Πριν προχωρήσουμε (ή θυμήσουμε) τα πολιτικά βασικά, απ’ την δική μας αυτόνομη εργατική σκοπιά, σε σχέση με το θέμα “κατώτερος μισθός” (και “σκληρή διαπραγμάτευση” της φαιορόζ κυβέρνησης με τους καταραμένους δανειστές), αξίζει η παράθεση μερικών στοιχείων (με προέλευση την eurostat).
Τον Γενάρη του 2016, απ’ τα 28 κράτη μέλη της ε.ε. τα 6 δεν είχαν νομοθετημένο κατώτατο μισθό (αυστρία, δανία, κύπρος, ιταλία, σουηδία και φινλανδία) ενώ τα υπόλοιπα 22 είχαν (το γερμανικό ήταν το τελευταίο, που τον θέσπισε το 2015). Όπως δείχνει ο πίνακας Α (που περιλαμβάνει και μια σειρά βαλκανικά κράτη που είναι σε διαδικασία ένταξης στην ε.ε....) οι διακρατικές διαφορές στους θεσμοθετημένους κατώτατους μισθούς είναι τεράστιες. Ο πίνακας Β, που μετατρέπει τους κατώτατους μισθούς σε “μονάδες αγοραστικής δύναμης” (λαμβάνοντας υπ’ όψη και τις τιμές σε κάθε κράτος) εξακολουθεί να δείχνει μεγάλες διαφορές. Το τρίτο στοιχείο (που προκύπτει απ’ τον πίνακα Α) είναι απ’ το 2012 ως το 2016 στα υπόλοιπα κράτη μέλη της ε.ε. (και σε κάποια βαλκανικά) έγιναν αυξήσεις στους κατώτατους μισθούς. Εκτός απ’ την ελλάδα: πρόκειται για την απόφαση του Φλεβάρη του 2012 για μείωση 25% (και 35%) των βασικών μισθών στους πάνω (και κάτω) από 25 χρονών.
Είτε κρίνει κανείς με βάση τις μεγάλες διαφορές των θεσμοθετημένων κατώτατων μισθών, είτε κρίνει με βάση την μετατροπή τους σε αγοραστική δύναμη, καταλαβαίνει μεν την χρησιμότητα (για τα αφεντικά) αυτού του μισθολογικού / γεωγραφικού / εθνοκρατικού dumping... Δεν είναι εύκολο, όμως, να εξηγήσει το γιατί οι ίδιες οι εργατικές τάξεις στην ε.ε. δεν έχουν συμβάλει στην δραστική μείωσή τους, παρότι η “μετακίνηση εργασίας” είναι, υποτίθεται, ελεύθερη. Η απάντηση ίσως βρίσκεται ότι στην πραγματικότητα δεν είναι. Όχι μόνο επειδή τα κράτη μηχανεύονται διάφορους περιοριστικούς μηχανισμούς. Αλλά επειδή οι σχέσεις της κοινωνικής αναπαραγωγής (οικογενειακές, φιλικές, γλωσσικές, κλπ), και σε ότι αφορά τους μετανάστες / μετανάστριες η νομοθεσία, δρουν ανασταλτικά στην “ελεύθερη κίνηση” των εργατών της ευρώπης προς τις περιοχές όπου οι μισθοί είναι μεγαλύτεροι.
Σε κάθε περίπτωση αυτοί οι πίνακες αφορούν θεσμοθετημένους κατώτατους, για πλήρη ωράρια εργασίας, και πλήρη μισθό ή πλήρες ημερομίσθιο. Δεν περιλαμβάνουν τους κατώτατους μισθούς των “μικρότερων” (όπου υπάρχει ηλικιακή διαστρωμάτωση, όπως στην ελλάδα). Πέρα απ’ αυτό δεν λένε τίποτα για την θάλασσα των “εργαζόμενων φτωχών” στην ευρώπη: για την μαύρη εργασία, την μετατροπή όλο και μεγαλύτερου μέρους των μισθωτών σχέσεων σε σχέσεις “εργολαβικές” (μπλοκάκηδες), τις διάφορες μορφές “μαθητείας” που πληρώνονται “νόμιμα” κάτω έως πολύ κάτω απ’ τους θεσμοθετημένους κατώτατους, τις διάφορες μορφές εξαναγκασμένης φτηνής εργασίας (π.χ. τα 1 euro jobs), τις απλήρωτες υπερωρίες (μια μαζική πρακτική των αφεντικών σε όλη σχεδόν την ευρώπη), τους αναγκαστικά part timers. Αφορούν, σα να λέμε (αυτοί οι πίνακες) ένα μόνο μέρος των εργατικών τάξεων στα κράτη μέλη της ε.ε.· και δεν είμαστε καν σίγουροι ότι πρόκειται για τις πλειοψηφίες.
