Η σχέση μας (η καμία σχέση μας!) με τα μήντια είναι γνωστή εδώ και πάνω από δύο δεκαετίες. Συνεπώς το ζήτημα των “τηλεοπτικών αδειών” θα μπορούσε να μας είναι παγερά αδιάφορο. Πρόκειται, όμως, για ένα απ’ τα συμπτώματα των σχέσεων κράτους και κεφάλαιου α λα ελληνικά· ένα θορυβώδες σύμπτωμα, σίγουρα. Με σπέκουλα στο μέγιστο βαθμό. Έτσι, ενώ για παράδειγμα το ζήτημα του καρτέλ των εργολάβων δημοσίων έργων (πολύ πιο σοβαρή απόδειξη των σχέσεων αυτών, στις οποίες έχουν συμμετοχή και διοικήσεις τραπεζών...) εξελίσσεται “στο χώρο του αοράτου”, το ζήτημα των καναλιών παρουσιάζεται σαν φοβερό και τρομερό. Έστω, πάντως, και σαν βιτρίνα (ή προπέτασμα καπνού) δείχνει ορισμένα πράγματα για την συνέχεια του βαθέος κράτους στην ελλάδα.
Πριν απ’ οτιδήποτε άλλο κάποια διεθνή (και καπιταλιστικότατα) δεδομένα. Κατ’ αρχήν οι συχνότητες (ραδιοτηλεοπτικές) θεωρούνται παντού (στον πολιτισμένο πρώτο κόσμο σίγουρα) δημόσιο αγαθό· αν και αυτό δεν είναι ταυτόσημο με το κρατική περιουσία. Παντού, επίσης, υπάρχει κάποιου είδους “ανεξάρτητη αρχή” που έχει την ευθύνη των αποφάσεων, των ελέγχων, των πιθανών τιμωριών, κλπ. Η ύπαρξη “ανεξάρτητης αρχής” δεν είναι τυπική ή διαδικαστική. Αφορά την διαφορά ανάμεσα σε ότι προσδιορίζεται σαν “δημόσιο αγαθό”, σε σχέση με την “κρατική περιουσία”. Το γεγονός ότι αυτές οι “ανεξάρτητες αρχές”, για παράδειγμα, μέσα στις αρμοδιότητες τους έχουν και το να εισπράτουν τα λεφτά απ’ την λειτουργία των ιδιωτικών / εμπορικών ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών μαγαζιών, σημαίνει ότι τα συγκεκριμένα ποσά ΔΕΝ πηγαίνουν στον κρατικό προϋπολογισμό. Αντίθετα χρησιμοποιούνται για την ενίσχυση των δημόσιων μήντια, καθώς και για την υποστήριξη κοινοτικών μήντια για τα οποία υπάρχει συνήθως “χώρος” στις μπάντες. Ισχύει δηλαδή, για να το πούμε παραδειγματικά, ότι κανονικά, τα έσοδα απ’ την αδειοδότηση και την λειτουργία ιδιωτικών καναλιών στην ελλάδα θα έπρεπε να πηγαίνουν (με “χρηστή διαχείριση” του ε.σ.ρ....) για την ενίσχυση και την ποιοτική αναβάθμιση της ερτ, την υποστήριξη τοπικών (δημοτικών) ραδιοφώνων ή καναλιών, κλπ κλπ - όχι οπουδήποτε αλλού.
Οι συμβάσεις παραχώρησης της χρήσης των συχνοτήτων έχουν διάρκεια κάποια χρόνια. Ανανεώνονται ή ανακαλούνται με βάση αυστηρές προδιαγραφές / όρους. Επειδή στα περισσότερα καπιταλιστικά πρωτοκοσμικά κράτη οι σχετικές νομοθεσίες είναι ηλικίας δεκαετιών, ειδικά ο αριθμός και η ταυτότητα των τηλεοπτικών καναλιών είναι σταθερά. Προβλέπονται, φυσικά, πλειοδοτικοί διαγωνισμοί (που γίνονται απ’ την “ανεξάρτητη αρχή”) εάν υπάρχουν ενδιαφερόμενοι περισσότεροι απ’ την “χωρητικότητα”. Ωστόσο αυτή η τελευταία προσδιορίζεται αποκλειστικά και μόνο με τεχνικές προδιαγραφές.
Το ελληνικό “τηλεοπτικό (και ραδιοφωνικό) τοπίο” δεν έχει (ούτε είχε) καμία σχέση μ’ αυτά, που ωστόσο συμβαίνουν εδώ και δεκαετίες σε καπιταλισμούς, κανονικούς τέτοιους. Η αιτία δεν βρίσκεται στο γεγονός ότι η “απελευθέρωση των συχνοτήτων” (δηλαδή η νομική δυνατότητα δημιουργίας και λειτουργίας ιδιωτικών εμπορικών σταθμών) έγινε στην ελλάδα σχετικά πρόσφατα, στα τέλη της δεκαετίας του ‘80. Η αιτία βρίσκεται στον τρόπο με τον οποίο επιλέχτηκε να γίνει αυτή η “απελευθέρωση”. Προκειμένου να υπηρετηθούν αμοιβαία τα συμφέροντα και οι αλληλοεξυπηρετήσεις ανάμεσα στις πολιτικές βιτρίνες και τους νέους ιδιώτες μηντιοκράτορες, ενώ το λογικό θα ήταν να ρυθμιστεί ορθολογικά η διαδικασία απ’ την αρχή, προτιμήθηκε η τακτική της “προσωρινότητας”. Προσωρινές αδειοδοτήσεις και πολλά ακόμα: προνομιακές σχέσεις (των ιδιοκτητών με πολιτικές βιτρίνες και το ανάποδο), “ειδικές σχέσεις” σχετικά με την χρηματοδότηση απ’ τις τράπεζες (άρα “τριγωνικές” πολιτικές πρόσοδοι), κλπ κλπ.
