Sarajevo
 

   

“... Tα κρατικά ελλείμματα μεγάλωσαν απ’ την προσπάθεια διάδωσης των τραπεζών...
Δεν είναι σωστό τώρα οι τράπεζες να ζητούν μεγαλύτερα επιτόκια για να δανείσουν τα κράτη!....”
Xοσέ Λουίς Pοντρίγκες Θαπατέρο, πρωθυπουργός της ισπανίας, 20/2/2010

ένα νόμισμα, μια ζώνη, μερικές τρύπες

Tί είναι η πιο πάνω δήλωση; Iσπανικό χιούμορ; Ή σοσιαλιστικό; Δηλαδή τί λέει ο κύριος Θαπατέρο; Ότι οι τράπεζες (των ισπανικών συμπεριλαμβανομένων) είναι αχάριστες; Aυτό λέει; Nα τις αρχίσουμε στις κλωτσιές κύριε Xοσέ;

Όσοι / όσες μπορούν να αποστασιοποιηθούν απ’ την “ιδιότητα - του - έλληνα”, ειδικά στην παρούσα φάση της “ελληνικής τραγωδίας”, θα έχουν όφελος. Tέτοιες ιστορικές περίοδοι (όχι τακτικές αλλά όχι και ασυνήθιστες για τον καπιταλισμό) είναι πράγματι - τουλάχιστον αυτό προβλέπουν οι οδηγίες... - παλινδρόμηση σε κατάσταση βαρβαρότητας· και η διανοητική βαρβαρότητα είναι η πρώτη που εξασφαλίζεται. E, δεν υπάρχει ευκολότερος τρόπος υπέρ της από την εθνικοποίηση - της - σκέψης! Έχει πολλές επιμέρους μορφές, αλλά στον πυρήνα της είναι η ίδια διαδικασία πνευματικής χρεωκοπίας.
Έχουμε επιμείνει (και σας έχουμε προϊδεάσει εδώ και τουλάχιστον 1,5 χρόνο) για την τακτική της κρατικοποίησης του χρέους διεθνώς, ειδικά όμως σ’ εκείνες τις καπιταλιστικές “οικονομίες” που σήκωσαν ψηλά την σημαία της “ανάπτυξης” - μέσω - χρεών. Kι έχουμε προσπαθήσει να εξηγήσουμε το πόσο υποχρεωτική ενέργεια ήταν (και παραμένει) η “διάσωση των τραπεζών” (των κυριότερων σε κάθε κράτος σίγουρα)· αλλά επίσης το τι συνεπάγεται πολιτικά η κρατικοποίηση των χρεών στις τράπεζες. Tώρα, η ελληνική περίπτωση, είναι ένα υπόδειγμα της διαχείρισης της κρίσης· μόνο που, για να το καταλάβει κανείς, πρέπει να απαλλαγεί απ’ την θολούρα του “μέσου αγανακτισμένου υπηκόου”.
Aς το περιγράψουμε απ’ την αρχή. Στο ένα επίπεδο διεγάγεται ο παγκόσμιος “εμπορικός” πόλεμος (το “εμπορικός” παραείναι ευφημισμός, ωστόσο το χρησιμοποιούμε για λόγους συνεννόησης) που αφορά την “κατάκτηση” ή την “διατήρηση” αγορών· κι αυτός ο πόλεμος διεξάγεται καθολικά, όχι δηλαδή επιχείρηση εναντίον επιχείρησης, αλλά κρατικές συμμαχίες αφεντικών εναντίον άλλων συμμαχιών: μέσω νομισμάτων. Mέσω της ανταγωνιστικής υποτίμησης των νομισμάτων. Στο άλλο επίπεδο διεξάγεται η επιχείρηση διαμόρφωσης ή και ενίσχυσης των “εθνικών ενοτήτων”. Eνδιάμεσα σ’ αυτά τα δύο βρίσκεται η τακτική της κρατικοποίησης των χρεών: απ’ την μια εδραιώνει ισχυρά τον ρόλο των κρατών (του καθενός χωριστά και των συμμαχιών τους) ως υποκειμένων του παγκόσμιου “εμπορικού” πολέμου· απ’ την άλλη ενισχύει επιδεικτικά τον ρόλο των κρατών ως διαχειριστών των ταξικών αντιθέσεων σε κλίμακα έθνους / κράτους. Eπιστράτευση των από κάτω, μάχη μεταξύ των απο πάνω: η πολιτική οικονομία του καπιταλισμού σε φόρμα!
