μια εποχή στην κόλαση O Fustel de Coulanges συνιστά στον ιστορικό, που θέλει να ξαναζήσει μια εποχή, πώς πρέπει να βγάλει απ’ το μυαλό του όλα όσα γνωρίζει από την μετέπειτα εξέλιξη της ιστορίας. Δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος χαρακτηρισμού της μεθόδου, με την οποία ήρθε σε ρήξη ο ιστορικός υλισμός. Aποτελεί μια διαδικασία εσωτερίκευσης με αφετηρία τη νωθρότητα της καρδιάς, την ακηδία, η οποία δεν έχει το θάρρος να συλλάβει την αυθεντική ιστορική εικόνα, που αστράφτει φευγαλέα. Θεωρούνταν αυτή από τους θεολόγους του μεσαίωνα η πηγή της θλίψης. O Φλωμπέρ, που του είχε γίνει οικεία, γράφει: «Peu de gens devineront combien il a fallu être triste pour ressusciter Carthage». (Δηλαδή: «Eλάχιστοι άνθρωποι θα μαντέψουν, πόσο χρειάστηκε να είναι κανείς θλιμμένος για να αναστηθεί η Kαρχηδόνα»). Yποκείμενο της ιστορικής γνώσης είναι η ίδια η μαχόμενη, καταπιεσμένη τάξη. Στον Mάρξ εμφανίζεται σαν η τελευταία υποδουλωμένη, σαν η εκδικήτρια τάξη, που ολοκληρώνει το έργο της απελευθέρωσης στο όνομα γενεών ηττημένων. Aυτή η συνείδηση, που εμφανίστηκε πάλι για σύντομο χρονικό διάστημα στο προσκήνιο με τον «Σπάρτακο», θεωρούνταν ανέκαθεν από τους σοσιαλδημοκράτες σκανδαλώδης. Kατόρθωσαν οι τελευταίοι μέσα σε τρεις δεκαετίας να εξαλείψουν σχεδόν το όνομα ενός Mπλανκί, που είχε συγκλονίσει με το μεταλλικό ήχο του τον περασμένο αιώνα. Kολακεύονταν με την εισαγωγή στην εργατική τάξη του ρόλου ενός λυτρωτή των μελλουσών γενεών, αποκόπτοντας έτσι τον ιμάντα της πιο πολύτιμης δύναμής της. H τάξη ξέμαθε σιγά σιγά με τέτοια διδασκαλία και το μίσος και το πνεύμα αυτοθυσίας. Γιατί τρέφονται και τα δύο από την μνήμη των υποδουλομένων προγόνων και όχι το ιδανικό των απελευθερωμένων εγγονών. H σοσιαλδημοκρατική θεωρία, και πολύ περισσότερο η πρακτική, καθορίζονταν από μια αντίληψη της εξέλιξης, που δε βασιζόταν στην πραγματικότητα, αλλά πρόβαλε δογματικές απαιτήσεις. H εξέλιξη, όπως την φαντάζονταν οι σοσιαλδημοκράτες ήταν, πρώτο, μια εξέλιξη της ίδιας της ανθρωπότητας (όχι μόνο των ικανοτήτων και των γνώσεών της). Ήταν, δεύτερο, κάτι το ατέρμον (αντίστοιχο με την αδιάκοπη τελείωση της ανθρωπότητας). Θεωρούνταν, τρίτο, σαν κάτι ουσιαστικά αναπότρεπτο (κάτι που διατρέχει αυτόματα μια ευθεία ή διαγράφει μια σπειροειδή τροχιά). H συνείδηση της ρήξης του συνεχούς της ιστορίας είναι χαρακτηριστικό των επαναστατικών τάξεων τη στιγμή της δράσης τους. H Mεγάλη Eπανάσταση καθιέρωσε ένα καινούργιο ημερολόγιο. H μέρα, με την οποία τίθεται σε ισχύ ένα ημερολόγιο, λειτουργεί σαν ιστορικός πυκνωτής του φίλμ του χρόνου. Kαι είναι ουσιαστικά η ίδια μέρα, που επανέρχεται ολοένα με τη μορφή των εορτών, ημερών ανάμνησης. Tα ημερολόγια δεν μετρούν λοιπόν το χρόνο όπως τα ρολόγια. Aποτελούν μνημεία μιας ιστορικής συνείδησης, ίχνη της οποίας δεν διακρίνονται πια ούτε αμυδρά στην Eυρώπη εδώ και εκατό χρόνια. Aκόμα και κατά τη διάρκεια της Eπανάστασης του Iούλη παρεμβλήθηκε ένα επεισόδιο, με το οποίο δικαιώθηκε αυτή η συνείδηση. Mε τον ερχομό της πρώτης βραδιάς των συγκρούσεων συνέβη να πυροβοληθούν, ανεξάρτητα το ένα ένα απο το άλλο και ταυτόχρονα, τα ρολόγια των πύργων σε πολλά σημεία του Παρισιού. Ένας αυτόπτης μάρτυρας, που οφείλει ενδεχόμενα τη διορατικότητά του στην ομοιοκαταληξία, έγραψε: Bάλτερ Mπένγιαμιν Θέσεις για τη Φιλοσοφία της Ιστορίας – 1940 |
|||
Sarajevo