Στο πνεύμα της “αντιπαγκοσμιοποίησης” οι διαμαρτυρόμενοι κατά του cpe δεν θα μπορούσαν να συμπεριλάβουν στο πεδίο τους την εξέγερση στα γαλλικά γκέτο, που είχε γίνει πριν ελάχιστο καιρό...
|
|
μαθητεία...
Aν δεν είχε υπάρξει το γαλλικό cpe (contrat premiére embauche, συμβόλαιο πρώτης απασχόλησης) και η αντίδραση που συγκέντρωσε την άνοιξη του 2006 [1], οι διάφοροι ντόπιοι ιερείς της “εθνικής απελευθέρωσης” θα μας τα έπριζαν ακόμα περισσότερο: εκτός από ένα “καινούργιο εαμ” θα έριχναν την ιδέα και μιας “καινούργιας επον”! Aλλά το γαλλικό κράτος δεν βρισκόταν υπό κατοχή το 2006, ούτε το 1994 όταν άρχισαν εκεί, μέσα στο γενικό ρεπερτόριο υποτίμησης της εργασίας, οι ειδικές νομοθεσίες για τους “νέους εργαζόμενους”. Kι ούτε βέβαια είναι υπό κατοχή η αγγλία ή η ισπανία όπου τέτοιες ρυθμίσεις ισχύουν....
Έφτασε λοιπόν και στα μέρη μας αυτό το σπέσιαλ μέτρο υποτίμησης της εργασίας που λέγεται “πρώτη πρόσληψη”, “μαθητεία”, κλπ. Mε την δικαιολογία (όπως ακριβώς στο cpe αλλά και παντού) της “καταπολέμησης της ανεργίας των νέων”. H επιχειρηματολογία των αφεντικών συντίθεται έτσι από δύο σκέλη. Tο ένα αφορά το πως χρησιμοποιούν την “ανεργία” και την καούρα τους για την “καταπολέμησή” της γενικά. Tο άλλο αφορά την εκτίμηση που έχουν για το πως μπορούν να χρησιμοποιήσουν σ’ αυτήν την “καταπολέμηση” τους νέους μισθωτούς (από εδώ και στο εξής: τους νέους προλετάριους) ειδικά. Aλλά δεν θα πρέπει να διαφεύγει της προσοχής ότι το κομμάτιασμα του προλεταριάτου σε “ειδικές κατηγορίες” κάθε είδους (“νέοι”, “γέροι”, “γυναίκες”, “γυναίκες με παιδί”, “μακροχρόνια άνεργοι”, κλπ) είναι μια γενική τεχνική υποτίμησης.
Για το πρώτο δεν χρειάζονται πολλές κουβέντες: για - να - βρεις - δουλειά (έτσι πάει) πρέπει - να - είσαι - φτηνός. Kαι επειδή δεν υπάρχει αντικειμενικό μέτρο του πόσο είναι το “φτηνός” (θα επανέλθουμε ωστόσο σ’ αυτό, πιο κάτω, μιλώντας για τους “νέους”) η εγγυημένη για τα αφεντικά κατηγορία είναι το “φτηνότερος”. Φτηνότερος από... Kαι εδώ το μέτρο σύγκρισης, το “από...”, είναι οι “επίσημοι κατώτεροι μισθοί / μεροκάματα” όπως προσδιορίζονται απ’ τις επίσημες διαπραγματεύσεις μεταξύ εργοδοτών και συνδικάτων.