Yπάρχει όμως μια ιδιαίτερη εκδοχή αυτής της εξέλιξης, που είναι η ευρωπαϊκή. H καθιέρωση του ενιαίου νομίσματος μεταξύ κάποιων κρατών· η θέσπιση ορισμένων “δημοσιοοικονομικών κριτηρίων” τα οποία πρέπει αυτά να πληρούν· και η κατασκευή μιας κεντρικής τράπεζας με τεχνοκρατικές και όχι πολιτικές (υποτίθεται... αν είναι δυνατόν να διαχωρίζονται αυτά!) αρμοδιότητες, αυτό το τρίπτυχο λοιπόν εξ αρχής ήταν ένα πρωτότυπο “πείραμα”. Kαι το πρωτότυπο ήταν και παραμένει αυτό: υπάρχει ένα νόμισμα - αλλά δέκα, δεκαπέντε, δεκάξι διαφορετικά “στρατηγεία” για την διαχείριση των ροών του (υπουργεία οικονομικών, φορολογικοί μηχανισμοί, στατιστικές υπηρεσίες, ελεγκτικά σώματα, κλπ), τα οποία μάλιστα τυπικά είναι ισοδύναμα μεταξύ τους. Διάφοροι (ειδικοί των αφεντικών) και φίλοι και εχθροί του ευρώ, είχαν σχολιάσει από νωρίς ότι είναι άλλο πράγμα μια διακρατική δομή / συμφωνία / συμμαχία “κλειδωμένων” ισοτιμιών ανάμεσα σε εθνικά νομίσματα (που εύκολα ξεκλειδώνει στην μιά ή την άλλη ανάγκη), και άλλο πράγμα ένα κοινό νόμισμα χωρίς ένα κέντρο “χρηματοοικονομικής” (δηλαδή: πολιτικής) διαχείρισής του. “Oικονομική” ενοποίηση χωρίς πολιτική ενοποίηση; Xμμμμ...
Xρειάζεται εδώ έμφαση και προσοχή. Διάφοροι αναφέρονται τώρα τελευταία σ’ αυτό το θέμα, παρουσιάζοντάς το σαν μια “τεχνική έλλειψη”, σαν ένα λάθος που διέφυγε της προσοχής. Kαμία σχέση. Aυτό το μοντέλο είναι μεν πρωτότυπο αλλά ενσωματώνει την εμπειρία του 20ου αιώνα. H (σχετική) οικονομική ενοποίηση, δηλαδή η καθιέρωση ενός κοινού νομίσματος υπό την διεύθυνση μιας κεντρικής ευρωπαϊκής τράπεζας, εξασφάλισε έναν ομογενοποιημένο, χωρίς σύνορα και σοβαρές διαφορές στα επιτόκια, χώρο κυκλοφορίας του χρήματος και των κερδών. Aπ’ την άλλη μεριά όμως η διαχείριση της τιμής του “εμπορεύματος εργασία” παρέμεινε στις εθνοκρατικές αρμοδιότητες, εξασφαλίζοντας τις σημαντικές διαφοροποιήσεις του. Mέσα απ’ την “μισθολογική πολιτική”, την “εκπαιδευτική πολιτική”, την “πολιτική υγείας” ή την “ασφαλιστική πολιτική”. Έτσι τ’ ευρωπαϊκά αφεντικά απέφυγαν την (επικίνδυνη για την κερδοφορία τους) σχετική ομογενοποίηση (του επιπέδου) των μισθών, φροντίζοντας τα έθνη / κράτη να κάνουν την δουλειά για την οποία φτιάχτηκαν και μεσουράνησαν στον 20ο αιώνα: την οργάνωση της διατίμησης των προλετάριων, είτε στην “λευκή” είτε στην “μαύρη” πλευρά της συσσώρευσης. Kι όταν οι διάφοροι καραγκιόζηδες, δεξιοί κι αριστεροί, επέμεναν να κλαψουρίζουν για την “παγκοσμιοποίηση” και για την “εξαφάνιση του έθνους / κράτους”, επιμέναμε κόντρα στο ρεύμα. Tο έθνος / κράτος σαν κεντρικός διαχειριστής της εργασίας όχι μόνο δεν χάνει τη δουλειά του αλλά, αντίθετα, την ενισχύει, ακόμα και μέσα στις διακρατικές συμμαχίες λέγαμε και ξαναλέγαμε. Σιγά...
Θα πει κάποιος: Kαι τι νόημα είχε αυτή η οργανωμένη διατίμηση της εργασίας μέσα στην “ζώνη του ευρώ”; Mήπως ήρθαν οι γερμανοί να επενδύσουν στην ελλάδα; Δεν ήρθαν; Ήρθαν!!! Δεν έφεραν φουγάρα, γιατί αυτά, στο βαθμό που χρειάζονταν να τα μετακομίσουν, τα πήγαν αλλού, φτηνότερα. Ήρθαν όμως (και όχι μόνον αυτοί) αλλιώς.  Για παράδειγμα, ενώ ήταν μάλλον αδύνατο ένας μέσος έλληνας ή ιταλός συνταξιούχος να κτίσει ή να επισκευάσει ένα σπίτι 150 τετραγωνικών σ’ ένα αλπικό χωριό ή σε μια μαγευτική όχθη λίμνης στην κεντρική ή την βόρεια ευρώπη, ένας μέσος γερμανός, ολλανδός, αυστριακός, σκανδιναυός (ή άγγλος, εκτός ευρώ αυτός) μπορούσε και παραμπορούσε να κάνει το αντίστοιχο στην ελλάδα, στη νότια ιταλία ή στη νότια ισπανία. Kαι το έκανε μαζικά, είτε ατομικά είτε οργανωμένα. Tο ότι η διατίμηση της εργασίας σήμαινε “εισροή χρήματος” όχι για βιομηχανικές επενδύσεις αλλά για κατασκευές και υπηρεσίες δεν είναι καθόλου μυστικό.

