Παρουσιάζω ευθύς αμέσως - για να μην ξεφύγω από το στυλ μου που είναι καταφατικό και που ασχολείται με την αντίφαση και την κριτική μόνο σαν μέσο, μόνο αθέλητα - τα τρία πράγματα για τα οποία χρειάζονται εκπαιδευτές. Πρέπει να μάθει κανείς να βλέπει, πρέπει να μάθει να σκέπτεται, πρέπει να μάθει να μιλάει και να γράφει: ο σκοπός και των τριών μαζί είναι μια ευγενής κουλτούρα.
Να μάθει κανείς να βλέπει - να συνηθίσει το μάτι του στην ηρεμία, στην υπομονή, να αφήσει τα πράγματα να έρχονται σ’ αυτό· να αναβάλει την κρίση του, να μαθαίνει να πηγαίνει γύρω γύρω και να συλλαμβάνει κάθε μεμονωμένη περίπτωση απ’ όλες τις πλευρές.
Αυτό είναι το πρώτο σχολείο για την πνευματικότητα: να μην αντιδρά κανείς αμέσως σ’ ένα ερέθισμα, αλλά να κερδίζει τον έλεγχο όλων των παρεμποδιστικών, παρορμητικών ενστίκτων. Το να μάθει κανείς να βλέπει, όπως το εννοώ εγώ χωρίς να μιλώ φιλοσοφικά, είναι σχεδόν αυτό που λέγεται ισχυρή θέληση: το ουσιώδες χαρακτηριστικό είναι, ακριβώς, το να μη “θέλεις”, το να είσαι ικανός να αναβάλεις την απόφαση.
Κάθε μη πνευματικότητα, κάθε χυδαία ομοιότητα, εξαρτάται απ’ την ανικανότητα αντίστασης σ’ ένα ερέθισμα: “οφείλει” κανείς να αντιδράσει ακολουθώντας την παρόρμηση της στιγμής.
Φρειδερίκος Νίτσε
Το Λυκόφως των Ειδώλων