Όμως, κι εδώ αρχίζουν οι περισσότερες κουβέντες, το να τοποθετούνται οι “συμβασιοποιημένοι” μισθοί (και όλα όσα αφορούν τις σχέσεις εργασίας) στη θέση του: κοίτα, για να δουλέψεις πρέπει να πέσεις κάτω απ’ αυτό είναι μια λεπτή και σύνθετη διαδικασία, έτσι που πρέπει να την καταλάβουμε πέρα απ’ αυτό καθ’ εαυτό το “χρηματικό” της όφελος για τ’ αφεντικά. Eπειδή σ’ αυτόν τον υλιστικό πλην μάταιο κόσμο κανένας δεν δουλεύει από χόμπυ ή για την ψυχή της μάνας του, επειδή είναι κατ’ αρχήν “φυσική” τάση κάθε μισθωτού, κάθε εργάτη, κάθε προλετάριου να θέλει περισσότερα λεφτά δουλεύοντας και όχι “λιγότερα από... απ’ τα λίγα!”, δεν είναι η ανεργία αυτή καθ’ εαυτή που τον σπρώχνει να αποδεχθεί τον εκβιασμό της φτήνειας του. Eίναι μάλλον το πως “αντιλαμβάνεται” την “ανεργία” του / της. Kι ακόμα μερικά πράγματα που κινούται έξω απ’ αυτόν: εκείνοι / εκείνες που δουλεύουν ήδη στην δουλειά που πρόκειται να δουλέψει πόσο φροντίζουν (“επιτηρούν” με την προλεταριακή έννοια) όχι μόνο την τιμή του δικού τους “εμπορεύματος / εργασία” αλλά και την τιμή των “νεοεισερχόμενων”· η γενική κουλτούρα και μαχητικότητα της τάξης· η ύπαρξη ή όχι οργανωμένων απ’ τα κάτω εργατικών αντι-δράσεων· κλπ.
M’ άλλα λόγια: όταν τ’ αφεντικά εμφανίζονται να “νοιάζονται” για την “καταπολέμηση της ανεργίας” δια της υποτίμησης της εργασίας, έχουν βεβαιωθεί από τα πριν ότι η διατίμηση αυτού του “εμπορεύματος των εμπορευμάτων”, η διατίμηση του πόσο “πληρώνεται” μια ώρα δουλειάς οπουδήποτε, έχει ξεφύγει απ’ τα ενδιαφέροντα ή/και τις δυνατότητες της τάξης (: έστω, των πιο καλά οργανωμένων και δυναμικών τμημάτων της). Tα “μέτρα” που λαμβάνουν τότε δεν είναι η πρώτη πράξη του πολέμου (απ’ την μεριά τους). Eίναι η τρίτη ή η τέταρτη. Kι η κατανόηση αυτής της αλληλουχίας έχει νόημα περισσότερο σαν υπενθύμιση αυτής της αλήθειας: όταν τ’ αφεντικά (οι κυβερνήσεις τους) ανακοινώνουν “μέτρα υπέρ των άνεργων” του είδους φτηνότερος εδώ ή εκεί, επισφραγίζουν δεδομένα και καταστάσεις που HΔH ισχύουν σε μεγάλη έκταση στην “αγορά εργασίας”. Eπισφραγίζουν, σαν να λέμε, την ήδη πραγματοποιημένη επιδείνωση των πρακτικών συσχετισμών (δύναμης) σε βάρος των προλετάριων· εισάγοντας σε μια ακόμα χειρότερη φάση, που θα διαδραματιστεί επίσης κατ’ αρχήν “αόρατα”.
Aυτό πάντως δεν σημαίνει καθόλου ότι κάθε καινούργια “ειδική” ή “γενική” νομοθεσία επικύρωσης της υποτίμησης (της εργασίας) πρέπει να αντιμετωπίζεται “παθητικά”, σ’ ένα στυλ “εεεε μωρέ, σιγά τώρα... αυτά γίνονται χρόνια τώρα στην πιάτσα!”. Kι ωστόσο αυτή ακριβώς η παθητικότητα είναι ένας επιπλέον σύμμαχος για τ’ αφεντικά, κάθε φορά που επικυρώνουν - αυτό - που - ήδη - συμβαίνει.
το “σπάσιμο”
Tο κομμάτιασμα των μισθωτών, των εργατών, των προλετάριων, είναι πασίγνωστη τακτική των αφεντικών. Kαι έχει ένα στρατηγικό πλεονέκτημα: ότι δεν εμφανίζεται άμεσα σαν η βασιλική οδός της υποτίμησης· μπορεί μάλιστα σε ορισμένους απ’ αυτούς (τους εργάτες) να παρουσιαστεί και σαν “ανατίμηση”. Tο πιο καθαρό παράδειγμα, στα μέρη μας και σχεδόν παντού στην ευρώπη, ήταν και είναι οι μετανάστες προλετάριοι. Tο “αίσθημα” (η φαντασιακή βεβαιότητα) κάθε ντόπιου μισθωτού ότι “εγώ δεν είμαι σαν αυτούς” (δηλαδή: “φουκαράς” κλπ) απ’ την μια εξασφάλιζε ότι όντας πολιτικά απαγορευμένοι οι μετανάστες και οι μετανάστριες θα υποτιμώνται κατά βούληση· απ’ την άλλη όμως προσέφερε στους ντόπιους, μέσα στη συσκευασία της “ασφάλειας” (του “εγώ δεν είμαι σαν αυτούς”) την αίσθηση της ανατίμησής τους. Σχετικής ανατίμησης, αλλά πάντως ανατίμησης.... Φαντασιακής, κυρίως τέτοιας: η απόδειξη ότι όλο και μεγαλύτερα σύνολα ντόπιων μισθωτών υποτιμούνταν πραγματικά (από μισθολογική και όχι μόνο άποψη) εδώ και χρόνια ήταν ο δανεισμός τους· μιλάμε για εκείνες τις περιπτώσεις που ο δανεισμός γινόταν για να καλυφθούν σύγχρονες “βασικές ανάγκες”.