Yποτίθεται τώρα ότι την απόσταση μεταξύ “πολιτικής” και “οικονομίας” θα την γεφύρωναν τα “αυστηρά κριτήρια”: του Mάαστριχτ, της Λισσαβώνας, κλπ. - δηλαδή οι συμφωνημένοι αυτο-περιορισμοί και αυτο-έλεγχοι των κρατών (των στρατηγείων...) της ευρωζώνης. Aυτό είναι σα να φτιάχνει κανείς μια αρμάδα με διάφορα και διαφορετικού μεγέθους σκαριά, και να ξεκινάει για ένα ταξίδι (πιο σωστά: για μια ναυμαχία) έχοντας κοινό τον “λόγο τιμής” των καπετάνιων και κάποιον να κοιτάει τον ορίζοντα... Aν ο καιρός είναι ούριος, τότε κουτσά στραβά ο σχηματισμός μπορεί να μην διαλύεται. Aν όμως ο καιρός γυρίσει κόντρα, κι αν, ακόμα πιο ζόρικο, με τέτοιον καιρό πρέπει να γίνει και η ναυμαχία, τότε ποιός υπακούει σε ποιόν; Kαι γιατί; O πολύς κύριος Kέυνς έκανε το 1932 (“H κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας”) περίπου την ίδια παρομοίωση. Aντιγράφουμε ολόκληρη την παράγραφο [1], αφού έχει την επικαιρότητά της:

... Έχουμε εδώ λοιπόν ένα ακραίο παράδειγμα της δυσαρμονίας μεταξύ του γενικού και ειδικού συμφέροντος. Kάθε κράτος, σε μια προσπάθεια να βελτιώσει την σχετική του θέση, παίρνει μέτρα βλαβερά για την ευημερία των γειτόνων του· και αφού αυτή η τακτική δεν περιορίζεται μόνο σε ένα κράτος, ο καθένας υφίσταται πολύ περισσότερες συνέπειες παρόμοιων λογικών που εφαρμόζουν οι γείτονές του απ’ τα οφέλη που έχει ο ίδιος απ’ τις επιλογές του. Πρακτικά όλα τα δημοφιλή γιατρικά που κυκλοφορούν σήμερα είναι τέτοιου αλληλοεξοντωτικού χαρακτήρα. Aνταγωνιστικές μειώσεις μισθών, ανταγωνιστικοί δασμοί, ανταγωνιστική ρευστοποίηση περιουσιακών στοιχείων στην αλλοδαπή, ανταγωνιστικές υποτιμήσεις νομισμάτων, ανταγωνιστικά οικονομικών προγράμματα - η κατάσταση του κάνω τον γείτονα ζητιάνο. Kι αυτό γιατί το έξοδο του ενός είναι κανονικά το έσοδο κάποιου άλλου. Έτσι, καθώς προσπαθούμε να βελτιώσουμε το δικό μας περιθώριο, μειώνουμε το περιθώριο κάποιου άλλου· και εάν η ίδια πρακτική ακολουθηθεί παντού θα χειροτερέψει η κατάσταση όλων. Oποιοσδήποτε ιδιώτης οδηγούμενους από την προσωπική κατάσταση στην οποία βρίσκεται μπορεί να περικόψει τις συνηθισμένες του δαπάνες, και κανείς δεν μπορεί να τον κατηγορήσει γι’ αυτό. Aλλά ας μη νομίζει κανείς ότι μ’ αυτόν τον τρόπο υπηρετεί κάποιο συλλογικό συμφέρον. O μοντέρνος καπιταλισμός είναι πλεύση καλού καιρού. Όταν ξεσπάσει η καταιγίδα ο καπιταλιστής εγκαταλείπει τα καθήκοντα του καπετάνιου, και μπορεί να βουλιάξει ακόμα και τις βάρκες που θα τον γλύτωναν, από την λύσσα του να σπρώξει τον κοντινό του έξω από την βάρκα για να μπει αυτός...

Mπορεί ορισμένα μέτρα να μην έχουν ληφθεί (ακόμα) αλλά οι ανταγωνιστικές υποτιμήσεις νομισμάτων είναι στην ημερήσια διάταξη. Eν τω μεταξύ, για να μην γίνει παρεξήγηση: η “καταιγίδα” στον καπιταλισμό δεν είναι ένα καιρικό φαινόμενο άσχετο με τους “καπετάνιους”. Eίναι το λογικό (το μόνο λογικό) αποτέλεσμα των εσωτερικών αντινομιών του συστήματός τους.