Μερικά ακόμα δεδομένα σε ότι αφορά την θεσμοθέτηση των κατώτατων μισθών:
- Απ’ τα 22 κράτη μέλη της ε.ε. όπου υπάρχει τέτοια διαδικασία, στα 21 ο “εθνικός κατώτατος μισθός” καθορίζεται μεν με κρατική / κυβερνητικη απόφαση, αλλά “μετά από διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους”. Η ελλάδα είναι η μόνη περίπτωση που ο κατώτατος μισθός ορίστηκε με καθαρά κρατική απόφαση (στις αρχές του 2012).
- Για την ελλάδα, την ισπανία και την πορτογαλία, όπου (στον ιδιωτικό τομέα) υπάρχουν 12 + 2 μισθοί κάθε χρόνο (οι 2 αφορούν δώρο Χριστουγέννων, δώρο Πάσχα και επίδομα αδείας), έχει γίνει αναγωγή των 14 (κατώτατων) μισθών σε 12. Αυτό θα το χρειαστούμε στη συνέχεια.
- Τα ποσά (των κατώτατων μισθών) είναι “μικτά”.
- Η θεσμοθέτηση “εθνικού κατώτατου μισθού” αφορά αυτό που λέγεται “ανειδίκευτη εργασία”. Όπου υπάρχουν κλαδικές συμβάσεις εργασίας οι “κλαδικοί” κατώτατοι μισθοί είναι, κατά τεκμήριο, αισθητά υψηλότεροι. Αυτό συνεπάγεται μια τριπλή κίνηση απ’ την μεριά των αφεντικών (που συνδέει άμεσα την “λευκή” και την “μαύρη” εργασία):
α) Ιδεολογική ή/και τεχνική “αποειδίκευση” διάφορων ειδών εργασίας·
β) Οργάνωση “μαύρης αγοράς” ακόμα και για ειδικευμένες μορφές εργασίας·
γ) Προσπάθειες (συχνά αν και όχι πάντα νομοθετικά κατοχυρωμένες) να υπερισχύουν οι ατομικές ή οι επιχειρησιακές συμβάσεις εργασίας των κλαδικών· με σκοπό, φυσικά, την υποτίμηση της. Αντίρροπη εδώ είναι η “ανησυχία” των αφεντικών ότι μ’ αυτόν τον τρόπο γίνεται αθέμιτος ανταγωνισμός μεταξύ ομοειδών επιχειρήσεων. Ωστόσο το outsourcing και η ενοικίαση εργαζομένων λειτουργούν με αυτό τον στόχο: τις επιχειρησιακές ή/και ατομικές συμβάσεις. Πάντως σε διάφορα κράτη απαγορεύεται (για λόγους “εντιμότητας” του ενδοκαπιταλιστικού ανταγωνισμού) να πληρώνονται μισθωτοί με “νέου τύπου σχέσεις εργασίας” λιγότερο απ’ όσο πληρώνονται οι συμβασιοποιημένοι· απ’ όσο προβλέπουν οι κλαδικές συμβάσεις.
Με βάση αυτά, η “σκληρή διαπραγμάτευση” της φαιορόζ κυβέρνησης με τους καταραμένους (δανειστές) και, μέσω αυτών, με τα ντόπια αφεντικά (γιατί περί αυτού πρόκειται, κι όποιος νομίζει κάτι άλλο πλανιέται πλάνην οικτράν...), σε ότι αφορά τους (κατώτατους) μισθούς εστιάζει σε 3 κυρίως σημεία:
α) Το αν ο “εθνικός κατώτατος μισθός” θα συνεχίσει και μετά το 2017 (οπότε λήγει η ισχύς του νόμου του 2012) να καθορίζεται μονομερώς απ’ την καθε φορά κυβέρνηση ή θα γίνεται και κάποιου είδους “διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους”.