Το βάθος αυτής της (από τυπική άποψη) ανορθολογικής πολιτικής / τραπεζικής / μηντιακής / επιχειρηματικής σύμφυσης είναι και παραμένει τόσο μεγάλο ώστε θα μπορούσε να θεωρηθεί μια καλή σχηματική αναπαράσταση των γενικών σχέσεων κράτους και κεφάλαιου στην ελλάδα. Εννοείται ότι και αυτό καπιταλισμός είναι. Είναι, απλά, διαφορετικό μοντέλο απ’ αυτό που συνήθως ονομάζεται “καπιταλισμός της δύσης”.
Σε κάθε περίπτωση το καθεστώς λειτουργίας των τηλεοπτικών σταθμών πανεθνικής εμβέλειας, στην ελλάδα, δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ούτε “ρυθμισμένο” (με την δυτικο-καπιταλιστική έννοια) ούτε “μη ρυθμισμένο”. Η προσωρινότητα ήταν μια ενδιάμεση κατάσταση, θολή μόνο αν την σύγκρινε κανείς με τον παραδοσιακό (καπιταλιστικό) ορθολογισμό. Ένα απλό παράδειγμα. Σύμφωνα με τους ισολογισμούς που δημοσιεύουν οι υπάρχουσες τηλεοπτικές επιχειρήσεις θα έπρεπε οι περισσότερες να έχουν κλείσει προ πολλού. “Μπαίνουν μέσα”, κάτι που έγινε εντονότερο μετά το 2010 και τον περιορισμό (ή την αλλαγή προσανατολισμού) των διαφημίσεων. Φυσικά μπορεί κανείς να έχει πάντα επιφυλάξεις για την “εντιμότητα” αυτών των ισολογισμών... Σε κάθε περίπτωση πάντως θα ήταν ορθολογικά αναμενόμενο ότι μετά το 2010 ή το 2011 θα γίνουν κάποιες (επιχειρηματικές) συγχωνεύσεις. Συγκεντροποίηση κεφάλαιου λέγεται αυτό, και δεν είναι καθόλου πρωτότυπο και σε περιόδους “κρίσης”: όπως, για παράδειγμα, η οικογένεια Σκλαβενίτη αγοράζει άλλες (χρεωκοπημένες) αλυσίδες σούπερ μάρκετ, έτσι και στα μήντια θα έπρεπε να...
Το ότι αυτό δεν έγινε δεν οφείλεται σε κάποια μαγεία ή κάποια μυστήρια καπιταλιστική αντοχή των ιδιοκτητών των καναλιών. Οφείλεται, βασικά, στην ευκολία με την οποία μπορούσαν να δανείζονται απ’ τις τράπεζες, χάρη στις ειδικές σχέσεις των ιδιοκτητών των μεν με τις διοικήσεις των δε. Πιθανόν μέσα σ’ αυτές τις σχέσεις να περιλαμβάνονται και ευρύτερες “μαύρες” δουλειές...
Θεωρητική ερώτηση: θα μπορούσε μια “φωτισμένη”, “εκσυγχρονιστική” (έστω και φαιορόζ) κυβέρνηση να έχει την τίμια πρόθεση να κάνει εκείνο που δεν έκανε η “αγορά”, δηλαδή να περιορίσει τον αριθμό των καναλιών με μόνη έγνοια την (με ορθολογικούς όρους) “καλή επιχειρηματική πορεία” τους; θα δείξουμε στη συνέχεια ότι κάτι τέτοιο θα ήταν, απλά και καθαρά, βλακώδες. Ωστόσο οι πολιτικές βιτρίνες (και οι σημερινές) είναι, απλά κουτοπόνηρες. Σε κάθε περίπτωση, η “καλή και ορθολογική λειτουργία” των τηλεοπτικών επιχειρήσεων θα ήταν το τελευταίο που θα έπρεπε να νοιάζει μια “σοφή και τίμια” κυβέρνηση αν ο στόχος της ήταν (λέμε τώρα...) η αντιμετώπιση αυτού που ονομάζεται στα μέρη μας “διαπλοκή”. Κι αυτό εφόσον το προσοδικό βάθος του ελληνικού καπιταλισμού είναι τεράστιο και αφορά πολύ σοβαρότερα πεδία κερδοφορίας απ’ τις ... διαφημίσεις.
Σαν εχθρικοί προς τα μήντια, αναζητήσαμε διεθνή παραδείγματα που να μοιάζουν με την ελληνική περίπτωση· και το τι έκανε η αντίστοιχη κυβέρνηση. Γενικά δεν υπάρχουν. Στα δυτικά κράτη η διαδικασία αδειοδότησης και λειτουργίας ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών σταθμών, δημόσιων, ιδιωτικών, εμπορικών, κοινοτικών και οτιδήποτε άλλο, είναι ρυθμισμένη νομοθετικά ακόμα και πριν απ’ τον β παγκόσμιο πόλεμο (στο αγγλοαμερικανικό παράδειγμα). Με τις αναγκαίες κατά καιρούς προσαρμογές στις τεχνολογικές εξελίξεις.
Η μόνη σχετικά κοντινή περίπτωση είναι / ήταν αυτή της βοσνίας ερζεγοβίνης. Η βοσνία ερζεγοβίνη δεν είναι καν κράτος με την γνωστή έννοια της λέξης· φαίνεται όμως ότι διαθέτει μια κάποια “ανεξάρτητη ραδιοτηλεοπτική αρχή”. Η οποία ανέλαβε να βάλει σε τάξη μια “μη ρυθμισμένη” κατάσταση. Απ’ την αρχή του πολέμου / σφαγής στη βοσνία, δηλαδή απ’ το 1992 - 1993, και αρχικά στη διάρκειά του, όποιος ήθελε και μπορούσε άνοιγε ραδιοφωνικό ή τηλεοπτικό σταθμό. Εννοείται χωρίς κάποια άδεια, αφού (άλλωστε) δεν υπήρχε κανένας να ελέγχει.