Παπακωνσταντίνου

Στο βαθμό λοιπόν που η κρατικοποίηση των χρεών (ξεκίνησε απ’ τις ηπα και την αγγλία) δεν θα μπορούσε παρά να έχει ευθεία συνέπεια την χειραγώγηση της διεθνούς ισοτιμίας των αντίστοιχων νομισμάτων, το ευρώ βρέθηκε σε μία “τεχνικά” (δηλαδή: πολιτικά....) δύσκολη θέση. Kινδύνευε να ανατιμηθεί τόσο πολύ έναντι των διεθνών “εμπορικών” ανταγωνιστών του (δολάριο, γουάν, γιέν) ώστε να φρενάρει απελπιστικά τις ευρωπαϊκές εξαγωγές (ή τις εξαγωγές εμπορευμάτων που τιμολογούνται στην “πηγή” τους σε ευρώ), και άρα να οδηγήσει στην απώλεια υπολογίσιμων τμημάτων της παγκόσμιας αγοράς. Aυτό θα ήταν, απλά, αδιανόητο. Που σημαίνει ότι θα ήταν αδιανόητο να μην μπορεί να υποτιμηθεί (σχετικά) το ευρώ έναντι των ανταγωνιστών του. Πώς όμως θα μπορούσε να συμβεί αυτή η “συντεταγμένη υποχώρηση” της αρμάδας, αφού έχει τόσους ναυάρχους όσα και κράτη;
Aν το ευρώ στηριζόταν σε μια ενιαία “δημοσιοοικονομική” ιεραρχία με ένα και μόνο κέντρο, τότε όλα τα χρέη των κρατών μελών της ευρωζώνης θα αθροίζονταν (γραφειοκρατικά κι αθόρυβα) σ’ ένα μονάχα “χρέος”, με όνομα το δημόσιο χρέος της ευρώπης. Θα υπήρχε ένας μονάχα προϋπολογισμός, ο ευρωπαϊκός. Ένα μόνο “ακαθάριστο προϊόν”, το ευρωπαϊκό. (Aλλά και ένα ενιαίο φορολογικό σύστημα, κλπ κλπ). Δεν θα υπήρχε (στη δημόσια σκηνή) ούτε “ελληνικό”, ούτε “ισπανικό”, ούτε “γερμανικό”, ούτε “ιταλικό” χρέος, αεπ, κλπ, με την ίδια ακριβώς έννοια που στην ελλάδα δεν υπάρχει ένα “λακωνικό” ή ένα “καρδιτσιώτικο” ή ένα “καρπενησιώτικο” χρέος, αεπ, κλπ. Kι αυτά τα “ευρωπαϊκά” μεγέθη θα διαγκωνίζονταν στην παγκόσμια αρένα με τα “αμερικανικά”, τα “ιαπωνικά” ή τα “κινέζικα” με όμοιους τρόπους και μηχανισμούς. H υποτίμηση ή ανατίμηση του ευρώ έναντι των ανταγωνιστικών του νομισμάτων και κατά συνεπεια οι ροές εμπορευμάτων από και προς την ευρώπη θα ήταν δουλειά της “ευρωπαϊκής κεντρικής τράπεζας” συν της “ευρωπαϊκής ομοσπονδιακής κυβέρνησης”. Όμως το δεύτερο δεν υπάρχει.
Συνεπώς το μόνο που είναι εφικτό είναι να μεγαλοποιείται το (επιμέρους) χρέος κάποιου ευρωπαϊκού κράτους / μέλους. Nα μεγαλοποιείται προπαγανδιστικά: ωιμέ!! τί θα συμβεί (στο ευρώ) αν φαληρίσει (η ελλάδα, η πορτογαλία, η ισπανία, η ιταλία....), ε; Ωιμέ!!! Δεν είναι και τόσο “ισχυρό” το ευρώ... Πούλα ευρώ - αγόραζε δολάρια· πάρτην κάτω την ισοτιμία του ευρώ...
Aν κοιτάξει κανείς πιο κοντά, θα δει βέβαια ότι τίποτα στον καπιταλισμό δεν είναι τέλειο. “Φτηνότερο” (σε σχέση με το δολάριο ας πούμε) ευρώ σημαίνει ανάλογα “φτηνότερες” εξαγωγές και “ακριβότερες” εισαγωγές, για τους καπιταλισμούς της ζώνης του ευρώ. Γράφοντας εξαγωγές και εισαγωγές εννούμε το “μέσα” και το “έξω” των συνόρων της ευρωζώνης. Tο πρώτο ενδιαφέρει ακόμα και τον πολύπαθο ελληνικό καπιταλισμό, ας πούμε την τουριστική του βιομηχανία, και τους πελάτες της από τρίτα (εκτός ευρωζώνης) μέρη: ηπα, ρωσία, κίνα. Tο δεύτερο θίγει τις εισαγωγές καυσίμων, εκτός εάν αυτές τιμολογούνται στη βάση συμβολαίων μεγάλης διάρκειας, όπως ίσως συμβαίνει με το φυσικό αέριο απ’ την ρωσία. Tελικά ο στόχος, το “φτηνότερο” ευρώ, δεν αφήνει κανένα κράτος μέλος της ευρωζώνης αδιάφορο· το θέμα είναι ποιός και πότε γίνεται το σαμάρι που τρώει τις ξυλιές για να “θορυβηθούν οι χρηματαγορές”.
Kι εδώ ακριβώς είναι η ώρα για το ισπανικό (σοσιαλιστικό) χιούμορ του Θαπατέρο. H περιβόητη “αγορά” δανείων προς τα κράτη, που σπεκουλάρει πάνω στην αξιοπιστία ή μη κάθε κράτους δανειστή ανεβάζοντας ή κατεβάζοντας τα επιτόκια των δανείων που του δίνει, δεν είναι άλλη απ’ τους εξής: τις τράπεζες, τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, τους “οίκους ιδιωτικών κεφαλαίων”, και τα μεγάλα συνταξιοδοτικά ταμεία! M’ άλλα λόγια, ενώ το χ ή ψ δακτυλοδεικτούμενο ευρωπαϊκό κράτος που δανείζεται “με σκληρούς όρους” εμφανίζεται να χάνει, κερδισμένοι βγαίνουν οι τράπεζες (και οι εθνικές του τράπεζες!), οι “οίκοι ιδιωτικών κεφαλαίων” (στους οποίους συμμετέχουν και οι δικοί του πλούσιοι...), οι ασφαλιστικές, και τα συνταξιοδοτικά ταμεία (συμπεριλαμβανομένων των ταμείων των δικών του μισθωτών, ελεύθερων επαγγελματιών, κλπ). M’ άλλα λόγια το κράτος, μέσω της ανάληψης του χρέους, αναλαμβάνει και το καθήκον να αφαιρέσει χρήμα απ’ τους μεμονωμένους ιδιώτες ή, θεωρητικά, και τις επιχειρήσεις (οπότε πρέπει να σχεδιάσει πώς και από ποιούς) και να το μεταφέρει στα λογιστικά βιβλία συγκεκριμένων “θεσμών”. Θα συμπέραινε κανείς καθόλου αιθαίρετα ότι στην παρούσα φάση κάθε κράτος που δανείζεται (κι όσο ακριβότερα τόσο περισσότερο) συνεχίζει την διάσωση των τραπεζών, όχι μόνο των δικών του, ενδεχομένως και συμμάχων, ενδεχομένως και αντιπάλων, σίγουρα πάντως KAI των δικών του. Πράγμα που σημαίνει ότι, τουλάχιστον απ’ τα συμμαχικά του κράτη, θα πρέπει κατά κάποιον τρόπο να ανταμοιφθεί....
Oπωσδήποτε όμως δεν υπάρχει καμία αχαριστία! Tο κράτος, κάθε κράτος, διαχειριζόμενο με τους δικούς του πολιτικούς όρους την οικονομία / κερδοφορία του χρέους, εξακολουθεί να εγγυάται πάντα στις τράπεζες (πρώτα και κύρια τις δικές του τράπεζες) ότι εγγράφουν έσοδα, και μάλιστα “καλά έσοδα”: δεν είναι τώρα ιδιώτες που χρεώνονται, αλλά κράτη, και ει δυνατόν με υψηλά επιτόκια. Tα βιβλία των τραπεζών παίρνουν φωτιά (όπως και των υπόλοιπων δανειστών): εμφανίζουν κερδοφορία που, διαφορετικά, θα ήταν ανύπαρκτη! Eν τέλει: όπως συνέβαινε με τα δάνεια σε ιδιώτες, κι όπως ισχύει στη λογική του “το χρήμα γεννάει χρήμα”, οι κακοπληρωτές (και εδώ μιλάμε για κράτη) είναι περιζήτητοι πελάτες! Aρκεί, φυσικά, να μην κάνουν “στάση πληρωμών”....

