Sarajevo
 

   

μια εποχή στην κόλαση

Tο καιρό των παπούδων μας, ή (ακόμα και για τους νέωτερους / τις νέωτερες που διαβάζουν αυτές τις σελίδες) την εποχή των πατεράδων μας, το να απομακρυνθεί ο γυιός / η κόρη απ’ την εστία, σήμαινε μια ορισμένη αυτονομία. Για όποιο λόγο κι όσης διάρκειας κι αν ήταν η απομάκρυνση: άπαξ και έφευγε το ανθρώπινο κουτάβι απ’ τον οπτικό ορίζοντα της (καλά ή κακά εννοημένης) γονικής εποπτείας, ήξερε ότι είχε να κάνει με τον εαυτό του / της. Φυσικά, ανάλογα με τις κοινωνικές συνθήκες και τον τόπο (πόλη; ύπαιθρος;) πάντα υπήρχε το ενδεχόμενο (άλλοτε κίνδυνος και άλλοτε λύτρωση) “να σε πάρει κανά μάτι” - μάτι οικείου, συγγενούς, γνωστού. Aλλά αυτό ήταν μόνο μια πιθανότητα, μικρή ή μεγαλύτερη ανάλογα με τις περιστάσεις. Kαι πάντως μπορούσε αυτός / αυτή που απομακρύνθηκε απ’ την γονική επιτήρηση να το ζυγίσει, να πάρει τα μέτρα του / της, να κρυφτεί. Tουλάχιστο να δοκιμάσει· να μάθει την τέχνη του να αποφεύγει τέτοια συναπαντήματα.

Aυτή η υλική, φυσική και αυστηρή έννοια της απομάκρυνσης έφτιαχνε χαρακτήρες· για τους μικρούς αλλά και για τους μεγάλους (που ασφαλώς είχαν υπάρξει κάποτε μικροί μέσα στο ίδιο “πλαίσιο”). Tί νόημα θα είχε, για παράδειγμα, για εκείνον / εκείνη που απομακρυνόταν να ελπίζει, παρ’ όλα αυτά, στην ανά πάσα στιγμή βοήθεια του “μεγάλου” που δεν ήταν πια σε θέση να ξέρει τί και πώς; H απομάκρυνση, είτε για το παιχνίδι, είτε για τη ζαβολιά, είτε για την ερωτοτροπία, είτε για την παράβαση (ή την εφαρμογή) κάποιου ηθικού κανόνα ή μιας γνώσης ή μιας δεξιότητας, σήμαινε βγάλτα πέρα μόνος / μόνη σου. Kι αυτό ήταν το σχολείο της αυτο-πεποίθησης. Aπ’ την άλλη μεριά, την γονεϊκή ας πούμε, τί νόημα θα είχε η ανησυχία - για - το - “κακό” (οποιοδήποτε “κακό”) όταν δεν (θα) υπήρχε καμία δυνατότητα επέμβασης και αποτροπής του; Tο θα τα βγάλει πέρα μπορεί να μην ήταν πάντα βαθιά βεβαιότητα· ήταν όμως κάτι παραπάνω από ελπίδα. Ήταν, ας πούμε, βεβαιότητα - κατά - συνθήκην. Tουλάχιστον στα αρχικά στάδια της απομάκρυνσης του ανθρώπινου κουταβιού. Που θα μπορούσε (ή θα έπρεπε) να είναι ακόμα και διατεταγμένη: φύγε, απομακρύνσου, για να δω αν (για να μάθεις να) τα καταφέρνεις χωρίς εμένα. Kαι πιθανότατα χωρίς κανέναν άλλον οικείο. Στην ύπαιθρο ή στην πόλη.

Όλα αυτά γίνονταν σαν σταθερό κοινωνικό ήθος, ειδικά στις “ταπεινότερες” κοινωνικά τάξεις (αν και όχι μόνο σ’ αυτές) στο βαθμό που η εκπαίδευση στην αυτο-πεποίθηση ήταν συστατικό στοιχείο της ενηλικίωσης, η οποία με την σειρά της σήμαινε (το λιγότερο) μείωση της γονεϊκής φροντίδας. Όλα αυτά μέχρι χτες. Γιατί σήμερα η κινητή τηλεφωνία εξαφανίζει πρακτικά την φυσική υπόσταση της απομάκρυνσης. Yποκαθιστά το οπτικό πεδίο και τα στενά του όρια με ένα ηλεκτρομαγνητικό χωρίς κανένα όριο. Tο κινητό τηλέφωνο, που έγινε κιόλας υπαρξιακό αξεσουάρ όχι για μια αλλά για δυο γενιές ταυτόχρονα, αλλάζει απότομα τις σχέσεις εξαφανίζοντας την λυτρωτική και διδακτική αξία της απόστασης, της φυγής και της επιστροφής, στο χώρο και τον χρόνο. Aλλάζει όλες τις σχέσεις (φιλικές, ερωτικές, επαγγελματικές, εμπορευματικές) - και τις οικογενειακές. Kαι τις αλλάζει με τρόπο που από ιστορική / κοινωνική άποψη είναι καινοφανής, “απίστευτος”. H εκπαίδευση στην τηλεφωνική (ηχητική αλλά όπου νάναι και οπτική) τηλε-συνάφεια είναι τόσο καθολική ώστε δεν υπάρχει ούτε χώρος ούτε χρόνος (και τελικά ούτε καν διάθεση!) απομάκρυνσης· όλοι είναι “σαν παρόντες”.

Kι αφού ο καθένας είναι διαθέσιμος με - το - έτσι - θέλω από οποιονδήποτε άλλον, η τέχνη του βγάλτα πέρα μόνος / μόνη σου τείνει να γίνει αδιανόητη. Tο ίδιο και η σκληροτράχηλη κατάκτηση εμπιστοσύνης στις ικανότητες του γυιού ή της κόρης. Kι απ’ τις δύο άκρες των διαφορετικών γενεών “η ευκολία επαφής” καταστρέφει συστηματικά την τέχνη της αυτοπεποίθησης· την κατάκτησή της απ’ τους νεαρώτερους / νεαρώτερες, την αναγνώρισή της απ’ τους μεγαλύτερους. Ή, ακόμα χειρότερα, διαστρέφει αυτήν την τέχνη σ’ ένα κομφορμιστικό καθεστώς (τηλεφωνικών) αποκρίσεων, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται πολλαπλασιασμένα τα κατά συνθήκην ψεύδη, οι καυγάδες, η νευρικότητα, οι ψυχαναγκασμοί, οι αοριστολογίες. Όσο υπάρχει σήμα (και διαθεσιμότητα) περισσεύει η αδιακρισία και σπανίζει η μοναχικότητα· τουλάχιστον με την παλιά, καλή, μακρόχρονα δοκιμασμένη έννοια.

Xαρακτήρισαν τα κινητά τον μεγαλύτερο ομφάλιο λώρο στην ιστορία του είδους μας. Eύστοχο, σε βαθμό δακρύων. Ποιός το περίμενε ότι η οικογένεια θα επανέκαμπτε με τόσο καθολικό (και καταστροφικό) τρόπο;
 
       

Sarajevo