Το Ριάντ τορπίλισε πρόσφατα μια υπό συζήτηση συμφωνία των πετρελαιοπαραγωγών κρατών, εντός και εκτός οπεκ, για μείωση της παραγωγής πετρελαίου ώστε να ανέβει η διεθνής τιμή του. Οι εξηγήσεις γι’ αυτό που έχουμε υπόψη μας είναι διαμετρικά αντίθετες μεταξύ τους, αλλά δεν είναι εδώ αυτό το θέμα μας. Είναι οι παρενέργειές του.
Το πετρέλαιο είναι το κορυφαίο απ’ τα λίγα διεθνή εμπορεύματα που τιμολογούνται (και πληρώνονται) σε δολάρια. Όλη αυτήν την περίοδο (σχεδόν 1,5 χρόνο, απ’ τον Σεπτέμβρη του 2014) που η τιμή του πετρελαίου έχει πέσει σημαντικά (ήταν πάνω από 100 δολάρια το βαρέλι, τώρα κινείται μεταξύ 30 και 40 δολάρια) η διεθνής ζήτηση για δολάρια έχει μειωθεί ανάλογα. Για αγορά πετρελαίου κατά 60% έως 70%.
Αυτό συμβαίνει στο τέλος (;) μιας περιόδου “μαζικής εκτύπωσης” δολαρίων απ’ την fed, και “εξαγωγής” τους (απ’ τις αμερικανικές τράπεζες και τα funds που δανείζουν το αμερικανικό κράτος) σε “επενδύσεις” (συνήθως χρηματοπιστωτικές) εκτός ηπα. Φυσικά το δολάριο παραμένει αποθεματικό νόμισμα διεθνούς εμβέλειας, που σημαίνει ότι διάφορες κεντρικές τράπεζες διακρατούν στα θησαυροφυλάκιά τους δολάρια και “ενεργητικά” τιμολογημένα σε δολάρια.
Όμως έχουν αρχίσει να διαμορφώνονται και να σταθεροποιούνται συνθήκες “πλεονάσματος δολαρίων”. Και αυτό το πλεόνασμα ενισχύεται από προσεκτικές (και αθόρυβες) κινήσεις των κεντρικών τραπεζών της ρωσίας και της κίνας· ίσως και άλλων. Η Μόσχα πουλάει αμερικανικά χρεώγραφα και αγοράζει... χρυσό. Το ίδιο κάνει και το Πεκίνο. Στις αρχές του 2014 η κεντρική τράπεζα της ρωσίας είχε αμερικανικά ομόλογα αξίας 132 δισ. δολαρίων. Στα τέλη του 2015 είχε 92 δισ. δολαρίων, μια μείωση πάνω απ’ το 1/3. Αντίστοιχα κινείται και η κεντρική τράπεζα της κίνας.
Το επιπλέον ενδιαφέρον είναι ότι και τα δύο κράτη είναι ψηλά στην παγκόσμια παραγωγή χρυσού (πρώτη η κίνα, τρίτη η ρωσία, πίσω απ’ την δεύτερη αυστραλία) και το ότι τουλάχιστον η Μόσχα αγοράζει ολόκληρη την εσωτερική παραγωγή και, επιπλέον αγοράζει χρυσό απ’ την διεθνή αγορά. Φαίνεται (για κάποιους είναι σίγουρο) ότι και τα δύο κράτη επιστρέφουν ανεπίσημα (ή προετοιμάζονται για να επιστρέψουν) σε έναν “κανόνα του χρυσού”, δηλαδή σε “κάλυψη” της αξίας του νομίσματός τους με τα αποθέματά τους σε χρυσό. Πράγμα που σημαίνει ότι αν χρειαστεί θα δέσουν τα νομίσματά τους σε σταθερή σχέση με τον χρυσό.
Γιατί θα μπορούσαν να προετοιμάζονται για ένα τέτοιο ενδεχόμενο η Μόσχα, το Πεκίνο, και κάποια κράτη ακόμα (π.χ. το καζακστάν); Η ελεύθερη διατίμηση των νομισμάτων και των μεταξύ τους ισοτιμιών στη διεθνή αγορά χρήματος είχε ως τώρα πλεονεκτήματα κυρίως για τα ισχυρά νομίσματα διεθνούς χρήσης: το δολάριο, το γιέν, το ελβετικό φράγκο, το ευρώ, την αγγλική λίρα. Παρότι κατά καιρούς αυτό το μοντέλο δημιουργούσε αστάθεια και ηττημένους (με κερδισμένους, συνήθως, τους διεθνείς τζογαδόρους του χρηματοπιστωτισμού) έχει διατηρηθεί. Αλλά έχει μπει ήδη σε μια “φαύλη σπείρα” ανταγωνιστικών υποτιμήσεων, στο κυνήγι μεγαλύτερων μεριδίων στη διεθνή αγορά εμπορευμάτων. Απ’ την άλλη μεριά η απότομη και μεγάλη υποτίμηση ενός νομίσματος δημιουργεί πολύ σοβαρά προβλήματα στο κράτος που το εκδίδει, επειδή κάνει ακριβές τις εισαγωγές που δεν είναι πολυτελείας αλλά απαραίτητες για την καπιταλιστική παραγωγή του.
Μια γενικεύμενη οικονομική / νομισματική αναταραχή κάνει “ελκυστικά” νομίσματα που θεωρούνται σαν “αξιόπιστα”. Προφανώς αυτήν είναι είναι που φοβούνται το ρωσικό και το κινεζικό καθεστώς. Και οχυρώνουν τα νομίσματά τους, in case of emergency, με αποθέματα χρυσού.
Αλλά για να είναι μια τέτοια αναταραχή τόσο απειλητική ώστε να χρειάζονται “χρυσά κάστρα”, δεν μπορεί παρά να είναι μια αναταραχή που θα έχει και το δολάριο στις στροφές της. Αν η τάση διεθνοποίησης όχι μόνο του γουάν αλλά και άλλων νομισμάτων (μέσω διακρατικών συμφωνιών) συνεχιστεί, η επικράτεια διεθνούς κυκλοφορίας του δολάριου θα περιοριστεί κι άλλο. Τότε η δίνη για το δολάριο θα είναι απλά αυτοεκπληρούμενη προφητεία.