β) Αν θα συνεχίσουν να υπάρχουν 14 μισθοί ή οι 2 επιπλέον θα ενσωματωθούν στους 12.
γ) Αν θα ξανααποκτήσουν οι κλαδικές συμβάσεις την αυξημένη ισχύ (πάνω απ’ τις επιχειρησιακές ή/και τις ατομικές) που είχαν πριν το 2012, ή όχι.΄
δ) Υπάρχει η φήμη για ένα τέταρτο σημείο, που προέρχεται υποτίθεται απ’ το δντ: η μείωση του “κατώτατου μισθού”. Δεν το έχουμε διασταυρώσει και πιθανολογούμε ότι ακόμα κι αν υπάρχει τέτοια απαίτηση (των ντόπιων αφεντικών, μέσω δντ) μπορεί μια χαρά να κουμπώσει με το σημείο (β).
Αξίζει να θυμίσουμε ότι αυτή η “σκληρή διαπραγμάτευση” θα γίνει (έχει αρχίσει) με φόντο τις λεγόμενες “βέλτιστες πρακτικές” ανά θέμα, στα κράτη μέλη του οοσα και, οπωσδήποτε, στην ε.ε.
Σε ό,τι αφορά το σημείο (α), την αποκλειστικότητα δηλαδή των κυβερνήσεων να καθορίζουν τον εθνικό κατώτατο μισθό, είναι μάλλον λογικό ότι η ελληνική πρωτοτυπία μπορεί να αντικατασταθεί. Σ’ αυτήν την περίπτωση οι κυβερνήσεις θα εμφανίζονται σαν “διαιτητές” μεταξύ των αντίθετων συμφερόντων των “κοινωνικών εταίρων”. Πρέπει να σημειώσουμε ωστόσο ότι ο ένας “κοινωνικός εταίρος”, η γσεε εν προκειμένω, ακόμα και τις εποχές που είχε ρόλο διαπραγματευτή, δεν έδινε ιδιαίτερη σημασία στον κατώτατο μισθό. Ο οποίος ανέβαινε μεν ονομαστικά μέσα απ’ τις γενικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, έπεφτε δε πραγματικά σε σχέση με τις πραγματικές βασικές ανάγκες των εκατοντάδων χιλιάδων που πληρώνονταν σαν ανειδίκευτοι. Αυτό σημαίνει ότι οι “κοινωνικοί εταίροι” στα μέρη μας μια χαρά θα βολευτούν με την ευρωπαϊκή “βέλτιστη” (στην πραγματικότητα: συνηθισμένη) πρακτική επί του θέματος, ο καθένας για τους δικούς του λόγους. Οι “εκπρόσωποι των εργατών” επειδή θα μπορούν να πουλάνε την παράσταση εμείς ζητήσαμε περισσότερα αλλά η κυβέρνηση “δεν”... Οι εκπρόσωποι των αφεντικών επειδή έχουν πολλά επίπεδα συνεννοήσεων με τις κυβερνήσεις... Και θα ωφεληθούν απ’ το γεγονός ότι ο στόχος (δηλαδή ο υπεύθυνος για την εργατική υποτίμηση) όχι μόνο θα “διπλασιαστεί” αλλά, κυρίως, θα θολώσει: ποιος άραγε να φταίει (σε μια στιγμή έντονης εργατικής αρνητικότητας); Η κυβέρνηση; Θα δείχνει τους εργοδότες... Οι εργοδότες; Θα δείχνουν την κυβέρνηση. Αυτό το κόλπο έχει δουλέψει μια χαρά στο παρελθόν, σε άλλα ζητήματα.
Εν τέλει, η μαύρη δουλειά είναι τόσο γενικευμένη ήδη ώστε, όποιος κι αν είναι ο τυπικός κατώτατος μισθός, στην πράξη καθορίζεται απ’ την εργοδοτική βία.