Μπροστά σ’ αυτό το χάος, που ποσοτικά δεν είναι ίδιο με το ελληνικό έχει όμως κάποιες ποιοτικές ομοιότητες, η φρέσκια “ανεξάρτητη αρχή” εξέδωσε αρχικά προσωρινές άδειες λειτουργίας (δεν βρήκαμε την διάρκειά της, υποθέτουμε ότι ήταν ενός ή δύο χρόνων), εξασφαλίζοντας όχι μόνο τη νομική βάση για να προχωρήσει στο επόμενο στάδιο, αλλά και την ουσιαστική αναγνώρισή της απ’ όλους τους “desperandos” των ερτζιανών. Ύστερα άρχισε τη θέσπιση αυστηρών κανόνων λειτουργίας των σταθμών, ξεκινώντας απ’ την απαγόρευση των εκπομπών εθνικιστικού μίσους, που ήταν το πιο επείγον. Κάνοντας αυστηρούς τους κανόνες λειτουργίας σταθμών και καναλιών η “ανεξάρτητη αρχή” της βοσνίας κατάφερε σε σύντομο διάστημα άλλοι να κλείσουν μόνοι τους και άλλους να τους κλείσει. Έτσι η “ραδιοτηλεοπτική αγορά” της βοσνίας τακτοποιήθηκε. Τελικά, όσοι έμειναν πήραν κανονικές άδειες συγκεκριμένης διάρκειας.
α λα ελληνικά
Η ελληνική δημοκρατία διαθέτει ένα εθνικό συμβούλιο ραδιοτηλεόρασης, και μάλιστα απ’ το 1989! “Ανεξάρτητη αρχή” δύσκολα θα το έλεγε κανείς· στον πολιτικό προσοδισμό δεν χωράνε τέτοιες πολυτέλειες. Όχι για τέτοια θέματα! Στη διάρκεια των 27 χρόνων ύπαρξής του το ε.σ.ρ. έχει χάσει και ξανα-μισοβρεί αρμοδιότητες τύπου “ανεξάρτητη αρχή” - ανάλογα με τα γούστα των κάθε φορά κυβερνήσεων. Σε κάθε περίπτωση η θητεία των μελών του έχει τελειώσει, καινούργια έπρεπε να τοποθετηθούν, αυτό προϋπέθετε (συνταγματικά επιβεβλημένη) διακομματική συναίνεση, τέτοια δεν υπήρξε (με, κατά τα φαινόμενα, ευθύνη της ν.δ.)· συνεπώς, ελλείψει “ανεξάρτητης αρχής”, την “δουλειά” του “ξεκαθαρίσματος του τηλεοπτικού τοπίου” την ανέλαβε απευθείας το γκουβέρνο.
Το πιο θορυβώδες, ωστόσο, θέμα που αφορά την ιδιοκτησία τηλεοπτικών σταθμών στην ελλάδα, έληξε μεν αθόρυβα το περασμένο καλοκαίρι, αλλά διέτρεξε το μεγαλύτερο μέρος της πρώτης δεκαετίας του ‘00: πρόκειται για τη νομοθεσία περί βασικού μετόχου. Παράδοξο ή όχι ήταν μια διαγώνια διακομματική συμφωνία που έβαλε μέσα στη συνταγματική αναθέωρηση του 2001 έναν κανόνα που απέκλειε να είναι οι “προμηθευτές του δημόσιου” (οι εργολάβοι δημόσιων έργων, και όχι μόνον αυτοί) ιδιοκτήτες (μέτοχοι) καναλιών. Ήταν (και παραμένει, εφόσον δεν έχει γίνει αναθώρηση του συντάγματος από τότε) το άρθρο 14, παράγραφος 9 (ο τονισμός δικός μας):
Το ιδιοκτησιακό καθεστώς, η οικονομική κατάσταση και τα μέσα χρηματοδότησης των μέσων ενημέρωσης πρέπει να γίνονται γνωστά, όπως νόμος ορίζει. Νόμος προβλέπει τα μέτρα και τους περιορισμούς που είναι αναγκαίοι για την πλήρη διασφάλιση της διαφάνειας και της πολυφωνίας στην ενημέρωση. Απαγορεύεται η συγκέντρωση του ελέγχου περισσότερων μέσων ενημέρωσης της αυτής ή άλλης μορφής. Απαγορεύεται ειδικότερα η συγκέντρωση περισσότερων του ενός ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης της αυτής μορφής, όπως νόμος ορίζει. Η ιδιότητα του ιδιοκτήτη, του εταίρου, του βασικού μετόχου ή του διευθυντικού στελέχους επιχείρησης μέσων ενημέρωσης είναι ασυμβίβαστη με την ιδιότητα του ιδιοκτήτη, του εταίρου, του βασικού μετόχου ή του διευθυντικού στελέχους επιχείρησης που αναλαμβάνει έναντι του Δημοσίου ή νομικού προσώπου του ευρύτερου δημόσιου τομέα την εκτέλεση έργων ή προμηθειών ή την παροχή υπηρεσιών. Η απαγόρευση του προηγούμενου εδαφίου καταλαμβάνει και κάθε είδους παρένθετα πρόσωπα, όπως συζύγους, συγγενείς, οικονομικά εξαρτημένα άτομα ή εταιρείες. Νόμος ορίζει τις ειδικότερες ρυθμίσεις, τις κυρώσεις που μπορεί να φθάνουν μέχρι την ανάκληση της άδειας ραδιοφωνικού ή τηλεοπτικού σταθμού και μέχρι την απαγόρευση σύναψης ή την ακύρωση της σχετικής σύμβασης, καθώς και τους τρόπους ελέγχου και τις εγγυήσεις αποτροπής των καταστρατηγήσεων των προηγούμενων εδαφίων.