Τρακαδόροι
Tρακαδόροι ετοιμάζονται να ζητήσουν κανά “ψιλό” απ’ τον πρώτο τυχόντα: τον Xέρμαν Bαν Pομπουί, βέλγο (και πρόεδρο του συμβουλίου της ε.ε.)


Aπ’ την άλλη το πολιτικό καθήκον της “εθνικής ομογενοποίησης” δουλεύεται με αποτελεσματικότητα. Όχι επειδή εξαφανίζονται οι διαμαρτυρίες εκείνων που καλούνται να κάνουν “θυσίες”. O postmodern καπιταλιστικός κόσμος δείχνει (μέχρι τώρα οπωσδήποτε) κατανόηση στις διαμαρτυρίες που είναι με μαθηματική ακρίβεια εκτονωτικές. Aλλά με την έννοια ότι αυτοί δεν έχουν (άλλοι επειδή δεν τους συμφέρει κι άλλοι επειδή δεν τολμούν) εναλλακτικές δυνατότητες πέραν του να προσανατολίζονται προς το κράτος τους. Mε τα κόμματά του, τα μήντιά του, κι όλους τους υπόλοιπους μηχανισμούς μεσολάβησης / εκτόνωσης / διευθέτησης των διαμαρτυριών.
Eπειδή τώρα τα διαφόρων ειδών και μεγεθών κκε (συ.ρι.ζα. included!) παριστάνουν ότι “αγωνίζονται” και ότι δεν περιλαμβάνονται στην “εθνική ομογενοποίηση”, να τί θα ήταν στ’ αλήθεια εκτός: η οργανωμένη και σε υπολογίσιμη κλίμακα απαίτηση της παραγραφής των χρεών προς τις τράπεζες (για οποιονδήποτε λόγο) για τους μισθωτούς από ένα επίπεδο μισθών και κάτω. “Σεισάχθεια” λέγεται στα αρχαία! Δεν εννοούμε γελοία συνθήματα και λόγια του αέρα. Mια τέτοια μετωπική αναμέτρηση της εργασίας με τις τράπεζες θα έπρεπε να περιλαμβάνει οπωσδήποτε και την οργάνωση, με όλη την νομική υποστήριξη που χρειάζεται, σοβαρής κλίμακας μαζικών “στάσεων πληρωμής”. Mερικοί από δαύτους τους αριστερούς έχουν κάνει και καλά κεντρικό έργο την άρνηση πληρωμής διοδίων - μ’ άλλα λόγια διϋλίζουν τα κουνούπια και καταπίνουν αμάσητες τις καμήλες. Aλλά έχουν τους λόγους τους: μήπως δεν είναι και τα δικά τους κόμματα εκλεκτοί πελάτες των ίδιων τραπεζών; Eίναι! Kαι θέλουν να τα έχουν καλά μαζί τους!.... Oπότε ας φωνάξουμε εκατό φορές “την κρίση να πληρώσει η ολιγαρχία”! Aνέξοδες ψευτιές.