Εννοείται πως αν αλλάξει η διαδικασία του 2012, αν μπουν (προσχηματικά, έτσι κι αλλιώς) οι “κοινωνικοί εταίροι” στην κάθε φορά “διαπραγμάτευση για τον κατώτατο μισθό”, η φαιορόζ κυβέρνηση θα πανηγυρίζει για την λαμπρή επιτυχία της...
Σε ότι αφορά το σημείο (β), με δυο λόγια βρωμάει. Ήδη, τα τελευταία χρόνια, όλο και μεγαλύτερο μέρος των ντόπιων εργοδοτών δεν πληρώνει, ή πληρώνει κατά βούληση τα δώρα και το επίδομα αδείας. Ο νόμος που έλεγε ότι η μη πληρωμή τους είναι αυτόφωρο αδίκημα (με επιτόπου σύλληψη του εργοδότη...) ισχύει μεν, αλλά όλο και περισσότερο τυπικά. Είτε επειδή οι θιγόμενοι μισθωτοί δεν κάνουν καταγγελίες, είτε επειδή οι εργοδότες αδιαφορούν για τα πρόστιμα, τα οποία κάπου καταχωνιάζονται και δεν χρειάζεται να πληρώσουν. Υπάρχουν, επιπλέον, και αρκετές περιπτώσεις που, οι εργοδότες ήδη διατείνονται ότι ενσωματώνουν τα δώρα και το επίδομα καλοκαιρινής άδειας στον μισθό...
Η επίσημη, λοιπόν, ενσωμάτωση των 2 “επιπλέον” μισθών στους 12 είναι αρκετά πιθανή - και πάλι σαν “βέλτιστη” πρακτική. Αν γίνει, θα φέρει μια αρχική εικονική, λογιστική αύξηση στους (12) μισθούς, που αμέσως μετά θα αποδειχθεί ραγδαία μείωση του “ετήσιου κόστους μισθωτής εργασίας”. Είτε επειδή οι εργοδότες (σε πολύ μεγάλο βαθμό) δεν πληρώνουν ήδη, ή πληρώνουν “έναντι”· είτε επειδή στη μαύρη αγορά ο μόνος νόμος είναι η βία· είτε επειδή από “λευκή” πρόσληψη σε “λευκή” πρόσληψη θα μειώνονται οι μισθοί / τα ωρομίσθια· είτε επειδή σε πολλές δουλειές part time που πληρώνονται με την ώρα, τα αφεντικά (οι λογιστές τους) θα κάνουν μαγείες εξαφανίζοντας την “ενσωμάτωση”.
Ένα επιπλέον επιχείρημα υπέρ της (έμμεσης αλλά οριστικής) εξαφάνισης των 2 μισθών, είναι ότι ισχύουν μόνο στον (“λευκό”) ιδιωτικό τομέα - στον δημόσιο έχουν καταργηθεί. Λόγοι ισότητας (προς τα κάτω) επιβάλλουν λοιπόν...
Αν το σημείο (β) καταλήξει στα πιο πάνω, τότε είναι σαφές ότι ικανοποιείται η απαίτηση (μέσω) του δντ, για μείωση του βασικού μισθού, αν όντως υπάρχει τέτοια. (Πιθανότατα, πάντως, να αφορά τους κάτω των 25, και ειδικά το καθεστώς “αμοιβής” σ’ αυτές τις φτηνές ρυθμίσεις εκμετάλλευσης εργασίας που λέγονται “μαθητεία”, “εκπαίδευση”, κλπ. Καθόλου ασήμαντο!)