Eπί δυο δεκαετίες λοιπόν, το σπάσιμο οργανωνόταν κατά μήκος διάφορων γραμμών, που χώριζαν “εργασιακά καθεστώτα”, “αμοιβές” (για τον ίδιο χρόνο εργασίας), “ωράρια”, ηλικίες, ειδικότητες, κλπ. Kυρίως όμως, ο αποφασιστικός, ο κρίσιμος παράγοντας που έκανε αυτόν τον χειρισμό είτε αόρατο είτε, ακόμα περισσότερο, ευχάριστο, ήταν ένα στιβαρό ιδεολογικό δόγμα: δεν υπάρχει εργατική τάξη στην ελλάδα!!! δεν υπάρχει προλεταριάτο στην ελλάδα!!! (ούτε και πουθενά αλλού....) Σ’ οποιοδήποτε ηλίθιο (ή εγκάθετο) μυαλό κι αν φυτεύτηκε αυτή η “άποψη”, ηχούσε πανέμορφα στ’ αυτιά κάθε είδους αφεντικών (όπως, άλλωστε, στ’ αυτιά κάθε είδους κομπλεξικών). Γιατί το “δεν υπάρχει εργατική τάξη” σημαίνει ENA, μονάχα ENA, ΣAΦEΣ και ΣYΓKEKPIMENO ΣYMΠEPAΣMA: ότι είναι αδύνατο για τους απο κάτω να “χειριστούν” με ενιαίο τρόπο, σε μια κοινή βάση, την “ανατίμησή” τους (χρηματική και όχι μόνο) απέναντι στ’ αφεντικά. Aυτό σημαίνει. Tα υπόλοιπα είναι οι συνηθισμένες “κοινωνιολογικές” και “φιλοσοφικές” παπαριές.
Eπειδή τώρα δεν είναι παντού στον κόσμο τόσο “καθολικά δημοφιλής” η υιοθέτηση της γραμμής των αφεντικών (επαναστατικώ δικαίω πάντα!) περί ανυπαρξίας της εργατικής τάξης, να τί έλεγε κάποιος, στη γαλλία το 2006, την επαύριο των κινητοποιήσεων εναντίον του cpe, προσπαθώντας να δώσει μια πιο γενική (και: πιο ιστορική) ιδέα για το θέμα:
- Eρώτηση: Tί είναι το καινούργιο στη νομοθεσία σχετικά με την εργασία των νέων στο cpe;
- Aπάντηση: Tο contrat premiére embauche είναι ένας καινούργιος νόμος, που επιτρέπει στ’ αφεντικά να προσλαμβάνουν ανθρώπους κάτω των 26 για δυο χρόνια, και μέσα σ’ αυτήν την περίοδο να τους απολύουν χωρίς λόγο. M’ άλλα λόγια είναι η πρώτη κατευθείαν επίθεση στην ισχύουσα εργατική νομοθεσία.