Είναι δεδομένο ότι οι θιγόμενοι, μην μπορώντας δημόσια να κατηγορήσουν αυτήν την συνταγματική ρύθμιση, θα “την έστηναν” στους νόμους (και στις “λεπτομέρειες” τους) που θα την έβαζαν σε πρακτική εφαρμογή. Ο πρώτος τέτοιος (του γνωστού Ευ. Βενιζέλου, σαν υπ. τύπου της κυβέρνησης Σημίτη, το 2002) ήταν, ουσιαστικά, κενός περιεχομένου. Η αυστηρή εφαρμογή του άρθρου κληροδοτήθηκε στην κυβέρνηση Καραμανλή του Β, που φαίνεται ότι προσπάθησε. Αλλά πρακτικά απέτυχε. Ο τυπικός λόγος ήταν η παρέμβαση της ε.ε.: κατά την άποψη των ειδικών της, ορισμένες προβλέψεις του νόμου 3310 του 2005 ήταν ασύμβατες με την ευρωπαϊκή νομοθεσία περί ελεύθερου ανταγωνισμού.
Αν και ο νόμος ψηφίστηκε, δεν εφαρμόστηκε· και άρχισε να ξεδοντιάζεται με επόμενους νόμους. Το τελευταίο ξεδόντιασμα (προ “κρίσης”) ήταν ο νόμος 3669, του 2008, που επέμενε ωστόσο να κρατάει δύο διατάξεις περί ασυμβίβαστου ιδιοκτησίας μηντιακής επιχείρησης και εταιρείας που συναλλάσσεται με το δημόσιο· κάνοντας όμως όλο και πιο δύσκολη / γραφειοκρατική την “απόδειξη” ότι μια τέτοια σχέση θα ήταν επιβλαβής. Γιαυτό: [1Site euro2day, 14/9/2016.]
... Ακόμα και σήμερα - ώστε “να τηρείται το γράμμα του νόμου” - τα διοικητικά συμβούλια τεχνικών εταιρειών που ελέγχονται από επιχειρηματικές οικογένειες οι οποίες έχουν στην κατοχή τους και μέσα μαζικής ενημέρωσης είναι διαφορετικά από τα δ.σ. των εκδοτικών τους επιχειρήσεων...
Εν τέλει η φαιορόζ κυβέρνηση, με το νόμο 4412 (Αύγουστος 2016 - καλοκαίρι γίνονται τέτοιες δουλειές!), και συγκεκριμένα το άρθρο 375, κατάργησε ότι σχετικό είχε μείνει απ’ τον 3669, κρατώντας απ’ αυτόν μόνο κάποια άρθρα που ήταν άσχετα με το θέμα μήντια. Η πολιτική σημασία αυτού του τελικού “σκουπίσματος” ήταν / είναι ευκολονόητη...
Σε κάθε περίπτωση θα ήταν, απλά, αδύνατο η φαιορόζ κυβέρνηση να συνεχίζει την ρητορική της περί “αντι-διαπλοκής” αν τέτοιες “νομοθετικές πράξεις” γίνονταν ευρύτερα γνωστές, στην ώρα τους. Αλλά δεν έγιναν, και η ρητορική συνεχίστηκε σε επικούς τόνους. Να “ξεκαθαριστεί το τοπίο”. Η μέθοδος που ακολουθήθηκε θα μπορούσε να διεκδικήσει παγκόσμια πρωτοτυπία: θεωρώντας, ουσιαστικά, ότι δεν υπάρχουν σε λειτουργία τηλεοπτικές επιχειρήσεις πανεθνικής εμβέλειας· εκ του μηδενός!Κάτι τέτοιο δεν ειπώθηκε ανοικτά και καθαρά. Ωστόσο η προκήρυξη πλειοδοτικού διαγωνισμού για περιορισμένο αριθμό αδειών θα έστεκε στα τέλη της δεκαετίας του ‘80, όταν δεν υπήρχαν (εκτός απ’ τα κρατικά) ιδιωτικά κανάλια· [2Όντως, ο σχετικός νόμος του 1990 προέβλεπε πλειοδοτικό διαγωνισμό για την εκχώρηση μόνιμων, ορισμένης διάρκειας αδειών τόσο για τους τηλεοπτικούς όσο και για τους ραδιοφωνικούς σταθμούς.] όχι μετά από 25 χρόνια με τουλάχιστον 6 τέτοια. Ακόμα και κάποιος νους μέτριας νοημοσύνης θα συμβούλευε τους φαιορόζ φωστήρες ότι μια τέτοια προσέγγιση, “εκ του μηδενός!” είναι αντιφατική και καταδικασμένη να αποτύχει... Ακόμα και η “ανεξάρτητη αρχή” ενός μη κράτους σαν αυτό της βοσνίας το κατάλαβε, παρότι εκεί δεν υπήρχαν καν και καν άδειες προσωρινής λειτουργίας. Σε κάθε περίπτωση αυτός ο μέτριας νοημοσύνης νους θα έλεγε ότι αν θέλεις όντως να λύσεις ένα πρόβλημα δεν το φέρνεις στα μέτρα σου· και, κυρίως, δεν πρόκειται να το λύσεις με μέθοδο που αρνείται την πραγματικότητά του σε όλες τις πλευρές της... Όπως θα δούμε όμως αυτή η “εκ του μηδενός” προσέγγιση είχε, μέσα στη φαινομενική ανοησία της, εκείνο το ποσό δολιότητας που αναμένεται όταν κάποιοι δεν θέλουν να χαλάσουν την πίτα αλλά μόνο να πάρουν ένα καλό κομμάτι της.
Ο αριθμός των υπό πλειοδοσία μόνιμων αδειών διαρκείας προσδιορίστηκε στο θρυλικό 4. Για κάποιους μήνες η ρητορική της υπεράσπισης αυτού του αριθμού επικαλούνταν το πόρισμα ενός ινστιτούτου της Φλωρεντίας· τεχνικά όρια δηλαδή. “Τόσα χωράνε στη συχνότητα, τόσα θα δουλεύουν” έλεγαν και ξαναέλεγαν τα φαιορόζ στελέχη, ξεκινώντας απ’ τον εξοχότατο πρωθυπουργό.