Σε ότι αφορά το σημείο (γ) όσο κι αν φανεί από πρώτη άποψη περίεργο, η συνηθισμένη πρακτική στην ευρώπη (πάντα για τον “λευκό” καπιταλισμό) είναι η υπερίσχυση των κλαδικών συμβάσεων, κι όχι των επιχειρησιακών ή των ατομικών. Αποφεύγεται έτσι ο αθέμιτος ανταγωνισμός μεταξύ ομοειδών επιχειρήσεων. Όμως αυτή η υπερίσχυση, που για τα ντόπια δεδομένα μετά το 2012 θα μπορούσε να προβληθεί ακόμα και σαν “επαναστατική”, συνοδεύεται από δύο σταθερά χαρακτηριστικά: πρώτον από μια κάποια πραγματική ισχύ της εργατικής “αντιπροσώπευσης” (δηλαδή των συνδικάτων) στον έλεγχο των εργατών, που μπορεί (και πρέπει) να επιβεβαιώνεται απ’ την επιτυχία (εκτονωτικών) απεργιών· και δεύτερον, απ’ τον ρεαλισμό των συνδικαλιστών, στο να προσαρμόζονται στα “δεδομένα” του κάθε καπιταλιστικού κλάδου, όπως αυτά παρουσιάζονται απ’ τα αφεντικά του.
Η υπερίσχυση, λοιπόν, των κλαδικών συμβάσεων και στα μέρη μας, την οποία θα μπορούσαν να αποδεχθούν τα πλέον “δυναμικά” αφεντικά αλλά όχι και όλα, είναι άμεσα συνυφασμένη με την “πειστικότητα” της συνδικαλιστικής αντιπροσώπευσης (αλλά, απ’ την απέναντι μεριά, την υποχρεώση των αφεντικών, είτε συμμετέχουν είτε όχι στις αντίστοιχες εργοδοτικές ενώσεις να αποδέχονται αυτές τις συμβάσεις). Αυτό τραβάει στο κέντρο της σκηνής το ζήτημα του πως κηρρύσσονται (και πως γίνονται) οι απεργίες στην ελλάδα. Έχοντας υπ’ όψην τους τα ντόπια αφεντικά ότι οι περισσότερες είναι “μαϊμού”, θα μπορούσαν να πεισθούν να παραχωρήσουν την υπερίσχυση των κλαδικών συμβάσεων με αντάλλαγμα έναν ζόρικο (για τα ντόπια συνδικαλιστικά δεδομένα...) αλλά όχι ασυνήθιστο διεθνώς τρόπο κήρυξης των απεργιών: μέσα από μυστική ψηφοφορία κι ένα 50% τουλάχιστον “υπέρ” επί του συνόλου των εγγεγραμένων μελών κάθε συνδικάτου· και όχι απλές αποφάσεις των δ.σ.
Προφανώς πιθανολογούμε! Όμως στην περίπτωση που απ’ την “σκληρή διαπραγμάτευση” προκύψει αυτή η “τράμπα”, κλαδικές συμβάσεις έναντι “αποφάσεων της συνδικαλιστικής βάσης” για κάθε απεργία, θα αποδειχθεί η γύμνια των καθεστωτικών συνδικάτων και των “μικρών” απομιμήσεών τους. Και χάρη στην αποκάλυψη αυτής της γύμνιας, οι κλαδικές συμβάσεις θα είναι, για πολλά χρόνια, στα μέτρα της ανοχής των ντόπιων αφεντικών.
Θα πρέπει εδώ να σημειώσουμε, για να μην γίνουν παρεξηγήσεις, ότι οι όποιες ευθύνες της φαιορόζ κυβέρνησης στις επερχόμενες “σκληρές διαπραγματεύσεις για τα εργασιακά” δεν είναι ότι θα συμπεριφερθεί ενδοτικά, ενώ θα μπορούσε να κάνει κάτι άλλο. Όχι. Οι πραγματικοί ταξικοί συσχετισμοί βάζουν όρια στις κυβερνητικές μανούβρες, όπως και στις κινήσεις των αφεντικών.
Οι ευθύνες της βρίσκονται αλλού. Κατ’ αρχήν ότι προέρχεται κατευθείαν απ’ την μήτρα του πολιτικού προσοδισμού, κι αυτό σημαίνει το πως, εκτός απ’ τα συμφέροντα των αφεντικών, προσέχει και τα συμφέροντα των νησίδων της μισθωτής αριστοκρατίας. Και, ύστερα, η ευθύνη της έγκειται στον τρόπο με τον οποίο θα “πουλήσει” προπαγανδιστικά τα όποια αποτελέσματα αυτών των “σκληρών διαπραγματεύσεων” (τα οποία, πάντως, θα χρειαστούν καιρό για να επιτευχθούν). Δεν έχουμε αμφιβολία: η φαιορόζ κυβέρνηση θα έχει “νικήσει”!