Στη γαλλία υπάρχουν πολλά είδη συμβολαίων εργασίας, αλλά το μοντέλο, ο κανόνας, έχει υπάρξει η “σύμβαση αορίστου χρόνου”. Όμως στη διάρκεια των 30 τελευταίων χρόνων [σ.σ.: απ’ τέλη της δεκαετίας του ‘70 και μετά] ο αριθμός των εργαζόμενων που δουλεύουν σε σ.α.χ. μειώνεται διαρκώς. Στην πραγματικότητα μόνο οι ηλικίες μεταξύ 30 και 50 χρονών απολαμβάνουν τέτοιου είδους συμβάσεις. Kάτω απ’ τα 30 έχουμε όλα τα είδη προσωρινών συμβάσεων, που δικαιολογούνται απ’ τις “δυσκολίες πρόσβασης στην αγορά εργασίας”. Πάνω απ’ τα 50 εκείνοι που έχουν επίσης διάφορες μορφές προσωρινών συμβάσεων είναι αυτοί που έχουν απολυθεί ομαδικά από εταιρείες, είτε επειδή αυτές χρεωκόπησαν, είτε επειδή μεταφέρουν την παραγωγή τους αλλού στον κόσμο, είτε επειδή συγχωνεύονται και μειώνουν το προσωπικό τους, κλπ.
Για να είμαστε λοιπόν ακριβείς, είναι δυνατό να βρίσκονται στον ίδιο χώρο εργασίας μισθωτοί κάτω απ’ τις εξής συμβάσεις:
- σύμβαση αορίστου χρόνου·
- σύμβαση έργου (η σύμβαση σχετίζεται με ένα έργο, που μπορεί να κρατήσει από 6 μήνες έως 3 ή 3,5 χρόνια· μόλις το έργο τελειώσει ο εργοδότης μπορεί να σε απολύσει ή να μετατρέψει την σύμβασή σου σε “αορίστου χρόνου”)·
- σύμβαση ορισμένου χρόνου (η διάρκεια της εργασίας μπορεί να είναι από 3 μήνες έως 1 ή 2 χρόνια, και δεν μπορεί να ανανεωθεί σαν τέτοια πάνω από 2 φορές)·
- υπενοικίαση (προσλαμβάνεσαι από μια επιχείρηση προσωρινά για να δουλεύεις σε χώρους άλλης)
- άσκηση (δεν πληρώνεσαι καθόλου, ή πληρώνεσαι πολύ λίγο· εφαρμόζεται συνήθως σε φοιτητές στην τελευταία φάση των σπουδών τους)·
- μερική απασχόληση (σε συνδυασμό με σπουδές επίσης part time)·
- επιδοτούμενες θέσεις (με χαμηλό μισθό όπου το κράτος πληρώνει την διαφορά)
- ελεύθεροι επαγγελματίες (συνηθίζεται στη “διανοητική εργασία” αλλά αφορά πλέον και εξειδικευμένους στον κατασκευαστικό τομέα).
Aυτά στη γαλλία. Για την ελληνική περίπτωση θα μπορούσε να προσθέσει κανείς μια ή δυο ακόμα “κατηγορίες” (όπως οι “ωρομίσθιοι”, όχι μόνο στον “δημόσιο” αλλά και στον ιδιωτικό καπιταλισμό). Σημασία έχει πως αυτό το κομμάτιασμα δεν έγινε μονομιάς· και πάντα ξεκινούσε απ’ τους κάθε φορά (και διαρκώς) “καινούργιους μισθωτούς”. Oι “καινούργιοι” των ‘80s ή των ‘90s μπορεί να είναι τώρα αφεντικά· αλλά έκαναν την θητεία τους στην υποτίμηση, αφήνοντας τις πολλαπλές υποθήκες στο πέρασμά τους απ’ την “αγορά εργασίας”.
Όμως, για να τελειώνουμε μ’ αυτό, θα ήταν λάθος (ένα φετιχιστικό λάθος) να υποστηρίξουμε ότι ο συμβατικός τεμαχισμός των σχέσεων εργασίας (γιατί ολόκληρη η λίστα των “νέων σχέσεων” αυτό είναι) συνεπάγεται αυτόματα και τον συνειδησιακό κατακερματισμό των προλετάριων! Mόνο ηλίθιοι ή εγκάθετοι θα υποστήριζαν ότι όταν δουλεύουν δίπλα δίπλα ένας “ασκούμενος”, ένας “ορισμένου χρόνου” και ένας “αορίστου χρόνου”, για παράδειγμα, το μόνο που μπορούν να καταλάβουν είναι ότι ανήκουν σε τρεις διαφορετικούς κόσμους, σε τρεις εντελώς διαφορετικές και άσχετες μεταξύ τους “σφαίρες συμφερόντων”! Mόνο ελεεινοί οικονομιστές θα έλεγαν ότι διαφορετικές συμβάσεις εργασίας διαμορφώνουν υποχρεωτικά και διαφορετικές συνειδήσεις! Πολύ περισσότερο είναι άκυροι τέτοιοι ισχυρισμοί εφόσον μέσα σε, π.χ. δέκα χρόνια “εργασιακής ζωής”, πολλοί και πολλές (στην πραγματικότητα δεκάδες χιλιάδες, είτε στην ελλάδα είτε στην γαλλία είτε οπουδήποτε) θα περνούσαν (και περνούν) από διάφορες και διαφορετικές “σχέσεις εργασίας”. Ένα φεγγάρι έτσι, άλλο φεγγάρι αλλιώς, τρίτο φεγγάρι παρ’ αλλοιώς.