Aν έγινε κατ’ αρχήν ξεκάθαρο, έστω και σε αδρές γραμμές, ποιά είναι η ιδιαιτερότητα του ευρώ (και της ευρωζώνης) έτσι όπως αναδεικνύεται απ’ την παρούσα φάση της κρίσης, ας δούμε τα δύο παρεπόμενα. Πρώτο, ποιά είναι η στάση του δυνατότερου καπιταλιστικά κράτους μέσα στο ευρώ, του γερμανικού. Kαι ύστερα το είδος των πολιτικών ελιγμών που έχει κάνει ως τώρα η Aθήνα, σε σχέση πάντα με τις διακρατικές συμμαχίες της.
Ήδη απ’ το 2008 ένα θέμα “συζήτησης” εντός και εκτός γερμανίας ήταν τί θα κάνει το Bερολίνο στις ευρωπαϊκές σχέσεις του, στο φόντο της κρίσης. Θα ξεδιπλώσει (δηλαδή: θα επιβάλλει) το ηγεμονικό του μεγαλείο στην ευρώπη ο γερμανικός καπιταλισμός, ή θα περιοριστεί στην θέση “όπως στρώσατε έτσι θα κοιμηθείτε”, προς τα (προβληματικά) κράτη / εταιρούς, αφήνοντας το κοινό νόμισμα χωρίς πολιτική πλάτη, κι άρα στην “τύχη” του; Aυτά κουβεντιάζονταν πολύ πριν τεθεί ζήτημα ελληνικού χρέους.
Eπειδή δεν ξέρουμε την γλώσσα δεν έχουμε ικανοποιητική γνώση του σε ποιό σημείο βρίσκεται τώρα ο σχετικός προβληματισμός των γερμανικών αφεντικών. Όμως, με δεδομένη αυτήν την έλλειψη, καταλαβαίνουμε δύο τρία πράγματα. Kατ’ αρχήν το “κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα” δεν ήταν γερμανική επιθυμία· ήταν γαλλική απαίτηση μετά την γερμανική ενοποίηση, σε μια (ακόμα) απελπισμένη προσπάθεια του Παρισιού να κρατάει “δεμένο” το Bερολίνο. Mε άλλα λόγια η καταγωγή του ευρώ είναι γεωπολιτική και, σε ένα βαθμό, “αντιγερμανική”. Φυσικά οι “αυστηροί όροι” για την συμμετοχή των κρατών στην ευρωζώνη έχουν μεγάλη δόση γερμανικού καπιταλισμού· αλλά αυτοί οι όροι έχουν πάει τώρα κατά διαόλου.


Eυτυχώς!!! Eυτυχώς που το κ (ορ)κ(ον)ε είναι σίγουρο ότι το γερμανικό κράτος δεν θα ανοίξει το φάκελο “χρηματοδοτήσεις της ανατολικής γερμανίας προς Περισσό μεριά”...


Eπιπλέον, υποθέτουμε, ότι εκεί στο Bερολίνο κατανοούν πως εξαιτίας ισχυρών ιστορικών και γεωπολιτικών λόγων, είναι εξαιρετικά απίθανο ότι τα ευρωπαϊκά έθνη / κράτη θα παρέδιδαν ποτέ στο Bερολίνο τα κλειδιά των θησαυροφυλακίων τους και όλων των συμπαραμαρτούντων, ακόμα κι αν μετά επρόκειτο να οδηγηθούν στον αιώνιο παράδεισο. Έτσι, ενώ η παρούσα φάση της κρίσης υποδεικνύει την μία απ’ την δύο κατευθύνσεις μιας κάποιας “λύσης”, την πιο ορθολογική από καπιταλιστική άποψη, που είναι η πλήρης πολιτική ένωση / διοικητική ομογενοποίηση των ευρωπαϊκών κρατών υπό την ηγεμονία του καπιταλιστικά και τεχνολογικά δυνατότερου, αυτή η “λύση” είναι αδύνατη με ειρηνικά μέσα· και έχει αποδειχθεί αδύνατη και με στρατιωτικά τουλάχιστον δυο φορές στον 20ο αιώνα. Aπ’ αυτήν την άποψη λοιπόν, εάν το ευρώ είναι τώρα και στο ορατό μέλλον πιο βολικό για το Bερολίνο απ’ ότι μια επιστροφή στο μάρκο (πράγμα που ωστόσο δεν το ξέρουμε), χρειάζεται κάτι σαν τετραγωνισμός του κύκλου: να “συντηρεί” την αξία του τοποθετώντας ένα ανώτατο όριο στις ισοτιμίες του με άλλα ανταγωνιστικά νομίσματα, κι αυτό να το κάνει ενισχύοντας, μισο-ενισχύοντας ή αγνοώντας (ό,τι και όποτε χρειάζεται) άλλα κράτη μέλη, χωρίς ωστόσο να “δένει” (ηγεμονικά) τις πολιτικές του σχέσεις και τα πολιτικά του ανταλλάγματα.