Ύστερα, χωρίς καμία εξήγηση, στα μουλωχτά (όπως συμβαίνουν τόσα και τόσα) το τεχνικό επιχείρημα εγκαταλείφθηκε. Γιατί; Κανείς δεν ξέρει. Ενδεχομένως να ήταν πλαστό ή ανεπαρκές, κι αυτό να ήταν εύκολο να αποδειχθεί. Στη θέση του τεχνικού περιορισμού (του μόνου, πάντως, που θα επέτρεπε τον προσδιορισμό ενός “περιορισμένου αριθμού” αδειών) τοποθετήθηκε ένα άλλο, οικονομικό. Η “διαφημιστική αγορά”. Η διαφημιστική αγορά της τηλεόρασης έχει πέσει γύρω στα 200 μύρια ευρώ τον χρόνο (είχε φτάσει και τα 600, στις χρυσές εποχές)· για να είναι ένα κανάλι βιώσιμο χρειάζεται 50 μύρια το χρόνο· διαιρούμε το 200 με το 50 και ιδού: 4!!! Αυτό ήταν το μόνιμο, υποτίθεται ακλόνητο motto στα χείλη των φαιορόζ καθεστωτικών, συμπεριλαμβανόμενου του εξοχότατου πρωθυπουργού.
Αφού είμαστε αδιαπραγμάτευτα εχθρικοί (και) σ’ αυτό το κύκλωμα του θεάματος (μήντια / διαφημίσεις) έχουμε το περιθώριο να χρησιμοποιήσουμε την λογική κριτική για να ελέγξουμε την βασιμότητα αυτών των επιχειρημάτων. Στέκουν; Όχι - είναι παιδαριώδη. Για δύο τουλάχιστον λόγους.
Πρώτα πρώτα όπως συμβαίνει και παντού αλλού στο καπιταλιστικό επιχειρείν έτσι και στα τηλεοπτικά μαγαζιά ο κανόνας είναι ο ανταγωνισμός. Για την αύξηση του κοινού του ενός εναντίον του άλλου. Αύξηση / μείωση της τηλεθέασης σημαίνει αύξηση / μείωση του μεριδίου στη “διαφημιστική αγορά”. Κάνενα καπιταλιστικό manual δεν λέει ότι αυτή η “αγορά” διαιρείται δια του αριθμού των ενδιαφερόμενων (4 εν προκειμένω) μια και για πάντα, οπότε το ζήτημα της βιωσιμότητας λύνεται αυτόματα! Κι έτσι, καθώς κάποια / κάποιες απ’ τις νόμιμα αδειοδοτημένες επιχειρήσεις θα ξεπερνούσε στα έσοδά της το “όριο βιωσιμότητας” του 25% της “διαφημιστικής αγοράς”, κάποια / κάποιες άλλες θα ξέπεφταν. Τι θα γινόταν τότε; Θα της / τους αφαιρούσαν την άδεια λειτουργίας;
Ύστερα είναι γνωστό και ευνόητο ότι στο “μέγεθος της διαφημιστικής αγοράς” (στην τηλεοψία για παράδειγμα), πέρα από διάφορους άλλους παράγοντες παίζει ρόλο και η προσφορά. Με τα σημερινά δεδομένα, στο υποθετικό σενάριο που θα υπήρχε ένα μόνο ιδιωτικό / εμπορικό κανάλι, η σχετική “διαφημιστική αγορά” ΔΕΝ θα ήταν 200 μύρια αλλά πολύ μικρότερη. Για δύο τουλάχιστον λόγους. Πρώτον επειδή υπάρχει ένα όριο στο πόσες διαφημίσεις χωρούν σε ένα τηλεοπτικό πρόγραμμα, εάν πρόκειται να συνεχίσει να είναι τέτοιο. Και δεύτερον, επειδή αυτό το τηλεοπτικό μονοπώλιο θα ανέβαζε τις τιμές αφήνοντας πολλούς απ’ έξω. Αντίστροφα, εάν (με τα σημερινά δεδομένα) υπήρχαν όχι 6 αλλά 16 τηλεοπτικές επιχειρήσεις, η μεγάλη προσφορά τηλεοπτικού διαφημιστικού χρόνου (σε μια γκάμα τηλεθεάσεων) θα έριχνε τις τιμές, επιτρέποντας και στους πιο λούμπεν να διαφημιστούν στο γυαλί. Και πάλι τα 200 μύρια θα μπορούσαν είτε να μειωθούν (λόγω πτώσης τιμών) είτε να αυξηθούν (λόγω μεγέθυνσης του πελατολογίου).
Τα επιχειρήματα υπέρ του 4, λοιπόν, που ξεκίνησαν σαν τεχνικό όριο για να μετατραπούν, ύστερα, σε εμπορικό όριο, ήταν εώλα. Προφανώς χρησιμοποιήθηκαν σαν αποπροσανατολισμός - που γενικά πέτυχε.
Ποιο ήταν, λοιπόν, το νόημα του περιβόητου διαγωνισμού; Αυτό που εκ των υστέρων (και αγχωμένα) λέει ο εξοχότατος πρωθυπουργός, ότι τους κλείσαμε μέσα για τρεις μέρες και τους τα πήραμε, παίζοντας, μετά τον τεχνικό ηλεκτρολόγο και τον ρυθμιστή των διαφημιστικών ροών έναν ακόμα ρόλο, του Ρομπέν των δασών; Ή κάτι εντελώς διαφορετικό;
Πριν φτάσουμε σ’ αυτό, πρέπει να στραφούμε σ’ αυτό που μας φαίνεται το βασικότερο· και, προφανώς, “εκτός θεάματος”!... Υπάρχει, υπήρχε, θα υπάρξει κάποιο σοβαρό πρόβλημα με τις υπάρχουσες τηλεοπτικές επιχειρήσεις; Ναι. Κι αυτό αφορά ... τις ντόπιες τράπεζες! Μετά την τελευταία ανακεφαλαιοποίηση η πλειοψηφία των μετοχών βρίσκεται στα χέρια “μη ελλήνων” (funds, ύαινες του χρηματοπιστωτισμού, μαφίες, κλπ). Οι ως τώρα ελληνικές διοικήσεις ήλπιζαν ότι θα μείνουν στα πόστα τους, όπως τα έχουν καταφέρει ως τώρα. Αλλά δεν! Από τώρα, και για άγνωστο διάστημα, οι διοικήσεις των 4 συστημικών τραπεζών θα διορίζονται και θα ελέγχονται απ’ το “ταμείο χρηματοπιστωτικής σταθερότητας”.