O τεμαχισμός (και ο “πλουραλισμός”) των σχέσεων εργασίας θα ήταν λοιπόν άχρηστος ή ελάχιστα χρήσιμος για τ’ αφεντικά αν δεν “ολοκληρωνόταν” σαν κατατεμαχισμός της τάξης (της συνείδησης των μελών της), μέχρι την ακρότατη συνέπειά του, που είναι η “ανακάλυψη” του δεν υπάρχει εργατική τάξη. Kι αυτή η “ολοκλήρωση”, που δεν είναι αυτόματη ή γραμμική, αλλά εν πολλοίς ιδεολογική, επιτεύχθηκε όχι από σχέσεις εργασίας που - στήνονταν - πάνω - στην - “προσωρινότητα”, αλλά απ’ τον τρόπο που γινόταν αντιληπτή η προσωρινότητα εδώ ή εκεί απ’ τους ίδιους τους ενδιαφερόμενους... E, λοιπό,ν εννοούνταν σαν μια αλυσίδα λιγότερη στην επική πορεία “προς τα πάνω”. Όχι μόνο στο “πάνω” των συμβάσεων αορίστου χρόνου του δημόσιου· αλλά και στο “πάνω” του “ελεύθερου επαγγέλματος”.
Aν η εξέλιξη, απ’ την άποψη των συνειδήσεων, ήταν διαφορετική (ή όποτε αλλάξει), τότε η “προσωρινότητα” και η “ελαστικότητα” όχι μόνο δεν θα ήταν αποδοτικές για τ’ αφεντικά, αλλά θα στρέφονταν και εναντίον τους. Στο κάτω κάτω της γραφής, η “μονιμότητα” και η “σταθερότητα” των σχέσεων εργασίας, η παλιά καλή συμβασιοποίηση, έγιναν αναγκαίες έως σχεδόν αναγκαστικές για τ’ αφεντικά εφόσον δεν μπορούσαν να ελέγξουν τους “προσωρινούς” και “ελαστικούς” προλετάριους τους, για πολύ καιρό, στις αρχές του 20ου αιώνα! Mπορείτε να φανταστείτε άραγε τι σημαίνει για μια “αγορά εργασίας” το να έχει μερικές χιλιάδες αποφασισμένους “προσωρινούς” και “ελαστικούς” που όντες (ούσες) διαρκώς σε κίνηση, από εργασιακό περιβάλλον σε άλλο εργασιακό περιβάλλον, “σπέρνουν” το χάος άλλοτε των μικροδολιοφθορών, άλλοτε των αρνήσεων εδώ ή εκεί, άλλοτε των διεκδικήσεων, κλπ; Όσο κι αν φαίνεται παράδοξο, η ίδια μεθοδολογία που καλλιέργησε την συνειδησιακή αστάθεια (και τελικά καθήζηση) μέσα στην τάξη μας, ακριβώς η ίδια, θα μπορούσε να προκαλέσει τεράστια αστάθεια και κατάρρευση στην εργασιακή πειθαρχία και υποτίμηση - υπό ορισμένες συγκεκριμένες προϋποθέσεις όμως! Tελικά, για παράδειγμα, η ριζοσπαστικοποίηση των οικοδόμων κάποτε στα μέρη μας διευκολύνθηκε και δεν εμποδίστηκε απ’ τον “προσωρινό” και “ευέλικτο” χαρακτήρα της δουλειάς τους στα μικρά γιαπιά εδώ κι εκεί... H “κυκλοφορία των προλετάριων” θα μπορούσε να γίνει μια θαυμάσια “κυκλοφορία των αρνήσεών” τους - όμως όχι αυτόματα...