Φαίνεται ότι το πράγμα δουλεύει. Μια (εργατική) τάξη συντριπτικά ηττημένη στο μεγαλύτερο μέρος της, και μια κυβέρνηση νικήτρια (στα “εργασιακά”). Πρέπει να είναι κανείς μικροαστικά πορωμένος, ακόμα και στον πάτο του βαρελιού, για να το φάει...
30/900;
Όταν, σαν εργατική αυτονομία, ανοίξαμε όσο πιο δημόσια γινόταν, στα τέλη του 2010 (έχουν περάσει σχεδόν 6 χρόνια από τότε, ε;;; πως περνάει ο καιρός...), το ζήτημα των 30 ωρών εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας και των 900 ευρώ (καθαρά) βασικό, ελάχιστο, μισθό, δεν πετούσαμε σε κάποια ιδεολογικά σύννεφα. Ούτε ψάχναμε να πουλήσουμε κάτι εντυπωσιακό για λόγους πολιτικής προβολής ή επιβίωσης.
Όντας εργάτες / εργάτριες διαβλέπαμε τον θανάσιμο κίνδυνο, που γρήγορα έγινε πραγματικότητα: να παρασυρθεί η τάξη μας στους λαβυρίνθους των “αντι-μνημονιακών” και “αντι-γερμανικών” ρητορειών· να εγκαταλείψει τα δικά της συμφέροντα μέσα στη διαχείριση της κρίσης και να στρατευτεί σε εκείνα των μικροαστών και των αφεντικών· να αχρηστευτεί συνειδησιακά, ηθικά, συναισθηματικά και, σε τελευταία ανάλυση, πολιτικά / ανταγωνιστικά στην ιστορική φάση που θα όφειλε να κάνει το ακριβώς αντίθετο.
Πως σκοπεύαμε να κάνουμε - ότι - μας - αναλογούσε (και πολύ περισσότερα!) σαν μέλη αυτής της ρημαδιασμένης τάξης, έναντι εκείνου που στα τέλη του 2010 ήταν θανάσιμος κίνδυνος και, ύστερα, έγινε επιτάφια πραγματικότητα; Τραβώντας στο κέντρο της “προσοχής” αυτά τα δύο απλά αλλά θεμελειώδη ζητήματα: του χρόνου εργασίας και των βασικών αναγκών για αυτό που λέγεται αξιοπρεπής ζωή - άρα του βασικού μισθού.
Αν και πράξαμε, γράψαμε, ανακοινώσαμε, προπαγανδίσαμε ό,τι καλύτερο ήταν δυνατό, δεν πετύχαμε. Ξέρουμε τους λόγους, δεν είναι του παρόντος να τους δείξουμε. Η χοντρή κλωτσιά στα γεννητικά όργανα ήρθε στις 12 Φλεβάρη του 2012 (14 μήνες μετά την έναρξη του πλάνου 30/900) όταν η τότε κυβέρνηση (“Παπαδήμου”...) ανακοίνωσε την υποτίμηση κατά 25% / 35% του βασικού μισθού. Με όλα τα παράγωγά της. Κλωτσιά, όμως, σε ποιον; Σε μας; Στην τάξη μας; Στους “σωτήρες” της; Έχουμε την εντύπωση ότι μόνο εμείς βγάλαμε το “ωωωχ” - και μάλιστα δημόσια, σε εκδήλωση, πριν την 12η Φλεβάρη. Κατά τα υπόλοιπα; Είναι γνωστά. Οι “αγανακτισμένοι” νίκησαν. Ο φρικαλέος μικροαστισμός νίκησε.