Αυτό σημαίνει ότι άσχετα με το αν οι προηγούμενες διοικήσεις (των “συστημικών” τραπεζών) θα πάνε φυλακή ή όχι, το πάρτυ του δανεισμού με “αέρα” τέλειωσε για πολλούς και διάφορους ντόπιους επιχειρηματίες... Το ίδιο, φυσικά, αφορά και τις τηλεοπτικές επιχειρήσεις· όλες τις υπάρχουσες. Είτε οι ισολογισμοί τους είναι πραγματικοί, είτε εικονικοί (δεν μπορούμε να το ξέρουμε) αυτές οι επιχειρήσεις “μπαίνουν μέσα” εδώ και αρκετά χρόνια. Το σωσίβιό τους, ως τώρα, ήταν ο εύκολος (ενδεχομένως και “εκτός νόμου”) δανεισμός τους απ’ τις ελληνικές τράπεζες. Αφού το σωσίβιο χάνεται, υπάρχει σοβαρό πρόβλημα.
Η περίπτωση του mega / τηλέτυπος είναι χαρακτηριστική. Βασικοί μέτοχοι είναι η εταιρεία “πήγασος” (συμφερόντων Μπόμπολα) και η εταιρεία “δολ” (συμφερόντων Ψυχάρη). Η επιχείρηση mega / τηλέτυπος είναι χρεωκοπημένη. Αλλά υπάρχει κάτι ακόμα χειρότερο: η χρεωκοπία της (απειλεί να) παρασύρει και τις άλλες δύο που έχουν τα μεγάλα ποσοστά μετοχών. Αυτό ισχύει για τον “πήγασο”, αλλά ισχύει ακόμα περισσότερο για τον “δολ”. Η άλλοτε κραταιά επιχείρηση του Λαμπράκη έχει αφήσει απλήρωτους τους εργαζόμενούς της εδώ και 4 μήνες, χρωστάει τα κερατά της στην εφορία, έχει χάσει οποιαδήποτε “διευκόλυνση πιστώσεων” απ’ τις τράπεζες, και είναι δύο βήματα πριν το επίσημο λουκέτο.
Τι θα έπρεπε να κάνουν άραγε τέτοια “ιερά τέρατα” του πολιτικού, οικονομικού και ιδεολογικού “προτσέσσου” που ονομάζεται κράτος / κεφάλαιο στην ελλάδα; Κανονικά, και με τον στοιχειώδη καπιταλιστικό ορθολογισμό, θα έπρεπε να εγκαταλείψουν την (κοινή) χρεωκοπημένη τηλεοπτική επιχείρησή τους, να βουλιάξει, να διασώσουν (απ’ το βούλιαγμα) τις υπόλοιπες μηντιακές επιχειρήσεις τους, και να επανέλθουν (εάν τους ενδιαφέρει...) στο “τηλεοπτικό γίγνεσθαι” μέσω τρίτων. [3Ο εκπρόσωπος της ιδιοκτησίας του star Γιάννης Βαρδινογιάννης (Τζίγγερ), καταθέτοντας στην κοινοβουλευτική εξεταστική επιτροπή για τα δάνεια των ιδιοκτητών καναλιών, είπε μεταξύ άλλων ότι ο κ. Μπόμπολας έχει την οικονομική επιφάνεια να κάνει την αύξηση κεφαλαίου μόνος του... εννοώντας το mega / τηλέτυπος. Πράγματι, η οικογένεια Μπόμπολα θα μπορούσε να κρατήσει το συγκεκριμένο κανάλι μόνη της. Όμως τότε θα ήταν “φόρα μόστρα”. Μέχρι στιγμής φαίνεται ότι δεν θέλει...]
Αυτήν ακριβώς την δυνατότητα είναι που τους προσφέρει η εκ του μηδενός “προσέγγιση” της φαιορόζ κυβέρνησης για το θέμα!Και, το επόμενο στάδιό της: ένας αριθμός αδειών μικρότερος απ’ τις τωρινές επιχειρήσεις. Ειδικά, μάλιστα, η προσφορά αυτή είναι σημαντική προς τον έναν απ’ αυτούς (τον εθνικό εργολάβο) που έχει μεγάλες μπίζνες εκτός μήντια, έχει κατασκευαστικές, έχει εταιρεία τζόγου (stoiximan...) και άρα το απαραίτητο “πρόσωπο”, χρήμα, “κεντρικότητα” από καπιταλιστική άποψη, κλπ.
Γιατί η “εκ του μηδενός” προσέγγιση εξυπηρετεί; Επειδή, απλά, έδωσε την ευκαιρία εμφάνισης “καινούργιων αφεντικών” - οι οποίοι, σαν τέτοιοι, μπορούν θαυμάσια να είναι οι μπροστινοί που χρειάζεται η ανανέωση του old ‘n’ good συστήματος! Η περίπτωση του εργολάβου Καλογρίτσα φωνάζει. Όχι μόνο (ή όχι τόσο) για τις φιλικές ή συγγενικές σχέσεις του με στελέχη της φαιορόζ κυβέρνησης. Αλλά για τις οικονομικές σχέσεις του με τον “εθνικό εργολάβο” - ο οποίος, by the way, παραμένει φιλικά διακείμενος στο τωρινό γκουβέρνο, για πολλούς και διάφορους λόγους...