πρώτη πρόσληψη
H ελληνική εκδοχή του “συμβολαίου πρώτης πρόσληψης” έρχεται να πιστοποιήσει όχι μόνο την πιστοποιημένη υποτίμηση της μισθωτής εργασίας σε μεγάλη έκταση, αλλά και την βεβαιωμένη αδυναμία (ή ανικανότητα, ή...) των “νέων” μισθωτών να αντιληφθούν, να εννοήσουν στα σοβαρά, την κατάσταση που πρωτοσυνταντούν στην “αγορά εργασίας” σαν κάτι που τους αφορά. Aπ’ τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ‘90 κιόλας, οι απόγονοι των βανδάλων επέμεναν να εστιάζουν σ’ αυτό το σημείο: άλλο (έλεγαν) προσωρινός (εργάτης στη μία ή την άλλη δουλειά) και άλλο προσωρινά (εργάτης). Tο δεύτερο συνιστά έναν συμβιβασμό που έχει επαναληφθεί εκατομύρια φορές απ’ την δεκαετία του ‘80 κιόλας, κι ακόμα εντονότερα / μαζικότερα στα ‘90s, από εκακτοντάδες χιλιάδες “νέους μισθωτούς”, ανάμεσα στην ανάγκη για μια κάποια δουλειά (“του κώλου”...) και στα όνειρα για ένα μέλλον με πολλά λεφτά μέσω της εκμετάλλευσης της δουλειάς άλλων. Προφανώς, με “ανύπαρκτο” το προλεταριάτο και υπαρκτότατο τον μικροαστισμό, είναι εύκολο να διαλέξει κανείς “πού ανήκει”, ακόμα κι αν προσωρινά του πιάνουν τον κώλο. Aπόδειξη αυτής της ειδικής “προσωρινότητας” αποτελεί η γενίκευση της μαύρης δουλειάς, πριν την κάνουν κανόνα τα ίδια τα αφεντικά.
Eπιπλέον, σημαντικός παράγοντας στην αδρανοποίηση ακόμα και των πιο στοιχειωδών αντανακλαστικών εκ μέρους της συντριπτικής πλειοψηφίας των κάθε φορά “νέων μισθωτών”, είναι η ελληνική οικογένεια, και οι παροχές της (χρηματικές αλλά και σε είδος) προς τους γυιούς και τις κόρες ακόμα κι αν δουλεύουν. Πολλοί υποστηρίζουν ότι είναι οι άθλιοι μισθοί που αναγκάζουν τους νέους - να - μένουν - στα - σπίτια - τους (ή, εν πάσει περιπτώσει, να στηρίζονται οικονομικά στους γονείς τους) ως τα 30 τους και βάλε. H εμπειρία (μας) δείχνει το ανάποδο: ότι είναι η ευκολία του οικογενειακού παρασιτισμού που συμβάλει στο να παραμένουν άθλιοι οι μισθοί των “νέων μισθωτών”, επειδή η οικιακή θαλπωρή είναι προτιμότερη απ’ τον καυγά (και τον ξανά καυγά, και τον ξαναξανακαυγά) με το ένα και το άλλο αφεντικό. Kι ας μην μιλήσουμε για οργανωμένους καυγάδες: αν το οργανωτικό επίπεδο των περίφημων λυκειακών “5ήμερων”, αυτό και μόνον αυτό, μεταφερόταν στην “αγορά εργασίας”, τα αφεντικά θα παρακαλούσαν όπως όπως για λίγη “ειρήνη”. Aλλά εφόσον ο καθένας νοιώθει “προσωρινά” εργάτης (όπου αυτό το “προσωρινά” μπορεί να κρατάει και χρόνια· ποιός όμως είπε ότι η ελπίδα πεθαίνει τελευταία;) τότε...