Είναι μεγάλη ειρωνεία της (καπιταλιστικής) ιστορίας το να μαθαίνει κανείς σήμερα:
- ότι το σουηδικό κράτος θα καθιερώσει (ή το έχει κάνει κιόλας;) το 30ωρο στον δημόσιο τομέα·
- ότι για μια μονάδα χρόνου η πρόταση για 30 ώρες εβδομαδιαίο χρόνο εργασίας πέρασε απ’ τη γερμανία, μέσα από μια πρόταση συνδικαλιστών και διανοούμενων που πνίγηκε εν τη γεννέση της·
- ότι κάποιοι, κάπου στα ευρώπας συζητούν για ενιαίο κατώτατο μισθό (υποθέτουμε όχι στο επίπεδο της λιθουανίας!)
- και ότι εδώ, στα μέρη μας, ο επίσημος κατώτατος μισθός τσακίστηκε την ίδια περίοδο που οπουδήποτε αλλού στην ε.ε. ανέβαινε (έστω ελάχιστα...).
“Ειρωνία της ιστορίας”: Οι υποτιθέμενα “πιο αδικημένοι” και “πιο επαναστάτες” της ευρώπης δεν μπορούν ούτε το βρακί τους να δέσουν! Αυτό δεν εξηγεί, βέβαια, το γεγονός ότι απ’ όλη την ε.ε. ήταν σ’ αυτό εδώ το κωλομέρος που “κάποιοι”, απ’ το 2010, αναλύοντας χωρίς βλακώδη κομματικά συμφέροντα και ιδεολογικές φανφάρες την καπιταλιστική κριση, είχαν το θράσος να πουν: 30 ώρες δουλειά ώστε να δουλεύουν όλοι, άσπροι, μαύροι, κίτρινοι· 900 ευρώ καθαρός μισθός ώστε να ικανοποιούνται οι σύγρονες βασικές ανάγκες όλων, τώρα, στις αρχές του 21ου αιώνα. Είμαστε αληθινό “ιστορικό παράδοξο”!!!
Εν έτει 2016, και με την φαιορόζ κυβέρνηση να προτάσει το στήθος της αμυνόμενη υποτίθεται στα “εργασιακά”, ο βασικός μισθός εμφανίζεται ξανά “θέμα”, μπροστά στο πλήθος που είναι τώρα πολλές φορές πιο υπνωτισμένο απ’ ότι ήταν στα τέλη του 2010. Ποιο πλήθος; Των εργαζόμενων φτωχών - που έχουν “γανωθεί” απ’ τον μικροαστισμό (τους). Και πως εμφανίζεται σαν “θέμα”; Αποκομμένο από κάθε τι πραγματικό, ξεκομένο απ’ τις βασικές ανάγκες μας αλλά και το πόσο δουλεύουμε, διαχωρισμένο απ’ την πραγματικότητα της “αγοράς εργασίας”, δηλαδή την αγριότητα της εκμετάλλευσης.
Αν μια φορά το 30/900 και το περιεχόμενό του θεωρήθηκαν allien το 2011 και το 2012, πόσες φορές θα θεωρούνταν τώρα; Κι όμως: ο καπιταλισμός δεν κάνει χάρες· και μόνο να κοροϊδέψει μπορεί όλα αυτά τα “εξαίσια θύματά” του, που νομίζουν ότι είναι κάτι άλλο, ελπίζοντας ότι ο συνδυασμός μοιρολατρείας και κουτοπονηριάς θα τους σώσει. Ατομικά και οικογενειακά.
Το πιο αναποτελεσματικό μέρος για να “αναστηθεί” η συνείδηση της τάξης μας είναι ένα περιθωριακό έντυπο σαν το Sarajevo. Τουλάχιστον, όμως, όλοι εσείς που διαβάζετε αυτές τις αράδες θα έπρεπε να πεισμώσετε· αν όχι για το κοινό καλό της τάξης μας οπωσδήποτε για το καλό το δικό σας και των φίλων σας: το ζήτημα της μείωσης του χρόνου εργασίας στις 30 ώρες και της αύξησης του βασικού (καθαρού) μισθού στα 900 ευρώ δεν ξεπεράστηκε. Το ζήτημα του πόσο δουλεύουμε και των σύγχρονων βασικών αναγκών μας είναι εδώ.
Κι αν η τάξη μας δεν θέλει να το καταλάβει, το καταλαβαίνουν απ’ την ανάποδη οι αντίπαλες τάξεις.