Ακριβώς σ’ αυτό το σημείο η “εκ του μηδενός” μεθόδευση, ο περιορισμένος αριθμός αδειών και η μέσω πλειοδοσίας “είσοδος 2 νέων ιδιοκτητών” (αδειών) δείχνει τον απόλυτο συγχρονισμό της με την αναγκαστική αλλαγή φάσης στην αγορά τηλεοψίας. Αν η φαιορόζ κυβέρνηση ΔΕΝ ήταν προ-συνεννοημένη με ορισμένα τουλάχιστον μέλη της “παλιάς παράγκας”, είχε την άνεση να αποκλείσει τον Καλογρίτσα ούσα καλυμμένη και τυπικά: ο εν λόγω, σαν υποψήφιος αγοραστής, κατέθεσε την εγγυητική επιστολή του εκπρόσθεσμα· κάτι που αποτελούσε σοβαρό λόγο αποκλεισμού του απ’ τον πλειοδοτικό διαγωνισμό. Αλλά όχι! Η δουλειά που είχε ξεκινήσει νομοθετικά απ’ τον Αύγουστο έπρεπε να ολοκληρωθεί. [4Τελικά ο συγκεκριμένος εργολάβος δεν τα κατάφερε... “Αποσύρθηκε σαν “μπροστινός” αφού βρώμισε”: ενώ του ήταν εύκολο να βρει, σαν back up, κάμποσα στρέμματα αξίας 100 μυρίων, δεν τα κατάφερε να βρει 15 - 20 σε μετρητά... Την ίδια περίοδο, ο άλλος “μπροστινός”, ο asset, είχε ιδανική μεταχείριση, αν και εκκρεμεί σε βάρος του το ενδεχόμενο προφυλάκισης...
Έχουμε την εντύπωση οτι ο εθνικός εργολάβος είχε και έχει παραπάνω από μία εναλλακτικές. Επιπλέον φαίνεται ότι το pressing στον Καλογρίτσα αφορούσε λιγότερο τον εθνικό εργολάβο και περισσότερο τα οφέλη που ήθελε να “στερεώσει” η φαιορόζ κυβέρνηση απ’ την σχέση της μαζί του. Από την άλλη μεριά ο asset, κληρονόμος (και όχι δημιουργός) μιας μεγάλης περιουσίας που την διαχειρίζονται άλλοι έχει πολλούς φίλους (εντός ή εκτός εισαγωγικών) και μοιάζει βολικός για “χειρισμό” από διάφορες μεριές.
Η αναβολή της συνεδρίασης του σ.τ.ε. μας παραπέμπει σε κάποια ρευστότητα και εξελισσόμενες “κινήσεις στα παρασκήνια”...]
Κάπως ανάλογα είναι τα δεδομένα και για τον άλλο “νέο ιδιοκτήτη”, τον asset. Είναι υπόδικος για κακουργήματα (“εγκληματική οργάνωση” στο ποδόσφαιρο) και εκκρεμεί το ερώτημα της προφυλάκισής του. Φυσικά ισχύει το τεκμήριο της αθώωτητας. Όμως εάν ένας κατηγορούμενος σαν επικεφαλής εγκληματικής οργάνωσης έχει δίπλα του όχι μόνο τους οπαδούς της ομάδας του, όχι μόνο λαμπρές πολιτικές οικογένειες (...!), όχι μόνο τις “ζεστές” σχέσεις του με το βαθύ κράτος πίσω απ’ τις νυν κυβερνητικές βιτρίνες, αλλά και ένα κανάλι πανεθνικής εμβέλειας να δίνει το καθημερινό πρόσταγμα, τι είδους δίκη περιμένει κανείς τους επόμενους μήνες και χρόνια;
Ποιος άνοιξε διάπλατα την πόρτα σ’ αυτόν τον έξτρα, “τηλεοπτικό”, συνήγορο του asset; Ποιος άλλος; Η φαιορόζ κυβέρνηση με την “εκ του μηδενός” διαχείριση του θέματος κανάλια. Ούτε ο Μάικλ Κορλεόνε δεν θα μπορούσε να φανταστεί τόσο ευμενή μεταχείριση!
Τι θα γινόταν αν η υποτίθεται “είμαι ο αη Γιώργης” κυβέρνηση, αντί να κάνει το κόλπο της, ανανέωνε (έναντι κάποιου τιμήματος) τις προσωρινές άδειες εκπομπής, ας πούμε για ένα έτος, βάζοντας ταυτόχρονα αρκετά αυστηρούς κανόνες λειτουργίας (συμπεριλαμβανομένου και του ισοσκελισμένου ισολογισμού τους) έτσι ώστε να καταλήξει μετά από ένα χρόνο ποιες από δαύτες έχουν τις εγγυήσεις να πάρουν μόνιμη άδεια και ποιες πρέπει να κλείσουν; Θα αναγκαζόταν η “αγορά”, χωρίς πια το σωσίβιο των εύκολων δανείων, να λειτουργήσει κάπως κανονικότερα. Πολύ απλά μερικές απ’ αυτές τις επιχειρήσεις θα έκλειναν· ή θα συγχωνεύονταν.
Όμως εκείνο που θα γινόταν δυσκολότερο θα ήταν να κρυφτούν (πίσω από “καινούργιους”...) κάποιοι “παλιοί”... Δυσκολότερο, επιπλέον, θα γινόταν το να μειωθούν οι μισθοί (όχι των μεγάλων ονομάτων, των υπόλοιπων...) αν, απλά, οι “καινούργιοι” έμπαιναν σα συνεταίροι στα μαγαζιά των “παλιών”... Τέλος, χωρίς χρεωκοπίες (ή κλεισίματα λόγω “ανωτέρας βίας”) τα χρέη των τηλεοπτικών επιχειρήσεων θα έμεναν ζωντανά.
Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η φασαρία που έχει ξεσπάσει μετά τον διαγωνισμό παραπέμπει σε κόντρες μεταξύ των ντόπιων αφεντικών. Τέτοιες έριδες πάντα υπάρχουν, σε μικρότερη ή μεγαλύτερη ένταση. Η ταπεινή μας άποψη είναι ότι ΔΕΝ υπάρχει στρατηγική ενδοκαπιταλιστική αντιπαράθεση των ντόπιων αφεντικών σαν εκείνη που εκδηλώθηκε σαν “σκάνδαλο Κοσκωτά”. Και δεν υπάρχει τέτοια στρατηγική σύγκρουση επειδή δεν υπάρχουν “στρατηγικές καπιταλιστικής ανάπτυξης” που να αλληλοαποκλείονται. (Θα μπορούσαμε να δεχτούμε την εξήγηση “αντίπαλες μαφίες”, αν υπήρχε πράγματι τέτοια αντιπαλότητα. Δεν την βλέπουμε...)