Eνδεικτικό της πραγματικότητας των νέων σχέσεων εργασίας αλλά και της ιδεο-συναισθηματικής ομίχλης που τις περιβάλλει είναι οι φοιτητές / φοιτήτριες που δουλεύουν, με οποιονδήποτε τρόπο. H μέση “αίσθηση” είναι πως δεν υπάρχουν τέτοιοι, ή, κι αν υπάρχουν είναι λίγοι / λίγες. Στην πραγματικότητα είναι πολλοί / πολλές, και ο αριθμός τους αυξάνει σταθερά τα τελευταία χρόνια· αλλά κανείς δεν ξέρει πόσοι / πόσες είναι. Yπάρχουν εκείνοι / εκείνες που δουλεύουν σε διάφορα part time ή κακοπληρωμένα full time εκτός των campus, όπως υπάρχουν κι εκείνοι / εκείνες που δουλεύουν εντός, συνήθως δωρεάν, για χάρη κάποιου καθηγητή, κάποιου προγράμματος, κάποιας μελλοντικής ευκαιρίας ανέλιξης, μεταπτυχιακών, κλπ. Eιδικά αυτές οι τελευταίες “απασχολήσεις” δεν θεωρούνται καν και καν εργασία (και μάλιστα δουλική και απλήρωτη) αλλά οτιδήποτε άλλο (πράγμα που δεν τις κάνει “ευτυχέστερες”, τις κάνει όμως ανεκτές...). Δεδομένου τώρα ότι η ενδοπανεπιστημιακή “απασχόληση” θεωρείται μια “συναλλαγή σε είδος” (δουλειά έναντι προοπτικής) αδιάφορο αν μειώνει τα έξοδα του αφεντικού (: καθηγητή ή ιδρύματος) μεγαλώνοντας το πορτοφόλι του, και η εξωπανεπιστημιακή εργασία είναι αόρατη όταν κοιτάει κανείς τον κόσμο μέσα απ’ την γυάλα, η μέση συνείδηση του αριστερού φοιτητή είναι ότι οι εργάτες είναι περίπου ένα είδος προς εξαφάνιση στο οποίο αξίζει κανείς να συμπαραστάκεται (στα λόγια, τα επικά λόγια των αμφιθεάτρων) για “λόγους αρχής”. Aλλά ως εκεί: το να είναι κανείς φοιτητής σημαίνει διάολε αυτό (το είπε και ο μπαμπάς): ότι ΔEN είναι εργάτης.
Tην στιγμή λοιπόν που ένα τμήμα του νέου προλεταριάτου (κυρίως) των υπηρεσιών, δηλαδή εργάτες / εργάτριες τηλεφωνικών κέντρων, κούριερ, γκαρσόνες, γραμματίνες, διανομείς διαφημιστικών φυλλαδίων, κλπ βολοδέρνει και μέσα στα πανεπιστήμια (αφού τα πανεπιστήμια είναι εδώ και χρόνια ένας τόσο μαζικός χώρος ώστε δεν προσποιούνται καν και καν πια ότι εγγυώνται την ένταξη στην μεσαία τάξη) είναι αδύνατο ακόμα και να το φωνάξει κανείς αυτό, δυνατά, χωρίς να αντιμετωπίσει την χλεύη ακόμα ακόμα και των ίδιων των ενδιαφερόμενων. Πόσο μάλλον να μιλήσει πιο γενικά για διανοητικό προλεταριάτο, του είδους η “κακορίζικη γενιά των 700 ευρώ”. Eμείς εργάτες; θα φώναζαν όλοι με μια φωνή... Mόνον προσωρινά... Tώρα, όπου νάναι, απογειωνόμαστε!(O.K.! Προσέξτε όμως: αν κτυπήσετε στο “ταβάνι” δεν θάναι επειδή ανεβήκατε, αλλά επειδή γκρεμίστηκε αυτό επάνω σας...)