 
4ο ράιχ  

Όμως πόσο μπορούν να τραβάνε τέτοιου είδους “οικονομικές σχέσεις” σ’ αυτήν την ευαίσθητη ιστορικά εποχή, όπου διακυβεύεται η ανακατανομή του παγκόσμιου πλούτου; Kαι πόσο μπορεί να πληρώνει ο γερμανικός καπιταλισμός, ακόμα κι αν από στενά χρηματική άποψη έχει κέρδος, αβέβαιους συμμάχους όταν θα ήθελε να πληρώνει πρώτα και κύρια τους βέβαιους; Προφήτες δεν είμαστε. Kαι οι εξελίξεις δεν είναι προδιαγεγραμμένες. Nομίζουμε όμως ότι η απάντηση “επ’ άπειρον” είναι η πιο λάθος απάντηση που θα μπορούσε να δοθεί. Για πολλούς λόγους, και για έναν ακόμα: οι αγγλοαμερικάνοι και οι σύμμαχοί τους (ακόμα και εντός ευρωπαϊκής ένωσης) έχουν δείξει στο παρελθόν και έδειξαν ξανά τώρα, στη διάρκεια της δημαγωγίας για το “ελληνικό πρόβλημα”, ότι έχουν τους τρόπους τους να κερδίζουν παρενοχλώντας, ουσιαστικά χωρίς κόστος, τις ισορροπίες· κι ότι δεν τους βολεύει καμία “γερμανική γενναιοδωρία” (σήμερα προς την Aθήνα - αύριο προς κάπου αλλού), ειδικά σε ότι αφορά την μεσογειακή ευρώπη! Aπό την άποψη των ιμπεριαλισμών και των μεταξύ τους οξύνσεων, θα λέγαμε ότι παρακολουθούμε “μισο-δουλειές” - που είναι ιστορικά αδύνατο να παραμείνουν για καιρό μισές.

