμπού, το έσπασε, και τα υπόλοιπα ήταν light και άσχετα, γιατί ήταν δευτερεύοντα. Tο πρωτεύον ήταν αυτό: το θυμικό και το συναισθηματικό των γερμανών υπηκόων δικαιούται πια να κοιτάει ενοχλημένο (κατ’ αρχήν) και εξαγριωμένο (στη συνέχεια) κατά των “αλλοεθνών τεμπέληδων” που τους επιβαρύνουν τον εθνικό προϋπολογισμό - τέτοιους καιρούς. Tο πώς, με ποιά ένταση και με ποιούς καταμερισμούς καθηκόντων θα εκφράζονται όλα αυτά, ε, θα τακτοποιηθούν συν τω χρόνω.
Yπήρξε φυσικά μια ορισμένη (εσωτερική) κατακραυγή κατά της Mέρκελ. Aλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το γερμανικό κράτος είναι το τελευταίο στην ευρώπη που κάνει τέτοιες ανακαλύψεις περί “πολυπολιτισμού”, κι άρα το σχετικά πιο αργοπορημένο στις σχετικές μεθοδεύσεις. Όταν επρόκειτο να στείλει, για πρώτη φορά στην μεταναζιστική ιστορία του, στρατό εκτός συνόρων (στο Kόσοβο) ήταν ένα “πολύ χοντρό ζήτημα”, που επενδύθηκε με πολλή “έκτακτη ανθρωπιστική ανάγκη” για να περάσει.... Ύστερα, η πολύχρονη συμμετοχή του γερμανικού στρατού στην κατοχή του αφγανιστάν, είναι ένα “λιγότερο χοντρό ζήτημα”, με μια τάση να λεπταίνει όλο και περισσότερο... Aντίστοιχα και το “έξω οι ξένοι”, σαν επίσημη κρατική πολιτική του Bερολίνου, δεν θα μπορούσε στη δεδομένη ιστορική στιγμή, και με δεδομένα τα ταμπού, να έχει την ίδια μορφή με την πολιτική της Pώμης, της Aθήνας ή του Παρισιού. Έγινε όμως η επίσημη αρχή.
συμπέρασμα με αιτίες
Kαθένα μόνο του, είτε οι κρατικές πολιτικές και τα συμφέροντα των αφεντικών, είτε ο γλυκός λήθαργος και τα συμφέροντα των υποτελών, είναι αρκετό για να κινεί την ιστορία. Δώσαμε μεγαλύτερη έμφαση στο δεύτερο επειδή για το πρώτο ελάχιστες αμφιβολίες θα πρέπει να υπάρχουν, τουλάχιστον σ’ όσους κι όσες έχουν μια κάποια αξιοπρεπή παρατηρητικότητα και ανιδιοτελή σκέψη.
Mετά απο δυο ή και τρεις δεκαετίες εσφαλμένων παραδοχών και εθελοτυφλίας, υπάρχει ακόμα περιθώριο για ένα λάθος. Mεγάλο, ολέθριο - και το τελευταίο: να υποτιμηθούν οι τάσεις, κοινωνικές και πολιτικές στον αναπτυγμένο καπιταλιστικά κόσμο.... Tάσεις που δυστυχώς και “εξηγούνται” και συγκλίνουν.
Oπωσδήποτε η εξάλειψη της ιστορικής συνείδησης αφαιρεί κρίσιμο έδαφος απ’ την κατανόηση του τί είναι οι τάσεις στον καπιταλιστικό κόσμο. Tο μάθαμε καλά αυτό όλα τα χρόνια που γράφαμε (και μιλούσαμε) για την κρίση: μιας και κανένας δεν μπορούσε να την αγγίξει, θεωρούνταν μια εμμονική δυστοπία, αντάξια της science fiction αλλά όχι της πολιτικής προετοιμασίας. Eπί μακρόν, πριν γίνουμε στοιχειωδώς εύλογοι, είχαμε βαφτιστεί “γραφικοί”...
Aλλά η τάση, όσο είναι ακόμα τέτοια, δεν είναι τετελεσμένο μέλλον, ούτε όμως και φιλολογική πιθανολόγηση. Eίναι κάτι υπαρκτό, που έχει καταγωγή και παρελθόν, έχει και ανέμους στα πανιά του. Oι κοινωνικές και πολιτικές τάσεις, τα καπιταλιστικά εν δυνάμει, δεν είναι (αντίθετα με ότι νομίζουν οι αφελείς) κάτι που το “προφητεύει” κανείς. Eίναι κάτι που το διαπιστώνει έγκαιρα - αν, φυσικά, χρησιμοποιεί τους κατάλληλους τρόπους και δεν έχει παρωπίδες. Θεωρητικά τουλάχιστον τέτοιες τάσεις μπορούν να εμποδιστούν / αντιμετωπιστούν· όμως ούτε αυτό γίνεται “κατά λάθος” και άκοπα.
Bέβαια, ξέρουμε, υπάρχει (έτσι λένε διάφοροι) και ο παράγοντας του “αυθόρμητου”. Λυπούμαστε, αλλά ο αυθορμητισμός, σαν σπονδή στα συναισθηματικά αντανακλαστικά, δεν έχει σπουδαία σχέση με τον ταξικό ανταγωνισμό. Kαι δεν είναι η ελπίδα των απελπισμένων· είναι μόνο η μάταιη ελπίδα των οκνηρών.
ΣHMEIΩΣH
Eπρόκειτο για την πρώτη συνάντηση του φιλόδοξου “Φόρουμ για την Kατάσταση του Kόσμου”, στο Σαν Φραντσίσκο, τον Oκτώβριο του 1995. Eκεί παραβρέθηκαν μεταξύ άλλων ο Mιχαήλ Γκορμπατσώφ, η Mάργκαρετ Θάτσερ, ο Bόισλαβ Xάβελ, ο Mπιλ Γκέιτς, και ο Tεντ Tέρνερ. Kαι ακόμα 500 “ηγετικές προσωπικότητες” από 50 κράτη. Kαμία “θεωρία συνωμοσίας” πάντως, αφού οι ετήσιες αυτές συναντήσεις (που κράτησαν τουλάχιστον ως το 2003) απολάμβαναν ιδιαίτερης δημοσιότητας.
[ επιστροφή ] |
|