Υπάρχουν και άλλα εντελώς διαφορετικά δεδομένα τώρα, το 2016 ή το 2017 σε σχέση με το 1988 ή 1989. Τα τηλεοπτικά κανάλια δεν έχουν πια ούτε το ολιγοπώλιο ούτε την κεντρικότητα που είχαν στην προ internet εποχή. Ο έλεγχος επί των κοινωνιών έχει γίνει πιο σύνθετος, πιο πολύμορφος και (υπό ορισμένες προϋποθέσεις) πιο ασταθής. Προφανώς υπάρχουν ευάριθμες κοινωνικές κατηγορίες που παραμένουν “πελάτες” των καναλιών, και θα συνεχίσουν να υπάρχουν και την επόμενη δεκαετία. Αλλά δεν είναι τα πιο δυναμικά τμήματα των κοινωνιών μέσα σ’ αυτό το πελατολόγιο. Και θα είναι ακόμα λιγότερο στα επόμενα χρόνια.
Τα παραδείγματα της περιορισμένης (σε σχέση με το παρελθόν) δυνατότητας των “παλιών μήντια” στον καθεστωτικό προπαγανδιστικό πόλεμο αφθονούν. Το αποτέλεσμα του περίφημου δημοψηφίσματος, για παράδειγμα, το καλοκαίρι του 2015, είναι ένα απ’ αυτά.
Επιπλέον τόσο το εφοπλιστικό όσο και το κατασκευαστικό κεφάλαιο μια χαρά υπηρετούνται (και) απ’ την φαιορόζ κυβέρνηση. Αν υπάρχει ένα θέμα που είναι σοβαρό, στρατηγικής σημασίας, αυτό αφορά το (ντόπιο) τραπεζικό κεφάλαιο. Όχι μόνο τις διοικήσεις των τραπεζών (που θα περιορίσουν σημαντικά, το λιγότερο, τις παλιές “σχέσεις άνεσης” πολλών ντόπιων επιχειρηματιών με το ρευστό) αλλά και τα “κόκκινα δάνεια”. Τα πιο ενδιαφέροντα για τα “κοράκια” είναι τα επιχειρηματικά τέτοια· και προφανώς των επιχειρήσεων που λειτουργούν και όχι όσων έχουν χρεωκοπήσει οριστικά.
Ωστόσο οι πολύ σοβαρές ευθύνες του φαιορόζ κυβερνητικού σχηματισμού στο θέμα αφορούν το πρώτο εξάμηνο του ‘15· που σημαίνει ότι έχουν “παραγραφεί” (από πολιτική / καθεστωτική άποψη) μετά τις εκλογές του περασμένου Σεπτέμβρη. Τώρα δεν υπάρχουν περιθώρια διαφορετικής κυβερνητικής γραμμής: “το πουλάκι πέταξε”.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1 - Site euro2day, 14/9/2016.
[ επιστροφή ]
2 - Όντως, ο σχετικός νόμος του 1990 προέβλεπε πλειοδοτικό διαγωνισμό για την εκχώρηση μόνιμων, ορισμένης διάρκειας αδειών τόσο για τους τηλεοπτικούς όσο και για τους ραδιοφωνικούς σταθμούς.
[ επιστροφή ]
3 - Ο εκπρόσωπος της ιδιοκτησίας του star Γιάννης Βαρδινογιάννης (Τζίγγερ), καταθέτοντας στην κοινοβουλευτική εξεταστική επιτροπή για τα δάνεια των ιδιοκτητών καναλιών, είπε μεταξύ άλλων ότι ο κ. Μπόμπολας έχει την οικονομική επιφάνεια να κάνει την αύξηση κεφαλαίου μόνος του... εννοώντας το mega / τηλέτυπος. Πράγματι, η οικογένεια Μπόμπολα θα μπορούσε να κρατήσει το συγκεκριμένο κανάλι μόνη της. Όμως τότε θα ήταν “φόρα μόστρα”. Μέχρι στιγμής φαίνεται ότι δεν θέλει...
[ επιστροφή ]
4 - Τελικά ο συγκεκριμένος εργολάβος δεν τα κατάφερε... “Αποσύρθηκε σαν “μπροστινός” αφού βρώμισε”: ενώ του ήταν εύκολο να βρει, σαν back up, κάμποσα στρέμματα αξίας 100 μυρίων, δεν τα κατάφερε να βρει 15 - 20 σε μετρητά... Την ίδια περίοδο, ο άλλος “μπροστινός”, ο asset, είχε ιδανική μεταχείριση, αν και εκκρεμεί σε βάρος του το ενδεχόμενο προφυλάκισης...
Έχουμε την εντύπωση οτι ο εθνικός εργολάβος είχε και έχει παραπάνω από μία εναλλακτικές. Επιπλέον φαίνεται ότι το pressing στον Καλογρίτσα αφορούσε λιγότερο τον εθνικό εργολάβο και περισσότερο τα οφέλη που ήθελε να “στερεώσει” η φαιορόζ κυβέρνηση απ’ την σχέση της μαζί του. Από την άλλη μεριά ο asset, κληρονόμος (και όχι δημιουργός) μιας μεγάλης περιουσίας που την διαχειρίζονται άλλοι έχει πολλούς φίλους (εντός ή εκτός εισαγωγικών) και μοιάζει βολικός για “χειρισμό” από διάφορες μεριές.
Η αναβολή της συνεδρίασης του σ.τ.ε. μας παραπέμπει σε κάποια ρευστότητα και εξελισσόμενες “κινήσεις στα παρασκήνια”...
[ επιστροφή ]