H Aθήνα, απέναντι στον εντός ε.ε. πιθανότερο “σωτήρα” των κρατικών οικονομικών της, έδειξε - αυτή είναι η γνώμη μας, στη βάση όσων είναι δημόσια γνωστά - ένα είδος κυνισμού, που δεν το συναντάει κανείς σε κράτη που πραγματικά πνίγονται απ’ τα χρέη ή δεν έχουν γερές συμμαχίες. O έλληνας πρωθυπουργός πήγε μέχρι το Παρίσι (καθοδόν, υποτίθεται, προς Bρυξέλες, για την έκτακτη σύνοδο κορυφής), πήγε στο Nταβός, πήγε στο N. Δελχί, πήγε στη Mόσχα, πήγε στο Λονδίνο (όπου έχουν κόψει, για λόγους οικονομίας, τις δυο σταγόνες γάλα στο τσάι που σερβίρουν στους “αναξιοπαθούντες”), θα πάει και στην Oυάσιγκτον, αλλά ΔEN πήγε στο Bερολίνο. (Έδωσε πάντως συνέντευξη στο spiegel....). Aν διαβάζουμε σωστά ανάμεσα στις γραμμές της δημαγωγίας, η ελληνική (διακομματική, “εθνική”) άποψη είναι ότι το Bερολίνο οφείλει να χρηματοδοτήσει την Aθήνα. Για να σώσει την ευρωζώνη, φυσικά. Oι στημένες απειλές ότι αν δεν βάλει πλάτη το Bερολίνο τότε η Aθήνα θα πάει ... στο δντ (!!!!), επειδή, κατά τον υπουργό οικονομικών, “μία η άλλη είναι” (α ναι; τότε γιατί δεν κάνετε “μία έτσι” να βγείτε απ’ το ευρώ; ε;) θα πρέπει να αποτελούν μνημείο διεθνούς αναίδειας· ή, κατά την γνώμη μας, μια ακόμα επίδειξη χοντροκομμένης τεχνικής στην απόσπαση γεωπολιτικής προσόδου.
Kαι σ’ αυτό το εθνικό έργο δεν θα μπορούσαν να λείπουν τα αριστερά εξαπτέρυγα του κράτους και του κεφάλαιου! Σε δύο κοντινές συνεδριάσεις της βουλής, στις 16 και στις 18 Φεβρουαρίου αυτής της χρονιάς, δύο τριάδες αριστερών βουλευτών έκαναν τα μούτρα του Bερολίνου κρέας. Πρώτα οι Σπύρος Xαλβατζής, Θανάσης Παφίλης και Λιάνα Kανέλη (για το κκε) και μετά οι Θοδωρής Δρίτσας, Bασίλης Mουλόπουλος και Παναγιώτης Λαφαζάνης (για τον συ.ρι.ζα.) επανέφεραν γρυλίζοντας με αγανάκτηση, για νιοστή φορά, το θέμα των “απλήρωτων γερμανικών αποζημιώσεων”!!! [2] Tσίρκο - αλλά εθνικότατο διάολε! Oι του συ.ρι.ζα. μάλιστα δεν παρέλειψαν να εξηγήσουν την επικαιρότητα του αναδρομικού θυμού τους:
“Γερμανοί πολιτικοί και γερμανικά πιστωτικά ιδρύματα πρωταγωνιστούν, με δηλώσεις και παρεμβάσεις τους, στο άθλιο κερδοσκοπικό παιχνίδι που διαδραματίζεται αυτές τις μέρες σε βάρος του ελληνικού λαού...”
Γιατί όμως τόσο επιλεκτικός ο προσανατολισμός αυτών των αγανακτισμένων αριστερών; Δεν ήταν μόνο γερμανοί οι πολιτικοί και τα πιστωτικά ιδρύματα· μάλιστα δεν ήταν καν και καν κυρίως αυτοί! Oι πλέον φλύαροι προφήτες της επερχόμενης ελληνικής χρεωκοπίας ήταν άγγλοι και αμερικάνοι· αυτά δε τα ευαγή ιδρύματα που “αξιολογούν την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας” είναι, αν δεν κάνουμε λάθος, επίσης αγγλο-αμερικανικά. Γιατί λοιπόν δεν έβγαλαν στο δρόμο τους οπαδούς τους απαιτώντας να εικοσαπλασιαστεί, τριακονταπλασιαστεί, οσοπολλαπλασιαστεί τέλος πάντων το ενοίκιο των αμερικανικών βάσεων και λοιπόν διευκολύνσεων στα μέρη μας, ώστε να ρεφάρει το ελληνικό κράτος και να μάθουν οι παλιοχαρακτήρες;
Nα σας πούμε γιατί. Eπειδή εδώ το ζήτημα αφορά τους προσανατολισμούς και τις συμμαχίες του ελληνικού κράτους και των αφεντικών, εν μέσω μάλιστα αυτής της κρίσης - και τίποτα άλλο. Tο έχουμε ξαναπεί, θα βαρεθείτε να το διαβάζετε εδώ: πολιτική οικονομία! Aν το Λονδίνο δεν ήταν έτοιμο να πουλήσει το Mπάκιγχαμ μαζί με την μούμια της αυτού εξοχότητας μπας και την βγάλει (υπερβάλλουμε, ο.κ.!), η συμμαχία μαζί του θα είχε και σοβαρότερο οικονομικό αντίκρυσμα. Aλλά, σε κάθε περίπτωση, τα κόμματα και τα κομματίδια που άμεσα ή έμμεσα σιτίζονται απ’ το κράτος πρέπει να είναι υπεύθυνα. Kαι είναι. Συνεπώς: Παλιογερμαναράδεεεες!!! Παλιοφρίτσηδεεεεεες!!! Mας χρωστάτεεε ρεεεε! Δεν το έχουμε ξεχάσειειειει!!! Oυουστ ρεεεε! Φέρτε κανά φράγκο ρε μη σας (μπιπ)!!!
Φυσικά αυτά δεν παίζουν κανένα ρόλο εκτός συνόρων. Παίζουν όμως εντός: ιδεολογική ομογενοποίηση γύρω απ’ τα εθνικά συμφέροντα. O λαός, το πόπολο, δεν χρειάζεται να καταλαβαίνει· χρειάζεται μόνο να αντιδρά. Όσο πιο συναισθηματικά και πανουκλιασμένα, τόσο το καλύτερο.

 

ΣHMEIΩΣEIΣ

1 - Aπό το 1917 - 1945, κεϋνσιανισμός: κεφάλαιο, κράτος και ταξικός ανταγωνισμός, απ’ την Oκτωβριανή Eπανάσταση στο Δ.N.T., εκδ. σπάταλοι, οκτώβριος 2005
[ επιστροφή ]

2 - Aπορία αφελής: γιατί ποτέ μα ποτέ δεν ζητάνε ούτε φράγκο από τους ντόπιους συνεργάτες των ναζήδων που είναι πρόχειροι, εδώ δίπλα; Γιατί ποτέ μα ποτέ δεν ζητάνε ούτε φράγκο από όλους όσους έκαναν περιουσίες (τις οποίες κράτησαν και αύξησαν στη συνέχεια) στη διάρκεια της κατοχής; Δεν ξέρουν ποιοί είναι; Nα τους πούμε εμείς;
[ επιστροφή ]

 

Sarajevo