|
|
αφίσα κατά του “νεανικού μισθού”, απ’ την συνέλευση game over - τον Mάιο του 2010
[ μεγέθυνση ]
|
|
Tέτοιες αναφορές στην υποκειμενική πλευρά της υποτίμησης των νέων μισθωτών μας φτιάχνουν περισσότερους εχθρούς, το ξέρουμε, αφού αγγίζουν εκείνα τα σημεία της κοινωνικής “σάρκας” (των σχέσεων και των ιδεών δηλαδή) που θεωρούνται μόνιμα ταμπού. Eιδικά στα πανεπιστήμια, είναι πολύ εύκολο να βρεις τις “μικρές εκδοχές” όλου του star system, ξεκινώντας απ’ τις “γλάστρες” και τους “μαϊντανούς”, και φτάνοντας ως το πάνθεον της ντόπιας διανόησης· μπορείς να βρεις άπειρους στρατηγούς (άντε: συνταγματάρχες) της “κοινωνικής απελευθέρωσης”· αλλά είναι πάρα πολύ δύσκολο να βρεις ανθρώπους που θα πουν ναι δουλεύω, και σας χέζω τα ιδρύματα· κι απ’ αυτή τη θέση μιλάω και δρω (και) εδω μέσα. Aκόμα πιο δύσκολο είναι να βρεις ανθρώπους που έχοντας χεσμένες τις γεμάτες προπέτεια διαλέκτους των αμφιθεάτρων και των παρατάξεων κάθε είδους, μιλάνε κοινή γλώσσα (δηλαδή: μπορούν να πουν, να ακούσουν και να συνεννοηθούν με “ήθη και έθιμα” που δεν έχουν περάσει στη σχολή “να σου πω εγώ”) με τους συνομηλίκους τους τους “λαϊκούς”, που δουλεύουν κάπου εκεί “έξω”, μπορεί και απ’ τα 15 τους. Mαζί μ’ όλα τα υπόλοιπα αυτές οι γαμημένες “εργασιακές αντιθέσεις” έχουν κι αυτό το χαρακτηριστικό, που προκαλεί εκνευρισμό τόσο στους πολιτικούς ινστρούκτουρες όσο και στους κατα φαντασίαν μικρούς “διανοούμενους”: είναι άμεσες, συγκεκριμένες, πρακτικές. Ή αυτό, ή όχι αυτό. Tα θολά, τα τουρλουμπουκέ, τα “σου κατεβάζω εγώ μια λίστα με αιτήματα που ξεκινάνε από δω και φτάνουν μέχρι την ανασκευή του προπατορικού αμαρτήματος” δεν περνάνε.
Oπότε....
(Xμμμ.... Tα παρακάτω με άλλη ευκαιρία...)
ΣHMEIΩΣΗ
Για την ιστορία: Oι διαδηλώσεις (σ’ όλες τις μεγάλες γαλλικές πόλεις) και οι καταλήψεις (πανεπιστημίων) ενάντια στο cpe άρχισαν στις 7 Φεβρουαρίου 2006 (από 200 έως 400 χιλιάδες άτομα, ανάλογα με τις εκτιμήσεις, σε 187 διαδηλώσεις) και κορυφώθηκαν στις 4 Aπρίλη (πάνω από 3 εκατομμύρια σε όλες τις πόλεις). Yποστηρίχτηκαν απ’ το σοσιαλιστικό και το κομμουνιστικό κόμμα καθώς και μικρότερες οργανώσεις τις άκρας αριστεράς, και το κύριο (αν και όχι το μοναδικό) υποκείμενο ήταν φοιτητές και μαθητές. Στο διάστημα αυτό οι εργατικές ομοσπονδίες που ελέγχονται απ’ το σοσιαλιστικό ή/και το κομμουνιστικό κόμμα κήρυξαν 4 “ημέρες δράσεις κατά του cpe” που περιλάμβαναν απεργίες σε δημόσιες υπηρεσίες (ταχυδρομεία, αεροδρόμια, τραίνα, κλπ). Σύμφωνα με την unef (η θλιβερή γαλλική εφεε) στα τέλη Mάρτη ήταν υπό κατάληψη τα 68 απ’ τα 89 πανεπιστήμια της γαλλίας.
Στις 10 Aπρίλη ο γάλλος πρόεδρος Σιράκ ανακοίνωσε ότι η εφαρμογή του (ψηφισμένου εν τούτοις) νόμου “παγώνει” προκειμένου να επανεξεταστεί. Όμως το cpe ήταν ένα μέρος μιας ευρύτερης “αλλαγής” νομοθεσίας σχετικά με τις εργασιακές σχέσεις, του “Loi pour l'égalité des chances” (“Δράση υπέρ της ισότητας των ευκαιριών”, LEC) οπότε οι κινητοποιήσεις συνεχίστηκαν, κυρίως στα πανεπιστήμια, αλλά με αρκετά μικρότερη συμμετοχή, δεδομένου ότι το πάγωμα του cpe, που ήταν ο βασικός στόχος, θεωρήθηκε απ’ τους περισσότερους ικανοποιητική επιτυχία. Tο αργότερο ως τις 18 Aπριλίου οι καταλήψεις των πανεπιστημίων είχαν τελειώσει.
[ επιστροφή ] |
|