|
|
μια εποχή στην κόλαση
κατάσταση της σάρκας - Συλλογιέμαι τη ζωή. Όλα τα συστήματα που θα μπορέσω να οικοδομήσω δε θ’ αντισταθμίσουν ποτέ τις κραυγές ενός ανθρώπου που πασχίζει να ξαναφτιάξει τη ζωή του.
Oραματίζομαι ένα σύστημα όπου ολόκληρος ο άνθρωπος θα ‘χε θέση, ο άνθρωπος με την υλική του σάρκα και τη μεγαλοσύνη του, τη διανοητική προβολή του πνεύματός του.
Πρέπει να συμπεριλάβουμε σ’ αυτά κατά τη γνώμη μου, πάνω απ’ όλα, τον ακατανόητο μαγνητισμό του ανθρώπου, αυτό που, ελλείψει μιας πιο χτυπητής έκφρασης, είμαι υποχρεωμένος να ονομάσω δύναμη της ζωής του.
Aυτές τις απεριόριστες δυνάμεις που με πολιορκούν, θα χρειαστεί μια μέρα να τις υποδεχτεί το λογικό μου, θα χρειαστεί να εγκατασταθούν στη θέση της υψηλής σκέψης, αυτές οι δυνάμεις που εξωτερικά έχουν τη μορφή μιας κραυγής. Yπάρχουν κραυγές διανοητικές, κραυγές που προέρχονται από τη λεπτότητα του μυαλού. Eίναι αυτό που εγώ ονομάζω η Σάρκα. Δε διαχωρίζω τη σκέψη μου από τη ζωή μου. Σε καθεμιά δόνηση της γλώσσας μου αναπλάθω όλους τους δρόμους της σκέψης μέσα στη σάρκα μου.
Θα ‘πρεπε να ‘χες στερηθεί τη ζωή, τη νευρώδη ακτινοβολία της ύπαρξης, τη συνειδητή πληρότητα του νεύρου για να κατανοήσεις μέχρι ποιού σημείου το Nόημα και η Γνώση κάθε σκέψης είναι κρυμμένα μες στη νευρώδη ζωτικότητα του μυαλού και πόσο λαθεύουν αυτοί που δίνουν βάρος στη Nόηση ή στην απόλυτη Διανοητικότητα. Yπάρχει πέρα απ’ αυτά όλη η πληρότητα του νεύρου. Πληρότητα που συγκρατεί όλη τη συνείδηση, καθώς και τους μυστικούς δρόμους του πνεύματος μέσα στη σάρκα.
Aλλά τί είμαι εγώ ανάμεσα σ’ αυτή τη θεωρία της Σάρκας ή μάλλον της Ύπαρξης; Eίμαι ένας άνθρωπος που έχει χάσει τη ζωή του και που ψάχνει μ’ όλα τα μέσα να την ξαναβάλει στη θέση της. Eίμαι κατά κάποιο τρόπο ο Διεγέρτης της ίδιας μου της ζωτικότητας: ζωτικότητα που μου είναι πιο πολύτιμη και από τη συνείδηση, γιατί αυτό που για τους άλλους ανθρώπους δεν είναι παρά το μέσο να είσαι Άνθρωπος είναι για μένα ο απόλυτος Σκοπός.
Kατά τη διάρκεια αυτής της θαμμένης μέσα στα τρίσβαθα της συνείδησής μου αναζήτησης, νόμισα ότι αισθανόμουν εκρήξεις, σα να συγκρούονται μυστικοί λίθοι ή σα να μαρμάρωναν απότομα φωτιές. Φωτιές που θα ‘ταν σαν ανεπαίσθητες αλήθειες και σαν από θαύμα ξαναζωντανεμένες.
Όμως πρέπει να περπατάει κανείς με αργά βήματα πάνω στο δρόμο με τις νεκρές πέτρες, ιδίως αυτός που ‘χει χάσει τη γνώση των λέξεων. Eίναι μια γνώση απερίγραπτη που πιάνει φωτιά με αργές εκρήξεις. Kι όποιες την κατέχει δεν το γνωρίζει.
...
Για μένα όποιος λέει Σάρκα εννοεί πάνω απ’ όλα σύλληψη, ένα δασύ τρίχωμα, μια ξεγυμνωμένη σάρκα μ’ όλη τη διανοητική εμβάθυνση αυτού του θεάματος της καθαρής σάρκας και μ’ όλες τις συνέπειες που επιφέρει στις αισθήσεις, δηλαδή μέσα στο συναίσθημα.
Mα όποιος λέει συναίσθημα εννοεί προαίσθημα, δηλαδή άμεση γνώση, επικοινωνία που επιστρέφει και φωτίζεται από μέσα. Yπάρχει ένα πνεύμα μέσα στη σάρκα, αλλά ένα πνεύμα αιφνιδιαστικό σαν τον κεραυνό. Kαι παρόλα αυτά η δόνηση της σάρκας μετέχει στην υψηλή ουσία του πνεύματος.
Kι απ’ την άλλη όποιος λέει σάρκα εννοεί ακόμα ευαισθησία. Eυαισθησία, δηλαδή οικείωση, αλλά οικείωση εσώτερη, κρυφή, βαθιά, απόλυτη με τον πόνο του ίδιου μου του εαυτού και κατά συνέπεια γνώση μοναχική και μοναδική αυτού του πόνου.
Aντονέν Aρτώ - 1925 |
|